Macro

15
11

Σία Αναγνωστοπούλου: Σταγόνες μνήμης για μια βεβιασμένη συμφιλίωση

Ερώτημα πρώτο λοιπόν: αποδίδει η ταινία «Καλάβρυτα 1943» τη φρίκη του ναζισμού; Σε καμιά περίπτωση δεν την αποσιωπά ή την αποκρύπτει. Όμως δεν την φωτίζει με αμετάκλητο τρόπο. Και αυτό νομίζω –τουλάχιστον στα μάτια ενός ιστορικού- είναι το σημαντικότερο πρόβλημα της ταινίας. Η ένταση του αμετάκλητου, του αδιαπραγμάτευτου, του ανείπωτου λείπει. Δεν φταίει όμως για αυτό το αφηγηματικό στοιχείο του «καλού αυστριακού ναζί» που ανοίγει την πόρτα του σχολείου για να σωθούν οι γυναίκες και τα κορίτσια, που παρεισφρέει στην ταινία. Το αμετάκλητο, το αδιαπραγμάτευτο, της ναζιστικής φρίκης δεν έχει μελοδραματικότητα. Έχει δραματικότητα. Έχει ένταση, τρόμο και απέραντη απελπισία. Δεν αποδίδονται στην ταινία αυτά. Μόνο στο «θεϊκό» πρόσωπο του Μαξ Φον Σίντοφ, που γεμίζει την οθόνη –δυστυχώς σε ελάχιστες στιγμές- αποτυπώνεται όλος ο πόνος από την απίστευτη τραγωδία. Αποτυπώνεται το ανείπωτο! Σε καμιά άλλη περίπτωση, ούτε στην εκτέλεση των αντρών και των αγοριών, ούτε στην αναζήτηση των δικών τους νεκρών από τις γυναίκες μέσα στο σωρό των εκτελεσμένων στο λόφο του μαρτυρίου. Και εδώ κατά τη γνώμη μου εντοπίζεται ένα παράθυρο διαπραγμάτευσης της φρίκης στην ταινία: περισσότερη ένταση έχει η σκηνή όταν ο «καλός ναζί» ανοίγει με το πόδι του την πόρτα του σχολείου, παρά οποιαδήποτε άλλη σκηνή φρίκης. Ερώτημα δεύτερο: προσπαθεί η ταινία να παραχαράξει και να αναθεωρήσει την Ιστορία; Δεν νομίζω ότι αυτή είναι η, συνειδητή τουλάχιστον, πρόθεση των συντελεστών της. Έχει τα πάντα η ταινία για να την καθιστά αξιόπιστη ιστορικά. Και το τραγικό γεγονός του Ολοκαυτώματος, και την ιστορική και ηθική νομιμότητα των αποζημιώσεων και τον επιζήσαντα πρωταγωνιστή (Μαξ Φαν Σίντοφ) που μαρτυρά το παρελθόν. Δεν έχει μόνο αυτά όμως. Έχει και τα άλλα. Το παρόν, το σήμερα, που συνδιαλέγεται με το παρελθόν κατεξοχήν μέσα από την πρωταγωνίστρια. Από τη Γερμανίδα, δικηγόρο του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, που τελικά πείθεται, χάρη στη μαρτυρία του επιζήσαντα και στα αρχεία που μελετά, για τη βασιμότητα των αποζημιώσεων. Έχει επίσης και την «ουρά» του «καλού ναζί»: τη γυναίκα του που βεβαιώνει ότι αυτός ήταν «καλός». Αυτό το πήγαινε-έλα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, χωρίς καμιά ένταση ούτε στο ένα ούτε στο άλλο, όπου και στους δύο χρόνους οι δυνατοί σύνδεσμοι είναι ο «καλός ναζί» και η μεταστραφείσα δικηγόρος –πολύ λιγότερο ο επιζήσας πρωταγωνιστής- καθιστά την Ιστορία επίπεδη, χωρίς τις αιχμές της και τις τραγικές γωνίες της. Αυτό που μένει τελικά –τουλάχιστον στα δικά μου μάτια- είναι μια ταινία «βεβιασμένης συμφιλίωσης» του παρελθόντος με το παρόν, με όλα τα αφηγηματικά στοιχεία που αυτή η συμφιλίωση παρελθόντος-παρόντος απαιτεί. Αυτό είναι το πρόβλημα κατά τη γνώμη μου: η «βεβιασμένη συμφιλίωση», η κακοχωνεμένη, σχεδόν αποϊστορικοποιημένη πρόσληψη του παρελθόντος σε ένα παρόν που τα καθιστά όλα αποσπασματικές «σταγόνες μνήμης», και όχι ένα συνεκτικό, ορμητικό «ποτάμι επίγνωσης» του ανείπωτου.
15
11

