Macro

06
09

Homo Universalis

Αν κι είναι μάλλον ακατόρθωτο να πεις κάτι που να ξεχωρίζει από τον χείμαρρο της κοινοτοπίας, η ταπεινότητά μου θα απέδιδε στον μεγάλο απόντα το χαρακτηριστικό που έπειτα από πέντε αιώνες επιβίωσης η σκληρή, νεοφιλελεύθερη εποχή εξαφανίζει βίαια: ο Μίκης είναι ένας από τους τελευταίους «Οικουμενικούς Ανθρώπους», μια ασθμαίνουσα, ετεροχρονισμένη ενσάρκωση του αναγεννησιακού Hominis Universalis (ονομαστική: Homo Universalis) που πάει κόντρα στον απόλυτο καταμερισμό εργασίας, αναιρεί τον κατακερματισμό του ανθρώπου και των ικανοτήτων του, υπερβαίνει τις διαιρέσεις της ανθρωπότητας και πασχίζει να αποκαταστήσει τη φυσική συνοχή κι ενότητά της. Μουσική και πολιτική, συγγραφή και οικονομία, τέχνη και κοινωνία, λόγος και έργο, σκέψη και δράση, θεωρία και πράξη, πατριωτισμός και διεθνισμός, σύγκρουση και συμφιλίωση, παράδοση και πρωτοπορία, αντίθεση και σύνθεση, καινοτομία και λαϊκότητα, ατομικότητα και συλλογικότητα, μια ακατάπαυστη κίνηση από το ένα στο άλλο. Οι άνθρωποι που καταφέρνουν να ξεπεράσουν τα σύνορα ανάμεσα σ’ αυτές τις κατηγορίες γίνονται μια προβολή ενός λαμπερού ανθρώπινου μέλλοντος. Και υποθέτω ότι αυτό εννοούσε ο Μίκης κρατώντας από τα «Μεγάλα Μεγέθη» της ζωής του την επιθυμία «να φύγει σαν κομμουνιστής». Το είχε ξαναγράψει άλλωστε ο ίδιος, το 1968, οδυνηρά και αυτοσαρκαστικά: «Αυτό που ήσουν κάποτε θα γίνεις ξανά./ Πρέπει να γίνεις, πρέπει να κλάψεις./ Ο εξευτελισμός σου να γίνει τέλειος./ Η εκπόρθηση να φτάσει ώς τις ρίζες των βουνών». Ζούμε στην εποχή της ριζικής εκπόρθησης και του τέλειου εξευτελισμού. Ελπίζουμε πως το μέλλον ανήκει στους Homines Universales.
06
09

