Η συμφωνία που υπογράφηκε ανάμεσα στην Ελλάδα και την ΠΓΔΜ έχει στόχο να κλείσει μια μακρά περίοδο εντάσεων και συγκρούσεων, που τροφοδοτήθηκε από την μισαλλοδοξία και τους εκατέρωθεν εθνικισμούς, ανοίγοντας παράλληλα τον δρόμο για την ειρήνη, τη φιλία και την συνεργασία στα πολύπαθα Βαλκάνια.
Σε αυτή τη συγκυρία η μόνη επιλογή που έχουν οι εργαζόμενοι/ες είναι ο δρόμος της αλληλεγγύης, της ειρήνης και της συνεργασίας και δεν πρέπει να αφεθεί χώρος στην εθνικιστική ακροδεξιά και τους νεοναζί να δηλητηριάσουν την Ελληνική κοινωνία, εκμεταλλευόμενοι την ευαισθησία στα θέματα αυτά. Αντίθετα πρέπει να αγωνιστούμε για την ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία των λαών και να ανοίξουμε διαύλους επικοινωνίας με τους εργαζόμενους/ες της γειτονικής χώρας
Τίποτα δεν έχουν να χωρίσουν οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ.
Πολλά είναι τα κοινά προβλήματα, για τα οποία ποτέ δεν είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε. Οι επιλογές της μισαλλοδοξίας και του εθνικισμού μας οδήγησαν σε διαμάχες για το όνομα, την εθνικότητα, ενώ είναι βέβαιο ότι μιλάμε την ίδια γλώσσα όταν αναφερόμαστε στα προβλήματα και τους αγώνες των εργαζομένων. Η ειρηνική συνύπαρξη δίνει τη δυνατότητα για κοινούς αγώνες απέναντι στα κοινά προβλήματα: την λιτότητα, την φτώχεια, την ανεργία και κοινές διεκδικήσεις για εργατικά δικαιώματα και κατακτήσεις.
Οι προκλήσεις για τον κόσμο της εργασίας είναι πολύ μεγάλες για να αφήνουμε να μας τυφλώνει ο φόβος για την υποτιθέμενη απώλεια της εθνικής μας ταυτότητας. Η διατήρηση μιας άγονης διαμάχης δεν θα έφερνε πίσω τους χιλιάδες νέους που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό, δεν θα έδινε δουλειά στους χιλιάδες ανέργους. Όταν η ειρήνη και η αλληλεγγύη μεταξύ των Λαών στεριώσει, τότε οι εργαζόμενοι θα ατενίζουμε με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον. Μπορούμε να επικεντρωθούμε με όλες μας τις δυνάμεις και να αναπτύξουμε τους αγώνες με καλύτερους όρους και σε συνεργασία με τα εργατικά κινήματα των Βαλκανικών χωρών, στη μάχη ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων.