Συνεντεύξεις

19
03

Michel Bauwens: Η στηριγμένη στα Kοινά ομότιμη παραγωγή είναι χειραφετητική

Σήμερα υπάρχουν δύο ανταγωνιστικά μοντέλα. Το πρώτο είναι αυτό της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, συνεπάγεται τεράστιο περιβαλλοντικό κόστος και δεν είναι πλέον υποφερτό. Ξοδεύουμε τρεις φορές περισσότερα για τη μεταφορά των αγαθών από ότι για την παραγωγή τους. Η προτεινόμενη εναλλακτική από αριστερά και δεξιά λαϊκιστικά μορφώματα, περιλαμβάνει  μορφές διεύρυνσης του προστατευτισμού σε συνδυασμό με αυξανόμενη περιφερειοποίηση. Ο μεγάλος κίνδυνος αυτής της προσέγγισης είναι ο περιορισμός της διεθνούς συνεργασίας και οι πιθανές ανταγωνιστικές διαμάχες ανάμεσα στα κράτη. Η προσέγγιση που προτείνουμε με επίκεντρο την κόσμο-τοπική παραγωγή συνιστά μία τρίτη εναλλακτική: «ό,τι είναι ελαφρύ είναι παγκόσμιο και κοινό, ότι είναι βαρύ είναι τοπικό». Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα χρειάζεται να είναι τοπικά. Αναφερόμαστε στην εύλογη τοπική προσαρμογή και στην αποκέντρωση της υλικής παραγωγής. Στην τοποθέτησή της όσο γίνεται πιο κοντά στις τοπικές ανάγκες, αλλά με τρόπο ορθολογικό και χωρίς να αντιστρατεύεται την παγκοσμιοποιημένη κουλτούρα. Και η επανατοπικοποίηση -η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το μοντέλο των διανεμημένων μικροεργοστασίων- θα έπρεπε ιδανικά να πάρει τη μορφή της διανεμημένης ιδιοκτησίας και διακυβέρνησης μέσω φορέων που θα είναι συνδεδεμένοι με παγκόσμιες κοινότητες ανοιχτού σχεδίου και στηριγμένες σε τεχνικές συνεργασίες ανοιχτού λογισμικού. Για παράδειγμα, το δίκτυο των πολύ-εργοστασίων Invisible Factory στην Ευρώπη. Πρόκειται για 120 συλλογικότητες από χειροτέχνες εργάτες στην παραγωγή υφασμάτων, οι οποίες συνεργάζονται και οργανώνονται με χρήση ανοιχτού λογισμικού και συνεργατικών μοντέλων. Κατά αυτόν τον τρόπο, για εμάς κόσμο-τοπικό σημαίνει επίσης, συνεργατικά μοντέλα όπως αυτά της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, αλλά με προστιθέμενη συνεργασία γύρω από  τεχνικά και επιστημονικά κοινά ανοιχτού λογισμικού. (...) Ο τρόπος που λειτουργεί σήμερα η φαρμακευτική έρευνα είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενος από τη δημόσια χρηματοδότηση. Ωστόσο, στη συνέχεια έχουν τη δυνατότητα να ιδιωτικοποιούν τα κέρδη. Ακόμα πιο προβληματικό είναι το ότι μπορούν και εμπλέκονται σε κερδοσκοπική τιμολόγηση ή ότι δίνουν προτεραιότητα στους πλούσιους πελάτες, όπως κάνουν αυτή τη στιγμή. Φανταστείτε ο Covid-19 να ήταν περισσότερο θανατηφόρος ως ασθένεια. Η ένταση το θυμού του παγκόσμιου πληθυσμού εναντίον της Δύσης για αυτές τις πρακτικές, όπως το να αφήνει σκόπιμα ανθρώπους να πεθαίνουν όταν δεν έχουν αρκετά χρήματα, θα ήταν τεράστια. Αυτό θα προκαλούσε ζημιά, η οποία είναι σήμερα ελεγχόμενη μόνο εξαιτίας της σχετικά περιορισμένης φονικότητας της ασθένειας, σε σύγκριση με άλλες. Θα ήταν μία γεωπολιτική καταστροφή. Όλα τα δεδομένα σχετικά με το εμβόλιο πρέπει να είναι δημόσιο αγαθό και οι χώρες να μπορούν να το  παράγουν σε τοπικό επίπεδο.
15
03

