Macro

27
10

Χρήστος Καραγιαννίδης: Η αλήθεια

Η αλήθεια. Ο Νίκος Σαμπάνης τελικά δεν ήταν σεσημασμένος (δηλαδή είχε λευκό ποινικό μητρώο) αλλά είχε κατηγορηθεί για κλοπή μοτοποδηλάτου στα 14. Δεν οδηγούσε το αυτοκίνητο αλλά ήταν στο πίσω κάθισμα. Δεν οπλοφορούσε αλλά δέχτηκε αρκετές σφαίρες στο σώμα του και μερικές εξ' αυτών είναι διαμπερή τραύματα που σημαίνει πως δεν βρήκαν κάποιο εμπόδιο πριν τον χτυπήσουν. Το αυτοκίνητο δεν έκανε όπισθεν και δεν τραυμάτισε κανέναν αστυνομικό. Το κέντρο είχε διατάξει τους αστυνομικούς της ΔΙΑΣ να διακόψουν την καταδίωξη έτσι ώστε να μην διακινδυνεύσει κανείς (και οι αστυνομικοί) αλλά οι 7 από αυτούς παράκουσαν την διαταγή και συνέχισαν την καταδίωξη. Ο νόμος 3169/2003 λέει ξεκάθαρα πως "Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται εναντίον προσώπου που τρέπεται σε φυγή, όταν καλείται να υποστεί νόμιμο έλεγχο". Αυτά για τα όσα ψευδή και χυδαία ακούστηκαν. Η φωτογραφία είναι από την επίσκεψη αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ στον Ασπρόπυργο στην οικογένεια του Νίκου Σαμπάνη κατόπιν πρωτοβουλίας του Τομέα Δικαιωμάτων. Στην επίσκεψη ήταν παρόντες ο Γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Τζανάκοπουλος, βουλευτές και μέλη της ΚΕ.
27
10

Στη ζυγαριά η εξωστρέφεια του ελληνικού βιβλίου

Ο Έλληνας Υφυπουργός δεν παρουσίασε κανένα συνεκτικό σχέδιο, ούτε για την «ορατότητα» των επαγγελματιών της μετάφρασης, ούτε για μια μεταφραστική πολιτική (λ.χ. υποτροφίες, διμερείς ανταλλαγές, ερευνητικά προγράμματα για τους μηχανισμούς των λογοτεχνικών αγορών, συνεργασία με τα κέντρα νεοελληνικών σπουδών στα πανεπιστήμια του εξωτερικού κ.ά.). Μίλησε για τα σχέδιά του περισσότερο με γενικολογίες, με κλισέ, και με έναν αέρα απαξίας για τις δημόσιες πολιτικές του παρελθόντος. Αντιμετώπισε τον κλάδο σαν μια χούφτα έφηβους κουλτουριάρηδες που το θεωρούν «unsexy» (sic) να ζουν από τη δουλειά τους. Για τον κύριο Υφυπουργό, ο χώρος του Βιβλίου έχει κολλήσει σε διακρίσεις του τύπου «ποιοτικό- εμπορικό-μαζικό» και αντιμετωπίζει «το χρήμα ως ταμπού». Σημείωσε ότι «έκλεισαν τα βιβλία τους 18.000 άτομα στο διάστημα 2012-2019», χωρίς να αναφερθεί στην κρίση και δεν υποστήριξε δημόσιες πολιτικές ενίσχυσης, απαλλαγών, διευκολύνσεων κ.ά. για συγγραφείς, μεταφραστές, βιβλιοπώλες ή εκδότες. Ο δρόμος που προτείνει για τους δρώντες στον χώρο είναι, όπως είπε, η ανάπτυξη δεξιοτήτων και η «επιμόρφωση» σε τομείς όπως εκείνος της εξεύρεσης οικονομικών πόρων μέσω ποικίλων προγραμμάτων ή «partnership» κ.ο.κ.
26
10

