Αναδημοσιεύσεις

16
12

Έφη Αχτσιόγλου: Προϋπολογισμός περικοπών στη δημόσια υγεία και όξυνσης των ανισοτήτων

Αν η κυβέρνηση ήταν σοβαρή, δεν θα δήλωνε ο Πρωθυπουργός πως δεν έχει ενδείξεις ότι οι άνθρωποι που διασωληνώνονται εκτός ΜΕΘ κινδυνεύουν περισσότερο από αυτούς που βρίσκονται εντός ΜΕΘ. Αν ήταν ειλικρινής δεν θα ισχυριζόταν προκλητικά ότι το δημόσιο σύστημα υγείας έχει επαρκώς στηριχθεί. Αν ήταν υπεύθυνη και διορατική, δεν θα προέβλεπε μείωση κατά 820 εκατ. της χρηματοδότησης του Κρατικού Προϋπολογισμού προς το υπουργείο Υγείας το 2022, σε σχέση με όσα δόθηκαν φέτος. Την ώρα που η χώρα μας έχει τους χειρότερους δείκτες στην πανδημία, η ΝΔ ψάχνει εναγωνίως παράθυρο ευκαιρίας για να αποσύρει ακόμη και την ανεπαρκή στήριξη προς το δημόσιο σύστημα υγείας. (...) Τα φτωχά και μεσαία νοικοκυριά πλήττονται πολύ πιο έντονα απ’ ό,τι σε άλλες χώρες και το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα είναι πώς θα ανταποκριθούν στο νέο επίπεδο των τιμών, ακόμη κι όταν η αυξητική τάση του πληθωρισμού σταματήσει. Εργαζόμενοι, νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις σαρώνονται από το γενικευμένο κύμα ακρίβειας, ο πληθωρισμός έφτασε στο 4,8% τον Νοέμβριο, καταγράφοντας ρεκόρ 10ετίας, με δραματικές αυξήσεις σε φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης, ηλεκτρικό, καύσιμα, τρόφιμα. Οι τιμές σε βασικά ήδη διαβίωσης έχουν εκτοξευθεί όχι μόνο σε σύγκριση με το 2020 αλλά και με το 2019. Ήδη μέχρι το πρώτο μισό του Νοεμβρίου η ακρίβεια έχει μειώσει την αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού κατά 10%, σύμφωνα με έρευνα του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ. (...) Ανάγκη αύξησης του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ. Ήταν απαραίτητο ήδη πριν το ξέσπασμα της ακρίβειας, δεδομένου ότι ο μισθός τελευταία φορά αυξήθηκε στις αρχές του 2019 από τον ΣΥΡΙΖΑ στα 650 ευρώ, οπότε και καταργήθηκε ο ρατσιστικός υποκατώτατος για τους νέους. Τώρα, με την έκρηξη των τιμών, καθίσταται το ελάχιστο αναγκαίο για να έχει ο μισθός στοιχειώδη βιοποριστική λειτουργία. Όμως, η κυβέρνηση τον κρατάει καθηλωμένο, ροκανίζοντας ουσιαστικά το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων. Προφανώς, η προεκλογική δέσμευση της ΝΔ, ότι θα αύξανε τον κατώτατο μισθό σε ποσοστό διπλάσιο της ανάπτυξης, πήγε, και αυτή, στον κάλαθο των αχρήστων.
16
12

Νίκος Φίλης: Τι σημαίνει η εξέλιξη της πανδημίας για τα σχολεία;