Αποχαιρετισμός με μια ιστορία

Μαρία Φαραντούρη Ο Μίκης έφυγε. Αλλά πώς είναι δυνατό να φύγει ο Μίκης; Κι αυτό δεν είναι ρητορικό ερώτημα. Δε μιλώ μόνο για μένα, που θα ήταν ίσως αυτονόητο. Αλλωστε σημάδεψε από την πρώτη αρχή όλη την καλλιτεχνική μου πορεία. Με το έργο του και την παρουσία του όμως έχει σημαδέψει και σφραγίσει τα τελευταία 60 χρόνια της ελληνικής πραγματικότητας. Αλλά τελικά ποιος είναι ο Μίκης και ποιος τον γνωρίζει πραγματικά; Το βάθος και το εύρος του έργου του; Εκεί που συναντιούνται τα χορικά της αρχαίας τραγωδίας, το βυζαντινό μέλος, η δυτική κλασική μουσική παράδοση, το λιντ, το δημοτικό και το λαϊκό τραγούδι με την ποίηση και τους αγώνες για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Με τη σπουδαία μουσική του ταξίδεψε σ’ όλο τον κόσμο μαζί με την ποίηση του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Αναγνωστάκη, του Λειβαδίτη, του Καμπανέλλη, του Σικελιανού και τόσων άλλων Ελλήνων ποιητών, ενώ η μελοποίηση του «Κάντο Χενεράλ» του Νερούδα και του «Ρομανθέρο Χιτάνο» του Λόρκα είναι αξεπέραστες. Αλλά και ο αυθεντικός λυρισμός του, γεμάτος έρωτα για τη ζωή και αγωνία για τις περιπέτειες της ύπαρξης. Κάθε έργο του γινόταν ένα κομμάτι του εαυτού του: Είναι ο Ρομανθέρο Χιτάνο, ο ερωτευμένος κρατούμενος στο Μαουτχάουζεν, ο εξόριστος ποιητής, ο επιβάτης, ο φυλακισμένος, ο εραστής της Ουτοπίας και της Βεατρίκης, ο εξεγερμένος της Λατινικής Αμερικής, ο Διόνυσος, ο Οδυσσέας. Αυτός που μιλάει για τους αδικοχαμένους της γενιάς του. Ενας οικουμενικός Ελληνας. Ανθρωπος δύσκολος και πείσμων υπήρξε πάντα ανοιχτός στις ανθρώπινες αντιφάσεις. Διάφανος απέναντι σε εχθρούς και φίλους, δεν φοβήθηκε ποτέ να εκτίθεται χωρίς αναστολές και προσχήματα. Η πληθωρικότητα του χαρακτήρα του, το υψηλό αισθητικό του κριτήριο, το οραματικό του στοιχείο, η πηγαία έμπνευσή του, η διαίσθησή του, βρίσκονται μέσα στη μεγαλοσύνη του έργου του που έσπασε τα σύνορα γεμάτο αληθινά «γιγάντιες σκέψεις». Είχα τη χαρά να μοιραστώ μεγάλες στιγμές μαζί του. Την επαφή με τόσους λαούς, τους αγώνες τους και την ιστορία τους, δίνοντας συναυλίες παντού στον κόσμο. Τη μέθεξη με τόσο διαφορετικά ακροατήρια. Ηταν μια εποχή μεγάλων δυσκολιών και κινδύνων αλλά και ανοιχτών οριζόντων. Συναντήσεις με άλλους καλλιτέχνες απ’ όλο τον κόσμο, μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες όπως ο Αλιέντε, ο Κάστρο, ο Μιτεράν, ο Πάλμε. Αλλά και μέχρι σήμερα έργα του παίζονται όπου μπορεί να φανταστεί κανείς. Τον τίμησαν στο Σάλτσμπουργκ, δώσαμε συναυλία στο στρατόπεδο Μαουτχάουζεν, τα γερμανικά συνδικάτα ζήτησαν το «Κάντο Χενεράλ» στην επέτειο ίδρυσής τους, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι στις συναντήσεις ειρήνευσης, δικό του έργο άνοιξε τους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης, τον τραγουδούν στην Κορέα. Οι Γερμανοί τον θεωρούν συνεχιστή των κλασικών τους. Συχνά τον αναφέρουν ως Μπετόβεν της Μεσογείου. Εχουν γραφτεί μεγάλες κριτικές για το σύνολο του έργου του. Γι’ αυτό συνήθισα πολύ καιρό τώρα να χαμογελάω πικρά με τους εύκολους εγχώριους επικριτές που επιδιώκουν να το υποβαθμίσουν. Θυμάμαι πάντα το σημείωμα που μου άφησε τις πρώτες μέρες της δικτατορίας που κρυβόταν, παροτρύνοντάς με εμένα και τους μουσικούς να φύγουμε στο εξωτερικό, χωριστά ο καθένας για να μη δώσουμε στόχο, και να διαδώσουμε τη μουσική του, υπηρετώντας τον αγώνα για την ελευθερία και τη δημοκρατία. «Μη φοβηθείτε, αυτοί είναι που φοβούνται τα τραγούδια μας». Εγραψε σπουδαία τραγούδια και κύκλους τραγουδιών φυλακισμένος και εξόριστος. Τον «Ηλιο και το Χρόνο», την «Κατάσταση πολιορκίας», τις «Αρκαδίες»... Εσπασε τα δεσμά με τη μουσική του. Και μας τα έστελνε έξω με κάθε δυνατό τρόπο για να τα τραγουδήσουμε. Δεν υπέβαλε την τέχνη του στις ανάγκες του αγώνα, τον διαμόρφωνε με τους όρους τους τέχνης του, γι’ αυτό εκείνη αντέχει στον χρόνο. Θεωρώ μαγική στιγμή τη νοερή συνάντησή μας, όταν παρουσιάζαμε πρώτη φορά την «Κατάσταση πολιορκίας» στο Λονδίνο κι εκείνος μας άκουγε από κρυφό τρανζιστοράκι εξόριστος στη Ζάτουνα. Δεν ζήσαμε όμως μόνο τη μεγάλη αποδοχή, τη μέθεξη, την αποθέωση. Ζήσαμε και τη σιωπή, τις κατηγορίες περί επικού. Τον είπαν ξεπερασμένο, τον υποτίμησαν. Ομως, Μίκη μου, εσύ δεν χρωστάς πουθενά. Εχεις ξεπληρώσει το χρέος σου στην Ιστορία, τηρώντας πάντα την παραίνεση του Σικελιανού «Ομπρός οι δημιουργοί, την αχθοφόρα ορμή σας». Κι έτσι «Πρωτάκουστες βαριές μας ζώνουν (οι) αρμονίες» σου, αυτές που σε ενέπνευσαν κι αυτές που μας χάρισες. Ιθάκη για μας το πέλαγο το ξέσκεπο γεμίσαν με μνηστήρες τα λιμάνια Ο κόσμος πάντα βρίσκει καινούργιο βασιλιά κι εμείς μονάχοι ποιητές θα μείνουμε Ετσι τελειώνει το «Τραγούδι των συντρόφων» από την «Οδύσσεια» του Κώστα Καρτελιά, τον τελευταίο κύκλο τραγουδιών που μελοποίησες, κι έτσι θέλω πάντα σε σκέφτομαι. Είναι βαθιά μου πεποίθηση όμως, Μίκη, πως πάντα θα σε ανακαλύπτουν οι επόμενες γενιές μέσα στο έργο σου κι αυτό θα ταξιδεύει μες στον χρόνο.
05
09

