Αναδημοσιεύσεις

20
07

Η κληρονομιά της Γένοβας

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Θα ήθελα να επισημάνω ότι η πρώτη φορά διεθνοποίησης των αγώνων, από την πλευρά της «επίσημης» Αριστεράς –στην οποία συμπεριλαμβάνω το ΚΚΕ εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά και την ΑΚΟΑ– γίνεται μέσω της Επιτροπής εναντίον της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992 – 1993. Ως προς τον Συνασπισμό, το βασικό είναι να θυμηθούμε σε ποια στιγμή αποφασίζεται η συμμετοχή του στο διεθνές κίνημα. Εμείς, το Κοκκινοπράσινο Δίκτυο του ΣΥΝ, είχαμε ήδη έναν διεθνιστικό προσανατολισμό και είχαμε συναντηθεί και στο κινηματικό επίπεδο και σε επίπεδο πολιτικών διεργασιών με το Δίκτυο και άλλες συλλογικότητες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Η στιγμή, όμως, που μας δόθηκε «χώρος» στο κόμμα ήταν μετά την εκλογική αποτυχία του Συνασπισμού το 1993, όταν έμεινε εκτός Βουλής. Τότε έγινε η συζήτηση στα όργανα για το πώς το κόμμα θα αποκτούσε μια ταυτότητα διακριτή από τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά και πώς αυτή η ταυτότητα θα μπορούσε να εδραιωθεί μέσα από την κοινωνική και κινηματική δράση. Μάλιστα, δεν μας δόθηκε απλώς ελευθερία κινήσεων, αλλά το εγχείρημα στηρίχθηκε και από το επίσημο πολιτικό προσωπικό του Συνασπισμού, με πρώτο τον Νίκο Κωνσταντόπουλο. Για να είμαι δίκαιος, η αριστερή στροφή δεν θα είχε συντελεστεί χωρίς τη συνδρομή του Αριστερού Ρεύματος, των συνδικαλιστών και κυρίως της Νεολαίας ΣΥΝ –να θυμίσω ότι ο Αλέξης Τσίπρας, ο τότε γραμματέας της, ήταν μαζί μας στον καταπέλτη του πλοίου στην Ανκόνα. Η συμμετοχή στο κίνημα ήταν, λοιπόν, τρόπος ύπαρξης του Συνασπισμού μέσα σε ένα περιβάλλον που τον πέταγε έξω από το πολιτικό σκηνικό και τις κοινωνικές διεργασίες. Ταυτόχρονα, ήταν και ο τρόπος αναζήτησης μιας ταυτότητας διαφορετικής από αυτήν που είχε μέχρι τότε. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, η ταυτότητα του Συνασπισμού έγινε πράγματι πιο ριζοσπαστική, το κόμμα ανέπτυξε σχέσεις με οργανώσεις και εκτός της επίσημης πολιτικής σκακιέρας, ενώ ταυτόχρονα, ή μάλλον λίγο αργότερα, δημιουργήθηκε το χάσμα με την Ανανεωτική Πτέρυγα γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους. (...) Το Φόρουμ ήταν η μήτρα του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να είχε προηγηθεί ο Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης, αλλά αυτή ήταν μια περιφερειακή προσπάθεια. Χωρίς το Φόρουμ, η ενότητα της Αριστεράς θα ήταν μια ευχή, που θα έπρεπε μάλιστα να αντιμετωπίσει τις ισχυρές αντιδράσεις, μεταξύ άλλων και της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού. Το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ συνέβαλε, επίσης, καθοριστικά στη διαμόρφωση της αντίληψης ότι τα κόμματα δεν είναι πρωτοπορίες, δεν είναι αυτά που καθοδηγούν τα κινήματα, αλλά είναι συνομιλητές τους –δύσκολη κατάκτηση αυτή από την πλευρά της ιστορικής Αριστεράς, όπου επικρατούσε η άποψη ότι τα κινήματα παίρνουν τις πολιτικές εντολές από το κόμμα. Και ως πρακτική, λοιπόν, και ως μετατόπιση πεποιθήσεων και ιδεών, το Φόρουμ ήταν ο δοκιμαστικός σωλήνας που γονιμοποίησε πολλά πράγματα μέσα στην Αριστερά.
19
07