Μετά την προειδοποίηση του ΠΟΥ για την άνευ προηγουμένου μεταδοτικότητα της «Όμικρον», ΕΠΕΙΓΕΙ η συζήτηση και άμεση λήψη μέτρων πριν η εξάπλωσή της καταστρέψει το Σύστημα Υγείας και εκτός των άλλων, πιο τραγικών, αποκλείσει εκ νέου μαθητές και φοιτητές από το φυσικό τους περιβάλλον. Από σήμερα γνωρίζουμε… πιο καλά τι σημαίνει διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ σε περίοδο όξυνσης της πανδημίας ή σε επαρχιακό νοσοκομείο. Η μελέτη των Τσιόδρα - Λύτρα έβαλε και σφραγίδα στο ανόητο πρωθυπουργικό ψεύδος, που τόσο μετωπικά συγκρουόταν με την κοινή λογική: μιλώ για τη γνωστή ατάκα του στη Βουλή «το ίδιο είναι εντός ή εκτός ΜΕΘ»... Τι κάνει όμως η κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας για να κρατηθούν ανοιχτά τα σχολεία; Έχουν αντιληφθεί ότι με τη νέα μετάλλαξη κάτι αλλάζει ριζικά; Θα επικαλεστούν μεθαύριο «απρόοπτες περιστάσεις» για να τα κλείσουν ξανά; Τι θα σημαίνει αυτό για τα παιδιά μας, μια τρίτη χρονιά; Ή θα προτιμήσουν να χώσουν ξανά το κεφάλι στο έδαφος, αρνούμενοι τις επιπτώσεις των συγχωνεύσεων, των πολυπληθών τμημάτων, της απουσίας ουσιαστικής ιχνηλάτησης, του κανόνα «50% +1» για να κλείσει μια τάξη; Έχουμε κατά νου ότι μόνο τις τελευταίες έξι βδομάδες (από 1η Νοεμβρίου) τα κρούσματα σε παιδιά ηλικίας ως 17 ετών πλησιάζουν τις 65.000; Βλέπει κανείς στην κυβέρνηση τι σημαίνει αυτός ο αριθμός για την οικογένεια; Ζητάμε πρόσθετα μέτρα από τον ΠΡΩΤΟ μήνα της πανδημίας, το 2020. Ζητάμε να συνεδριάζει τακτικά η Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, για ενημέρωση από επιστήμονες και λήψη συλλογικών αποφάσεων. Θα βοηθούσαν οι κοινές αποφάσεις ΚΑΙ στην προώθηση του εμβολιασμού στους μαθητές. Καμία ανταπόκριση από την κυβέρνηση. Ούτε μια φορά σε 20 μήνες! Τώρα, σε μια από τις πιο ανησυχητικές στιγμές στην εξέλιξη της πανδημίας, η κα υπουργός βρήκε χρόνο μόνο να συνοδεύσει τον πρωθυπουργό στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο. Καθένας με τις προτεραιότητες αλλά και τις ευθύνες του.
16
12

Στρατής Μπουρνάζος: Χαιρετίζοντας ή αποχαιρετώντας το ΜΙΕΤ;