Χαράλαμπος Γεωργούλας: Εθνικοί σαμποτέρ όσοι επικρίνουν τη ΝΔ

Η ομιλία του κ. Μητσοτάκη δεν τελείωσε με την υπεράσπιση της κυβερνητικής αποτυχίας. Αφιέρωσε το τελευταίο τρίτο σχεδόν του χρόνου του, για να επιτεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ, «το κόμμα του ψέματος, που λέει όχι σε όλα και ναι στο τίποτα». Απαραίτητο συμπλήρωμα μιας τακτικής, που έχει απόλυτη ανάγκη τον μηδενισμό και τη συκοφάντηση της αντιπολίτευσης, γιατί αλλιώς δεν μπορεί να πείσει. Αν είχε μείνει σ’ αυτά, θα είχαμε απλά μια θλιβερή επανάληψη γνωστών ισχυρισμών. Ο κ. Μητσοτάκης, όμως, φαίνεται ότι πραγματικά ανησυχεί σοβαρά, γιατί θεώρησε ότι πρέπει να ενισχύσει την άμυνά του με όπλα από τη φαρέτρα τού μετεμφυλιακού κράτους της Δεξιάς. Χαρακτήρισε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «υγειονομικό, κοινωνικό και εθνικό σαμποτέρ». Λόγια ζυγισμένα, από γραπτό κείμενο, όχι εν θερμώ ειπωμένα. Ας αναζητήσουν οι γλωσσολόγοι τις διαφορές από τους «εθνικούς μειοδότες» ή «προδότες» και οι ιστορικοί από τους καταδικαζόμενους άλλοτε με το «νόμο περί κατασκοπίας». Δικό μας χρέος, πάντως, είναι να τα κρίνουμε όλα αυτά πολιτικά, σαν ένα βήμα ακόμα στην κατηφορική σκάλα του ερεθισμού και της θώπευσης των εθνικιστικών αντανακλαστικών, καθώς και του αποκλεισμού της Αριστεράς από το πάνθεον των «εθνικών δυνάμεων» –και όποιου άλλου παραστεί ανάγκη– όταν απειλείται η κυριαρχία της Δεξιάς. Αν, μάλιστα, συνδυάσουμε το γεγονός αυτό με την καλά παιγμένη «εθνική έκρηξη» του κ. Μητσοτάκη στην ερώτηση της ανταποκρίτριας ξένου τύπου (οι ερωτήσεις όσων περνούν την πόρτα του Μαξίμου, συνήθως δεν είναι άγνωστες στους αποδέκτες τους) και τις κατηγορίες για «φιλοτουρκισμό» που ακολούθησαν από τους αεί πρόθυμους, ταιριάζουν όλα γάντι σε μια ενορχήστρωση με βασικό «μουσικό» θέμα το ζωογόνο για τη Δεξιά και καταστροφικό για τον τόπο διχασμό σε «εθνικόφρονες» και «εαμοβούλγαρους». Θα προσθέσουμε στο ήδη σκοτεινό φόντο του σκηνικού την τροπολογία για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, που προνοεί για ένα σιωπητήριο κατευναστικό των κυβερνητικών ανησυχιών. Ούτε απέναντι σ’ αυτό τον κατήφορο δεν γίνεται να συμπαραταχθεί η δημοκρατική αντιπολίτευση;
15
11

Τα μηνύματα του Πολυτεχνείου παραμένουν επίκαιρα όσο ποτέ

Τα μηνύματα του Πολυτεχνείου του ’73 παραμένουν επίκαιρα όσο ποτέ, τη στιγμή που η κυβέρνηση με το νέο θεσμικό πλαίσιο βάζει την αστυνομία στα πανεπιστήμια, καθώς και την τοποθέτηση καμερών επιτήρησης, δημιουργώντας ένα κλίμα αστυνομοκρατίας και εκφοβισμού, τόσο στη φοιτητική κοινότητα, όσο και στους εργαζόμενους σε αυτά, κάνοντάς τα να θυμίζουν περισσότερο αναμορφωτήρια, παρά πανεπιστήμια και δίνει έτσι το λανθασμένο μήνυμα προς την κοινωνία ότι σε αυτά δεν πραγματοποιείται διδασκαλία και έρευνα, αλλά εγκληματικές ενέργειες, υποβαθμίζοντας για ακόμη μια φορά το κύρος τους.
15
11

Νίκος Φίλης: Εκ παραδρομής… Δεξιά!