Αννέτα Καββαδία: Φεμινισμός: Συλλογική διεκδίκηση – πολιτική πρόταση

Η σημερινή εικόνα –με το ελληνικό και διεθνές #metoo να ανοίγει στόματα, με τις γυναίκες και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα να αυτοοργανώνονται, με ένα παρεμβατικό κίνημα δικηγόρων να πρωτοστατεί– δεν είναι άσχετη με τους πολύχρονους αγώνες, τόσο σε πολιτικό/κινηματικό όσο και σε θεωρητικό επίπεδο, που προηγήθηκαν. Αγώνες στους οποίους επένδυσε το φεμινιστικό κίνημα, ένα από τα αποτελέσματα των οποίων αποτυπώνεται στην έκταση που παίρνει σήμερα η δημόσια ορατότητα της σύγκρουσης. Σε μια στιγμή μάλιστα που, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, επιχειρείται να εμπεδωθεί η ιδεολογική κυριαρχία της Δεξιάς –με αφομοιωτικές, μεταξύ άλλων, χειρονομίες (επιτροπή για την εθνική στρατηγική ισότητας των ΛΟΑΤΚΙ+ από τη μια, «εξωγήινοι» στον Υμηττό από την άλλη) που στοχεύουν στην οικειοποίηση των μακροχρόνιων αγώνων– έχει σημασία η υπενθύμιση των όσων προηγήθηκαν. Όχι μόνο ως φόρος τιμής, αλλά γιατί δημιούργησαν εκείνο το υπόβαθρο στο οποίο συναντιέται και χτίζεται σήμερα το πιο ριζοσπαστικό, ανυποχώρητο, διεκδικητικό κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος που απαιτεί ασφάλεια, διαφάνεια, λογοδοσία για όλ@. Που δεν διστάζει να καταγγείλει και που διεκδικεί να το βλέπουν, να το ακούν. Γιατί στην εμπέδωση της αντίληψης πως εγκλήματα σαν της Ηλιούπολης, εγκλήματα που διαιωνίζουν τον κύκλο της κακοποίησης γυναικών και θηλυκοτήτων, σχετίζονται ευθέως με διακρίσεις και στερεότυπα, αλλά και απέναντι σε ένα σύστημα που αποθεώνει τον ατομικισμό, λοιδορεί τη συλλογικότητα, ευνοεί τους διαχωρισμούς, είναι κομβικής σημασίας οι ιδεολογικοπολιτικές αναφορές και αφετηρίες. Γιατί το αίτημα για εκδημοκρατισμό της αστυνομίας και ξήλωμα των ακροδεξιών θυλάκων στους κόλπους της, για ύπαρξη δομών για γυναίκες και ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που βιώνουν κακοποίηση ή απειλή, για ενημέρωση, εκπαίδευση, ευαισθητοποίηση από το σχολείο (στον αντίποδα της κατάργησης πχ των θεματικών εβδομάδων) και τα ΜΜΕ μέχρι τη γειτονιά, δεν είναι αιτήματα «ορφανά» ιδεολογικού προσήμου. Η σερβιτόρα στην Ηλιούπολη, όπως και οι αυτόπτες μάρτυρες στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα που «δεν κοίταξαν τη δουλειά τους», δεν γύρισαν την πλάτη και κατέθεσαν στη δίκη της Χρυσής Αυγής, αντιστάθηκαν στην κυρίαρχη κουλτούρα της κοινωνικής απάθειας (που τεχνηέντως καλλιεργείται). Και αυτό είναι, αν μη τι άλλο, ελπιδοφόρο…
19
07

Πάνος Λάμπρου: Για έναν νέο αριστερό ριζοσπαστισμό

Απάντηση στον ριζοσπαστισμό της Δεξιάς είναι ο ριζοσπαστισμός της Αριστεράς. Μια Αριστερά, που δεν θα αναζητά επίμονα ένα μίζερο και κουρασμένο ρεαλισμό, αλλά μια διαρκή επαφή με τους ανθρώπους της εργασίας και έναν πολύχρωμο κόσμο, που εν δυνάμει, βρίσκεται στα αριστερά του ποταμού. Οι χιλιάδες άνθρωποι, οι οποίοι διαδήλωσαν στους δρόμους ενάντια στον περιορισμό της δημοκρατίας, ο ξεσηκωμός της νεολαίας την ημέρα της απόφασης στη δίκη της νεοναζιστικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής, οι πορείες για τη δολοφονία του Ζακ, οι φεμινιστικές συγκεντρώσεις, η Ρόζα Νέρα στα Χανιά, οι μαζικές κινητοποιήσεις της φοιτητικής νεολαίας, οι συγκεντρώσεις για το αντεργατικό νομοσχέδιο φέρνουν στην επιφάνεια ένα διαφορετικό κόσμο, ο οποίος αρνείται να γίνει γρανάζι στο σχεδιασμό της Νέας Δημοκρατίας. Η αριστερά για να μην μπει στο κάδρο του συστήματος, που με τόση επιμονή επιδιώκουν εχθροί και «φίλοι», χρειάζεται να γίνει περισσότερο λαϊκή, αλλά όχι λαϊκιστική, περισσότερο μαχητική, νεανική, φεμινιστική, αντιρατσιστική, οικολογική, δικαιωματική, δημοκρατική ως προς τις λειτουργίες της, ασφαλώς αντικαπιταλιστική. Το όραμα του σοσιαλισμού με ελευθερία και δημοκρατία, όσο και αν είναι μακρινή κουκίδα στον ορίζοντα, συγκροτεί και τρόπο και δρόμο. Και αυτόν έχουμε κάθε λόγο να ακολουθήσουμε.
17
07

Στο σύμπαν ενός ανοϊκού

Το ζήτημα, όμως, δεν είναι ούτε η ασθένεια ούτε οι ταινίες που γυρίστηκαν με αυτό το θέμα. Είναι μία συγκεκριμένη ταινία η οποία πραγματεύεται το θέμα της άνοιας και είναι μία από τις πιο αναμενόμενες του φετινού καλοκαιριού. Μια ταινία η οποία αξίζει ιδιαίτερης αναφοράς αφού πρόκειται για σπαρακτική προσέγγιση μέσα από τη μνημειώδη ερμηνεία του 83χρονου Άντονι Χόπκινς, ο οποίος κέρδισε το Όσκαρ ερμηνείας Α΄ ανδρικού ρόλου και έγινε ο γηραιότερος ηθοποιός που το κέρδισε ποτέ. Πρόκειται για την ταινία «Ο πατέρας» (The father) του Φλόριαν Ζέλερ, ο οποίος έγραψε και το σενάριο, βασισμένο σε δικό του θεατρικό έργο. Εδώ, στην πρώτη του κινηματογραφική σκηνοθετική δουλειά, χτίζει μια ιστορία, απλή μεν, η οποία όμως δίνεται σε όλες τις δραματικές της διαστάσεις. Την οποία σκηνοθετεί με τρόπο διακριτικό, απόλυτα αληθινό και χωρίς καμία διάθεση να εκμαιεύσει τη συγκίνηση. Η οποία δεν χρειάζεται σκηνοθετικά και σεναριακά κόλπα για να έρθει, αρκεί μόνον μια κίνηση, ένα βλέμμα, μια λέξη του μεγάλου Άντονι Χόπκινς ο οποίος πρωταγωνιστεί και τον οποίο ο Ζέλερ ήθελε από την αρχή για το ρόλο. Μάλιστα του είχε στείλει το σενάριο από το 2017 και μέχρι να πάρει απάντηση δεν προσέγγισε άλλον ηθοποιό. Οι πληροφορίες λένε πως αν ο Χόπκινς απαντούσε αρνητικά, ο Ζέλερ θα προσπαθούσε να κάνει την ταινία στη Γαλλία. Ας περάσουμε τώρα στην υπόθεση της ταινίας. Σε ένα σπίτι ζει μια μεσήλικη γυναίκα, η Αν, μαζί με τον πατέρα της, Άντονι, ο οποίος πάσχει από άνοια. Όμως η Αν είναι παντρεμένη και στο ίδιο σπίτι υπάρχει και ο σύζυγός της, ο Πολ. Ένας άνδρας ο οποίος δεν βλέπει με καλό μάτι τον άρρωστο πεθερό τους, καθώς τον θεωρεί βάρος. Η ιστορία ξεκινά με την Αν να ανακοινώνει στον πατέρα της πως θα μετακομίζει στο Παρίσι. Εκείνος δεν έχει σκοπό να εγκαταλείψει το σπίτι του στο Λονδίνο αλλά η Αν ανησυχεί καθώς ο Άντονι αρχίζει να παρουσιάζει τα πρώτα συμπτώματα άνοιας. Δηλαδή εκεί που όλα είναι καλά, ξαφνικά χάνεται, ξεχνά και αδυνατεί να θυμηθεί την ίδια του την κόρη αλλά και το χώρο που ζει. Επιπλέον ο Άντονι διαφωνεί με την κόρη του, η οποία αποφασίζει να προσλάβει μια νοσοκόμα για να τον προσέχει καθώς επιμένει πως δεν χρειάζεται βοήθεια. Η αλήθεια όμως είναι πως ο Άντονι δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνος αφού έχει φτάσει στο σημείο να μπερδεύει την κόρη του και να την βλέπει σαν εχθρό. Επίσης ξεχνά ποιος είναι ο Πολ και κάποιες στιγμές νομίζει πως είναι ο πρώην άνδρας της κόρης του!
16
07