Chantal Mouffe: Κίνδυνος για ένα νέο ψηφιακό, αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό

Αυτό που βρίσκω ανησυχητικό είναι ότι η πανδημία μπορεί να έχει σαν συνέπεια να δώσει προσωρινά μια ανάσα στο νεοφιλελευθερισμό. Ενώ, δηλαδή, αυτός είναι σε κρίση, του δίνεται η δυνατότητα να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να διατηρηθεί μέσω του μετασχηματισμού του. Υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουμε μάρτυρες μιας νέας μορφής νεοφιλελευθερισμού: του ψηφιακού, αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού. Η στροφή της πολιτικής του Μακρόν, που γίνεται όλο και πιο αυταρχική, το μαρτυρά. (...) Είναι οι GAFA (Google, Apple, Facebook, Amazon) που κερδίζουν περισσότερα από αυτή την κρίση. Παρουσιάζονται σαν αυτοί που θα προσφέρουν λύσεις στην κρίση. Αυτό το είδαμε με τις ψηφιακές εφαρμογές για τον υγειονομικό έλεγχο του πληθυσμού. Οι πολίτες, εξαιτίας αυτού του αιτήματος για προστασία, αποδέχονται πράγματα που στο παρελθόν δεν θα το έκαναν. Όλο αυτό δεν είναι ευνοϊκό για την Αριστερά, η οποία δεν ξέρει πώς να απαντήσει σ’ αυτό το αίτημα. (...) Βρίσκεται μπροστά σε μια πραγματική πρόκληση. Πρέπει να προσφέρει μια προοπτική εξόδου από την κρίση που θα λαμβάνει υπόψη αυτή την επιθυμία για προστασία, η οποία, αντίθετα με ό,τι φοβούνται ορισμένοι, δεν οδηγεί αναγκαστικά σε συντηρητικές πολιτικές. Νομίζω ότι η προοπτική εξόδου θα προέλθει από μια πράσινη δημοκρατική επανάσταση. Θα πρέπει να προβάλουμε την οικολογική πρόκληση σαν την ευκαιρία για να βελτιώσουμε τη ζωή των ανθρώπων. Ο Σπινόζα έλεγε ότι η πολιτική στηρίζεται σε δύο πράγματα: το φόβο και την ελπίδα. Η Δεξιά λειτουργεί με βάση το φόβο και η Αριστερά είναι αναγκαίο να δείξει την ελπίδα.
14
03

Αλέξης Χαρίτσης: Οφείλουμε να έχουμε ένα ρεαλιστικό και ριζοσπαστικό σχέδιο για την επόμενη μέρα

