Αόρατοι άνθρωποι
Τι να σου λέω, μωρέ, συγκίνηση οκουμενική: Μετά τον Χίτλερ και τους Άριους, όλοι μίσησαν τις ευγονικές ιδέες. Μα να που ζούμε σε πόλεις τίγκα στην ευγονική θηριωδία: Ποιος ανάπηρος ζει σαν όλους τους άλλους; Ποιος μπορεί να εξυπηρετηθεί, να διασκεδάσει, να ερωτευτεί, να χωρίσει, να δουλέψει. Να δουλέψει, μαλάκα μου, το διανοείσαι;
Τι αγριότητα που υπάρχει στις ευγονικές πόλεις. Ούτε να περπατήσεις, ούτε να ανασάνεις, ούτε να τσουλήσεις, τίποτα. Πόλεις για υγιείς, πολυκατοικίες για υγιείς, δρόμοι, μπαρ, υπηρεσίες. Για υγιείς. Κι εσύ πίσω από το συρματόπλεγμα. Εσύ, εγώ. Από τη μια στιγμή στην άλλη μπορούν να συμβούν αυτά, το σκέφτηκες ποτέ; Συρματόπλεγμα. Εξόριστοι σε έναν κόσμο γεμάτο ελευθερία. Ή σχεδόν.
Ευγονικές πόλεις με αόρατους, εξόριστους ανθρώπους. Να μην τους δει κανένας και πικραθεί. Όλοι λυπούνται τον ανάπηρο κι όμως μόνο να ήξεραν τα κότσια που χρειάζονται όταν δεν έχεις πόδια, μάτια, αφτιά.
Μια μέρα καθόμουν στο μπαλκόνι μου, είχε χιόνι στην Αθήνα, αλλά καθόμουν στο μπαλκόνι μου, στο κρύο και ήθελα να κλάψω για να παγώσουν τα δάκρυά μου και να φτάσουν στα μαγικά βασίλεια των χαμένων ηρώων. Στα παραμύθια είναι όλοι υγιής. Ακόμα και οι βάτραχοι μεταμορφώνονται σε πρίγκιπες .
Τίποτα δεν θα πάει στραβά στα βασίλεια των χαμένων ηρώων κι εγώ θα φτάσω εκεί, μία νύχτα με κρύο, για να τα γεμίσω ανθρώπους σαν εμένα, που δεν θα έχουν γίνει άρτιοι –που λένε-. Αλλά θα έχουν βρει τον τρόπο να μην έχει καμία, μα απολύτως καμία σημασία.