«Εθνικές παραδόσεις» ιθαγένειας, γενικά και αφηρημένα, δεν υπάρχουν. Υπάρχει η αποκρυστάλλωση μιας «παράδοσης» στην ιδιότητα του πολίτη, ιστορικά οριοθετημένη από παράγοντες όπως οι ιδεολογικές αναπαραστάσεις του παρελθόντος, η διεθνής γεωπολιτική συγκυρία, η σημασία που έχει η διαχείριση της διασποράς ή του αποικιακού παρελθόντος, η έκβαση του ταξικού ανταγωνισμού στο εσωτερικό ενός κράτους και, φυσικά, η ένταση των μεταναστευτικών ροών προς ή από μια εθνική επικράτεια. [...]
Η θέση λοιπόν που υποστηρίζουμε είναι ότι όλες οι εθνικές παραδόσεις ιδιότητας του πολίτη εμπεριέχουν -στο παρόν, το παρελθόν ή το μέλλον- και τα δύο στοιχεία, ενταγμένα σε δύο άξονες μεθόδου περισσότερο παρά περιεχομένου. Ο πρώτος είναι ο άξονας της ιστορικής συνέχειας και του ειδικού βάρους που έχει η παράδοση στη διοικητική πρακτική και ο δεύτερος είναι ο άξονας της σκοπιμότητας και, επομένως, του ειδικού βάρους που έχει ο ελιγμός στην πολιτική συγκυρία. Συνεπώς, η υπαγωγή της ιδιότητας του πολίτη στους δύο παραπάνω άξονες είναι αυτή, ακριβώς, που καθορίζει, κάθε φορά, την αναλογία μεταξύ εθνισμού και πολιτοφροσύνης σε ό,τι αφορά την ιδιότητα του πολίτη. Το κράτος, βέβαια, ορμάται από συγκεκριμένες ιστορικές καταβολές, ωστόσο, σε ορισμένες ιστορικές στιγμές, όταν, έστω και με καθυστέρηση, αντιλαμβάνεται ότι η ιστορία του δεν λειτουργεί πλέον ως πυξίδα αλλά ως βαρίδι, τότε εκκινεί μια διαδικασία επαναπροσανατολισμού, με βάση τις ανάγκες που διακρίνονται στον ορίζοντα της πολιτικής συγκυρίας. Είναι αυτό που συμβαίνει με την εργαλειακή χρήση του όρου «γένος» στην ελληνική διοικητική πρακτική σχετικά με την ιθαγένεια.