Macro

29
06

Έχει… φύγει το παιδί

Οι παρέες και οι ομάδες συχνά και μέσα από την δύναμη που τους παρέχουν οι ευκολίες των σόσιαλ μίντια φτιάχνουν πρότυπα ομορφιάς που τα επιβάλλουν ως χαρακτηριστικά για την αποδοχή ή όχι του ατόμου μέσα σε αυτές. Η βασανιστική κυριαρχία των τάσεων για συγκεκριμένο τρόπο ζωής, συμπεριφοράς, έκφρασης και επικοινωνίας είναι ο δυνατός ήχος που αποπλανεί παιδιά προεφηβικής και εφηβικής ηλικίας και συχνά οι τάσεις αυτές γίνονται «παγίδες» που τα εμποδίζουν να αναζητήσουν τα προσωπικά και ιδιαιτέρα χαρακτηριστικά τους, που δεν θα τα διαχωρίζουν από τους άλλους συνομηλίκους, αλλά θα τα διακρίνουν ως μοναδικές υπάρξεις. Όταν τα πρότυπα της ομορφιάς προβάλλονται από ενήλικες και εφήβους ως «κλειδιά και εισιτήρια» για τη συμμετοχή στην κοινωνική ζωή τότε τα παιδιά μπορεί να αναπτύξουν διάφορες διαταραχές, τροφής, αυτοτραυματισμού και χαμηλό επίπεδο αυτοεκτίμησης που πάλι μέσα από προβεβλημένα καταναλωτικά πρότυπα αναζητούν ως πελάτες άμεσες και συχνά γρήγορες λύσεις χωρίς επεξεργασία των θεμάτων και των δυσκολιών τους με αμφίβολα ή μοιραία αποτελέσματα για την ζωή τους. Το πρότυπο καραδοκεί ύπουλα να επιβάλει το μέτρο, τις διαστάσεις, τα χαρακτηριστικά, γίνεται τοτέμ της μοντελοποίησης μιας ζωής που δεν την ορίζει το άτομο παρά το φέρει ως ετικέτα, «αποδεκτής» επιλογής, σαν ένα πουκάμισο αδειανό, χωρίς προσωπικό νόημα, για τα μάτια του κόσμου.
29
06

ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ: Έτοιμος για την προγραμματική του Συνδιάσκεψη

Στη συνεδρίαση τέθηκε για συζήτηση, εκτός ημερησίας διάταξης, από μέλη του οργάνου και το θέμα της στάσης του κόμματος, σχετικά με την έγκριση καταβολής αποζημίωσης στη Fraport λόγω πανδημίας. Η συζήτηση σε επίπεδο υπευθύνων κοινοβουλευτικής ομάδας, που κατέληγε στο «υπέρ» της αποζημίωσης, δεν κρίθηκε ορθή και πολιτικά τεκμηριωμένη. (...) Η συμβιβαστική πρόταση στο «παρών» συγκέντρωσε μεν την πλειοψηφία, ωστόσο υπήρξαν και αρκετά «κατά» και αποχές (να σημειωθεί ότι στο «παρών» στάθηκε τελικά και το ΚΙΝΑΛ). Ύστερα από το Ελληνικό –που όμως δεν είχε συζητηθεί στο ΠΣ– ήταν η δεύτερη περίπτωση όπου ανακύπτει το ίδιο θέμα και διαφωνία: Ποιο το περιεχόμενό της πολιτικής του κόμματος στη μεταμνημονιακή περίοδο και πόσο δεσμεύεται απ’ αυτή που υποχρεώθηκε να υιοθετήσει υπό τους καταναγκασμούς του μνημονίου; Και τι σημαίνει για ένα κόμμα της Ανανεωτικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς να «υπολογίζει» πολύ μην κατηγορηθεί από τους αντιπάλους του ότι είναι εναντίον των επενδύσεων; Μάλιστα, στη νέα φάση της τετραπλής κρίσης του καπιταλισμού, που υποχρεώνει για θέσεις που απαντούν, ιδίως, στις ανάγκες που επιτάσσει η κλιματική κρίση; Τέθηκε επίσης και ζήτημα αποτίμησης της πολιτικής του κόμματος στην αντιπολιτευτική διετία. Η συζήτηση αυτή, όπως τονίστηκε από μέλη του οργάνου, έχει καθυστερήσει πολύ και δεν είναι το σωστότερο κάθε φορά μια θέση να παίρνεται εκ των –κοινοβουλευτικών– ενόντων με παράκαμψη των οργάνων που θα μπορούσαν να εκφράζουν πιο ολοκληρωμένα την άποψη του κόμματος. Ένας πρώτος προσανατολισμός, πολύ χρήσιμος, θα υπάρξει από την προγραμματική συνδιάσκεψη. Ωστόσο αυτά τα ζητήματα, όπως και ο απολογισμός, είναι ζητήματα συνεδρίου. Η αναγκαία και πιθανότερη πραγματοποίησή του είναι εντός του 2021, πανδημίας επιτρεπούσης, διότι το 2022, τονίστηκε στο ΠΣ, μπορεί να είναι εκλογικό έτος και το κόμμα πρέπει να είναι έτοιμο και εξοπλισμένο.
29
06

