Το Hausder Statistik («Σπίτι της Στατιστικής»), πρώην έδρα της στατιστικής υπηρεσίας της ΛΔ Γερμανίας, ακριβώς πάνω στην Alexanderplatz, παραμένει άδειο από το 1996. Όμως, πίσω από το φαινομενικά κενό κουφάρι, κρύβεται ζωή - και μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία διαμαρτυρίας, συμμετοχής και επανεκκίνησης, με πολλά μαθήματα για την πόλη και τη σχέση κινημάτων-εξουσίας.
Όταν τα ξαναζεσταμένα και ανανεωμένα σχέδια για κατεδάφιση του κτιρίου παρουσιάζονται στο κοινό το 2015, σε προεκλογική τότε φάση, μια ομάδα ακτιβιστών -κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά καλλιτεχνών- προχωρούν σε μια συμβολική κατάληψη του κτιρίου, απαιτώντας τη διατήρηση και επαναλειτουργία του. Σε συνεργασία με άλλες πρωτοβουλίες, αλλά και με ειδικούς από την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία, προτείνουν τη δική τους εναλλακτική για το κτίριο: έναν χώρο φιλοξενίας προσφύγων, χώρο για κατοικία καλλιτεχνών και για καλλιτεχνικές δράσεις, καθώς και για προσιτή κατοικία για όλους. Για καλή τους τύχη, την επόμενη χρονιά αλλάζει η κυβέρνηση του κρατιδίου του Βερολίνου και η νέα κυβέρνηση συνεργασίας (Σοσιαλδημοκρατών, Πράσινων και DIE LINKE), εντάσσει το κτήριο στην προγραμματική συμφωνία των τριών κομμάτων που υπογράφεται το Σεπτέμβριο του 2016. Η συμφωνία αναφέρεται ρητά στην μελλοντική του χρήση (υιοθετώντας τις απαιτήσεις των ακτιβιστών) και προσθέτει δύο ακόμη διαστάσεις: τη συμμετοχή και το ιδιοκτησιακό καθεστώς. «Το μέλλον του Σπιτιού της Στατιστικής», λέει η συμφωνία, «θα το καθορίσουν τα εμπλεκόμενα μέρη σε έναν ευρύ διάλογο με την κοινωνία των πολιτών». Το κρατίδιο του Βερολίνου προχωρά άμεσα στην αγορά του κτηρίου από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Κι ενώ οι ακτιβιστές, που αναγνωρίζουν τη σημασία θεσμοθετημένων δομών, προχωρούν στη δημιουργία ΚΟΙΝΣΕΠ, μπαίνουν τέσσερις ακόμη παίκτες του δημοσίου στο παιχνίδι: η εταιρεία ακινήτων του κρατιδίου, μια από τις κρατικές εταιρείες κατοικίας, ο Δήμος του Mitte στον οποίο βρίσκεται το ακίνητο, και το Υπουργείο Πολεοδομίας του κρατιδίου. Τα πέντε συνεργαζόμενα μέρη επιλέγουν και μια επιτροπή πολιτών, και όλοι μαζί ανοίγουν ένα διάλογο με αρχιτεκτονικά γραφεία, που προτείνουν τις τεχνικές λύσεις για την επαναλειτουργία του κτιρίου. Όλο αυτό πλαισιώνεται από έναν ευρύ δημόσιο διάλογο, με πιο οργανωμένα σχήματα (εργαστήρια, επιτροπές) και πιο άτυπες διαδικασίες (καφέ, συναντήσεις). Στις αρχές του 2019, η ομάδα παρουσιάζει τα τελικά σχέδια, τα οποία περνούν από την έγκριση του κρατιδίου για να αρχίσουν οι εργασίες, λίγο πριν διακοπούν τα πάντα λόγω πανδημίας.