Ενεργειακή ακρίβεια: Η ευρωπαϊκή «εργαλειοθήκη» δεν άνοιξε

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος αντιμετώπισης των διακυμάνσεων των τιμών των υδρογονανθράκων και των επιπτώσεων στο ενεργειακό κόστος, είναι το «οπλοστάσιο» του Green Deal , δηλαδή χρήση ενεργειακών πηγών χαμηλών ή μηδενικών εκπομπών άνθρακα και πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας. Η αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης δεν πρέπει να ανατρέψει τον στρατηγικό στόχο απανθρακοποίησης για το 2050. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τις ΑΠΕ περιορίζει το κόστος παραγωγής στο ένα τρίτο του κόστους των μονάδων ορυκτών καυσίμων. Στην πορεία της ενεργειακής μετάβασης οι ενεργειακές κρίσεις, αυθόρμητες η εργαλειοποιημενες, θα εκδηλώνονται και θα κορυφώνονται, οσο πλησιάζουμε στις δεσμευτικές ημερομηνίες επίτευξης των κλιματικών στόχων. Η χώρα μας είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις διακυμάνσεις των τιμών ορυκτών καυσίμων, δεδομένου η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας βασίζεται στο ΦΑ κατά 54,3%, ενώ στις ΑΠΕ κατά 36,1% ( EMBER, Σεπτ. 2021). Στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα ΕΣΕΚ, το βάρος του ΦΑ στην πρωτογενή κατανάλωση ενέργειας δεν υπερβαίνει το 22% και παραμένει περίπου σταθερό στη διάρκεια της τρέχουσας δεκαετίας. Η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ καθυστερεί και είναι επιβεβλημένη, όχι μόνο λόγω των δεσμευτικότερων στοχων του FitFor55 (μείωση των εκπομπών στο 55% για το 2030), αλλα και λόγω του χρησιμοποιούμενου διαφορετικού ενεργειακού μείγματος, που καθιστά εξαιρετικά αμφίβολη την επίτευξή των στόχων της απανθρακοποίησης στους επιθυμητούς χρόνους. Την παραμονή της συνέλευσης για το κλίμα COP26 στην Γλασκώβη, τον επόμενο μήνα, το σενάριο της ενεργειακής μετάβασης προς τη απανθρακοποίηση, δεν είναι καθόλου αισιόδοξο. Σύμφωνα με το UNEP (Οργανισμός του ΟΗΕ για το κλίμα), οι πολυεθνικές εταιρίες σχεδιάζουν να παράξουν το 2030 διπλάσια ποσότητα ορυκτών καυσίμων απ’ όση είναι συμβατή με τους στόχους συγκράτησης της υπερθέρμανσης του πλανήτη στο επίπεδο του 1,5ο Κελσίου! Οι εξορύξεις ορυκτών καυσίμων και η χρήση τους πρέπει άμεσα να ξεκινήσουν να περιορίζονται σταθερά, προκειμένου να αποφευχθεί η χειρότερη κλιματική καταστροφή.
26
10

Περιεκτική διαδρομή και διάλογος, θεματολογία, στόχοι

Ως κλίμα συζήτησης θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί θετικό και παραγωγικό με την έννοια ότι αναζήτησε συνθέσεις ή μείωση διαφωνιών. Υπήρξε συμβολή και των στελεχών της «ΡΕΝΕ», αλλά και άλλων. Η «Κίνηση Μελών» μάλλον φάνηκε ενοχλημένη από τη διάθεση σύνθεσης του Α. Τσίπρα. Η καταψήφιση, χωρίς υψηλούς τόνους στις τοποθετήσεις, ωστόσο, από τα στελέχη της «Ομπρέλας» οφειλόταν στην άποψη αρχής για τους διορισμούς συνέδρων ή στον αριθμό όσων περιλαμβάνουν οι ποσοστώσεις. Να σημειωθεί ότι υποστήριξαν ένα μικρότερο αριθμό μελών ΚΕ που θα εξασφάλιζε τη συμμετοχή ιδεολογικών ρευμάτων –πχ 10%– ενώ για τους προσκεκλημένους ήταν υπέρ, αλλά όχι με δικαίωμα ψήφου. Στον απόηχο των προβλημάτων που προέκυψαν στις πρόσφατες νομαρχιακές συνδιασκέψεις, με τις γνωστές λίστες εγγραφών και εγγραφές δια αντιπροσώπων (κατά κανόνα νυν και πρώην βουλευτών) έγινε συζήτηση για το πώς δεν θα επαναληφθούν. Η συμφωνία υπήρξε ευρεία και ο ίδιος ο Α. Τσίπρας ζήτησε για να μην ξανασυμβούν τέτοια νοσηρά φαινόμενα, να είναι απέναντι όλοι. Αποφασίστηκε οι κομματικοί κατάλογοι να κλείσουν –στις ΟΜ και στον i-syriza– στις 15 Ιανουαρίου. Οι σύνεδροι να εκλεγούν από τις ΟΜ μεταξύ 10 – 14 Φεβρουαρίου. Τέθηκε από μέλη του ΠΣ και ζήτημα συνεδρίασης της υπνώττουσας ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν έγινε αποδεκτό. Καθώς η συζήτηση επικεντρώθηκε στα δυο θέματα που προαναφέρθηκαν δεν έτυχε της δέουσας προσοχής παρέμβαση του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Είναι 21 δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ που αποσκοπούν στην κωδικοποίηση του προγράμματός του. Είχαν ευρεία – διατασική – αποδοχή.
26
10