Λευτέρης Στουκογεώργος: Το Αφγανιστάν, ένα διεθνές ζήτημα

Οι νέοι Ταλιμπάν (κυρίως Παστούν) δεν είναι πλειοψηφία στο Αφγανιστάν, η κατοχή της κεντρικής εξουσίας δεν τους εξασφαλίζει το μέλλον. Η ισορροπία μεταξύ υπερδυνάμεων, περιφερειακών ισχυρών γειτόνων και εσωτερικής αστάθειας είναι δύσκολο παζλ. Οι Ταλιμπάν θα βρουν ένα τεράστιο δημοσιονομικό κενό: δις αποθεματικών μπλοκαρισμένα σε ξένες τράπεζες, δέσμευση διεθνών κεφαλαίων για τη βασική λειτουργία του κράτους. Με πολύ χαμηλό ΑΕΠ (20 δις), αλλά και παραοικονομία που στηρίζεται στην παράνομη εξαγωγή χρυσού κτλ. (περίπου 2 δις) και στην παραγωγή οπίου συνολικού κύκλου εργασιών 6,5 δις (2017, UNODC), η χώρα είναι στα πρόθυρα ανθρωπιστικής καταστροφής. Το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Τροφίμων προβλέπει αύξηση της πείνας και της ακραίας φτώχειας που σημαίνει νέα προσφυγικά κύματα. Το Αφγανιστάν ήταν πάντα εξαρτημένο από το εξωτερικό, από τη Βρετανική Αυτοκρατορία, από τους Σοβιετικούς και από τους Αμερικανούς. Πριν από το 1978, η χώρα απολάμβανε κάποια σταθερότητα. Η αφγανική κοινωνία βασίστηκε σε ένα σχετικά σαφές κοινωνικό συμβόλαιο: υπήρχε ένα μικρό κράτος που κυβερνούσε τις πολυεθνικές πόλεις, ενώ η ύπαιθρος και οι επαρχίες ήταν στα χέρια των φυλετικών αρχών. Οι Σοβιετικοί ήθελαν να φέρουν τον δικό τους πολιτισμό στις επαρχίες, πυροδοτώντας, όμως, αμέσως τον εμφύλιο πόλεμο. Στην ίδια παγίδα έπεσαν αργότερα και οι Αμερικανοί. Το Αφγανιστάν σήμερα δεν είναι εκείνο των ‘90ς. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού γεννήθηκε μετά την εισβολή των ΗΠΑ το 2001 και έχει προσδοκίες για το ελάχιστο που εγγυάται ένα κράτος: αστικά και πολιτικά δικαιώματα, σεβασμό των γυναικών, προστασία των μειονοτήτων. Η συντριβή των προσδοκιών αυτών θα δημιουργήσει προβλήματα στους Ταλιμπάν, οι οποίοι έχουν ανάγκη πολιτικής νομιμοποίησης και διεθνούς αναγνώρισης.
04
09

Βαγγέλης Κοσμάτος: Η κυρίαρχη αρρενωπότητα εκτός κάδρου από τον δημόσιο λόγο για την έμφυλη βία

Συχνά μιλάμε για την έμφυλη βία ή τα έμφυλα στερεότυπα, τον σεξισμό, αλλά βγάζουμε από το κάδρο τους άνδρες ή θα τους εντάξουμε στη συζήτηση όπως κάνει ο κυρίαρχος μιντιακός λόγος, όπου τότε θα ακούσουμε για το «τέρας» (στην καλύτερη περίπτωση) ή για το ψυχολογικό προφίλ του δράστη αποπολιτικοποιώντας το φαινόμενο της γυναικοκτονίας ή, στην πιο γνωστή περίπτωση, θα μιλήσουμε για τα «εγκλήματα πάθους». «Ποτέ δεν βάζουμε στο κάδρο την αρρενωπότητα, τα αγόρια δηλαδή, τους άντρες και το πώς μεγαλώνουν» εξηγεί ο Β. Κοσμάτος. «Πώς μας μεγαλώνουν οι πατεράδες, οι μανάδες, οι δάσκαλοί μας, οι διαφημίσεις στην τηλεόραση; Πόσο άκαμπτες είναι οι νόρμες για εμάς τα αγόρια και πόσο περιοριστικές και φυσικά επιβλαβείς για τις θηλυκότητες, για τους ΛΟΑΤΚΙ ανθρώπους, για τις μη στερεοτυπικές αρρενωπότητες; Πόσο μεγάλη απαίτηση υπάρχει για έναν άνδρα να είναι πραγματικός ή τι είναι αρρενωπότητα;". Άλλο πράγμα είναι οι αρρενωπότητες και άλλο η αρρενωπότητα. Η καθηγήτρια Φιλοσοφίας Ολίβια Γκαζαλέ το λέει εξαιρετικά. Οι αρρενωπότητες είναι πολλές και εμπεριέχουν μεγάλη ελευθερία, μπορεί να μπολιαστούν με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε αγοριού, αλλά η μία αρρενωπότητα είναι μια πάρα πολύ σκληρή νόρμα. Αν ένας άνδρας θέλει να αναγνωριστεί ως άντρας και να πάρει το διαβατήριο του πραγματικού άντρα, είναι υποχρεωμένος να επιδείξει μια σειρά από συμπεριφορές και κανόνες οι οποίες εμπεριέχουν μέσα την ισχύ, την εξουσία, τον έλεγχο και την κυριαρχία πάνω σε άλλα φύλα, άλλες έμφυλες ταυτότητες, σε άλλους σεξουαλικούς προσανατολισμούς.
04
09