Οι Σλοβένοι ακύρωσαν τον… υδατοκτόνο νόμο της κυβέρνησης

Οι Σλοβένοι λοιπόν αντέδρασαν. Φοβούνται και την καταπάτηση όλων των παράκτιων ζωνών από εργολάβους, αλλά και τις συνέπειες που θα έχει μια άναρχη ιδιωτικοποίηση και δόμηση και για το περιβάλλον, αλλά ακόμα και για την ποιότητα του νερού που πίνουν. Διάφορες οργανώσεις με πρώτο το «Κίνημα για πόσιμο νερό» προκάλεσαν δημοψήφισμα ζητώντας την ακύρωση του νόμου. Θα το πετύχαιναν αν ψήφιζε το 20% των πολιτών και συγκεντρώνονταν 340.000 ψήφοι. Τελικά ψήφισαν όχι περίπου 675.000 ή ποσοστό 86% από το 47% των ψηφοφόρων που προσήλθε στις κάλπες. Ηταν ένα ηχηρό χαστούκι για τον συντηρητικό πρωθυπουργό, ο οποίος πάντως δήλωσε ότι δεν έχει καμιά πρόθεση να παραιτηθεί και υπονόησε ότι ετοιμάζεται για να πάρει τη ρεβάνς. Οπως επισημαίνουν όμως αρκετοί πολιτικοί επιστήμονες, από τη μια, πολλοί πολίτες θεώρησαν ότι η προστασία των υδάτινων πόρων είναι κάτι για το οποίο άξιζε να σηκωθούν από τον καναπέ και, από την άλλη, ήθελαν να στείλουν ένα μήνυμα στον Γιάνσα ότι απορρίπτουν συνολικά τις πολιτικές του και τον τρόπο άσκησης της εξουσίας. Κι αυτό μόλις 16 μήνες μετά την ανάληψη του αξιώματος του πρωθυπουργού το Μάρτιο του 2020.
16
07

Παύλος Κλαυδιανός: Επέτειος δύο χρόνων – Η κυβέρνηση παραπαίει, η πολιτική της προσκρούει

Εσπευσμένα, η κυβέρνηση «μαζεύει» πλευρές της πολιτικής της, για πρώτη φορά, και το κάνει τόσο άτσαλα. Όποια/ος το αποδώσει στα αυξημένα κρούσματα, μόνο, θα έκανε λάθος. Η κυβέρνηση συνειδητοποιεί ότι ο σκληρός πυρήνας της πολιτικής της προσκρούει στην κοινωνία και ελίσσεται για να δει τι ακριβώς μπορεί να κάνει, πώς να προχωρήσει, να σχεδιάσει για το άμεσο μέλλον. Απ’ αυτή την άποψη, στο τραπέζι μπαίνουν και οι εκλογές. Δεν είναι λίγοι όσοι συμβουλεύουν τον πρωθυπουργό να προχωρήσει, όσο τον ευνοούν οι δημοσκοπήσεις. Ταυτόχρονα, όμως, ο ίδιος διστάζει διότι με παγωμένες τις πολιτικές εξελίξεις, η προκήρυξη εκλογών διαμορφώνει ένα εντελώς νέο τοπίο που εγκυμονεί κάθε ενδεχόμενο. Τρεις κινήσεις της κυβέρνησης οδηγούν στο παραπάνω συμπέρασμα. Η πρώτη, και πιο σημαντική, η μετάθεση της ψήφισης του νομοσχεδίου για την επικουρική ασφάλιση –όπως και της συμφωνίας των Πρεσπών– τον Σεπτέμβριο. Μετά το εργασιακό, την ισχυρή αντίδραση σ’ αυτό, θα άνοιγε εξίσου βαθιές πληγές, ιδίως μέσα στο κλίμα δυσαρέσκειας από τη διαχείριση της πανδημίας. Το κόστος θα ήταν βαρύ. Η δεύτερη, η αλλαγή του αριθμού των εκπαιδευτικών που θα διορισθούν σε μόνιμες θέσεις. Ενώ η κ. Κεραμέως έσπευσε να μιλήσει για 5.250 προσλήψεις, ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης τη διόρθωσε και μίλησε για 11.700 προσλήψεις. Η τρίτη, έγινε πάλι από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Ενώ οι κ. Γεωργιάδης και Σκέρτσος είπαν ότι ακόμη και σε νέο λοκντάουν δεν θα υπάρξουν άλλα ευεργετικά μέτρα, ο πρωθυπουργός στο συνέδριο του Economist είπε ότι η ενίσχυση της οικονομίας θα συνεχιστεί και το τρέχον εξάμηνο με 6,5 δισ. ευρώ.
16
07