Κώστας Πουλάκης: Ανοχύρωτη κοινωνία, ανυπόληπτη κυβέρνηση

Μπροστά σε μια τρομακτική προοπτική, που κινδυνεύει να εξανεμίσει τα εισοδήματα εργαζομένων και συνταξιούχων, να υπονομεύσει ακόμη περισσότερο τη βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τελικά να αμφισβητήσει ακόμα και την πρόσβαση σε βασικά αγαθά, όπως η θέρμανση και τα είδη διατροφής, η κοινωνία αισθάνεται ανυπεράσπιστη και ανοχύρωτη: σχεδόν επτά στους δέκα πολίτες χαρακτηρίζουν ανεπαρκή και αναποτελεσματικά τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση. Το αίσθημα πραγματικής, ουσιαστικής ασφάλειας, το να μπορεί να θεωρεί δηλαδή κάθε πολίτης δεδομένες τις βασικές παραμέτρους της καθημερινότητάς του, είναι σε τελική ανάλυση το βασικό κριτήριο της επιτυχούς διακυβέρνησης. Και είναι σαφές ότι εδώ η κυβέρνηση αποτυγχάνει ξανά και ξανά. Η αρχική συσπείρωση της κοινωνίας γύρω από την κυβερνητική ηγεσία με το ξέσπασμα της πανδημίας δεν ήταν, όπως είχαμε ξαναπεί, λευκή επιταγή, αλλά αποτελούσε έκφραση ενός αιτήματος προστασίας σε καιρό κινδύνου. Πολύ κακώς λοιπόν η κυβέρνηση θεώρησε ότι μπορεί να εξασφαλίζει τη στήριξη της κοινωνίας στο διηνεκές με μόνο όχημα τη σκανδαλώδη στήριξή της από τα μέσα ενημέρωσης, χωρίς να αντιμετωπίσει κανένα από τα τεράστια προβλήματα και κινδύνους που βιώνουν οι πολίτες. Μάλιστα, αυτή η σκανδαλώδης επικοινωνιακή στήριξη όχι απλώς δεν αρκεί πια για να εξασφαλίσει τη συναίνεση της κοινωνίας, αλλά αντίθετα λειτουργεί ως πρόκληση και επισύρει την κοινωνική αγανάκτηση. Η επιλεκτική στήριξη των φιλικών μέσων με τις λίστες Πέτσα με αντάλλαγμα τον διαρκή εξωραϊσμό της πραγματικότητας, η οποία όμως γίνεται όλο και πιο σκληρή, όλο και λιγότερο δεκτική “φτιασιδώματος". Έτσι δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το 71% των πολιτών συμφωνεί με την πρόταση για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τις ενισχύσεις των ΜΜΕ. Τα δύο αυτά στοιχεία που αναφέραμε συγκροτούν και το σημερινό εκρηκτικό κοινωνικό και πολιτικό μείγμα. Μια κοινωνία που αισθάνεται (και είναι) ανοχύρωτη δεν μπορεί να εναποθέσει την εμπιστοσύνη και τις ελπίδες της σε μια κυβέρνηση που φαίνεται (και είναι) ανυπόληπτη.
26
10