Τα 32 δισ. που αναμένεται να λάβουμε από το ταμείο ανάκαμψης μας δίνουν τη δυνατότητα να πάρουμε γενναία μέτρα για τη διάσωση της οικονομίας και να θωρακίσουμε τις κοινωνικές υποδομές, με έμφαση στην Υγεία, την Παιδεία και τις μεταφορές. Να αντιμετωπίσουμε δηλαδή άμεσα τις συνέπειες της πανδημίας. Το κατεπείγον της άμεσης ανακούφισης πρέπει να είναι εφαλτήριο ενός οραματικού μετασχηματισμού. Η πανδημία μάς έδειξε τα όρια του “χθες”. Μπορεί να σκιαγραφήσει και τα χαρακτηριστικά του “αύριο”. Θέλουμε ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο με κανόνες για όλους και στόχο την καταπολέμηση των ανισοτήτων κάθε είδους: εργασιακών, κλαδικών, περιφερειακών, έμφυλων, ηλικιακών. Αυτό το μοντέλο περιλαμβάνει την προώθηση παραγωγικών επενδύσεων σε νευραλγικούς τομείς, όπως η βιομηχανία, η μεταποίηση, η κυκλική οικονομία και η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση. Τη δημιουργία ολοκληρωμένων αλυσίδων αξίας από την πρωτογενή παραγωγή μέχρι τη μεταποίηση και τη διάθεση στην αγορά και την ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας σε όλο το παραγωγικό και τεχνολογικό φάσμα. Τη στήριξη της εργασίας και την αξιοποίηση των επιστημόνων και του τεχνικού δυναμικού της χώρας μας. Την οικοδόμηση ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους. Στόχος όλων πρέπει να είναι οι πόροι αυτοί να έχουν παραγωγικό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία. Και αυτό προϋποθέτει την διαφάνεια και τον δημοκρατικό σχεδιασμό. Η παντελής έλλειψη διαβούλευσης από την κυβέρνηση σχετικά με την αξιοποίησή τους φοβόμαστε ότι υποκρύπτει την κατεύθυνσή τους σε συγκεκριμένους οικονομικούς ομίλους και έργα χωρίς προστιθέμενη αξία.  Όπως έχει συμβεί πάμπολλες φορές στο παρελθόν, με τα γνωστά οδυνηρά αποτελέσματα.
11
03

Χαράλαμπος Γεωργούλας: Το κράτος δεν εκβιάζεται, η κοινωνία βιάζεται

Είναι χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο άρθρο του διευθυντή τής «Καθημερινής» (3/3/2021) γραμμένο μία μέρα πριν από την υποβολή του αιτήματος διακοπής της έκτισης της ποινής του Δ. Κουφοντίνα, τον οποίο αναφέρει, σε αντίθεση με όσους φαίνεται να αδιαφορούν αν θα καταλήξει, ως «άνθρωπο που παλεύει για τη ζωή του». Και παρατηρεί: «Οι αντίπαλοί μας τρίβουν τα χέρια τους, όταν βλέπουν ένα λαό βαθιά διχασμένο και μια χώρα να αυτοαναφλέγεται χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Εχουμε κάνει μεγάλη ζημιά στον εαυτό μας στο παρελθόν. Αυτή τη φορά είναι ανάγκη να επιδείξουμε αίσθηση ευθύνης και αυτοσυγκράτησης». Είναι αδύνατο να ισχυριστεί κάποιος ότι τα λόγια αυτά δεν έχουν κύριο αποδέκτη την ίδια την κυβέρνηση. Τι συμβαίνει, λοιπόν, με την κυβέρνηση; Πώς τη μια μέρα υποδεικνύει ως μέθοδο απεμπλοκής την προσφυγή στα ένδικα μέσα και την άλλη τα ακυρώνει η ίδια με τις παρεμβάσεις της; Είτε βρίσκεται σε βέρτιγκο, είτε υπό πίεση, είτε, πιθανότερα, κερδοσκοπεί προκειμένου να αποκομίσει το μέγιστο πολιτικό όφελος από τη διχαστική όξυνση, είναι επικίνδυνη για την κοινωνία και για τη δημοκρατία. Οι νομικοί συμπαραστάτες του Δ. Κουφοντίνα έδειξαν την προθυμία τους να αξιοποιήσουν την πιθανή δυνατότητα εξόδου από το θανατηφόρο αδιέξοδο και τώρα αφήνονται μετέωροι νιώθοντας εξαπατημένοι. Θα επικρατήσει τελικά η κυνική εκτίμηση ότι η μεγιστοποίηση του πολιτικού κέρδους πραγματοποιείται με την επίδειξη θανατηφόρας πυγμής; Γιατί το βήμα από την άλλη πλευρά έχει γίνει, δεν υπάρχει πια αυτό το πρόσχημα. Η κυβέρνηση δεν παίζει τώρα μόνο με τη ζωή ενός φυλακισμένου απεργού πείνας, παίζει με τη φωτιά του διχασμού. Δεν βάζει απέναντί της τους «υποστηρικτές της τρομοκρατίας», όπως επιμένει ακόμα να χαρακτηρίζει όσους διαφωνούν με τις επιλογές της. Βιάζει την κοινωνία να χαράξει μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σ’ αυτούς που θα θεωρούν την απεργία πείνας ενός κρατουμένου κοινωνικά ανεκτή αυτοκτονική επιλογή κάθε κρατούμενου, και σε εκείνους που τη βλέπουν σαν επαναφορά της θανατικής ποινής από το παράθυρο, που καταρρακώνει κάθε έννοια υπερίσχυσης του νόμου (γιατί αυτό σημαίνει «κράτος δικαίου» και όχι κράτος που έχει νόμους). Αυτό, πάντως, που τελικά φαίνεται να υπερισχύει στη ΝΔ, είναι ένα επικίνδυνο μίγμα αυταρχισμού, κυνισμού και πολιτικού τυχοδιωκτισμού.
10
03