Παύλος Κλαυδιανός: Έκθαμβος μπροστά στη μαγική εικόνα της οικονομίας

Το ΙΟΒΕ, πχ, στη δεύτερη τρίμηνη έκθεσή του, αναφέρει ότι η οικονομία θα τρέξει με ρυθμό 5-5,5% το 2021, ωστόσο σπεύδει να σημειώσει ότι εάν υπάρξει νέα έξαρση της πανδημίας, με σημαντικές συνέπειες στον τουρισμό, η αύξηση του ΑΕΠ θα περιοριστεί στο 2,5-3%. Την επόμενη πενταετία, οι ρυθμοί μπορεί να είναι υπό προϋποθέσεις ισχυροί, μπορεί να υπερβούν και το 3%. Μακράν, δηλαδή, της πρωθυπουργικής αισιοδοξίας. Διότι οι προϋποθέσεις, που αναφέρει το ΙΟΒΕ, είναι αρνητικές: η πορεία της πανδημίας και η περιοριστική πολιτική της κυβέρνησης. Άμεσα, θα υπάρξει άνοδος, αλλά δεν θα συνεχιστεί. To πιο ενδιαφέρον στοιχείο της έκθεσης είναι η εικόνα που σκιτσάρει για την οικονομία. Ο κ. Βέττας σημείωσε ότι λόγω των μέτρων στήριξης, πολλές επιχειρήσεις έχουν «μπει στην κατάψυξη» και όταν τελειώσουν τα μέτρα θα διαπιστώσουμε ότι δεν θα είναι όλες βιώσιμες. Και για να μην μένει καμιά αμφιβολία συνέχισε: «Αυτό που ζούμε σήμερα είναι μια μαγική εικόνα στο θέμα της ανεργίας και των πτωχεύσεων. Όταν τελειώσουν τα μέτρα στήριξης θα δούμε αλλαγές». Αναμένονται «λουκέτα», πρόσθεσε. Ο πρωθυπουργός μπορεί να πιστεύει στη μαγική εικόνα που του παρουσιάζουν οι λογογράφοι του, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τους εργαζόμενους και τη μικρομεσαία απασχόληση. Η ανεργία άρχισε να αυξάνεται, οι ανατιμήσεις συνεχίζονται, διαμορφώνοντας ένα απαισιόδοξο κλίμα. Ο τουρισμός είναι το πρώτο θύμα της μετάλλαξης Δ και των αυξημένων κρουσμάτων πέραν των κενών της κυβερνητικής πολιτικής και των λαθών. Είναι, πραγματικά, ακατανόητο η κυβέρνηση να εξαγγέλλει ένα πρόγραμμα κοινωνικού τουρισμού –και καθυστερημένα– 100 εκατ. ευρώ! Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, πχ, για να έχουμε μέτρο σύγκρισης ήταν 700 εκατ., οι επιχειρηματίες του τουρισμού, ιδίως οι μικροί το ζητούν επίμονα. Εν μέσω αποφάσεων από τις τράπεζες ότι 300.000 επιχειρήσεις δεν θα χρηματοδοτηθούν διότι δεν πληρούν τα απαραίτητα τραπεζικά κριτήρια, η οικονομία διατρέχεται και από το κομφούζιο της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός είπε ότι η στήριξη της οικονομίας θα συνεχιστεί με 6,5 δισ. ευρώ και το τρέχον εξάμηνο. Λίγες μέρες πριν οι κ. Γεωργιάδης και Σκέρτσος είχαν πει ακριβώς το αντίθετο. Αυτό είναι το αληθές, ασφαλώς, αλλά η μετάλλαξη Δ το καταχώνιασε προς το παρόν.
16
07