Έφη Αχτσιόγλου: Κυβέρνηση των ανισοτήτων

Με τις ανατιμήσεις να αφορούν πια όχι μόνο την ενέργεια, αλλά σχεδόν το σύνολο των ειδών ευρείας κατανάλωσης, η κυβέρνηση αρνείται να λάβει ουσιώδη μέτρα προστασίας, παραδίδοντας ουσιαστικά τα λαϊκά και μεσαία στρώματα στη δίνη της κρίσης ακρίβειας. Αρνείται να προχωρήσει σε μειώσεις των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα, πράγμα που θα μπορούσε να προστατεύσει το εισόδημα των πολιτών, κρατά καθηλωμένο τον κατώτατο μισθό, ενώ έχει ήδη φροντίσει να σφραγίσει τις οδούς αύξησης των μισθών (δηλαδή τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας). Παράλληλα εκχωρεί τον ενεργειακό πυλώνα της χώρας σε ιδιώτη διαμηνύοντας στους πολίτες ότι ήταν και θα παραμείνουν απροστάτευτοι απέναντι στο σαρωτικό κύμα ακρίβειας. Με τις πράξεις αυτές ή τη σκόπιμη αδράνειά της οδηγεί τελικά σε μείωση του πραγματικού εισοδήματος των πολιτών. Και μιλώ για σκοπιμότητα διότι την ίδια στιγμή επιλέγει να χρησιμοποιήσει τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο για να μειώσει ακόμη μία φορά τη φορολογία κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων, τον φόρο συσσώρευσης κεφαλαίου και τον φόρο για γονικές παροχές ύψους 800.000 ευρώ. Εισόδημα, βέβαια, αφαιρεί η κυβέρνηση και μέσω των πολιτικών αποκλεισμού που εφαρμόζει στην Παιδεία. Με 40.000 παιδιά να αποκλείονται από τα δημόσια πανεπιστήμια, την ώρα που εξισώνονται τα πτυχία των κολεγίων με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων, δίνοντας πρόσβαση σ’ ένα καλύτερο μέλλον μόνο στους έχοντες. Και τώρα στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, με τον διαχωρισμό των σχολείων σε δύο κατηγορίες, την παράδοσή τους στην υποχρηματοδότηση και την αναζήτηση ιδιωτών χορηγών για να καλύψουν τις ανάγκες τους, ορίζει ως προφανή θύματα τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών που δεν έχουν άλλη επιλογή για την εκπαίδευσή τους. Σ’ αυτή την κοινωνική δυστοπία η οικονομία σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης μετά από μία χρονιά ύφεσης 9%. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη του τι σημαίνει κυβέρνηση των ανισοτήτων.
26
10

Η ενότητα στη δράση προηγείται της εκλογικής ανόδου

Αξίζει να θυμίσουμε ότι της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία είχε προηγηθεί η ενότητα των αντιμνημονιακών δυνάμεων στη βάση, μέσα από μια τρίχρονη κινηματική εποποιΐα (2010-2012). Κόμματα, συνδικάτα, οργανώσεις και συλλογικότητες είχαν συμπαραταχθεί έμπρακτα, επιτυγχάνοντας μια αξιοσημείωτη ενότητα. Σε αυτό το κοινωνικο-πολιτικό φόντο διατυπώθηκε οραματικά η πρόταση περί κυβέρνησης της Αριστεράς. Και στο ίδιο πλαίσιο μπορεί να γίνει αποδεκτή και η πρόταση περί προοδευτικής κυβέρνησης. Τα δείγματα ωστόσο μιας τέτοιας προαπαιτούμενης ενότητας μέχρις ώρας είναι ελάχιστα: η κοινή στάση των αριστερών (κοινοβουλευτικών και μη) κομμάτων απέναντι στην απαγόρευση των συναθροίσεων κατά τον εορτασμό του Πολυτεχνείου και η από κοινού στήριξη της εξεταστικής για τη χειραγώγηση ΜΜΕ και δημοσκοπήσεων. Και οι δύο αυτές, ιδίως δε η πρώτη πρωτοβουλία, έγιναν δεκτές με ανακούφιση και θετικές προσδοκίες από τον δημοκρατικό κόσμο και από μαχητικά κομμάτια των υποτελών τάξεων και των κινημάτων. Με ακόμα πιο θετικά συναισθήματα, όμως, υποδέχθηκε αυτός ο κόσμος την κινηματική συνεργασία που οδήγησε στη μεγαλειώδη κινητοποίηση και εν τέλει στη νίκη των εργαζομένων της e-food. Η σύμπραξη συνδικαλιστικών δυνάμεων με ετερόκλητες πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές, οι οποίες μάλιστα διατηρούν σχέσεις αντιπαλότητας μεταξύ τους (από το ΠΑΜΕ μέχρι τον αντιεξουσιαστικό χώρο), εμπέδωσε την ιδέα ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε απέναντι στον κοινό αντίπαλο της Δεξιάς και της σκληρής εργοδοσίας, αρκεί να είμαστε ενωμένοι παρά τις διαφωνίες μας. Τέτοιες πρωτοβουλίες πρέπει να πολλαπλασιαστούν προς όφελος όλων, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ των αντινεοφιλελεύθερων δυνάμεων, να σφυρηλατηθεί η ενότητα μεταξύ τους, να δημιουργηθεί ο απαραίτητος ενθουσιασμός που λειτουργεί μεταδοτικά (σε αντίθεση με την παθητική και σιωπηλή υποστήριξη μιας «αντιδεξιάς δύναμης») και έτσι να δημιουργηθεί «παράσταση νίκης». Οι ευκαιρίες θα είναι πολλές, αρχής γενομένης της επικείμενης μάχης για να σπάσει το απόστημα της συντήρησης και του αυταρχισμού στον Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας. Μια επιτυχία των αριστερών δυνάμεων θα αναπτερώσει το ηθικό των προοδευτικών, κυρίως νέων σε ηλικία, αγωνιστών και θα επικυρώσει μετά από καιρό τα οφέλη της σύμπλευσης της διανόησης και των κινημάτων σε θέματα δημοκρατικών ελευθεριών, πρώτα στο δρόμο και μετά στα υπόλοιπα επίπεδα του πολιτικού στίβου. Με λίγα λόγια, ο κοινός αγώνας των προοδευτικών δυνάμεων πριν την κάλπη ή τις κάλπες (αυτοδιοικητικές, συνδικαλιστικές, κ.λπ.) θα φέρει την πολιτική και εκλογική ανατροπή, και όχι το αντίστροφο. Άλλωστε, σε μια εποχή μέγιστης κρίσης της αντιπροσώπευσης, ο δημοκρατικός κόσμος δεν ενδιαφέρεται για τις συνεννοήσεις κορυφής, ούτε κάνει τον κομπάρσο κανενός.
26
10