Ανδρέας Ξανθός: Η κουλτούρα καταστολής δεν παράγει συνειδητή συμμόρφωση

Ο πυρήνας ενός αριστερού και προοδευτικού προγράμματος πρέπει να είναι η εξάλειψη των ανισοτήτων στην υγεία. Στην Ελλάδα, την περίοδο της κρίσης σημειώθηκε έκρηξη των ανισοτήτων. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις παρεμβάσεις του για τους ανασφάλιστους και για την ενδυνάμωση του ΕΣΥ μείωσε τις ανισότητες με μετρήσιμο τρόπο, ρίχνοντας κατά τέσσερις μονάδες τον δείκτη των ανικανοποίητων αναγκών, τον πιο ευαίσθητο δείκτη ανισότητας. Αυτός ο δείκτης ήταν πριν το 2009 στο 4% περίπου, πήγε στην αιχμή της κρίσης, το 2014-2015, στο 14,4% και μέσα σε δύο χρόνια, μεταξύ 2016-2018, μειώθηκε κατά τέσσερις μονάδες. Σήμερα παραμένει στο 10%, τη στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι στο 2%. Για το στόχο της ισότητας στην Υγεία απαιτείται ένα νέο ΕΣΥ που θα καλύπτει περισσότερες ανάγκες με δωρεάν, ισότιμο και ποιοτικό τρόπο, μειώνοντας παράλληλα το κόστος χρόνου και χρήματος των πολιτών. Με άλλα λόγια, απαιτείται διεύρυνση του δημόσιου χώρου στην υγεία.
10
03

Ευθύμης Παπαβλασόπουλος: Επιχειρείται η εγκαθίδρυση ενός πάγιου καθεστώτος πειθαρχίας