Η Ευρώπη απέναντι στην αφγανική πρόκληση

Η διατλαντική σχέση βγαίνει ακόμη περισσότερο τραυματισμένη και ο ευρωαμερικανικός "μήνας του μέλιτος” που ξεκίνησε με την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν μοιάζει να αποτελεί (για λόγους που αφορούν όχι μόνο την πολιτική ασφαλείας αλλά και τον οικονομικό "λαϊκισμό” του Αμερικανού προέδρου) παρελθόν. Το φαινομενικώς παράδοξο αποτέλεσμα είναι έτσι ο νυν ένοικος του Λευκού Οίκου να "χτίζει” την αφγανική πολιτική του πάνω στο έδαφος των επιλογών του Ντόναλντ Τραμπ, αποκρούοντας ακόμη και τις εκκλήσεις των Ευρωπαίων συμμάχων για μετάθεση της ημερομηνίας αποχώρησης. Και το παράδοξο γίνεται ισχυρότερο αν αναλογισθεί κανείς ότι Γηραιά Ήπειρος, που επί τόσες δεκαετίες στηρίχθηκε στην αμερικανική αμυντική "ομπρέλα”, εμφανίζεται τώρα ως θιασώτης ενός πολεμικού "ακτιβισμού”, πάντα με την επίκληση των αξιών της ανοικτής κοινωνίας, τον οποίο αναρωτιέται κανείς πώς θα στηρίξει ερήμην των ΗΠΑ. Η νευρικότητα είναι κατεξοχήν ορατή στις άλλοτε αποικιακές αυτοκρατορίες, Βρετανία και Γαλλία, με τον Μπόρις Τζόνσον να διακηρύσσει ότι η χώρα του προσφέρεται να συνεχίσει τον αγώνα στο Αφγανιστάν και τον Εμανουέλ Μακρόν να επισκέπτεται τη Μοσούλη, διεκδικώντας ρόλο πρωταγωνιστή στη μάχη κατά του τζιχαντισμού. Όμως η "Αμερική που επέστρεψε" όπως διακήρυσσε ο Μπάιντεν, υπό τις ιαχές των Ευρωπαίων, όχι μόνο αναδιπλώθηκε στην Κεντρική Ασία, αλλά και έριξε τους τόνους της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, όπως έδειξε χαρακτηριστικά και η συμφιλίωση της Ουάσιγκτον με την προοπτική ολοκλήρωσης του αγωγού NordStream 2. Πρόκειται για ένα περιβάλλον το οποίο δημιουργεί πολύ περισσότερες πηγές αβεβαιότητας από ό,τι αφήνει να φανεί η αποκλειστική εστίαση στο προσφυγικό.
04
09

Μίκης Θεοδωράκης: Η λυρικότητά του στη συμφωνική

Ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε το μεγαλύτερο μέγεθος της ελληνικής μουσικής των μεταπολεμικών χρόνων: το εκτόπισμα της πληθωρικής δημόσιας προσωπικότητάς του, η βαρύνουσα επίδραση του πολύπλευρου πολιτικού και καλλιτεχνικού βίου και του πολυδιάστατου έργου του υπερισχύουν αυτών οιουδήποτε άλλου. Υπήρξε, επίσης, διεθνώς ο διασημότερος Ελληνας συνθέτης. Πώς αποτιμά κανείς ένα τέτοιο μέγεθος δίχως να προτρέχει, υφαρπάζοντας βίαια την πένα από το χέρι της Ιστορίας; Ιδιαίτερα όταν ο ίδιος, ως δημόσιο πρόσωπο με ιδιαίτερη έγνοια για το αποτύπωμα που θα άφηνε, έχει σπεύσει κατά καιρούς να προκαταλάβει τους επιγενόμενους, καταστρώνοντας ιδιοχείρως «αυθεντικά» χρονικά της προσωπικής του πορείας και ιστοριογραφικές εγγραφές του προσωπικού του έργου; Σπάνια ευφυής και προικισμένος ως συνθέτης, ο μακρόβιος Θεοδωράκης έγραψε πάρα πολλή μουσική διαφόρων ειδών, σε διαφορετικές φάσεις του δημιουργικού βίου του. Καθοριστικές για το ύφος και το συνολικό στίγμα του έργου του στάθηκαν αφενός οι αρχικές μουσικές σπουδές του στην Ελλάδα των δεκαετιών 1940 και 1950 και, μετά το 1954, στο Παρίσι, και αφετέρου η ένταξή του στην Αριστερά ήδη από τα χρόνια της Κατοχής. Ολες οι συνθέσεις του, εκτός από τις πολύ πρώιμες νεανικές, ήσαν έντονα, συνειδητά και ευανάγνωστα συνδεδεμένες με το ιδεολογικό πλαίσιο της πολιτικής του ένταξης. Επίσης, δημιουργήθηκαν και παρουσιάστηκαν σε εποχές φορτισμένες και περιπετειώδεις, συνήθως σε άρρηκτη σχέση προς πολιτικές ιδέες, ιστορικά γεγονότα ή συγκεκριμένους ανθρώπους. Καθ’ όσον η στρατευμένη τέχνη δύσκολα αποσπάται δίχως απώλειες από το πλαίσιο που τη νοηματοδοτεί, είναι δύσκολο, αν όχι άσκοπο, να επιχειρήσει κανείς να αποτιμήσει τις μουσικές του Θεοδωράκη εν κενώ. Επιπλέον, σε κείμενά του των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών με έντονα πολιτική διάσταση, εξειδικεύοντας στη μουσική, ο ίδιος αναπτύσσει εκτεταμένα και απερίφραστα θερμή επιχειρηματολογία σχετικά με το ποια οφείλει και μπορεί να είναι μια θετική σχέση της τέχνης με τις «μάζες». Τέλος, δύσκολα διαχωρίζει κανείς τον συνθέτη της «κλασικής» μουσικής από τον τραγουδοποιό.
04
09