Το πολωνικό σύμπτωμα μιας ευρωπαϊκής ασθένειας

Ο Μοραβιέτσκι έδειξε να μιλά εξ ονόματος πολλών, όταν υποστήριξε ότι η ΕΕ ξεπερνά πλέον το όριο αρμοδιοτήτων, που είναι διατεθειμένο να παραχωρήσει ένα εθνικό κράτος. Ή όταν κατηγόρησε τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι «σφετερίζονται εξουσίες, που δεν διαθέτουν βάσει των συνθηκών και επιβάλλουν τη θέλησή τους στα κράτη μέλη». Όπως εύστοχα παρατήρησαν κάποιοι στις Βρυξέλλες η στάση του πρέπει να προκάλεσε ρίγη, ανάλογα εκείνων που είχε προκαλέσει το «Όχι» των Γάλλων και Ολλανδών στο ξεχασμένο πια ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Τότε που αποδείχτηκε ότι η εθνική κυριαρχία ήταν ένα κεκτημένο, από το οποίο δεν ήθελαν να παραιτηθούν ολοκληρωτικά ορισμένες κοινωνίες. Αυτή την «κυριαρχία» επικαλείται τώρα και η πολωνική κυβέρνηση (και δικαιοσύνη) και πίσω της κρύβονται μια σειρά ακόμα χώρες. Η στάση της κυβέρνησης της Βαρσοβίας δείχνει καλά μελετημένη. Πατάει σε νομικές ασάφειες, αλλά και σε μια ευρέως διαδεδομένη δυσαρέσκεια σε μεγάλα τμήματα αρκετών κοινωνιών για τον τρόπο που λειτουργεί η Ένωση. Και οι πολωνοί λαϊκιστές, όπως και πολλοί ομοϊδεάτες τους σε άλλες πρωτεύουσες δεν αισθάνονται κανένα φόβο από τις απειλές της «διορισμένης» και εξαιρετικά φτωχού πολιτικού διαμετρήματος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Η τελευταία προειδοποιεί ότι «αυτά που συμβαίνουν στην Πολωνία απειλούν τα ίδια τα θεμέλια της ΕΕ». Εν μέρει έχει δίκιο. Αλλά δεν συμβαίνουν μόνο εκεί και δεν ξεκίνησαν τώρα. Πηγάζουν από αδυναμίες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, που οι όψιμοι οραματιστές του πίστεψαν ότι μπορεί να στηθεί αποκλειστικά πάνω στο ελεύθερο εμπόριο, σε ανταλλαγές φοιτητών και... φτηνότερο roaming. Οι Ευρωπαίοι επιμένουν να συγκαλύπτουν ένα βαθιά πολιτικό πρόβλημα, πίσω από νομικίστικες αντιδικίες και αόριστες «αξιακές» επικλήσεις. Όσο δεν παραδέχονται ότι μόνο η «οικονομική» ενοποίηση είναι αυτή που έχει ουσιαστικά προχωρήσει, κι αυτή μάλιστα ημιτελώς, τόσο θα συνεχίζουν να ονειρεύονται σταθερότητα πάνω σε ένα οικοδόμημα με ασταθή θεμέλια. Και θα γίνονται ολοένα και πιο ευάλωτοι σε εκβιασμούς λαϊκιστών, που γνωρίζουν πολύ καλύτερα από τις Βρυξέλλες τι ακριβώς επιθυμεί να ακούσει η εγχώρια τους εκλογική πελατεία.
25
10