Οι χειρισμοί της κυβέρνησης και οι πρακτικές των μηχανισμών που την επικουρούν είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της επεξεργασμένης ιδεολογικής και πολιτικής στρατηγικής, με αιχμές την εξουθένωση του αντιπάλου και τη σιωπηρή αναστολή των δικαιοκρατικών εγγυήσεων. Ταυτόχρονα, η περίπτωση Κουφοντίνα προσφέρεται προνομιακά για να απαξιωθούν αναδρομικά τα θεσμικά και πολιτικά κεκτημένα της μεταπολίτευσης. Μέσα από αυθαίρετες και ανιστόρητες εξισώσεις και αναγωγές η μεταπολίτευση ταυτίζεται με την τυφλή πολιτική βία και ξοδιάζετε με αφορισμούς και κατάρες στο κοιμητήριο της Ιστορίας. Αν και αντιλαμβάνομαι απολύτως τα κίνητρα της κυβέρνησης, εντούτοις ο κυνισμός και η ωμότητά της με σοκάρουν. Προκειμένου να εξυπηρετήσει το σχέδιό της θέτει σε ακραία διακινδύνευση την ανθρώπινη ζωή, που αποτελεί τη θεμελιώδη αξία του νομικοπολιτικού μας πολιτισμού. Όταν όμως το οργανωμένο κράτος απαξιώνει το υπέρτατο αγαθό, που το ίδιο δεσμεύτηκε να προστατεύει ανεπιφύλακτα, όταν εργαλειοποιεί την νομιμότητα για να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες, αναρωτιέμαι σε τι διαφέρει από τον αυτόκλητο τιμωρό που δέσμιος των δικών του ιδεολογικών εμμονών και επιδιώξεων αφαιρούσε κατά το δοκούν ανθρώπινες ζωές. Ατυχώς για όσους δυσφορούν με τους περιορισμούς της δημοκρατικής νομιμότητας το «ενοχλητικό» Σύνταγμα της μεταπολίτευσης παραμένει ακόμη σε ισχύ υπενθυμίζοντας επίμονα τη συμβολική και κανονιστική του σημασία. Το Σύνταγμα αυτό, που έχει το αποτύπωμα της ξεθωριασμένης πλέον φιλελεύθερης και δημοκρατικής παράδοσης της ΝΔ, αναγνωρίζει πανηγυρικά ως θεμέλιο της δημοκρατικής πολιτείας το σεβασμό και την προστασία της ζωής και της αξιοπρέπειας όλων των ανθρώπων χωρίς διακρίσεις και επιφυλάξεις. Μπορεί οι επιλογές της κυβέρνησης να φλερτάρουν επικίνδυνα με τις πρακτικές αστυνομικού κράτους αποτελούν, ωστόσο ακραίο σύμπτωμα μιας συνολικότερης αντιδημοκρατικής και αντιφιλελεύθερης διολίσθησης σε πλανητική κλίμακα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της νέας αυταρχικής νομιμότητας που εκπορεύεται από εθνικά και υπερεθνικά κέντρα αποτελούν η «πατριωτική νομοθεσία» στις ΗΠΑ, η απόφαση πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και κυρίως το Ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση του εξτρεμισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι, με αφορμή το έντονο ενδιαφέρον του ηλεκτρονικού τύπου και των social media για την υπόθεση Κουφοντίνα, το διεθνές οικονομικό, τεχνοκρατικό και πολιτικό σύμπλεγμα που ελέγχει τη ροή της πληροφορίας σε συνεργασία ενδεχομένως με εγχώρια κέντρα επιδόθηκε σε μια πρωτοφανή λογοκρισία ηλεκτρονικών σελίδων αναρτήσεων και υλικού πολιτών και καθόλα νόμιμων πολιτικών οργανώσεων.
03
03

Μάρω Παντελίδου Μαλούτα: «Οι νέοι σήμερα είναι συμμετοχικοί πολίτες εν αναμονή»

