Macro

Το πολωνικό σύμπτωμα μιας ευρωπαϊκής ασθένειας

Την περασμένη Τρίτη στο κοινοβούλιο οι τόνοι ανέβηκαν σε ασυνήθιστα υψηλά για τον χώρο επίπεδα. Ο «καλεσμένος» πρωθυπουργός μιας χώρας–μέλους δεν έκανε μια διεκπεραιωτική ή πανηγυρική ομιλία όπως συχνά συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις. Και η πρόεδρος της Κομισιόν αναγκάστηκε να ξεφύγει από τα γνωστά «ξύλινα πλαίσια» με τις αισιόδοξες μεγαλοστομίες, που έχουν γίνει σήμα κατατεθέν των ομιλιών της μπροστά στο μοναδικό εκλεγμένο σώμα της ΕΕ.
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν απείλησε ανοικτά την Πολωνία με κυρώσεις που μπορεί να έχουν κάτι περισσότερο από μια διαδικαστική, νομικίστικη μορφή και να φτάσουν μέχρι και σε περικοπές χρηματοδοτήσεων ή ακόμα και αφαίρεση δικαιωμάτων ψήφου. Από τη μεριά του ο Ματέους Μοραβιέτσκι δεν δίστασε να κατηγορήσει τα κοινοτικά όργανα για απειλές και εκβιασμούς και να προειδοποιήσει ότι η ΕΕ απειλείται ακόμα και με διάλυση, αν συνεχίσει να λειτουργεί με συγκεντρωτικές μεθόδους από όργανα που στερούνται δημοκρατικού ελέγχου. Δεν το λες, λοιπόν, και κλίμα «οικογενειακής ενότητας και ομοθυμίας».
Η σύγκρουση που απειλεί να μπει σε πορεία εκτροχιασμού έχει ξεκινήσει ουσιαστικά εδώ και χρόνια, με αφορμή κυρίως αμφιλεγόμενες μεταρρυθμίσεις του κυβερνώντος κόμματος «Νόμου και Δικαιοσύνης», αλλά και αντιδημοκρατικές παρεμβάσεις σε μια σειρά από τομείς, όπως αυτός του Τύπου. «Πυρακτώθηκε» μετά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου στη Βαρσοβία να αξιολογήσει το εθνικό δίκαιο της χώρας ως υπεράνω του ευρωπαϊκού. Και από εκεί ξεκίνησε ένα απίστευτο πινγκ–πονγκ μεταξύ των δύο πλευρών, που γνωρίζουν ότι από τη στιγμή που μπήκαν στη λογική της αντιπαράθεσης, θα είναι πολύ δύσκολο για μία από τις δύο να υποχωρήσει με αξιοπρέπεια.
Οι «φιλοευρωπαίοι» Πολωνοί
Η σκέψη και μόνο του «πολυφορεμένου» τις τελευταίες εβδομάδες «Polexit» μοιάζει εντελώς αλλόκοτη. Η Πολωνία είναι μια χώρα που έχει ωφεληθεί σημαντικά από τη διεύρυνση του 2004, είναι από εκείνες που λαμβάνουν περισσότερα απ’ όσα συνεισφέρουν στα κοινοτικά ταμεία. Οι πολίτες της διευκολύνθηκαν στην «οικονομική μετανάστευση» εντός της ΕΕ. Σε τελευταία ανάλυση σε ποσοστά πάνω από το 80% δηλώνουν φιλοευρωπαίοι. Από την άλλη, μπορεί κανείς να αντιτείνει ότι ψηφίζουν εδώ και μια δεκαετία περίπου ένα κόμμα με σαφή αντιευρωπαϊκό και λαϊκίζοντα λόγο. Αυτό είναι μια παραδοξότητα. Με την απαραίτητη διευκρίνιση ότι κανείς επίσημος κυβερνητικός παράγοντας δεν μιλάει για έξοδο, για αποχώρηση από την ΕΕ. Ακόμα και σε αυτή την «επιθετική» του ομιλία στο ευρωκοινοβούλιο, ο Μοραβιέτσκι επανέλαβε ότι ή χώρα του είναι ένα «πιστό μέλος της Ένωσης».
Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης
Ποιος ο λόγος, λοιπόν, για την τόσο νευρική αντίδραση από τις Βρυξέλλες, πριν ακόμα δημοσιευτεί επίσημα η σχετική απόφαση του πολωνικού δικαστηρίου; Θα έλεγε κανείς ότι αυτή τη φορά οι δικαστές από τη Βαρσοβία άγγιξαν ένα πολύ ευαίσθητο σημείο του μηχανισμού των Βρυξελλών. Το ένστικτο αυτοσυντήρησης των γραφειοκρατών στις Βρυξέλλες χτύπησε κόκκινο. Όχι μόνο λόγω της πρόσφατης εμπειρίας του Brexit, που μπορεί να προκάλεσε μπελάδες στους ίδιους τους Βρετανούς, αλλά αδιαμφισβήτητα «κόντυνε» πολιτικά την ΕΕ. Υπάρχει και κάτι πιο ευρύ. Γιατί αυτά που «ξεστόμισε» ο Μοραβιέτσκι μπροστά στους ευρωβουλευτές, δεν είναι μόνο δικές του σκέψεις. Και δεν είναι όλα αναληθή.