«Φονοκτονία», «γυναικοκτονία» και πολιτική γλωσσολογία

Οι άνθρωποι φτιάχνουν λέξεις όταν τις χρειάζονται οι ιδέες και τα αισθήματά τους, ενώ συχνά πλουτίζουν με νέα σημασία λέξεις παλαιές. Ο όρος «γυναικοκτονία», με το νέο νόημά του, δεν είναι παραξενιά των «δικαιωματιστών». Δηλώνει, με τρόπο μοναδικό και αναντικατάστατο, τη δολοφονία γυναικών που συντελείται ακριβώς επειδή είναι γυναίκες, όντα κατώτερα, εκ φύσεως πονηρά και προδοτικά, υποχρεωμένα να υπακούουν και να υπηρετούν. Δεν είναι φιλολογικό το ζήτημα. Πολιτικό είναι. ΄Η μάλλον πολιτισμικό: Αντέχει το πολιτισμικό μας μοντέλο την αυτοκριτική και την αυτοανατροπή του; Εστω στο επίπεδο της ρητορικής;
28
06

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Για την αμυντική ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ φοβάται την επικοινωνιακή υπεροπλία της ΝΔ. Λογικό. Όμως, υπάρχουν και καλά νέα: η επικοινωνιακή κυριαρχία αυτοκαταστρέφεται, η μονομέρεια και η μεροληψία της κουράζει, η μεγάλη έκθεση φέρνει φθορά. Τα social media, άλλωστε, δεν μπορούν να φιμωθούν και η προσπάθεια να φιμωθούν εκνευρίζει τους χρήστες τους και χαλυβδώνει τους πολιτικούς αντιπάλους. Οι δε κινητοποιήσεις αμφισβητούν το αφήγημα της κυβέρνησης, και γι’ αυτή την αμφισβήτηση μαθαίνουν όλοι/ες μέσω των συμμετεχόντων. Σε τελική ανάλυση, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να λέει ότι η ΝΔ φοβάται τον πλουραλισμό στην ενημέρωση που επικρατεί στα ανεπτυγμένα κράτη, γι’ αυτό ελέγχει τα ΜΜΕ λες και είμαστε στο πρώην ανατολικό μπλοκ. Εκείνο που θα έπρεπε να απασχολεί εξίσου, όμως, τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η δική του ρητορική, η οποία είναι αρκετά αμυντική, γιατί δεν θέλει να αποξενώσει ένα μετριοπαθές κεντροαριστερό ακροατήριο, θεωρώντας ελεγχόμενες τις απώλειες στα αριστερά του. Έχω μερικές δεύτερες σκέψεις για το αν είναι αποτελεσματική αυτή η επιλογή. Όπως έγραφε ο διεθνώς αναγνωρισμένος μελετητής του κομματικού φαινομένου Peter Mair, σήμερα «στη σφαίρα της συμβατικής πολιτικής υπάρχει λιγότερο η αίσθηση διαρκούς αντιπολίτευσης και περισσότερο η ιδέα της προσωρινής απώλειας της εξουσίας» (Κυβερνώντας το κενό, Επίκεντρο, 2021, σ. 132). Αυτή την εντύπωση δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Μιλά για «κανονικότητα», ενώ χρειαζόμαστε αλλαγή. Όμως, όταν δεν μιλάς για αλλαγή, ενώ ειδικά οι νέες γενιές την αποζητούν, ο Μητσοτάκης φαντάζει σαν να ταράζει τα νερά. Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ φαντάζει δύναμη συντήρησης, ότι δεν θέλει την απελευθέρωση των συστημάτων, αφού όλο μιλάει για «προστασία». Κατηγορεί τη ΝΔ για «απόπειρα διχασμού», λες και είναι τίποτα τρομερό για τον κόσμο, ενώ δεν είναι. Ονομάζει «απόπειρα διχασμού» ή «πόλωσης» τη σύγκρουση που επιλέγει η Δεξιά και αναμφίβολα πυροβολεί τα πόδια του. Με το να μην αποδύεται σε ιδεολογικό αγώνα για να μην τον πουν ακραίο, αφήνει χώρο στις δεξιές ακρότητες. Και ακόμα χειρότερα: η ΝΔ επιτίθεται στον ΣΥΡΙΖΑ με χυδαίο τρόπο και ο τελευταίος, με την αμυντική του στάση, αφήνει την εντύπωση ότι η ΝΔ μπορεί και να έχει δίκιο. Ρωτάνε: «Τι θα γινόταν αν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία;». Φυσικά και θα ήταν καλύτερα, θέλει και ρώτημα; Η μη επιθετική και κατηγορηματική απάντηση υπονομεύει όχι μόνο το μελλοντικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την ίδια την τομή που συνιστούσε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Σίγουρα δεν χρειάζεται εξαλλοσύνη, ούτε και βεντέτες τύπου Πολάκη, αλλά μην πάμε πίσω και από το «σκληρό ροκ» του Λαλιώτη, γιατί τότε θα ακούσουμε γρήγορα το «δεν αρέσουμε πρόεδρε» της Μελίνας.
28
06

Αννέτα Καββαδία: Και στο βάθος alt right

Εδραίωση, λοιπόν, και ενίσχυση ενός κοινωνικού συντηρητισμού –με εμφανείς, συχνότατα, ακροδεξιές επιρροές– είναι ο διακηρυγμένος στόχος της Δεξιάς. Ούτε τον κρύβει, ούτε αισθάνεται άσχημα για αυτόν. Για την επίτευξή του χρησιμοποιεί όλα τα μέσα, στην ιεράρχηση των οποίων η καλλιέργεια ενός συλλογικού υποσυνείδητου απαλλαγμένου από «επικίνδυνες» ιδεολογικές «στρεβλώσεις», αξιολογείται πολύ ψηλά. Γι’ αυτό και το συστηματικό ξήλωμα κατακτήσεων του παρελθόντος, γι’ αυτό και η (στα όρια της εμμονής) προσπάθεια απαξίωσης αιτημάτων του παρόντος –με χαρακτηριστικό παράδειγμα, και λόγω τραγικής συγκυρίας, τη δυσανεξία να εισαχθεί ο όρος γυναικοκτονία στο Ποινικό Δίκαιο (καθώς κάτι τέτοιο «απειλεί» συγκεκριμένες δομές και νόρμες)- γι’ αυτό και η μύηση των πολιτών στο «ασφαλές», στο «πικάντικο», στο «εύκολο», στο «δήθεν», γι’ αυτό και η ανοχή – αν όχι η υποδαύλιση – σε ό,τι δυναμιτίζει τη διεκδίκηση, νεκρώνει την ενσυναίσθηση, συκοφαντεί τη συλλογικότητα. Γιατί αν κάτι μπορεί να αντικρούσει τη σχεδιασμένη επίθεση της Δεξιάς, αν κάτι μπορεί να αποτελέσει το αντίβαρο στην αποδυνάμωση των κοινωνικών αντιστάσεων, αυτό δεν είναι παρά η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς. Που για να πραγματωθεί, ωστόσο, χρειάζεται προσήλωση – ασχέτως κομματικού ρίσκου και κόστους - σε αρχές, ιδέες και αξίες. Έτσι ώστε στην επόμενη ανατριχιαστική είδηση, να μην ξαναψάχνουμε…σύννεφο να πέσουμε.
28
06