Η δήθεν «εκ παραδρομής» κλήση του συντρόφου βουλευτή Παυλος Πολακης να δώσει ανωμοτί κατάθεση στο τμήμα... «Προστασίας του Κράτους και του Δημοκρατικού Πολιτεύματος» μετά από εισαγγελική παραγγελία, φανερώνει πολλά. Το να μιλάει σήμερα η Εισαγγελία Πρωτοδικών για «σφάλμα» δεν αποτελεί -φυσικά- δικαιολογία αλλά υποκρισία και ειρωνεία πεταμένη στα μούτρα των συνταγματικών θεσμών. Δεν υπάρχει ιεραρχία εκεί στην Εισαγγελία; Δυο μάτια μόνο βλέπουν τέτοια έγγραφα πριν «φύγουν»; Γιατί είναι δεδομένο, ότι όχι ο πιο άπειρος εισαγγελέας, αλλά ακόμα και ο τελευταίος τροχός στο διοικητικό προσωπικό της Εισαγγελίας έπρεπε να γνωρίζει ότι μια τέτοια κλήση ήταν παράνομη και δεν έπρεπε ποτέ να έχει εκδοθεί. Ποιο μήνυμα επιχείρησαν να στείλουν; Αλλιώς, αν υποθέσουμε ότι υπάρχει τόσο αστοιχείωτος εισαγγελέας, τι τον έχουμε να υπηρετεί; Ποιους άλλους, που δεν είναι δημόσια πρόσωπα και δεν προστατεύονται από το Κοινοβούλιο, θα χαντακώσει αύριο; Ποια είναι η κατάλληλη διοικητική ποινή και πότε θα ενημερωθούμε ότι επιβλήθηκε; Μήπως, έστω, επιστροφή στα θρανία του Συνταγματικού Δικαίου; Και ποιος στην ΕΛΑΣ παρέλαβε και πρωτοκόλλησε την παραγγελία; Γιατί δεν την επέστρεψε αμέσως ως μη νόμιμη; Δεν γνωρίζουν τους νόμους ούτε στην ΕΛΑΣ; Στην πραγματικότητα, η κλήση εκδόθηκε μια μέρα αφότου η Βουλή ψήφισε το άθλιο άρθρο 191 του Ποινικού Κώδικα, που ανοίγει το δρόμο για δίωξη πολιτών όταν... με «ψευδείς ειδήσεις» προκαλούν «ανησυχία» (!) στο λαό για την αμυντική ικανότητα ή την οικονομία της χώρας! Δηλ. ένας άλλος εισαγγελέας μπορεί να αποφασίζει ότι όποιος πχ. επισημαίνει σήμερα ότι η κυβέρνηση οδηγεί τη χώρα γραμμή σε νέα πτώχευση και μνημόνια, μπορεί να διώκεται! Και την ίδια στιγμή που σε ομιλία του ο κ. Μητσοτάκης ανακήρυξε τον ΣΥΡΙΖΑ «υγειονομικό, κοινωνικό και εθνικό σαμποτέρ»! Να περιμένουμε λοιπόν βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τις διώξεις μας! Πρόκειται για την «καλή», παλιά Νέα Δημοκρατία, που όσο και να ξεπλένεται από τα μισά ΜΜΕ, δεν ξεχνά τις σημαίνει μαύρη, ΚΑΤΑΜΑΥΡΗ Δεξιά.
15
11

