Πάνος Λάμπρου: Το οξυγόνο των κινημάτων και η ενότητα της αριστεράς
Ο αυταρχικός και ανελεύθερος νόμος για τις διαδηλώσεις, ήρθε να συμπληρώσει μια σειρά από πρωτοβουλίες, οι οποίες παρέπεμπαν ευθέως σε ανοιχτό πόλεμο στα δικαιώματα και τις ελευθερίες, σε πόλεμο, εντέλει, κατά της δημοκρατίας. Στο στόχαστρό της ο κόσμος της εργασίας, η… ανήσυχη νεολαία, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες, τα δικαιώματα στις φυλακές, φυσικά οι καταλήψεις και τα… τρισκατάρατα Εξάρχεια. Η Νέα Δημοκρατία των Μητσοτάκη, Βορίδη, Γεωργιάδη, είναι ιδεολογικά εμμονική και γνωρίζει καλά πως η συσπείρωση του κοινωνικού της χώρου βασίζεται, εν πολλοίς, στο δόγμα «νόμος, ασφάλεια και τάξη». Με βάση, λοιπόν, αυτό το δόγμα, αυτή την ιδεολογική εμμονή, η κυβέρνηση της ΝΔ, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες δημιουργώντας ένα προστατευτικό δίχτυ για να κρύψει ή να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές αντιδράσεις, που αναμένονται οσονούπω.
Ο αυταρχισμός, άλλωστε, δεν χρησιμοποιείται μόνο για να καταστείλει, αλλά και για να συνεγείρει, να εμπνεύσει, να συσπειρώσει μικροαστικά στρώματα, μέρος των «νοικοκυραίων». Η κατασκευή του «εχθρού» (ο πρόσφυγας, ο νέος με το σακίδιο, ο αριστερός, ο αντιεξουσιαστής, ο φυλακισμένος κ.α.), η συστηματική προβολή του από τα ελεγχόμενα από αυτήν ΜΜΕ κάτι σαν τέρας, γίνεται στο πλαίσιο μιας ιδεολογικής αντεπίθεσης της δεξιάς αντίληψης, που στο βάθος της έχει την αποδόμηση της αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων. Πρόκειται, ασφαλώς, για ένα ολοκληρωμένο πολιτικό σχέδιο με αρχή μέση και τέλος, μέσα στο οποίο θα υπάρχουν πιθανότατα και οι αναγκαίες φιλελεύθερες πινελιές, ώστε να δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός, του πολυσυλλεκτικού κόμματος. Όμως, μια κυβέρνηση, που φλερτάρει ανοιχτά με το (υπαρκτό) ακροδεξιό ακροατήριο, που παίζει με τη δυσοσμία του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, που βλέπει τμήμα της νεολαίας σαν αντίπαλο, δεν έχει τη δυνατότητα να διεισδύσει στην αντίπερα όχθη. Θα μείνει στη δική της τσιμπολογώντας, ενδεχομένως, από τα δεξιόστροφα απομεινάρια της λεγόμενης κεντροαριστεράς, όπως φάνηκε άλλωστε με το σχέδιο νόμου για τις διαδηλώσεις. (...)
Το κοινωνικό ζήτημα, έτσι όπως αυτό εμφανίζεται σήμερα, απαιτεί μια ευρεία κοινωνική συσπείρωση και επιστροφή στο δρόμο, δηλαδή στο ίδιο το κίνημα με την πολυπλοκότητά του. Είναι το μεγάλο στοίχημα της περιόδου. Γιατί αν η μάχη περιοριστεί στα στενά σοκάκια της τηλεοπτικής αρένας ή στην αίθουσα της Βουλής –όσο αναγκαία και αν είναι αυτή-, ελάχιστες ανατροπές μπορούν να υπάρξουν. Η διέξοδος είναι οι μεγάλοι λεωφόροι, οι απεργιακές κινητοποιήσεις, οι πλατείες, το οξυγόνο της κίνησης του κόσμου, ένα νέο κοινωνικό φόρουμ, η συσπείρωση όλων όσοι αντιλαμβάνονται να απειλούνται δικαιώματα και ελευθερίες. Είναι, εντέλει, η ενότητα (μέσα από τη διαφορά) των δυνάμεων της πολυποίκιλης αριστεράς και της ριζοσπαστικής οικολογίας, η συνάντησή τους στο δρόμο και το κίνημα. (...)
Δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Υπάρχουν αγκυλώσεις, παθογένειες, ιδεολογικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις. Υπάρχουν εύλογες ενστάσεις, αλλά και ιδιοκτησιακές λογικές, που δημιουργούν εμπόδια σε αυτή την αναγκαία συνάντηση. Είναι, όμως, μονόδρομος αν πράγματι, θέλουμε όλες και όλοι μας η ανυπακοή να πιάσει τόπο και να μετεξελιχθεί σε πολιτική πρόταση, σε όραμα, σε εναλλακτικό δρόμο. Αν θέλουμε, δηλαδή, να περάσουμε σε ιδεολογική, πολιτική και κοινωνική αντεπίθεση, που να αφορά την κοινωνία των πολλών, κυρίως τα κοινωνικά στρώματα που μας ενδιαφέρουν, τη νεολαία, τον κόσμο των φτωχών, τον κόσμο της εργασίας. Ασφαλώς και τον κόσμο, που μέσα από διαφορετικές διαδρομές, όχι πάντα σταθερά και όχι με βάση τις δικές μας ιδεολογικές αναφορές, αμφισβητεί –έστω και θολά- την αυταρχική και νεοφιλελεύθερη εκδοχή του καπιταλιστικού συστήματος.
Σε αυτή την πορεία θα δοκιμαστούμε όλες και όλοι. Θα δοκιμαστεί, κυρίως, η ωριμότητά μας να υπερβούμε τα εμπόδια των υπαρκτών διαφορών και να ξεχυθούμε, με σεβασμό στην αυτονομία της κάθε συλλογικότητας, στις μάχες που έχουμε μπροστά μας.
Ο εχθρός είναι αποφασιστικά ενωμένος. Το ζητούμενο είναι η δική μας ενότητα.