[Η νεολαία, με τα σημερινά της χαρακτηριστικά, μπορεί να θεωρηθεί φορέας κοινωνικού μετασχηματισμού] γιατί βλέπω, όπως ήδη είπα, κινηματική/διεκδικητική διαθεσιμότητα, συγκρουσιακό δυναμικό, προοδευτική αντίληψη του κόσμου και της ανθρώπινης συνύπαρξης με δημοκρατικούς όρους. Αυτά την χαρακτηρίζουν ως πολιτική γενιά. Παρότι υπάρχει δυσπιστία προς το πολιτικό σύστημα, και ενώ νομίζαμε ότι αυτή θα επηρεάσει αρνητικά τις ανθρώπινες σχέσεις στην κρίση, ερευνητικά παρατηρήσαμε το αντίθετο: αυξήθηκε η αλληλεγγύη και η εμπιστοσύνη στο διπλανό. Το πρόβλημα είναι ότι η νεολαία δεν ελπίζει σε ένα συλλογικά καλύτερο μέλλον, με τους όρους προηγούμενων γενεών. Προσβλέποντας σε ατομοκεντρικές βελτιώσεις των συνθηκών, πρωτίστως με όρους δικαιωμάτων. Όταν όμως, απουσιάζει η ελπίδα, απουσιάζουν ταυτολογικά και οι ριζοσπαστικές κοινωνικές προσδοκίες, όπως επισημαίνει ο Eagleton. Άρα, το στοίχημα είναι πώς οι πολλαπλές διακρίσεις και ανισότητες που συγκροτούν ταυτοτικές διεκδικήσεις και βιώνονται ως ατομικές αδικίες (προκαλώντας κυρίως οργή), θα μπορέσουν να συναρθρωθούν σε ένα συνεκτικό, ολοκληρωμένο απελευθερωτικό όραμα κοινωνίας, που θα εμπνεύσει τη νεολαία. Διαμορφώνοντας ένα συλλογικό «εμείς», το οποίο θα αναφέρεται σε μια κοινωνία ισότητας, και μέσω αυτής, στην ελευθερία και την αυτονομία. Από αυτή την άποψη, η ευθύνη των φορέων της Αριστεράς είναι τεράστια.
02
03

Νίκος Βούτσης: Μέσα στην κοινωνία έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση

 Πιστεύω ότι μέσα στην κοινωνία υπάρχει μια ουσιαστική μεταστροφή, διότι δεν είναι μόνο η επικοινωνιακή πολιτική αυτή που υφίσταται ρωγμές. Η «Μήδεια», για παράδειγμα, δοκίμασε τις αντοχές του κράτους και φάνηκε η πλήρης ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού, της περιφέρειας, του υπό ιδιωτικοποίηση ΔΕΔΔΗΕ, καθώς επίσης δεν λειτούργησε το 112, που τα προηγούμενα χρόνια είχαν θεοποιήσει ότι θα μας προστατεύει από όλες τις κακοτοπιές. Κατεστράφη όλο αυτό το οικοδόμημα και ο κόσμος το καταλαβαίνει. Όπως καταλαβαίνει και ποια είναι η πραγματικότητα στο ΕΣΥ, παρά τα νούμερα που παρουσιάζει ο πρωθυπουργός. Γίνεται πια συνείδηση όχι μόνο η αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, αλλά σιγά σιγά εντυπώνεται και η δική μας στρατηγική, ότι είναι αποτέλεσμα δεξιών, νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Μέσα στην κοινωνία έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση. Κατά πόσο αυτό θα μεταφραστεί και εκλογικά-πολιτικά, σε επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, εξαρτάται από εμάς, από την ποιότητα των παρεμβάσεων μας, του προγράμματός μας και από την ενθάρρυνση και την προοπτική που δίνουμε στους κινητοποιούμενους ανθρώπους του πολιτισμού, της εστίασης, στους νεολαίους. Είναι ζητήματα που πλέον ανάγονται στη σφαίρα της δικής μας ετοιμότητας, της κοινωνικής γείωσης και κυρίως της ανάγκης ανάκτησης μιας ηγεμονίας και μιας ελπίδας για τον κόσμο. (...) Το χρέος των κομμάτων της ευρύτερης κοινοβουλευτικής αριστεράς και βεβαίως των εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων και των κοινωνικών οργανώσεων είναι να μιλούν, μέσα και έξω από τη βουλή, διότι η σιωπή δεν είναι χρυσός. Ταυτόχρονα, είναι να ενθαρρύνουν την υγιή αντίδραση και αντίσταση, σε όσα επιβάλλει η κυβέρνηση. Θεωρώ ότι το κάνουμε αρκετά καλά, αλλά πρέπει να συντονίσουμε τις (αντι)δράσεις μας. Έχουμε στις αποσκευές μας την κοινή δήλωση στις 17 Νοέμβρη, αλλά και τη διαδήλωση στον Άρειο Πάγο τη μέρα ανακοίνωσης της καταδικαστικής απόφασης της Χρυσής Αυγής. Η τελευταία λειτούργησε ως χειραφετικό στοιχείο μια νέας ριζοσπαστικοποίησης εν μέσω πανδημίας. Είναι ισχυρά εφόδια, από τα οποία δεν πρέπει να αποστούμε. Και όποιος υποστηρίζει ότι η κυβερνώσα αριστερά, για την οποία εργαζόμαστε, θα πρέπει να παίρνει τις αποστάσεις από όλα αυτά που υποτίθεται ότι δημιουργούν ένα δυστοπικό περιβάλλον στη μεσαία τάξη, κάνουν πολύ μεγάλο λάθος. Είδαμε πώς η αντίδραση στην καταστολή λίγων φοιτητών στο ΑΠΘ προκάλεσε μαζικές διαδηλώσεις ή πώς η αδιαλλαξία της κυβέρνησης συσπείρωσε κόσμο στην υποστήριξη των δικαιωμάτων του απεργού πείνας Δημήτρη Κουφοντίνα. Είναι σημαντικό πως φωνές, ακόμα και μέσα από τη συντηρητική παράταξη, κατατείνουν στο αίτημα της επικράτησης του κράτους δικαίου. (...)
18
02