Μιλώντας για την τέχνη, για την πολιτική, για την πραγματική ζωή

Κεν Λόουτς, Εντουάρ Λουί «Διάλογος για την τέχνη και την πολιτική», μετάφραση: Στέλα Ζουμπουλάκη, εκδόσεις Αντίποδες, 2021 Οι δύο συνομιλητές ξεκινούν τη συζήτηση από το δίλημμα που θέτει ο σημερινός καπιταλισμός για την εργασία, για τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες («ή θα πεθάνετε από την πείνα ή θα πεθάνετε στη δουλειά»), ενώ ο Λουί παραδέχεται ότι για το βιβλίο του Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου επηρεάστηκε από την ταινία του Λόουτς Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ και την ψυχολογική και σωματική συντριβή ενός ανθρώπου από τον κρατικό μηχανισμό την οποία απεικονίζει. «Το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας», στην Αγγλία τουλάχιστον, «έχει τιμωρητικό χαρακτήρα», λέει ο Λόουτς, για να προσθέσει: «Πρόκειται για βία. Και μιλώ για συνειδητή βία». Ή αλλιώς, όπως λέει ο Λουί, πρόκειται για «την κοινωνική βία και τις οικονομικές ανισότητες». Το φάσμα των θεμάτων που θίγονται είναι ευρύτατο: από τη συλλογικότητα και την «ηθική του αγώνα», τον Τύπο («οι ιδέες της δεξιάς είναι πανταχού παρούσες στα μέσα ενημέρωσης»), τη θεσμική βία (είτε των αστυνομικών και των δικαστών είτε των ανισοτήτων) και τους άστεγους («αυτή η βία είναι υπερβολικά ορατή»), την τέχνη και τον «λόγο των κυρίαρχων» γι’ αυτήν («η τέχνη δημιουργείται υπό μια συνθήκη οργής», λέει ο ένας, «η τέχνη πρέπει να είναι ανατρεπτική», συμπληρώνει ο άλλος), για το κατεστημένο στην τέχνη και τη «βία του πολιτισμικού κεφαλαίου» (που «μπορεί να είναι ακόμη πιο ισχυρή από εκείνη του οικονομικού κεφαλαίου»), μέχρι βεβαίως το θέμα της Αριστεράς και της σχέσης της με τις υποτελείς τάξεις: ο Λόουτς επικρίνει εκείνη την Αριστερά που «έχει σταματήσει να μάχεται για τις λαϊκές τάξεις» και «έχει ταυτιστεί με τα συμφέροντα των εργοδοτών», ενώ ο Λουί επαναλαμβάνει την κριτική του για «το γεγονός ότι τα κόμματα της θεσμικής αριστεράς εξαφάνισαν σταδιακά από το λόγο τους τούς φτωχούς, την οικονομική επισφάλεια και την κοινωνική βία», θεωρώντας το τη βασική αιτία που οι λαϊκές τάξεις εγκαταλείπουν την Αριστερά ή ακόμα και στρέφονται στην ακροδεξιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συζήτησή τους οι δύο συνομιλητές αποφεύγουν τα στερεότυπα και τις ευκολίες και θίγουν ή και εμβαθύνουν σε πιο δύσβατα θέματα, όπως π.χ. ο ρόλος της κοινότητας ή μια πιθανή εξιδανικευτική καρικατούρα των λαϊκών τάξεων. Λίγες σελίδες έχει αυτό το βιβλίο, αλλά κάθε σελίδα του σκαλίζει θέματα κρίσιμα, πυροδοτεί προβληματισμούς, συμφωνίες, διαφωνίες, σε μια εύφορη συζήτηση δύο ανθρώπων που, για να επανέλθω στο επίμετρο, «συμμερίζονται μια κοινή στάση: αντιμετωπίζουν τα ερωτήματα από τη σκοπιά των από κάτω».
25
10