Αννέτα Καββαδία: Ο καθείς και τα όπλα του

Η κυβέρνηση, λοιπόν, έκανε τις επιλογές της, αρνούμενη οποιαδήποτε πρόταση συνεννόησης και χρησιμοποιώντας την πανδημία ως πρόσχημα για την ανελαστική εφαρμογή των πολιτικών της. Απέναντι σε αυτές τις επιλογές απαιτείται μια συντονισμένη αντίδραση, ένα αρραγές μέτωπο σύσσωμου του δημοκρατικού κόσμου, προκειμένου να σωθεί οτιδήποτε αν σώζεται. Είναι τέτοιο το μέγεθος και η ταχύτητα της κρίσης, παρούσας και επερχόμενης, που η αναζήτηση των αιτίων και οι παρελθοντικές συζητήσεις για το πώς φτάσαμε ως εδώ, δεν αρκούν. Αυτό που προέχει είναι η ανατροπή των δεδομένων. Ένα πλάνο κοινής δράσης με την εμπλοκή όλων: πολιτικών δυνάμεων, πολιτών, τοπικής αυτοδιοίκησης, συνδικαλιστικών οργανώσεων. Που θα πιέσουν επίμονα, συστηματικά, ασφυκτικά την κυβέρνηση και θα την αναγκάσουν σε αλλαγή ρότας. Έχει σημασία οι αριστερές, κομμουνιστικές, δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους και με συγκεκριμένες προτάσεις να δημιουργήσουν ένα ασφυκτικό πλαίσιο πίεσης γύρω από την κυβέρνηση. Το αίτημα, για παράδειγμα, ανακατανομής πόρων στο δημόσιο σύστημα υγείας –πού ακούστηκε, σε καιρό πανδημίας, να προβλέπονται στον προϋπολογισμό του 2022 900 εκατομμύρια ευρώ λιγότερα για την υγεία, αλλά και να απασχολούνται περίπου 2.500 λιγότεροι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ απ’ ό,τι στην αρχή της πανδημίας– ή τα άμεσα μέτρα αποσυμφόρησης εκεί όπου συνωστίζονται μεγάλες ομάδες πληθυσμού, οφείλουν να είναι επιτακτικά αιτήματα που θα τίθενται όχι μεμονωμένα, αλλά από κοινού. Το ίδιο και η έμφαση στην εμβολιαστική καμπάνια. Έγραφε ο Χ. Γεωργούλας στο προηγούμενο φύλλο της «Εποχής» πως «αν η κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει, όπως φαίνεται, την ευθύνη για την αποτροπή της ανεξέλεγκτης εξέλιξης του τέταρτου κύματος, η δημοκρατική αντιπολίτευση έχει χρέος να την υποκαταστήσει και να κινητοποιήσει τη συναίσθηση της κοινωνικής ευθύνης και αλληλεγγύης». Και είναι αλήθεια πως, σε επίπεδο εξαγγελιών τουλάχιστον, το χρέος αυτό η δημοκρατική αντιπολίτευση φαίνεται έτοιμη να το αναλάβει. Το έχει καταστήσει σαφές ο ΣΥΡΙΖΑ –τόσο με τις κατατεθειμένες προτάσεις του, όσο και με τις δηλώσεις του προέδρου του: «δεν είναι η ώρα του πολιτικού ανταγωνισμού, αλλά η ώρα της ευθύνης», τονίζει σε κάθε ευκαιρία. Το καθιστά σαφές το ΚΚΕ –ήταν ενδεικτικό το πρωτοσέλιδο του Ριζοσπάστη στις 9/11: «κάλεσμα αγωνιστικής συμπόρευσης για την υγεία και τη ζωή του λαού». Το επισημαίνει χωρίς ενδοιασμούς το ΜέΡΑ25. Συνηγορεί η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Απομένει να (ξανα)κάνουν το κοινό βήμα και να δημιουργήσουν εκείνη τη δυναμική που θα ενεργοποιήσει τις αναγκαίες κοινωνικές δυνάμεις. Ας δώσουν το σήμα πως απέναντι στην ανάλγητη Δεξιά, η Αριστερά αναλαμβάνει την ευθύνη. Πώς το λέει το διαχρονικό σύνθημα; «Ο λαός θα σώσει τον λαό»…
15
11

Ντολόρες Ιμπαρούρι ή αλλιώς «Πασιονάρια»

Στις 12 Νοεμβρίου του 1987, έκλεισε τα μάτια της, σε ηλικία 93 ετών, η επαναστάτρια που για περισσότερο από μισό αιώνα γοήτευσε και ενέπνευσε με το ασυμβίβαστο πνεύμα της ανθρώπους και κινήματα σε ολόκληρο τον κόσμο, Ντολόρες Ιμπαρούρι, ή αλλιώς «Πασιονάρια». Όγδοη από τα έντεκα παιδιά μιας φτωχικής οικογένειας Βάσκων ανθρακωρύχων, αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σχολείο σε ηλικία 15 ετών για να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά της. Το 1919 παντρεύεται τον Χουλιάν Ρουίζ, ανθρακωρύχο και συνδικαλιστή. Η φυλάκισή του ένα χρόνο αργότερα, λόγω συμμετοχής του σε μια γενική απεργία, ενέτεινε την οικονομική δυσχέρεια της οικογένειας και κινητοποίησε πολιτικά την Ιμπαρούρι. Το La Pasionaria (Λουλούδι του Πάθους) ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε στα πρώτα της άρθρα στην τοπική εφημερίδα ανθρακωρύχων El Minero Vizcaino. Το όνομα αυτό την ακολουθεί έκτοτε. Η ενασχόλησή της με την Αριστερά ξεκινάει το 1920, χρονιά που εκλέγεται στην Επαρχιακή Επιτροπή του Βάσκικου Κομουνιστικού Κόμματος. Περίπου δέκα χρόνια αργότερα, μετακομίζει στη Μαδρίτη, όπου γίνεται συντάκτρια της αριστερής εφημερίδας Mundo Obrebo. Οι επιρροές του Μαρξ, παρά τις ρωμαιοκαθολικές καταβολές της οικογένειάς της, είναι έντονες. Σύντομα, γίνεται μέλος του Κομουνιστικού Κόμματος της Ισπανίας. Η έντονη δράση της και ο φλογερός της λόγος την οδήγησαν αρκετές φορές στην φυλακή. Στις προτεραιότητές της: η βελτίωση των συνθηκών εργασίας και υγειονομικής περίθαλψης των εργατών. Με το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου το 1936, ο αντιφασιστικός αγώνας αποκτά σάρκα και οστά. ¡No Pasaran! (Δεν θα περάσουν) φωνάζει και ο λαός ακολουθεί. Καλεί τις γυναίκες να πολεμήσουν με μαχαίρια και καυτό λάδι κατά της δικτατορίας. Η επιρροή του Κομουνιστικού Κόμματος αυξάνεται και η Ιμπαρούρι αποτελεί πλέον κεντρική του φιγούρα.
14
11