Δημήτρης Τηλιακός: Δεν αρκεί ν’ αλλάξει η υπουργός, αν δεν αλλάξει η πολιτική

Η Τέχνη δίνει παρηγοριά και δύναμη στους ανθρώπους και οι άνθρωποί της πρέπει να στηριχθούν. “Ολοι μας βιώνουμε ακυρώσεις παραστάσεων με κόστος ψυχολογικό αλλά και οικονομικό” είπε σήμερα στο Κόκκινο ο διάσημος βαρύτονος Δημήτρης Τηλιακός. “Ο κόσμος της Τέχνης χρειάζεται στήριξη, γιατί η Τέχνη ειδικά στις συνθήκες της πανδημίας είναι παρηγοριά και δίνει δύναμη τους ανθρώπους.  Ωστόσο βλέπουμε μια στάση αδιαφορίας και απαξίωσης του Πολιτισμού, όπως εξάλλου και της Παιδείας και της δημοκρατικής διαβούλευσης και της κοινωνίας γενικά” τόνισε. “Είναι πολύ βαθύ και ουσιαστικό το πρόβλημα.  Θεωρώ πολύ αισιόδοξο και σημαντικό το outing που έκαναν διάφοροι συνάδελφοι του θεάτρου για τις κακοποιητικές συμπεριφορές. Και στην Οπερα υπάρχουν τέτοιες συμπεριφορές, όχι σεξουαλικής βίας, αλλά ψυχολογικής, κυρίως από σκηνοθέτες που έχουν πολύ μικρή σχέση με το αντικείμενο και αδυνατούν να εκμαιεύσουν αυτό που θέλουν.”
17
02

Αννέτα Καββαδία: Μόνο μια ριζοσπαστική Αριστερά με σαφές ιδεολογικό στίγμα και στη βάση προγράμματος μπορεί να είναι η απάντηση