Μίκης Θεοδωράκης: ”Ναι η Ικαρία είναι ένα θεϊκό νησί. Φτιαγμένο από Θεούς για να την κατοικούν οι αγαπημένοι των Θεών…”

Στην Ικαρία έζησα πυκνά, βαριά και δυνατά χρόνια που χαράχτηκαν στην ψυχή μου. Το πιο βαρύ και αβάσταχτο φυσικά ήταν ότι δεν ήμουν ελεύθερος κι επί πλέον κάθε στιγμή υπήρχε μέσα μου η σκιά του φόβου για την επόμενη μέρα. Εν τούτοις όταν σκέπτομαι την Ικαρία, ένα κύμα από φως και ομορφιά με πλημμυρίζει. Τι να συμβαίνει άραγε; Η απάντηση είναι απλή: Είναι η ομορφιά του νησιού σε συνδυασμό με την ανθρώπινη ζεστασιά των κατοίκων. Με το ρίσκο που έπαιρναν για να είναι μαζί μας γενναιόδωροι, πράγμα που μας βοηθούσε όσο τίποτα άλλο να αντέξουμε την δοκιμασία. Χωρίς να φοβηθούν τους δεσμώτες μας, μας άνοιγαν τις καρδιές και τα σπίτια τους. Μας καλούσαν επίμονα να μοιραστούμε τα φτωχά υπάρχοντα τους. Σε κάθε στιγμή μας φέρνονταν σαν να ήμαστε αδέλφια και συγγενείς τους. Στο τέλος του 1948 μια φούχτα γενναίοι βγήκαν ένοπλοι στα βουνά. Ακούγαμε την βοή της μάχης κλεισμένοι στα σπίτια μας – τότε έμενα στην Ακαμάτρα – και τους θαυμάζαμε για την τόλμη τους χωρίς να υπολογίζουμε τι μας περίμενε την επομένη καθώς βρισκόμαστε ανυπεράσπιστοι στα νύχια των κοινών διωκτών μας. Στην πρώτη εξορία στο νησί, στα 1947, είμαστε ελεύθεροι να πηγαίνουμε από το ένα μέρος στο άλλο. Έτσι μπόρεσα να δω και να ανακαλύψω τις φυσικές ομορφιές του νησιού. Ανέβηκα και κατέβηκα πολλές φορές από τον Άγιο Κήρυκο στις Οξιές. Τότε πρέπει να πούμε, ο μοναδικός δρόμος που υπήρχε σε όλο το νησί ήταν λίγα χιλιόμετρα κόκκινος χωματόδρομος. Φυσικά αυτοκίνητα δεν υπήρχαν, ούτε αμάξια ή κάρα. Έπρεπε τότε να είχες γερά πόδια και καλά πνευμόνια. Από τον Άγιο Κήρυκο στον Εύδηλο με σταθμό στο Καραβόσταμο – η απόσταση αυτή για μένα ήταν τότε παιχνιδάκι και την είχα κάνει πολλές φορές. Θυμάμαι πως όταν φτάναμε στην κορυφή, τότε ξαπλώναμε με τα απέραντα πελάγη στα πόδια μας. Ποτέ ξανά δεν είδα ένα τέτοιο γαλάζιο. Ποτέ ξανά δεν ένοιωσα στο πρόσωπο μου μια τέτοια φρεσκάδα. Ο δροσερός πελαγίσιος άνεμος με μεθούσε, μου άλλαζε την διάθεση και με έκανε ανεξήγητα ευτυχισμένο. Αυτό το συναίσθημα είχα την τύχη να το ζήσω αγναντεύοντας το Αιγαίο από διαφορετικά μέρη. Τους Βρακάδες ή την Ακαμάτρα. Μέσα στο καϊκι που μας πήγαινε στον Άγιο Κήρυκο – Εύδηλο – Αρμενιστή, μια παρέα Πειραιώτες τραγουδούσαν τον «Καπετάν Ανδρέα Ζέππο», το πρώτο λαϊκό που άκουσα στην ζωή μου και με μιας όλα άλλαξαν μέσα μου. Αργότερα ακούγοντας τους συνεξόριστους από λαϊκές περιοχές κατέγραψα δεκάδες λαϊκά τραγούδια. Τα πρώτα αποθέματα λαϊκής μουσικής άρχισαν να στοιβάζονται μέσα μου. Αργότερα πρώτοι εμείς