Κατέ Καζάντη: Οι Μωυσήδες και οι χιλιάδες θάνατοι

Ο ναζιστικός Untermensch, ο εκφυλισμένος υπάνθρωπος, εκείνος που πρέπει να μας αδειάζει τη γωνιά, τώρα δεν είναι ο Εβραίος, ο αθίγγανος ή κομμουνιστοσυμμορίτης. Είναι ο χαμένος, ο συντετριμμένος από την κυρίαρχη ιδεολογία, αυτός που αποδέχεται μαρτυρικά την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, που θεωρεί τη “τελική λύση” των συστημικών εκκαθαρίσεων της φτωχολογιάς αναπόδραστη μοίρα. Διότι, στην καπιταλιστική ολοκλήρωση, θύματα της αποδόμησης των δημόσιων συστημάτων υγείας και περίθαλψης δεν είναι, φυσικά, οι ευγενείς του Μωυσέως. Είναι όλοι εκείνοι, οι πεπλανημένοι, με ευθύνη επιστημόνων και πολιτικών, ίσως αντιεμβολιαστές, ίσως και όχι, αλλά και οι άλλοι του ορθού λόγου, των οποίων όμως η ταξική προέλευση δεν προβλέπει προνόμια “αριστείας”. Η ιδεολογία που θεωρεί τους θανάτους από κορονοϊό μια μορφή μαζικής αυτοκτονίας των πολιτών είναι εδώ, ήταν πάντα εδώ: οι υποστηρικτές της, ξεδιάντροπα, τινάζουν κάθε ευθύνη, ως κόκκο σκόνης, από τους ώμους τους. Δεν υπάρχουν ελλείμματα πολιτικής αλλά μοναχά στοχοπροσήλωση σε έναν δαρβινισμό σύμφωνα με τον οποίο θα επιβιώσουν οι “καλύτεροι”, οι “σώφρονες”, οι “δυνατοί”. Ποιος/α νοιάζεται εξάλλου για τον Untermensch; Ο πιο τρομακτικός ολοκληρωτισμός έρχεται, πάλι και πάλι, να μας θυμίσει τις σκοτεινές διασυνδέσεις του με το παρόν σύστημα. “Τέρμα, εγώ δεν μπορώ να ασχοληθώ άλλο. Κουράστηκα. Δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω το Κράτος για το θέμα. Τα έχει κάνει όλα", κατέληξε ο πολιτικός που, στην αλήστου μνήμης υπουργεία του στη Υγεία, επέβαλε το διαβόητο 5ευρω στα νοσοκομεία, έβαλε λουκέτα, πετσόκοψε κλίνες και πέταξε εκτός συστήματος όλους τους ανασφάλιστους πολίτες, οι οποίοι, εν καιρώ μνημονίων πλήθαιναν καθημερινά.
14
11

Νίκος Βούτσης: Ομιλία στην Ολομέλεια για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, για τη διερεύνηση της επιχείρησης πολιτικής χειραγώγησης της κοινής γνώμης, ευτελισμό των θεσμών και κατασπατάληση δημοσίου χρήματος.