Πολλές φορές – εκούσια ή ακούσια – παρατηρείται μία σύγχυση. Θα ήθελα κατ΄αρχάς να ξεκαθαρίσουμε ότι το Κέντρο είναι ένας πολιτικός όρος και υπ΄αυτή την έννοια ανοιχτός σε προσεγγίσεις αρκεί να παραμένει σαφές το δικό μας ιδεολογικοπολιτικό στίγμα. Από κει και πέρα, υπάρχει η διαβόητη μεσαία τάξη την οποία πρέπει να δούμε ποιοι την απαρτίζουν. Γιατί αν μιλάμε πχ για το τεράστιο πλήθος των μικρών και μεσαίων ιδιοκτητών, των μικροεπιχειρηματιών, των επιστημόνων, των ελεύθερων επαγγελματιών, των δημοσίων υπαλλήλων, των μεσαίων αγροτών - που στην, προ μνημονίων εποχή, έβλεπαν το εισόδημά τους να αυξάνεται συμβάλλοντας έτσι και στην κοινωνική τους άνοδο - τότε μιλάμε για τους ίδιους ανθρώπους που, μαζί με τους ασθενέστερους, «τσακίστηκαν» περισσότερο από την κρίση. Με τι αφήγημα λοιπόν απευθύνεσαι στους ανθρώπους αυτούς; Με ένα αφήγημα κεντρώων χαρακτηριστικών που έφτασαν τη σοσιαλδημοκρατία – και τον εγχώριο εκφραστή της, το ΠΑΣΟΚ - στο να είναι ο μεγάλος πολιτικός χαμένος την περίοδο της κρίσης ή με ένα αφήγημα που θα ανταποκρίνεται στις νέες τους ανάγκες και στις ανάγκες μιας περιόδου που οξύνει τους πολιτικούς και κοινωνικούς ανταγωνισμούς; Γιατί όταν παγκοσμίως ζούμε την άνοδο του νεοσυντηρητισμού, όταν έχουμε απέναντί μας την κυβέρνηση της ΝΔ - μια κυβέρνηση σκληρή νεοφιλελεύθερη, που βλέπει την κρίση ως ευκαιρία προώθησης της ιδεολογικοπολιτικής της ατζέντας – όταν η πανδημία ανασυνθέτει οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις, μόνο μια ριζοσπαστική Αριστερά με σαφές ιδεολογικό στίγμα και στη βάση προγράμματος μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να είναι η απάντηση. Και για να μην παρεξηγηθώ - επειδή πολύς λόγος γίνεται, άλλοτε καλοπροαίρετα και άλλοτε κακοπροαίρετα : είναι άλλο θέμα το σε ποιους απευθύνεσαι, αν απευθύνεσαι δηλαδή σε παραδοσιακά κεντρώους και κεντροαριστερούς ψηφοφόρους και άλλο αν αλλάζεις την πολιτική στρατηγική σου. Είμαι σαφέστατα υπέρ της πλατιάς απεύθυνσης. Ταυτόχρονα, είμαι της άποψης ότι σε περιόδους σαν αυτή που διανύουμε, όπου με αφορμή την ανάλγητη κυβερνητική πολιτική φουσκώνει ένα μεγάλο κύμα δυσαρέσκειας και γεννιέται μια νέα κατάσταση κοινωνικής ριζοσπαστικότητας – μια πρώτη γεύση έδωσαν τα ογκώδη πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια – ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χρέος να επιμένει αταλάντευτα στις αρχές και τις αξίες της Αριστεράς από τις οποίες μόνο κέρδος θα έχει, ηθικά και πολιτικά. Το να είμαστε, για παράδειγμα, ξεκάθαρα οριοθετημένοι απέναντι σε ξενοφοβικές κραυγές, να μην ανεχόμαστε την κατάλυση του κράτους δικαίου και το ενδεχόμενο να πεθάνει κρατούμενος από απεργία πείνας – όποιος και αν είναι αυτός – ή να παλεύουμε για τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, είναι κάτι που δεν πρέπει καν να συζητιέται. Υπάρχει 1,5 εκατομμύριο κόσμος που δεν πήγε να ψηφίσει στις τελευταίες εκλογές. Τον κόσμο αυτό, όπως και ένα μεγάλο ποσοστό της νεολαίας, που γυρίζει την πλάτη στην πολιτική, οφείλει να (επανα)προσεγγίσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ακούγοντας με προσοχή τι έχουν να μας πουν και έχοντας ως παράδειγμα προς αποφυγή, το καταδικασμένο – ακόμα και στη συνείδηση όσων κάποτε το υπηρέτησαν - μοντέλο των όποιων κεντρώων συναινέσεων που μόνο αποτελεσματικές δεν είναι, όπως αποδεικνύει και η πρόσφατη πολιτική ιστορία.