Γι’ αυτό τον λόγο μπορεί να άγγιξε τις καρδιές όχι μόνο των αντιευρωπαϊστών από ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά ίσως και κάποιων ήπιων ευρωσκεπτικιστών, που βλέπουν δόσεις αλήθειας μέσα στα λεγόμενά του. Μεταξύ αυτών και πολλοί κεντροδεξιοί, που φυσικά θυμούνται πόσο σημαντικές δόσεις πατριωτισμού επιστρατεύονται κάθε φορά από τη μεριά τους, για να κερδηθούν (προ)εκλογικές μάχες, σε μια εποχή που η ιδέα της «Ευρώπης των Εθνών» μοιάζει να γοητεύει όσο ποτέ άλλοτε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Το κράτος δικαίου ως «λάστιχο»
Ο πρωθυπουργός της Πολωνίας μίλησε για παράδειγμα για δύο μέτρα και σταθμά. Δεν εννοούσε μόνο διαφορετικές συμπεριφορές απέναντι σε διαφορετικές χώρες με τα παλιά και ισχυρά μέλη να τυγχάνουν συχνότερα «ασυλίας», όπως για παράδειγμα συνέβη με τη Γερμανία και τη Γαλλία. Ουσιαστικά θύμισε στους ευρωπαίους αξιωματούχους ότι ήταν η ίδια η Ανγκέλα Μέρκελ που είχε συμφωνήσει να αφήσει προσωρινά στην άκρη την «κατοχύρωση του κράτους δικαίου», όταν για παράδειγμα ήθελε να εξασφαλίσει τη στήριξη στην υποψηφιότητα της φον ντερ Λάιεν από τον Πολωνό Κατσίνσκι και τον Ούγγρο Όρμπαν. Ή όταν ζητούσε την ψήφο των δύο για να εγκριθεί ομόφωνα το «πακέτο» του Ταμείου Ανάκαμψης. Τότε οι αρχές του «κράτους δικαίου» έμοιαζαν με ένα λάστιχο, που μπορεί να τεντωθεί υπέρμετρα, ανάλογα με τις ανάγκες των καιρών. Για να μην ξεχνιόμαστε: το Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης είχε δεδηλωμένες θέσεις από την ίδρυσή του το 2001 και κυβερνά αυτοδύναμα από το 2015.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ο Μοραβιέτσκι έδειξε να μιλά εξ ονόματος πολλών, όταν υποστήριξε ότι η ΕΕ ξεπερνά πλέον το όριο αρμοδιοτήτων, που είναι διατεθειμένο να παραχωρήσει ένα εθνικό κράτος. Ή όταν κατηγόρησε τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι «σφετερίζονται εξουσίες, που δεν διαθέτουν βάσει των συνθηκών και επιβάλλουν τη θέλησή τους στα κράτη μέλη».
Όπως εύστοχα παρατήρησαν κάποιοι στις Βρυξέλλες η στάση του πρέπει να προκάλεσε ρίγη, ανάλογα εκείνων που είχε προκαλέσει το «Όχι» των Γάλλων και Ολλανδών στο ξεχασμένο πια ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Τότε που αποδείχτηκε ότι η εθνική κυριαρχία ήταν ένα κεκτημένο, από το οποίο δεν ήθελαν να παραιτηθούν ολοκληρωτικά ορισμένες κοινωνίες. Αυτή την «κυριαρχία» επικαλείται τώρα και η πολωνική κυβέρνηση (και δικαιοσύνη) και πίσω της κρύβονται μια σειρά ακόμα χώρες.
Η στάση της κυβέρνησης της Βαρσοβίας δείχνει καλά μελετημένη. Πατάει σε νομικές ασάφειες, αλλά και σε μια ευρέως διαδεδομένη δυσαρέσκεια σε μεγάλα τμήματα αρκετών κοινωνιών για τον τρόπο που λειτουργεί η Ένωση. Και οι πολωνοί λαϊκιστές, όπως και πολλοί ομοϊδεάτες τους σε άλλες πρωτεύουσες δεν αισθάνονται κανένα φόβο από τις απειλές της «διορισμένης» και εξαιρετικά φτωχού πολιτικού διαμετρήματος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Η τελευταία προειδοποιεί ότι «αυτά που συμβαίνουν στην Πολωνία απειλούν τα ίδια τα θεμέλια της ΕΕ». Εν μέρει έχει δίκιο. Αλλά δεν συμβαίνουν μόνο εκεί και δεν ξεκίνησαν τώρα. Πηγάζουν από αδυναμίες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, που οι όψιμοι οραματιστές του πίστεψαν ότι μπορεί να στηθεί αποκλειστικά πάνω στο ελεύθερο εμπόριο, σε ανταλλαγές φοιτητών και… φτηνότερο roaming.
Οι Ευρωπαίοι επιμένουν να συγκαλύπτουν ένα βαθιά πολιτικό πρόβλημα, πίσω από νομικίστικες αντιδικίες και αόριστες «αξιακές» επικλήσεις. Όσο δεν παραδέχονται ότι μόνο η «οικονομική» ενοποίηση είναι αυτή που έχει ουσιαστικά προχωρήσει, κι αυτή μάλιστα ημιτελώς, τόσο θα συνεχίζουν να ονειρεύονται σταθερότητα πάνω σε ένα οικοδόμημα με ασταθή θεμέλια. Και θα γίνονται ολοένα και πιο ευάλωτοι σε εκβιασμούς λαϊκιστών, που γνωρίζουν πολύ καλύτερα από τις Βρυξέλλες τι ακριβώς επιθυμεί να ακούσει η εγχώρια τους εκλογική πελατεία.

Κώστας Αργυρός

Πηγή: Η Εποχή