Άρα λοιπόν τι λέτε; Ότι εμείς από την πλευρά μας έχουμε εχθροπάθεια στους δημοσιογράφους και στη δημοσκοπική εταιρεία; Αυτή, ξέρετε από ποιους θα ελέγχετο; Και θα κλείσω με αυτό, κύριε Πρόεδρε. Αυτός ο νόμος που αναφέρεστε, του κ. Ρουσόπουλου, του 2007 ή του 2008, τι κάνει; Λέει πως υπεύθυνοι για τον έλεγχο και για τη διαμόρφωση τιμωρητικού πλαισίου και ανάδειξη ζητημάτων είναι -εκτός από τις Επιτροπές της Βουλής, Θεσμών και Διαφάνειας κ.λπ., που είναι εκ παραλλήλου, μην το συζητάτε, δεν μπαίνουν ιεραρχικά- είναι μια εταιρεία η οποία συνίσταται από τους ίδιους δημοσκόπους. Περί αυτού πρόκειται. Μάλιστα. Πόσες φορές τα δεκατρία χρόνια έγινε χρήση και πήρε μέτρα αυτή η εταιρεία, όπου έγιναν ενδιάμεσα έξι εκλογές, αν θυμάμαι καλά, και υπήρξαν όλα τα προβλήματα, που από όλες τις πλευρές αναφύησαν εδώ πέρα μέσα, σήμερα, στη συζήτηση; Ξέρετε πόσες φορές παρενέβη; Καμία, μηδέν. Πήγαμε λοιπόν στη Θεσμών και Διαφάνειας και μας είπανε ότι βεβαίως δεν έχει υπάρξει κανένας έλεγχος ποτέ, αλλά σταματά η συζήτηση. Δεν μπορεί να συζητήσει η Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής -της Βουλής, αν είναι δυνατόν!- για τα πορίσματα και για τον τρόπο που έγινε μια συγκεκριμένη μέτρηση από αυτήν την εταιρεία, ακριβώς διότι υπάρχει μια άλλη εταιρεία και είμαστε αναρμόδιοι. Αυτήν την ανευθυνότητα, που είναι αλαζονεία, και είναι αλαζονεία διότι ξέρατε πια -τώρα πλέον δεν περνάει αυτό- πως όλα αυτά θα καλύπτονταν από πέπλο του ότι δεν θα βγαίνανε στη δημοσιότητα. Αυτή η αλαζονεία οδήγησε τη στρατηγική σας, και για την πανδημία, και για τα θέματα της δημοκρατίας, και για τα ζητήματα που αφορούν τα μέσα ενημέρωσης, εκεί που τα οδήγησε. Η εξεταστική επιτροπή αυτή θα πρέπει να υπερψηφιστεί από το σύνολο των Βουλευτών ως μια ελάχιστη, προς όλους τους Έλληνες πολίτες και ιδιαίτερα αυτούς που έπαθαν ό,τι έπαθαν, απόδειξη ότι το πολιτικό σύστημα είναι τολμηρό και μπορεί και στα δικά του λάθη ή στις δικές του επισημάνσεις να μπορούν να προχωράνε και να βγάζουν πορίσματα.
14
11

Το Πολιτικό Ημερολόγιο του Ευκλείδη

Η μεθοδολογία μου, κάτι που φαντάζομαι ότι δεν θα προκαλέσει εν προκειμένω έκπληξη στους αναγνώστες και τις αναγνώστριες, υπερβαίνει κατά πολύ το πεδίο της οικονομικής και πολιτικής ανάλυσης. Προσπαθώ να δείξω γιατί πρέπει να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη τον ρόλο της οικογένειας και τις ανησυχίες των φεμινιστριών· γιατί οι πολιτικές εξελίξεις διεθνώς, όπως το Brexit, ή πιο κοντά μας, όπως η εθνικιστική αντίθεση στη Συμφωνία των Πρεσπών, μπορεί να γίνουν κατανοητές όχι μόνο μέσω της πολιτικής ανάλυσης, αλλά και μέσω της λογοτεχνίας· αλλά και γιατί ένα σχέδιο της Αριστεράς, απέναντι στο ηγεμονικό σχέδιο της Δεξιάς, πρέπει μαζί με τις οικονομικές και κοινωνικές προτάσεις –όπου ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε εξαιρετικά παραγωγικός στα δυο χρόνια από την ήττα στις εκλογές του 2019– να περιλαμβάνει και όλο το φάσμα της πολιτισμικής ατζέντας. Συχνά λέγεται ότι οι άνθρωποι ψηφίζουν σύμφωνα με το πορτοφόλι τους. Ωστόσο, ο τρόπος που βλέπουν την πραγματικότητα, ποιον κατηγορούν όταν τα πράγματα πάνε στραβά, ποιος αισθάνονται ότι έχει περισσότερα να τους πει σε σχέση με τις προοπτικές τους, όλα αυτά απαιτούν μια απάντηση που υπερβαίνει κατά πολύ την οικονομική σφαίρα. Για την Αριστερά, αυτό σημαίνει διάφορα πράγματα. Το πρώτο, και ίσως το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι ότι χρειαζόμαστε κάποιο αφήγημα για ένα ρεαλιστικό μέλλον. Η εναλλακτική οικονομική και κοινωνική πολιτική πρόταση δεν θα πείσει κανέναν εάν οι άνθρωποι δεν πιστεύουν στην πιθανότητα ριζικής αλλαγής, εάν θεωρούν ότι η ισορροπία δυνάμεων –εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Ελλάδας– είναι τέτοια που θα εκτροχιάσει οποιαδήποτε κίνηση προς μια πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση. Ενα δεύτερο ζήτημα, που προκύπτει από το πρώτο, είναι ο σημαντικός ρόλος ενός αριστερού κόμματος, και ιδιαίτερα ο παιδαγωγικός ρόλος που πρέπει να παίζει. Μια εναλλακτική λύση δεν μπορεί ποτέ να οικοδομηθεί στη βάση ενός συνασπισμού δυσαρεστημένων. Αντίθετα, η προτεινόμενη εναλλακτική λύση οφείλει να αναδεικνύει προτεραιότητες που μπορεί μεν να εξελίσσονται και να επεκτείνονται με την πάροδο του χρόνου, είναι όμως από τώρα απαραίτητες για να αρχίσουν οι άνθρωποι να σκέφτονται διαφορετικά απ’ ό,τι στο παρελθόν. Ελπίζω ότι οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες αυτού του ημερολογίου θα πειστούν για τη σοβαρότητα αυτών των εγχειρημάτων, καθώς και για ορισμένους από τους θεμέλιους λίθους που χρειαζόμαστε για να τα οικοδομήσουμε.
14
11