Επισημάνσεις

«Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά» τιτλοφορείται το νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό. Θεωρήθηκε πιο εμπορικό από το «Επικουρικό Πινοσέτ». Όπως και από το «Η εκδίκηση του Σπράου». Να πούμε τα θετικά: Πρώτον, το νέο σύστημα ενισχύει την κουλτούρα της αποταμίευσης, για εργαζόμενους που παίρνουν 543 καθαρά και τα σκορπάνε σαν να μην υπάρχει αύριο. Δεύτερον, θα είναι ελεύθεροι να επιλέξουν για τις εισφορές τους επένδυση χαμηλού ρίσκου με σύνταξη - κοροϊδία ή επένδυση υψηλού ρίσκου με σύνταξη - κοροϊδία. Αυτό που αλλάζει είναι τι θα σου λένε. Άλλο είναι να σου λένε "αυτό ήθελες, αυτό πήρες" και άλλο να σου λένε "επενδύσαμε τα λεφτά σας σε κλιματιζόμενα χιονοδρομικά κέντρα στο Ντουμπάι, αλλά δυστυχώς πήγαμε κουβά". Νιώθεις πιο σημαντικός επενδυτής στη δεύτερη περίπτωση. Το μυστικό είναι ότι με τις εισφορές των νέων εργαζόμενων θα βγαίνουν τα κέρδη των εταιρειών, τα μπόνους των στελεχών, τα υπερμπόνους των στελεχών αλλά θα καταβάλλονται και υψηλότερες επικουρικές. Δεν ξέρουμε πώς θα γίνει αυτό, αλλά ακούγεται πολύ πειστικό. Άλλωστε είμαστε άσχετοι από χρηματαγορές. Το μόνο που ξέρουμε είναι το κραχ του 2000, το κραχ του 2008, τη χρεοκοπία της Λίμαν Μπράδερς, τη χρεοκοπία της ΑΣΠΙΣ και ότι αν πετάξει μια πεταλούδα στη Σιγκαπούρη θα γίνει της κακομοίρας. Επομένως, τι μπορεί να πάει στραβά; Και στο κάτω - κάτω, όπως είπε και ο Χατζηδάκης, δεν βαριέσαι, αν πάει κάτι στραβά, θα πληρώσουμε τις συντάξεις από τον δημόσιο προϋπολογισμό. Πράγμα που επιτρέπει στις ασφαλιστικές να τα φάνε όλα μέχρι τελευταίας δεκάρας χωρίς να υπάρχουν γκρίνιες. Και αν υπάρχουν γκρίνιες, εδώ θα είναι ο Χατζηδάκης σε 40 χρόνια, μπορείτε κάλλιστα να μην τον ψηφίσετε για να μάθει.
28
06

