Συνεχίζονται οι ανταλλαγές με τον κ. Σταϊκούρα για τις επιδόσεις της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: η κυβέρνησή μας επέστρεψε την οικονομία στην ανάπτυξη, βελτίωσε σημαντικούς κοινωνικούς δείκτες, όπως της ανισότητας και της φτώχειας, ρύθμισε το χρέος για τα επόμενα χρόνια. Όπως αμείλικτη είναι και η σύγκριση των πλαισίων άσκησης πολιτικής. Η κυβέρνηση του του κ. Σαμαρά μας άφησε με άδεια ταμεία, μη ρυθμισμένο χρέος, και ένα πρόγραμμα που έληγε, ενώ εμείς αφήσαμε στην επόμενη κυβέρνηση το μαξιλάρι, μια χώρα με πρόσβαση στις αγορές και άρα, όχι μόνο εκτός μνημονίων, αλλά χωρίς την ανάγκη για νέα μνημόνια.
Ωστόσο καταλαβαίνω την ανάγκη της τωρινής κυβέρνησης να επιμένει, ακόμα και κόντρα στα αντικειμενικά στοιχεία, για τη συνολική απόδοση της κυβέρνησης μας, αλλά ιδιαίτερα για τους πρώτους μήνες πριν από το δημοψήφισμα. Γιατί είναι σημαντικό για αυτή, όπως εύστοχα έχει επισημάνει ο Νίκος Βούτσης, να βάλει ένα Χ σε όλη την προηγούμενη δεκαετία: στις πλατείες, στο δημοψήφισμα, στις αντισυστημικές κινητοποιήσεις, στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι καταλαβαίνει την επιστροφή στην κανονικότητα, ως επιστροφή σε ένα πλαίσιο που προσπαθεί να πείσει τον κόσμο ότι δεν υπάρχει εναλλακτική, ως επιστροφή δηλαδή στο δόγμα του TINA (There is no alternative), που για λίγα χρόνια, και όχι μόνο στην Ελλάδα, είχε υποχωρήσει.
Όπως γράφει και ο Paul Mason, το βασικό αφήγημα των νεοφιλελεύθερων, παρά τις πενιχρές οικονομικές αποδόσεις και τις συνεχείς κρίσεις του συστήματος που έχουν οικοδομήσει, παραμένει πειστικό για σημαντικές μερίδες του πληθυσμού: κάποια στιγμή τα πράγματα θα πάνε καλύτερα, αν όχι για όλους, τουλάχιστον για εσένα και την οικογένεια σου, όποτε μη ρισκάρεις τη δουλειά σου, την οικονομία, το στάτους σου, ψηφίζοντας κάτι ριζοσπαστικά διαφορετικό. Η «στρατηγική της επιβίωσης» που προκύπτει αποτελεί μια ατομική βερσιόν του τέλους της ιστορίας που θέλει να ξεμπερδέψει, μια και καλή, με τη «στρατηγική της αντίστασης», όπου για όλη τη προηγούμενη περίοδο του καπιταλισμού τα άτομα πάλευαν, όχι μόνο για τη βελτίωση τη δίκη τους ζωής, αλλά για να αλλάξει το σύστημα που τους κρατούσε τους ίδιους, αλλά και τη συλλογικότητα στην οποία αισθανόταν ότι ανήκαν, χωρίς προοπτική.
Και ένα τελευταίο. Ακριβώς επειδή η στρατηγική της επιβίωσης δε βασίζεται πια μόνο στην εργασία, λόγω της κατάρρευσης του φορντικού μοντέλου παραγωγής, οι στρατηγικές των ανθρώπων οικοδομούνται και γύρω από την ταυτότητά τους, και τις αξίες της ευρύτερης κοινότητας μέσα από την οποία έχουν καθημερινή επαφή ή δράση. Αυτό αποτελεί την αντικειμενική βάση πάνω στην οποία η Νέα Δεξιά παγκοσμίως επιδιώκει να χτίσει την ηγεμονία της, σε μια πολιτισμική ατζέντα, στο πεδίο των αξιών και την αίσθηση του ανήκειν.
Είναι καιρό που πιστεύω ότι η Αριστερά δεν μπορεί να περιοριστεί στη δημιουργία ενός ρεαλιστικού ριζοσπαστικού οικονομικού και κοινωνικού προγράμματος. Πρέπει να εμπλακεί και σε αυτό το επίπεδο των αξιών, αν είναι να ξανακερδίσει την ηγεμονία. Με προτεραιότητες βέβαια, και επιλογή των μαχών που θα δώσουμε σε κάθε δεδομένη στιγμή, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κο-κο-κο, όπως θα έλεγε ο Αντώνης Καρπετόπουλος, στα θέματα του εθνικισμού, του προσφυγικού ή του ρόλου της εκκλησίας.