Τμ. Φεμινιστικής Πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ: Είμαστε με την Ingeborg Beugel

«Η δημοσιογραφική ηθική της Ingeborg Beugel αποτέλεσε την αφορμή για να ξεκινήσει ένα πραγματικό κυνήγι μαγισσών, εξαιτίας της ερώτησης που απηύθυνε στον Πρωθυπουργό της χώρας, Κυριάκο Μητσοτάκη, σχετικά με τις επαναπροωθήσεις των προσφύγων στο Αιγαίο και τον Έβρο. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, που το προοδευτικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας εντυπωσιάζεται από την τόλμη της, το ζήτημα των επαναπροωθήσεων αποτελεί αντικείμενο συζήτησης σε διεθνή μέσα, όπως το περιοδικό Spiegel και η Guardian και ερευνητικά κέντρα όπως το Lighthouse Reports ή το Forensic Arhitecture, ενώ δεν είναι λίγες οι προσφυγές ενώπιον του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, κάτι που έχει φέρει το ζήτημα και στο Ευρωκοινοβούλιο και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ερώτηση, λοιπόν, της Ολλανδής Beugel πίεσε για πρώτη φορά τον Πρωθυπουργό να παραδεχτεί εν μέρει την παράνομη και ενάντια στο διεθνές δίκαιο πολιτική που ακολουθεί, μιλώντας για «αναχαίτιση» του προσφυγικού ζητήματος και κατηγορώντας την δημοσιογράφο για προσβλητική συμπεριφορά. «Στην Ολλανδία έχετε την παράδοση να ρωτάτε ευθέως τους πολιτικούς» της απαντά ενοχλημένος, αποκαλύπτοντας το πώς ένα αυτονόητο δημοσιογραφικό ερώτημα, βασισμένο σε μαρτυρίες, τεκμήρια και αποδεικτικά υλικά, που είχε συγκεντρώσει ήδη η δημοσιογράφος, μπορεί να θεωρηθεί ριζοσπαστικό. Ωστόσο, η αντιμετώπιση αυτή, ενδεικτική του αυταρχισμού που χαρακτηρίζει την ελληνική κυβέρνηση, ήταν μόνο η κορυφή από το παγόβουνο της επίθεσης που δέχτηκε η Beugel, προκειμένου να εξουδετερωθεί ως «αντίπαλος», με αποτέλεσμα τα ΜΜΕ αντί να κάνουν έρευνα γύρω από τις επαναπροωθήσεις και την αντιευρωπαϊκή πολιτική της κυβέρνησης, να ερευνούν ποια είναι η «Ολλανδή δημοσιογράφος» που απείλησε την αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης. Το γεγονός, μάλιστα, ότι πρόκειται για ΓΥΝΑΙΚΑ, πυροδότησε μια άνευ προηγουμένου επίθεση στο ηθικό πρόσωπο της Beugel, προκειμένου να αφανιστεί από κάθε πλευρά, καθιστώντας την πρωταγωνίστρια μιας οργουελιανής δυστοπίας. Έτσι, ακόμα και μετά από τρία κύματα φεμινισμού και πολύ πρόσφατα κινήματα, όπως το #metoo, που άνοιξαν έναν ευρύ κοινωνικό διάλογο γύρω από το ζήτημα του σεξισμού στην κοινωνία μας, χαρακτηρισμοί όπως «γεροντοκόρη», «γραφική» και «σεσημασμένη», ακόμα και η αποφυγή οποιασδήποτε αναφοράς στο όνομα της Beugel, κάνοντας την γνωστή σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία σύμφωνα με τους ως άνω χαρακτηρισμούς, έκαναν την εμφάνισή τους με στόχο την πλήρη αποδόμηση της προσωπικότητας και του ρόλου της, σε μια προσπάθεια να στρέψουν την προσοχή από την πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης στην δήθεν ταπεινότητα του χαρακτήρα της. Η δολοφονία, μάλιστα, της προσωπικότητάς της πραγματοποιήθηκε ακόμα και με διαστρέβλωση της πραγματικότητας, με πολλά δημοσιεύματα να αναφέρουν ότι