Ποιοι είναι, τι φοβούνται, τι πιστεύουν οι ανεμβολίαστοι

Συνάγεται ότι η απόφαση για εμβολιασμό ή μη εμβολιασμό διασταυρώνεται και με τη δυναμική των πολιτικών εξελίξεων υπό τις εξής δύο έννοιες. Από τη μία, μεταξύ όσων έχουν εμβολιαστεί διαπιστώνεται η πλειοψηφική απόρριψη της κυβερνητικής διαχείρισης, αλλά με όρους που παραπέμπουν στους κεντρικοπολιτικούς συσχετισμούς. Από την άλλη, μεταξύ των μη εμβολιασμένων η δυσπιστία απέναντι στον εμβολιασμό πλαισιώνεται από μια καθολική αμφισβήτηση της κυβερνητικής επίδοσης στη διαχείριση της πανδημίας. Αυτή η αμφισβήτηση φαίνεται να έχει δύο πτυχές. Αφενός μια αντικυβερνητική, δηλαδή μια εναντίωση στον τρόπο με τον οποίο η συγκεκριμένη κυβέρνηση έχει αποφασίσει να διαχειριστεί την πανδημία και την εμβολιαστική εκστρατεία. Αφετέρου μια ευρύτερη «αντι-συστημική» ή και «αντι-πολιτική», που σχετίζεται με διαχρονικότερες τάσεις/εκδηλώσεις κρίσης εμπιστοσύνης και κρίσης θεσμών. Από το σύνολο των παραπάνω ευρημάτων σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο ρυθμός των νέων εμβολιασμών κρίνεται ως μη ικανοποιητικός από τους αρμόδιους φορείς, ενώ και η εμβολιαστική κάλυψη υπολείπεται του ευρωπαϊκού μ.ό. ή και των από την πολιτεία επιδιωκόμενων στόχων, προκύπτουν τα εξής: Η κυβερνητική στρατηγική στη βάση μιας λογικής «προνομίων», «ποινών»/«αποκλεισμών» και ατομικής «υπευθυνότητας»/«ρίσκου» εκ του αποτελέσματος δεν έχει φανεί επαρκής. Και όχι μόνον αυτό, αλλά μοιάζει να υποδαυλίζει μια συμβολική διαίρεση μεταξύ εμβολιασμένου και μη εμβολιασμένου πληθυσμού -η οποία φαίνεται να επιχειρείται να συντηρηθεί και ως κεντρικοπολιτική πόλωση- που φαίνεται να παράγει τα αντίθετα αποτελέσματα. Η πόλωση που προκαλείται δεν επιτρέπει την κατανόηση της ετερογένειας του πληθυσμού των μη εμβολιασμένων. Η δε προσέγγισή του, όχι ορθά όπως φαίνεται από τα ευρήματα της έρευνας, ως ενιαίου και ομοιογενούς διαμορφώνει και εξ αντανακλάσεως ευνοϊκό έδαφος για την επιδραστικότητα της ανορθολογικής αντιεμβολιαστικής προπαγάνδας. Η οποία, σύμφωνα και με πρόσφατη μελέτη για τα κοινωνικά δίκτυα (Σμυρναίος, Παπαευαγγέλου, Τσιμπούκης, 2021), κυριαρχείται από ακροδεξιές και εν γένει αντιδημοκρατικές δυνάμεις. Λαμβάνοντας αυτά υπόψη και σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, για την ενίσχυση του ρυθμού νέων εμβολιασμών και την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης χρειάζεται η έγκληση μέρους τού μη εμβολιασμένου πληθυσμού, κάτι για το οποίο φαίνεται να απαιτείται άλλο μείγμα στην εκστρατεία πειθούς και σίγουρα όχι η λογική της παραίτησης «η πολιτεία δεν έχει κάτι άλλο να κάνει».