Για μια αριστερή πολιτική στον τουρισμό

Η επιβολή της παγκοσμιοποιημένης τουριστικής αγοράς και των τουρ οπερέιτορ έφερε κατόπιν και την ταφόπλακα των τοπικών κοινωνιών, το “ολ ινκλούσιβ”. Το μοντέλο, πέρα από οικονομικό, είναι και ανθρωπολογικό: ιδρυματοποιημένοι πελάτες του δυτικού κόσμου, δεν κατανοούν καν πού βρίσκονται. Η διασύνδεση με τον Άλλον, πεμπτουσία του υγιούς κοσμοπολιτισμού εξέλιψε δια παντός. Η καπιταλιστική συνθήκη της αλλοτρίωσης ένθεν και ένθεν, μπροστά στα μάτια μας, κάνει καλή δουλειά.  Να αντιτάσσεται σε μια τέτοια δυστοπία, είναι, φυσικά, καθήκον κάθε αριστερής/ου. Και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για αλλαγή παραδείγματος είναι, επίσης, καθήκον κάθε αριστερής-προοδευτικής διακυβέρνησης. Να τεθεί, ας πούμε, αυστηρότατο όριο στις κλίνες που μπορεί να έχει μια ξενοδοχειακή μονάδα, είναι από τα αιτήματα των κοινωνιών που ουδέποτε εμπράκτως εισακούστηκε. Να υποβοηθούνται στο δανεισμό, με προτεραιοποίηση, δίχως τα αλήστου μνήμης πανωτόκια της ΕΤΒΑ, οι μικρομεσαίοι είναι ένα άλλο. Να τεθούν οι βάσεις για συνεταιριστικές επιχειρήσεις ή άλλα εναλλακτικά εγχειρήματα, με τα οποία θα επιστρέφεται κάθε κέρδος στην κοινωνία που το παράγει, είναι ένα τρίτο. Στον αντίποδα του περιβόητου σχεδίου Πισσαρίδη, όπου θεωρείται πρωταρχικό μεταρρυθμιστικό πρόταγμα να μπει λουκέτο στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η διάχυση των μέσων παραγωγής σε όσο το δυνατόν περισσότερα χέρια, ως τρόπος να μειωθούν εκμετάλλευση και ανισότητες, είναι εκ των ων ουκ άνευ για την αριστερά.  Επίσης: στην τουριστική βιομηχανία, όπως και σε κάθε εργοστασιακή ή άλλη, η εκμετάλλευση των νεόπτωχων που δημιούργησε η συσσώρευση, από τη δεκαετία του ‘90 και μετά, εντείνεται. Ο δε συνδικαλισμός εκλείπει. Όχι διότι τυγχάνουν “πουλημένα” τα συνδικάτα αλλά διότι η ηγεμονία της ακροφιλελεύθερης ιδεολογίας αλλοτρίωσε τόσο τον εργάτη ώστε να αποστρέφει τα όμματα από τις συλλογικότητες. Επειδή, λοιπόν, οι υλικές συνθήκες της ύπαρξης των ανθρώπων καθορίζουν και την ψυχή και τις ιδέες τους, σήμερα, που το πράγμα δυσκολεύει, ένα ακόμη καθήκον για την αριστερά ανακύπτει: να ξαναβγεί μπροστά και, με ιδεολογικές ζυμώσεις, να προσπαθήσει να αποκαταστήσει ακριβώς τούτη τη σχέση. Πέρα και μακριά από κάθε κοινωνικό αυτοματισμό, να στηρίζονται δίχως φόβο εκείνα που η γλώσσα της κυριαρχίας αποκαλεί, προσβλητικά, συντεχνιακά αιτήματα, παραμένει πρόταγμα. Όπως και η εκ νέου κινητοποίηση εκείνων των εργατών που μπορούν ακόμα να πιέσουν και να αναμετρηθούν με την εργοδοσία, όπως αυτών στον τουρισμό. Κοντολογίς, αν ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης για την Ελλάδα είναι εφικτό, τούτο περνά, πρώτα και κύρια, από το πώς κανείς πολιτεύεται απέναντι στον ολετήρα του κεφαλαίου και των μεγαλοξενοδόχων. Πόσο το αντιμάχεται, πόσο έδαφος δίνει στους μικρούς, πώς προστατεύει τους εργαζόμενους.
14
07