Κώστας Πουλάκης: Από το οκτάμηνο lockdown στη δεκάωρη εργασία

Η Ν.Δ., πιστή στο νεοφιλελεύθερο δόγμα της και χωρίς ξεκάθαρο πολιτικό αφήγημα για την επόμενη ημέρα μετά την πανδημία, το μόνο που καταφέρνει είναι να εντείνει την ανασφάλεια και τη δυσπιστία των πολιτών. Στον αντίποδα, ο ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία κατορθώνει σταδιακά να απευθυνθεί σε ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας μέσα από τον ριζοσπαστικό προγραμματικό του λόγο και καλείται να δώσει προοπτική στον κόσμο για μια πιο δίκαιη και δημοκρατική κοινωνία.
28
06

Κατέ Καζάντη: H σημειολογία στην καθημερινή ζωή των Αριστερών

Η πολιτική των σημείων είναι ταυτόχρονα και πολιτική ουσίας. Υπό κανονικές συνθήκες, ένας/μία αριστερός/η θα έπρεπε να βδελύσσεται τον πλούτο και τα παρελκόμενα προϊόντα του. Θα έπρεπε, αφ΄ ης στιγμής ομνύει στο δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης ή της υγείας, να παραδειγματίζει τους αλλοτριωμένους με την προσωπική του στάση εμπιστοσύνης. Θα έπρεπε να αποτάσσεται κάθε λογής συστημισμό -εγχώριων, παριζιάνικων κ.ο.κ.- ΜΜΕ, καταγγέλλοντας τον. Αλλά επειδή όλοι/ες τυγχάνουν θνητοί, άρα ευεπίφοροι στην αλλοτρίωση, να ποθείς συστημικές απολαύσεις και να καμαρώνεις την εικόνα σου σε λάιφ στάιλ εκδοχές είναι και συνηθισμένο και, ίσως, συγχωρητέο. Να μην κατανοείς, όμως, ότι οι λεγόμενες “ανθρώπινες συμπεριφορές” και η μικρής κλίμακας ηθική, η οποία σου επιτρέπει ή δεν σου επιτρέπει να αβαντάρεις το σύστημα που πολεμάς, αποτελούν μορφές ενσυναίσθησης, είναι, μάλλον βαθιά, προβληματικό. Διότι δεν είναι μόνο που περιμένει στη γωνία ο αντίπαλος, να αποδείξει πόσο του μοιάζεις τελικά. Είναι που, με τούτα και μ’ εκείνα, διαμορφώνονται η κουλτούρα και ο πολιτισμός. Να δείχνεις από τα πάνω ότι εμπιστεύεσαι το σχολείο της γειτονιάς, το ΕΣΥ, το εναλλακτικό περιοδικό ή το μικρομεσαίο, ανώνυμο, οικογενειακό ξενοδοχείο, είναι από τα πλέον βασικά σήματα που χρειάζεται να αποσταλούν στην κοινωνία ώστε, σιγά σιγά, να εξέλθει από το φαύλο κύκλο των πλασματικών αναγκών που υπαγορεύει η καπιταλιστική συνθήκη. Να μην πριμοδοτείς, δηλαδή, και να μην διαφημίζεις εμμέσως με το παράδειγμά σου την περιώνυμη και ήδη πολυδιαφημισμένη “ιδιωτική πρωτοβουλία”, σε κάθε της μορφή, κι ας έχεις τους οβολούς για να το κάμεις, αποτελεί πολιτική πράξη μείζονος σημασίας. Διότι το λαϊκότροπο με “τον παρά μου και την κυρά μου” δεν αποτελεί πολιτικό άλλοθι. Οι πληβείοι κατατάσσουν στις αλλοτριωμένες συνειδήσεις όσες/ους υποκύπτουν στα άνωθεν επιβαλλόμενα πρότυπα. Ο δε αριστερός ανθρωπότυπος, αυτός που δεν υποκύπτει στις σειρήνες της καπιταλιστικής χλιδής, καλλιεργείται ως αντιπαράδειγμα στην πράξη.
28
06