έχει δύο σκυλιά που τα βγάζουν βόλτα οι Πακιστανοί υπηρέτες της, την ίδια στιγμή που η ίδια η δημοσιογράφος σε συνέντευξή της έχει δηλώσει όχι μόνο ότι δεν έχει υπηρέτες, αλλά έχει φιλοξενήσει στο σπίτι της Έλληνα άστεγο, ένα παιδί από το Αφγανιστάν, την κόρη ενός φιλικού ελληνικού ζευγαριού κατά την διάρκεια της κρίσης, ενώ φροντίζει τα αδέσποτα της γειτονιάς της σε καθημερινή βάση. Χαρακτηριστική είναι και η χυδαία επίθεση του Τσιάρα, που σε ανάρτησή του αναφέρεται σε εκείνην ως «γριά Ολλανδέζα» που υποστηρίζει «επιβήτορες», αλλά ακόμα και φωνές που την παρουσιάζουν ως «πράκτορα της Τουρκίας», κάτι που προκάλεσε την διεθνή κατακραυγή της ελληνικής κυβέρνησης από το Διεθνές Δίκτυο Ανεξάρτητης Δημοσιογραφίας (IPI). Καθίσταται, λοιπόν, φανερό ότι η υπόθεση της Ingeborg Beugel έρχεται να αποκρυσταλλώσει με γλαφυρότητα ότι γνωρίζαμε από πάντα, ήτοι ότι η πολιτική εξουσία είναι στην πραγματικά πατριαρχικά πλασμένη και ότι το κράτος όχι μόνο δεν έχει ουδέτερο πρόσημο φύλου, όπως θα έπρεπε, αλλά έχει φωνή ανδρική και όταν νιώσει να απειλείται εξαπολύει ανεπιφύλακτα τη μισογύνικη ρητορική μίσους του. Πράγματι, στην περίπτωση της Ολλανδής δημοσιογράφου, το πολιτικό κατεστημένο ένιωσε απειλή και αυτός ο φόβος του ξεντροπιάσματός του εκκίνησε έναν ολόκληρο μηχανισμό προκειμένου να εξουδετερωθεί ο χαρακτήρας της. Ως προς αυτό το σκοπό χρησιμοποιήθηκαν ασφαλώς καθολικά και παραδοσιακά μέσα προπαγάνδας, όπως η δημιουργία μιας ολόκληρης φιλολογίας γύρω από την ανθελληνικότητα της δημοσιογράφου, η οποία αποτελεί δάκτυλο της Τουρκίας, αλλά κυρίως το κράτος και οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του, ήτοι τα ΜΜΕ, από τα οποία αυτό αποκτά τη φωνή του, εστίασαν σε ένα πολύ συγκεκριμένο στοιχείο: το φύλο της! Πραγματικά, θα μπορούσαμε εύλογα να πούμε ότι αυτό που ενόχλησε το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο είναι το γεγονός ότι μια γυναίκα κατάφερε να το φέρει ενώπιον των ευθυνών του, ωστόσο αυτό αποτελεί μόνο μια μικρή πτυχή της αλήθειας. Πολύ περισσότερο, πρόκειται για μια ακόμα πιο μισογύνικη προσέγγιση του ζητήματος, αφού αυτό που έκαναν τα φερέφωνά της πολιτικής εξουσίας είναι να εντοπίσουν την αδυναμία της «εχθρού» και να τη στρέψουν εναντίον της. Με ευκολία, λοιπόν, έκριναν ότι η αδυναμία της Beugel είναι το γεγονός ότι είναι γυναίκα! Με αυτή την κατεύθυνση κατά νου αποφάσισαν να την εξευτελίσουν, κρίνοντας ότι δεν υπάρχει κάτι χειρότερο από μια γυναίκα που δεν έχει κάνει οικογένεια, δεν έχει παντρευτεί και έχει πολλούς ερωτικούς συντρόφους και ,δη, αλλοδαπούς! Η σχέση, άλλωστε, της γυναικείας συμπεριφοράς με το σεξ και την ικανοποίηση που παίρνει από αυτό αποτελεί καραμέλα στο στόμα της πατριαρχίας αιώνες τώρα. Ως εκ τούτου, ο μισογυνισμός, ο ηλικιακός ρατσισμός, η συνομωσιολογία περί ανθελληνικότητας και μια βαθύτατη πουριτανική αντίληψη γύρω από τις σχέσεις των δύο φύλων, αποτέλεσαν τη βάση του κατηγορητηρίου της Ingeborg Beugel, επειδή αυθαδίασε απέναντι στην εξουσία, καταδικάζοντάς την επειδή είναι γυναίκα».