Τι είναι εκείνο που κάνει το ΜΙΕΤ ξεχωριστό; Κατά τη γνώμη μου, εκτός από το εύρος και την ποιότητα, η δουλειά υποδομής. Ας δούμε την εκδοτική του δραστηριότητα: έκανε αυτό ακριβώς αυτό που οφείλει ένας θεσμός ο οποίος δεν λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, δηλαδή εξέδωσε θεμελιώδεις τίτλους, που ένας ιδιώτης δεν θα μπορούσε. Και τους εξέδωσε με όλους τους κανόνες της επιστημονικής, εκδοτικής και τυπογραφικής δεοντολογίας – ανάμεσα τους και ο σεβασμός προς τους συνεργάτες, που εκδηλωνόταν με πολλούς τρόπους, μεταξύ των οποίων και οι καλές αμοιβές. Παράλληλα, κατάφερε να μην περιοριστεί σε κλασικούς τίτλους, να καθηλωθεί σε μνημειώδεις εκδόσεις, αλλά να συστήσει άγνωστα στο ελληνικό κοινό έργα, ανοίγοντας δρόμους. Και δεν μπορώ να σκεφτώ φοιτητή ή φοιτήτρια των ανθρωπιστικών επιστημών, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, στα ράφια και στα διαβάσματά του οποίου να μην κατέχουν περίοπτη θέση τα βιβλία του ΜΙΕΤ. Με όλα αυτά, το ΜΙΕΤ διαμόρφωσε το πεδίο και έδωσε τον τόνο. Ας δούμε το Εργαστήριο Επιμέλειας Εκδόσεων. Το να βγαίνουν καμιά δεκαριά καλοί επιμελητές κάθε διετία μπορεί να μοιάζει λίγο, αλλά δεν είναι: είμαστε μικρή χώρα, κι οι άνθρωποι αυτοί, δουλεύοντας στη συνέχεια στον εκδοτικό χώρο λειτουργούν ευεργετικά και πολλαπλασιαστικά: με τα βιβλία που επιμελούνται, αλληλεπιδρώντας με συναδέλφους, διαχέοντας γνώση. Ακόμα, το να βγαίνουν δεκαπέντε σημαντικά βιβλία τον χρόνο (εκτός των ανατυπώσεων) λειτουργώντας σωρευτικά ιδίως, κάνει διαφορά. Το ΜΙΕΤ λειτούργησε ως πρότυπο για πολλούς εκδοτικούς οίκους. Σκέφτομαι τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, που κατάφεραν σήμερα να το συναγωνίζονται, και μάλιστα καλύπτοντας και τις θετικές επιστήμες· αμφιβάλω αν θα είχαν δημιουργηθεί, και κυρίως αν θα είχαν τον ίδιο χαρακτήρα, χωρίς το προηγούμενο του ΜΙΕΤ. Επίσης, οι σημαντικές εκδόσεις των ιδρυμάτων των τραπεζών που ακολούθησαν (Εμπορική, Αγροτική, Πειραιώς), επηρεάστηκαν καθοριστικά από το ΜΙΕΤ· ειδάλλως, είναι πιθανό οι τράπεζες να είχαν περιοριστεί σε λαμπρές εκδηλώσεις για γεγονότα εθνικής σημασίας, πολυτελή λευκώματα, ημερολόγια τέχνης και coffee table books. Το δεύτερο ερώτημα προκύπτει αβίαστα: Γιατί απαξιώνεται κάτι, κατά κοινή ομολογία τόσο επιτυχημένο; Κι όμως, όσο κι αν μας λυπεί, μας εξοργίζει και μας αναστατώνει, η απαξίωση του ΜΙΕΤ δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Εντάσσεται σε ένα γενικότερο διεθνές τοπίο συρρίκνωσης των ανθρωπιστικών επιστημών και επέλασης ενάντια ό,τι δεν λειτουργεί με σκληρούς ιδιωτικοοικονομικούς όρους, με σταθερή αιτιολογία-τροπάριο την «περικοπή δαπανών», τον «εξορθολογισμό», τη «λειτουργικότητα» κλπ. Στα καθ’ ημάς, άλλωστε, έχουμε ένα μελανό προηγούμενο. Επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1990-1993) έκλεισαν τα πολιτιστικά ιδρύματα της Εμπορικής και της Αγροτικής Τράπεζας, όπως το Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας (ΙΑΕΝ). Παρότι μετά το 1993 έγιναν προσπάθειες να επανέλθουν, στην ουσία αυτό (με μερική εξαίρεση το ΙΑΕΝ), δεν επιτεύχθηκε ποτέ. Το πλήγμα υπήρξε καίριο. (...) Πέρα από τις απαραίτητες αναλύσεις και τις δίκαιες καταγγελίες, εκείνο που με καίει είναι πώς μπορεί να διασωθεί το ΜΙΕΤ και να συνεχίσει το έργο του με τρόπο αντάξιο της παράδοσής του, και όχι να καταντήσει κέλυφος. Χρειάζεται ευρεία κινητοποίηση, εντός και εκτός των τειχών – ήδη έχουμε αργήσει πολύ. Είναι υπόθεση όλων όσοι νοιάζονται για τα γράμματα, τον πολιτισμό, την παιδεία. Όσοι λοιπόν νοιαζόμαστε γι’ αυτά, και νομίζω ότι είμαστε πολλοί και πολλές, οφείλουμε να το αποδείξουμε έμπρακτα. Και κάτι παραπάνω: η υπεράσπιση του ΜΙΕΤ –το γράφω όπως το λέγανε παλιά, κι ας ακούγεται βαρύγδουπο– αποτελεί κομμάτι του αγώνα για το μέλλον και την προκοπή του τόπου.
15
12

Πάνος Σκουρλέτης: Απαράδεκτος ο νομικός εκφοβισμός πολιτών που ζητούν την τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στη Σύρο