οι «Ικαριώτες» μεταφέραμε στην Μακρόνησο τα λαϊκά τραγούδια και τους λαϊκούς χορούς. Όμως δεν ήξερα ακόμα ότι την εποχή εκείνη γινόταν μέσα μου κοσμογονικές μεταλλάξεις. Από συμφωνιστής άλλαξα σε λαϊκό. Καινούρια, μυστηριώδη και άγνωστα μουσικά αποθέματα στοιβάζονταν μέσα μου, που με αφορμή τον «Επιτάφιο» άρχισαν να βγαίνουν ορμητικά παίρνοντας την μορφή των τραγουδιών. Κι όλα αυτά ξεκίνησαν – το θυμάμαι καλά – εκείνη την μαγική μέρα που αρμενίζαμε πλάι στις ακτές της Ικαρίας – ένα καϊκι φορτωμένο αμούστακους επαναστάτες που δεν γνώριζαν τι τους επιφυλάσσει η μοίρα. Αρμενιστής – Ράχες – Βρακάδες! Υπέροχη Φύση! Υπέροχοι άνθρωποι! Που σ’ έκαναν να ξεχάσεις πως ήσουνα ξεριζωμένος και εξόριστος και νόμιζες πως βρισκόσουνα μέσα σε συγγενείς, μέσα στην δική σου οικογένεια. Στην δεύτερη εξορία στα 1948, μετά από ένα δύσκολο ταξίδι όπου μας είχανε δεμένους δύο – δύο και που έξω από την Μύκονο κοντέψαμε να πνιγούμε στιβαγμένοι στο κατάστρωμα μιας μικρής κορβέτας, την άλλη μέρα λίγο πιο έξω από τον Εύδηλο μας λέει ο Αλυσανδράκης, Διοικητής της Φρουράς: «Θα σας στείλω στην Δάφνη. Εκεί όλοι είναι δικοί σας.» Σε αυτήν την εξορία οι συνθήκες είχαν αλλάξει. Το σύστημα λεγόταν «πειθαρχημένη διαβίωση». Δηλαδή κλεισμένοι στα σπίτια με δικαίωμα εξόδου μόνο για να πάμε στο Τμήμα να δώσουμε ομαδικά το παρόν. Εμείς της Δάφνης έπρεπε να πηγαίνουμε όλοι μαζί (είμαστε περίπου διακόσιοι) στην Ακαμάτρα να δίνουμε το παρόν σε τρείς Χωροφύλακες που ήταν όλη και όλη η τοπική φρουρά. Μια φορά το πρωί και μια το απόγευμα. Έξω από την Δάφνη είχε μια μεγάλη πηγή με πλατάνια. Εκεί μαζευόμαστε για να ξεκινήσουμε όλοι μαζί. Στην Ακαμάτρα μας περίμεναν οι τριακόσιοι παλαιότεροι από εμάς εξόριστοι. Κάναμε βόλτες, ψωνίζαμε και μετά κατηφορίζαμε προς το χωριό μας. Αργότερα εγώ και η ομάδα μου βρήκαμε ένα σπίτι λίγο πιο έξω από την Ακαμάτρα, της κυρίας Φανής και μείναμε για λίγους μήνες πριν μας κατεβάσουν όλους στον Εύδηλο, τελευταίο σταθμό πριν από την Μακρόνησο. Ξαναγύρισα στην Ικαρία πριν λίγα χρόνια και μάλιστα διηύθυνα την ορχήστρα μου και τραγούδησα μαζί με το κοινό – όπως κάνω πάντα. Όμως αυτή την φορά ένοιθα διαφορετικά. Σαν να ξαναγυρνούσα σε μια μήτρα που με ξαναγέννησε… Τούτη την φορά μπόρεσα να δω το νησί με άλλα μάτια. Δεν υπήρχε πια το αλλοτινό άγχος. Ο αλλοτινός φόβος… Και είδα μια Ικαρία εκατό φορές ωραιότερη. Θεέ μου, είπα μέσα μου, τι ομορφιά είναι τούτη! Ναι η Ικαρία είναι ένα νησί θεϊκό. Φτιαγμένο από θεούς για να την κατοικούν οι αγαπημένοι των θεών. Έτσι εξηγείται αυτό το βαθύ αίσθημα πληρότητας κάθε φορά που θα φέρω στην σκέψη μου την Ικαρία.
03
09

Βασίλης Ρόγγας: «Πολέμησε το Δεκέμβρη»

Καθολικοί άνθρωποι δεν υπάρχουν πια και είναι αδύνατον να υπάρξουν. Δε συγκροτούνται έτσι γιατί το γενικό κλίμα επιτάσσει μερικότητα, επιφάνεια, βάθος τόσο στενά εστιασμένο. Ο Θεοδωράκης αποφάσισε από πολύ μικρός να είναι τρανός, γίγας στους γίγαντες, g.o.a.t. ή bigger than life. Ως τα τελευταία του χρόνια σχεδόν μιλούσε με αυτή την εφηβική έπαρση, τους αυτοματισμούς των βεβαιοτήτων του, με ένα εγώ μεγαλύτερο από το ψηλό του μπόι λες και μιλούσε γι’ Άλλον κι όχι για τον εαυτό του. Ο ίδιος μια ψηλή και όρθια αντίφαση μουσικά, πολιτικά, προσωπικά. Διπλός και πολλαπλός, και νάρκισσος και σοφός, πεισματάρης σα γαϊδούρι, έσκαγε τους άλλους. Αλλά το ότι ήταν καινοτόμος είναι αυτό που θα παραμείνει. Όταν οι αριστεροί απαγόρευαν τα ρεμπέτικα γιατί μιλούσαν για χασίσια και ηρωίνη (από το ‘50 έως το ‘80 κράτησε αυτό) ο Μίκης είχε ψέξει τον Μίσσιο σε μια εκδρομή των λαμπράκηδων, όταν κάποιος έβαλε μια τέτοια κασέτα στο πούλμαν: «σκάσε Χρόνη να ακούσουμε τη μουσική», του είπε περίπου. Τη δεκαετία του 1960, αρχηγός της ελληνικής αριστερής νεολαίας, των Λαμπράκηδων, τρέχει από άκρη σε άκρη και ανοίγει λέσχες νέων σε όλη τη χώρα. Για πρώτη φορά τα κορίτσια μπορούν να πάνε σε κοινούς χώρους με τα αγόρια, ακούνε μουσική, αγωνίζονται, ερωτεύονται. Διαμόρφωσε, αυτός αρχηγός αλλά και μαζί με άλλους, την ταυτότητα μιας-δυο-τριών γενιών με τα τραγούδια του να στολίζουν την πίκρα, τη χαρά, τον έρωτα, τον αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη, το κόμμα, τη διαδήλωση, τα νησιά, την αθήνα, το ολοκαύτωμα. Τόσο τολμηρός και καινοτόμος που δε φοβήθηκε να κάνει τραγούδια τους στίχους των ποιητών, αριστερών και δεξιών. Την πολλές φορές ακατανόητη γλώσσα τους την τραγουδούσαν κι άνθρωποι που ήξεραν να γράφουν μόνο το όνομά τους, που τους άγγιζε βαθιά η ποίηση μέσα τους. Τιμή να σε κάνει ο Μίκης τραγούδι κι ας έχεις πάρει νόμπελ, να τι κατάφερε. Στη μεταπολίτευση οι περιοδείες του έβγαλαν τον κόσμο από το μικροαστικό ή εργατικό σπίτι για να γεμίσουν τα γήπεδα, τα θέατρα. Διψούσε ο κόσμος για πολιτισμό κι ο Μίκης σαν άγριο τραγί πήγαινε σε κάθε ρούγα και ξεσήκωνε και τον πιο αδιάφορο. Διακατέχονταν από την έννοια του καθήκοντος, ήθελε να παίρνει θέση για όλα τα σημαντικά, πίστευε πως όποτε περπατάει ένα δρόμο πρέπει οπωσδήποτε να είναι ο σωστός, ο ηθικός, ο τέλειος. Προσπαθούσε να νιώσει το ρυθμό της εποχής του, να τρέξει εκεί που είναι η αλήθεια, αυτή που πάντα διαφεύγει και -φυσικά- διέφευγε κι από τον ίδιο. Πολιτικά οι πατάτες του είναι αμέτρητες ήδη από πριν τη μεταπολίτευση. Ίσως η τελευταία του επιστολή στον ΓΓ του ΚΚΕ έτσι ώστε να επιληφθεί τα της κηδείας και της μνήμης του ως κομμουνιστή αποδεικνύει πως είχε μείνει μυαλό και ψήγματα ενοχών. «Πολέμησε το Δεκέμβρη» θέλησε να γραφτεί στον τάφο του, σημάδι πως πάντα θυμόταν τον μετέφηβο εαυτό του. Ο τρανός παγκόσμιος της Ελλάδας πέθανε κι ήταν ο τελευταίος. Τώρα, όταν περνάμε από τη Γαριβάλδι στου Φιλοπάππου όπου κατοικούσε θα ξέρουμε ότι δεν ατενίζει την Ακρόπολη. Δε θα σταματήσει να αναβλύζει φως το μνημείο, αλλά δυο μάτια που σπίθιζαν τόσο πολύ δε θα την κοιτάνε πια. Φωτογραφία: ο Μίκης Θεοδωράκης εξόριστος στην Ικαρία το 1947 στα 21 του χρόνια.
03
09

Κατέ Καζάντη: “Στις 18, σοσιαλισμός!”

Το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, ιδρυμένο 3 του Σεπτέμβρη, μέρα της Τέταρτης Διεθνούς, του Λέοντα Τρότσκι, έχει ήδη κατηγοριοποιηθεί δίπλα στα άλλα ποπουλίστικα, ρεφορμιστικά κινήματα: διότι επένδυσε στην αθέατη μάζα, που δεν έβλεπε το πρόσωπό της στους ήδη υπάρχοντες πολιτικούς σχεδιασμούς, τοποθετώντας στο τραπέζι χειραφετητικά προτάγματα, τα οποία όμως γρήγορα εγκατέλειψε, μόλις πιέστηκε από τις κατεστημένες δυνάμεις. Όπως εξάλλου και κάθε άλλος σοσιαλδημοκρατικός σχηματισμός, στην Ευρώπη και στον κόσμο. Ο πρόσφατος θάνατος του Άκη Τσοχατζόπουλου κλείνει ένα κεφάλαιο της ελληνικής ιστορίας, που δεν είχε πάντα κακές στιγμές: οι σοσιαλδημοκράτες του ‘70 και του ‘80 πέτυχαν κάμποσα, πολλά απ’ τα οποία σήμερα, την εποχή της ακροφιλελεύθερης οπισθοδρόμησης, φαντάζουν περίπου ριζοσπαστικά. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας, το οικογενειακό δίκαιο, η αποχουντοποίηση του κράτους, η –σχετική- αναδιανομή του πλούτου είναι κάποια από αυτά. Μόλις όμως άλλαξε η ιστορική συνθήκη, το «Τσοβόλα δωσ’ τα όλα» έγινε πολιτική λιτότητας. Το ΠΑΣΟΚ, τέκνο της εποχής του, διολίσθησε. Και έγινε συστημικό κατεστημένο, αποκαθιστώντας τάχιστα τις σχέσεις του με τη μεγαλοαστική τάξη, δημιουργώντας επιπλέον και νέους εκπροσώπους του κεφαλαίου. Η επικινδυνότητα της σοσιαλδημοκρατίας, όμως, αυτής που άνθισε υπό τα όμματα της Σοβιετικής Ένωσης, παρέμεινε για καιρό: προτού την ενσωματώσει, το σύστημα φρόντισε να την εξαγοράσει, βρίσκοντας βέβαια πλήθος προθύμων. Στη συνέχεια, τους έβγαλε στα μανταλάκια. Και είναι σαν οι πεπτωκότες “επαναστάτες”, τύπου Άκη, να μην συναντώνται πουθενά αλλού, λες και η δεξιά του Κυρίου μαζεύει μοναχά τους αμνούς του Θεού που αδιαφορούν για την ύλη. Τα οικονομικά σκάνδαλα των δεξιών είναι σαν να μην υπάρχουν, σε αντίθεση μ’ εκείνα, τα πολυδιαφημισμένα, των πρώην σοσιαλδημοκρατών . Σε κάθε περίπτωση, όμως, σοσιαλδημοκρατία και σοσιαλδημοκράτες εν γένει, είναι μια όλως άλλη, αντιθετική, περίπτωση για την αριστερά. Επί της ουσίας, στην άλλη μεριά του ποταμού.
03
09