Νίκος Παρασκευόπουλος: Δικαίωμα (;) μη εμβολιασμού

Ο φιλελευθερισμός μετά από αγώνες έχει δεχθεί ότι ο άνθρωπος (πρέπει να) είναι ελεύθερος να κάνει ο,τιδήποτε δεν βλάπτει ή δεν διακινδυνεύει  τρίτους. Έχει καθιερωθεί το λεγόμενο «δικαίωμα στη διαφορά»*: συμπεριφέρομαι οσοδήποτε διαφορετικά θέλω από τους άλλους αρκεί να μην τους προσβάλλω. Αυτό επιτάσσουν  η προστασία της αξιοπρέπειας ή του αυτοπροσδιορισμού (της αυτονομίας, κατά την Επιτροπή) και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας.  Ο έρωτας μπορεί να βιώνεται ως  άσκηση ελευθερίας, αλλά αν η άλλη πλευρά δεν θέλει, παραμονεύει έγκλημα -ο  βιασμός. Αλήθεια, η κυκλοφορία ενός ανεμβολίαστου ανθρώπου εν μέσω πανδημίας είναι ακίνδυνη; Δεν έχουν όλοι δεχθεί, ζυγίζοντας τα δεδομένα, ότι ο κίνδυνος μετάδοσης είναι υπαρκτός  όσο η «ανοσία της αγέλης» καθυστερεί; Πρώτιστα  λοιπόν η στάση εκείνου  που καταφρονεί τον κίνδυνο των άλλων και αρνείται τον εμβολιασμό δεν φαίνεται   δικαιωματική, αφού δεν αποτελεί άσκηση δικαιώματος σε  μια  ακίνδυνη συμπεριφορά-διαφορά. Επίσης, δεν είναι  ηθική, όσο τουλάχιστον η ηθική συνδέεται με τη φιλαλληλία. Αυτή η διπλή αρνητική  κρίση  μάλιστα αφορά τον καθένα κι όχι μόνο τους εργαζόμενους στο πεδίο της περίθαλψης. Φυσικά, από τους κινδύνους μετάδοσης δεν φθάνουμε αυτόματα στη δικαίωση των  οποιωνδήποτε υποχρεωτικών μέτρων (πχ απειλή απόλυσης). Ο εξαναγκασμός του πολίτη, άμεσος ή έμμεσος,  αποτελεί ένα έσχατο μέσο παρέμβασης  του κράτους. Σωστά το Πόρισμα μετρά διάφορους παράγοντες, όπως το μέγεθος και την εγγύτητα του κινδύνου, το είδος του επαγγέλματος, προτάσσοντας  τους ήπιους τρόπους αντιμετώπισης, αποκλείοντας δυσανάλογα μέτρα κλπ.
28
06

Ειρήνη Αγαθοπούλου: Πες την με το όνομά της – Γυναικοκτονία

Eίναι καιρός να τεθεί στον δημόσιο διάλογο η αναγκαιότητα της αναγνώρισης του όρου «γυναικοκτονία» ως αυτό ακριβώς που είναι. Θεωρούμε επίσης αναγκαίες και επιβεβλημένες τις παρεμβάσεις στο χώρο των ΜΜΕ, καθώς οι τρόποι αναπαράστασης των γυναικοκτονιών ως δράματα, ζήλεια, ερωτικό πάθος, ως εξατομικευμένο πρόβλημα του δράστη και όχι ως απότοκο συστημικής βίας σε βάρος των γυναικών εγγράφει τα εγκλήματα στην οικιακή σφαίρα, τα εξατομικεύει στιγματίζοντας τις γυναίκες μέσα από πρακτικές victimblaming, όπως στην περίπτωση της Καρολάιν η οποία «απειλούσε να φύγει από το σπίτι». Το πρόβλημα όμως είναι πολύ πιο βαθύ από τα εξατομικευμένα προβλήματα δραστών και θυμάτων. Είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπιστεί, χωρίς να κλείνουμε τα μάτια, αλλά κάνοντας βήματα μπροστά. Η αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία» και στην Ελλάδα είναι πιο επίκαιρη και πιο επιβεβλημένη από ποτέ.