Η πρακτική του εκφοβισμού, μεμονωμένων ανθρώπων ή και συλλογικοτήτων, με εξοντωτικές αγωγές μέσω των οποίων αξιώνονται τεράστιες οικονομικές αποζημιώσεις, προκειμένου να φιμωθεί κάθε ενοχλητική φωνή ανησυχίας και κριτικής, είναι απαράδεκτη. Η συγκεκριμένη πρακτική, που στο εξωτερικό είναι γνωστή και ως «slapp», είναι φανερό ότι ακολουθείται τώρα στη Σύρο, όπου ο όμιλος ONEX, ο οποίος διαχειρίζεται τα Ναυπηγεία Νεωρίου, ζητά συνολικά 3 εκατ. ευρώ, με αγωγές του που στρέφονται εναντίον πολιτών, μελών του «Παρατηρητηρίου Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου», λόγω των δημόσιων παρεμβάσεών τους για την ανάγκη τήρησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στο ναυπηγείο και για την ανάγκη διενέργειας μελέτης, έπειτα από τη διαπίστωση σοβαρής ρύπανσης στο βυθό του λιμανιού της Ερμούπολης. Οι ανησυχίες του «Παρατηρητηρίου» είχαν μεταφερθεί στη Βουλή και από 26 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, με πρωτοβουλία του συναδέλφου βουλευτή Κυκλάδων Νίκου Συρμαλένιου, ο οποίος δέχτηκε στη συνέχεια οξύτατες, αήθεις επιθέσεις που ξεπέρασαν κάθε όριο. Ένα σοβαρό γεγονός, δηλωτικό της έντασης και της διχαστικής λογικής που καλλιεργούνται συστηματικά μέσα στην τοπική κοινωνία, με προφανή σκοπό να αποθαρρυνθούν εκείνοι που θέτουν ερωτήματα και προβληματισμούς, που επιζητούν ελέγχους και ζητούν υπεύθυνες απαντήσεις, οι οποίες έχουν έστω και έμμεση σχέση με τη λειτουργία του ναυπηγείου. Η καθοριστική συνεισφορά της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ στην επαναλειτουργία των Ναυπηγείων Νεωρίου Σύρου, είναι αναμφισβήτητο γεγονός. Μια λειτουργία σύμφωνη με τους ισχύοντες όρους εργασίας και προστασίας του περιβάλλοντος. Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, από θέση αρχής, δεν μπορεί να υποστηρίξει και να διεκδικήσει τίποτα λιγότερο από αυτό που πέτυχε όταν άνοιξε και πάλι το ναυπηγείο. Όπως δεν μπορεί παρά να υποστηρίζει την ολοκληρωτική και χωρίς κανέναν «αστερίσκο», άσκηση του δικαιώματος πολιτών και συλλογικοτήτων, όπως και στην περίπτωση της Σύρου, να ασκούν κριτική, να διαμαρτύρονται, να ανησυχούν και να ζητούν τα αυτονόητα.
15
12

Ιούλιος Συναδινός: Ο αθλητισμός στο σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού του 2022

Από το σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού του 2022 αναδεικνύονται πάλι δυο μείζονα στρατηγικά και διαχρονικά προβλήματα του ελληνικού αθλητισμού, που δεν λύθηκαν ούτε σε προηγούμενες περιόδους και κυβερνητικές θητείες: Πρώτον, ο ελληνικός αθλητισμός λειτουργεί μεν ως οικονομικό εργαλείο, συμβάλλοντας άμεσα ή έμμεσα στη δημιουργία σημαντικού μέρους του εθνικού πλούτου, δεν λαμβάνει όμως -ανταποδοτικά- όσα του αναλογούν. Δεύτερον, ο ελληνικός αθλητισμός ασφυκτιά από τις στενές αντιλήψεις του πολιτικού προσωπικού της χώρας (κεντρικού και τοπικού επιπέδου), που τον εκμεταλλεύεται πελατειακά ασχολούμενο κυρίως με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όντας παράλληλα, εγκλωβισμένος μέσα στις γραφειοκρατίες των υπουργείων στα οποία εντάσσεται ευκαιριακά (πολιτισμού, παιδείας, παλαιότερα τουρισμού κλπ), οι οποίες εκ της εμπειρίας τον αποζυμούν συστηματικά. Η αντίφαση αυτή μπορεί να λυθεί μόνο με μία δομική αλλαγή και με τη στρατηγική απόφαση για τη δημιουργία αυτοτελούς υπουργείου Αθλητισμού και Νέας Γενιάς για την εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών αναβάθμισης του αθλητισμού και πολλαπλασιασμού της ωφελιμότητάς του για το σύνολο της κοινωνίας.