Φοίβος Δεληβοριάς: Ο Μόνος Άνθρωπος Που Είδα Να Πετάει

Δεν θα ξεχάσω ποτέ που οι γονείς μου –ο πατέρας μου δεν αγάπησε ποτέ άλλη μουσική περισσότερο απ'τη δική του- με πήγαν στο Ηρώδειο 14 χρονών να ακούσουμε το «Άξιον Εστί», που θα παιζόταν για πρώτη φορά εκεί. Ο Μίκης στα 60 του δεν είχε ακόμα τη χαρά να του παραχωρηθεί το Ηρώδειο.Του το αρνούνταν σθεναρά οι διάφορες εκλεγμένες καρέκλες. Μόλις ξεκίνησε η συναυλία, καταλάβαμε όλοι γιατί. Πρώτη και τελευταία φορά τη μέρα εκείνη είδα άνθρωπο να πετάει. Δεν ήταν διεύθυνση αυτό, ήταν το πρώτο πέταγμα του ανθρώπου. Ο Μίκης μπορούσε να το κάνει. Και ήθελε να πάρει κι εμάς μαζί. Το ότι άλλες φορές το ελληνικό σώμα τον αντιμετώπιζε σα Θεό και άλλες φορές ομοθυμαδόν ήθελε να τον εξευτελίσει, δεν οφειλόταν στην όποια ανθρώπινη ανισότητά του. Αλλά στην δική μας σχέση με την πτήση. Κάποτε –το 2005 νομίζω- πήγαμε μαζί κι ακούσαμε την πρόβα της «Πρώτης Συμφωνίας» του στο Μέγαρο. Δεν έχω δει μεγαλύτερο καλλιτεχνικό παράπονο απ’αυτό που είχε όσο παρακολουθούσε. Θυμόταν την εποχή που –ανάμεσα σε εξορίες- είχε πρωτογράψει το έργο. Θυμόταν κάθε αρνητική κριτική, κάθε πολιτικο-καλλιτεχνική συνομωσία που του στέρησε τότε τη χαρά και τον έπαινο. «Δεν είχα ενθάρρυνση», μου έλεγε. «Διαφορετικά, θα είχα προχωρήσει αλλιώς». Σκέψου να το ακούς αυτό απ’τον άνθρωπο που έφτασε στο απροχώρητο. Γυρνώντας στο σπίτι του, περνώντας απ’του Μακρυγιάννη, μου διηγήθηκε –έτσι όπως ποτέ δεν τα έγραψε- τα δικά του Δεκεμβριανά. Είχε πάλι τόση ζωντάνια και τόσο παράπονο ο λόγος του, που αισθάνθηκα σα να παίζω στο φινάλε του «Αποκάλυψη Τώρα». Σα να είμαι με τον -μεγαλύτερο από τη Ζωή- συνταγματάρχη Κουρτς και να προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω το νόημα της ανείπωτης ελευθερίας του, της βουτηγμένης στο αίμα και στην ομορφιά. Όταν το βράδυ γύρισα στο σπίτι μου, αισθανόμουν πως η όποια ελευθερία των σημερινών επιλογών μου, η Δημοκρατία στην οποία ζούσα, έγραφα και ανέπνεα, οφειλόταν στην τρελή θυσία της γενιάς του. Πολλές φορές περνούσα κάτω απ’το σπίτι του, απέναντι απ’την Ακρόπολη. Δεν του χτυπούσα το κουδούνι. Μόνος στο αμάξι άκουγα τη μουσική του-σαν ένα είδος χάρτη, κάποια πρωϊνά που το ταξίδι ήταν δύσκολο. Δεν πειράζει που εμείς οι συγκαιρινοί του Έλληνες δεν μπορέσαμε να ακολουθήσουμε την «οδηγία» της Μουσικής του. Το μέρος όπου καταλήγει η πτήση μας, είναι εκεί. Χαρτογραφημένο. Μια αληθινή Νεφελοκοκκυγία του μέλλοντος. Κάποια στιγμή, από τα σωστά παιδιά -που ίσως σήμερα γεννιούνται- θα ανακαλυφθεί.