Το ημερολόγιο του Ευκλείδη Τσακαλώτου: Η αριστερά ως κουαρτέτο εγχόρδων

Συζήτηση στη Βουλή για το εργασιακό νομοσχέδιο του Κωστή Χατζηδάκη που είναι εκτός τόπου και χρόνου. Εκτός χρόνου γιατί είναι σαν να μην έχει καταλάβει τις αλλαγές και ανάγκες που προκύπτουν μετά από την αρχή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι ανισότητες, να πάμε σε ένα άλλο αναπτυξιακό μοντέλο. Εκτός τόπου, γιατί το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν παίρνει υπόψη την ελληνική αγορά εργασίας (ήδη από τις πιο απορρυθμισμένες), το βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην παραγωγική δομή της χώρας, το συγκεκριμένο εργατικό δυναμικό, αδύναμο κοινωνικό κράτος. Δεν μπορώ να πω ότι οι βουλευτές της συμπολίτευσης υποστήριξαν στην ολομέλεια το νομοσχέδιο του υπουργού τους με φανατισμό και αυταπάρνηση. Αντί να υποστηρίξουν τον κορμό του νομοσχεδίου (κατάργηση του οκτάωρου, νέα εμπόδια στη συνδικαλιστική δράση κλπ) θέλησαν να στρέψουν την προσοχή στις διατάξεις αυτές, κατά πλειοψηφία ευρωπαϊκής προέλευσης, που δίνουν κάποια δικαιώματα στους χώρους εργασίας. Η ΝΔ δεν έχει άλλωστε πρόβλημα να δώσει κάποια δικαιώματα σε ατομικό επίπεδο. Αυτό που τους αφορά είναι να  κάνουν και ρυθμίσεις και απορρύθμιση στα συλλογικά δικαιώματα  ώστε να μην μπορούν συνδικάτα και κινήματα να ανατρέψουν τα αποτελέσματα της αγοράς – η νεοφιλελεύθερη οικονομία κυριαρχεί, η πολιτική οφείλει να ασχοληθεί με άλλα πράγματα. Οι ιδιωτικοποιήσεις ή οι απορρυθμίσεις είναι απλώς εργαλεία που εξυπηρετούν το βασικό στόχο. Και όταν δε βγαίνει σε όρους οικονομικής αποτελεσματικότητας, υπάρχει και ο αυταρχισμός, είτε εκ των προτέρων είτε εκ των υστέρων. Όλο και περισσότερο προληπτικά.
14
07

Βασίλης Ρόγγας – Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Πρόταση για τη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ

Η ΝΔ αύξησε τα χρέη της και λόγω των συνεχών μετρήσεων κοινής γνώμης και ερευνών σε focus groups, ώστε να έχει έγκαιρη και πλέρια πληροφόρηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, αλλά χρειάζεται εξίσου καλή ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στην κοινωνία, καθώς και συσσώρευση κοινωνικής γνώσης και τεχνογνωσίας. Οι ψηφιακές πλατφόρμες είναι ένας κατάλληλος τρόπος για την εμπλοκή πολλών ανθρώπων, ακόμα και με μικρή διαθεσιμότητα χρόνου, και με το μικρότερο κόστος. Η πανδημία εξοικείωσε όλο τον κόσμο με παρόμοιες διαδικασίες (online εκδηλώσεις, συνεδριάσεις, συνεννοήσεις, συντακτικές επιτροπές, συλλογικές συγγραφές κειμένων), ενώ τα social media έχουν αποδείξει ότι είναι το πλέον προσφιλές μέσο της κοινωνικής αντιπολίτευσης. Θα μπορούσε, λοιπόν, ο i-syriza να εξελιχθεί σε βασικό κόμβο διαβούλευσης των μελών και των φίλων του ΣΥΡΙΖΑ για όλα τα ζητήματα (να πάψει, δηλαδή, να λειτουργεί σαν κομματικό ενημερωτικό site). Και για να μπορεί μια τέτοια διαδικασία να είναι παραγωγική και όχι χαοτική, θα μπορούσε να οργανώνεται ψηφιακά από τα υπάρχοντα Τμήματα του κόμματος, τα οποία να συντονίζουν τη διαβούλευση μεταξύ μελών και φίλων του ΣΥΡΙΖΑ που αναζητούν τρόπο συνεισφοράς και συμμετοχής στην εκπόνηση προοδευτικών ριζοσπαστικών πολιτικών. Έτσι, και ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντλεί από τη δημοκρατική κοινωνία και η τελευταία θα αποκτά φωνή μέσω της άμεσης συμμετοχής. Έπειτα, το μέτρο αυτό, μιας και δεν αφορά την ανάδειξη εκπροσώπων στα όργανα, δεν συνιστά κίνδυνο «πασοκοποίησης». Είναι εν πολλοίς αποδεκτό ότι οι τοπικές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ελκυστικές για τους νεότερους/ες και για πολίτες προερχόμενους από άλλους χώρους. Δεν τους ενδιαφέρουν οι ατέρμονες συζητήσεις για κεντρικοπολιτικά ζητήματα που δεν οδηγούν σε κάποια παρέμβαση με σημασία. Αντιθέτως, τους ενδιαφέρουν περισσότερο τα τοπικά ζητήματα, τα ζητήματα τοπικής ανάπτυξης, πάνω στα οποία μπορούν να έχουν πράγματι γνώμη, χρήσιμη και ισότιμη. Αν, λοιπόν, οι τοπικές οργανώσεις λειτουργούν πιο πολύ ως δημοτικές παρατάξεις και λιγότερο ως πολιτικά καφενεία, τότε θα προσελκύουν περισσότερο πολίτες με ανησυχίες και λιγότερο θεσιθήρες. Αν λειτουργούν ως πρόπλασμα θεσμών τύπου «συμμετοχικού προϋπολογισμού», τότε θα λειτουργούν ως σχολεία συμμετοχικής δημοκρατίας, διαβούλευσης και συναπόφασης, και όχι πεδίο προβολής υποψηφίων εν αναμονή. Στο πλαίσιο αυτό, η εγγραφή σε μια τοπική δεν θα έπρεπε να έχει άλλη προϋπόθεση από τη μη συμμετοχή στην ΠΑΣΚΕ, την ΠΑΣΠ ή δημοτικά σχήματα του ΠΑΣΟΚ. Κάπου εκεί, όμως, θεωρούμε ότι πρέπει να εξαντλούνται οι δικλείδες ασφαλείας απέναντι στους κινδύνους «πασοκοποίησης», γιατί μετά μπαίνουμε στην επικράτεια του αντιπαραγωγικού κομματικού face control, που δεν κατανοεί ότι απέχει ένα βήμα από το σεχταρισμό της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ή του αναρχικού χώρου. Στο θέμα αυτό η Αριστερά ιστορικά μοιράζεται με τη Σοσιαλδημοκρατία τα ίδια προβλήματα: ο σιδερένιος νόμος της ολιγαρχίας ζει και βασιλεύει στην Αριστερά και η «πασοκοποίηση» δεν θα ερχόταν να προσφέρει τίποτα στην ενδογενώς αναπτυσσόμενη παθογένεια της Αριστεράς. Δεν θα πούμε πολλά, μιας και σχετικά μέτρα έχουν προταθεί (και θεσμοθετηθεί κάποιες φορές) χωρίς το παραμικρό αποτέλεσμα. Περιορισμένες θητείες, αυξημένες ποσοστώσεις, εναλλαγή στις θέσεις, διαρκής ανανέωση πολιτικού προσωπικού. Αν δεν εφαρμόζονται αυτά τόσα χρόνια, σίγουρα κάποιοι αριστεροί/ες ευθύνονται, δεν θα έρθουν οι ΠΑΣΟΚοι να αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας. Δεν ξέρουμε αν οι παραπάνω προτάσεις θα τύχουν καλής αποδοχής, όμως είμαστε σίγουροι ότι η διεύρυνση πρέπει να γίνει πάση θυσία, για δύο λόγους: αφενός γιατί τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως κοινωνία είναι πολύ μεγάλα και επείγοντα, γι’ αυτό χρειάζεται συστράτευση όλης της δημοκρατικής κοινωνίας, και αφετέρου γιατί δεν είναι δυνατόν μια διόλου αξιοκαταφρόνητη μερίδα της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ να συνδέεται επί πολλά ακόμα χρόνια μόνο μέσω του προέδρου του. Γιατί πλέον έχει γίνει σαφές ότι, αν αυτή τη στιγμή αποχωρούσε ο Τσίπρας από πρόεδρος, θα αδυνάτιζε η σύνδεση εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών με αναφορά στη σοσιαλδημοκρατία με το κόμμα εκλογικής τους προτίμησης.