Macro

22
09

Ράνια Σβίγκου: Απαραίτητο όσο ποτέ ένα συνολικό σχέδιο στην εξωτερική πολιτική

Η ΝΔ τόσο στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής όσο και σε αυτό της άμυνας παρουσιάζει αντιφάσεις, αποσπασματικές κινήσεις, έλλειψη ενός συνολικού και συνεκτικού σχεδίου. Μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να σπαταλήσει το πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο που άφησε ως παρακαταθήκη η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. «Ξέχασε» το διπλωματικό εργαλείο των ευρωπαϊκών κυρώσεων στην Τουρκία. Δεν εργάστηκε ούτε για να δοθεί κάποιο θετικό κίνητρο από την ΕΕ για την αποτροπή επιθετικών κινήσεων της Τουρκίας, στο πλαίσιο, για παράδειγμα, των συζητήσεων για την τελωνειακή ένωση ΕΕ – Τουρκίας. Ηταν και είναι απούσα από κάθε διεθνή πρωτοβουλία. Δεν κλήθηκε καν στη διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη, δεν πρωτοστάτησε στον ευρωτουρκικό διάλογο, δεν έλαβε καν την πρωτοβουλία για τη σύγκληση της συνόδου των μεσογειακών χωρών. Σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές μια πολυδιάστατη, ενεργητική, φιλειρηνική πολιτική, όπως αυτή που χάραξε ο ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα χρόνια, είναι πιο απαραίτητη από ποτέ. Μια πολιτική δηλαδή που να ασκείται με στόχο την ειρήνη, τη σταθερότητα, την προάσπιση των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των πολιτών αλλά και τη συνεργασία και τη φιλία των λαών. Μια τέτοια πολιτική που θα βασίζεται όχι σε επικοινωνιακά τεχνάσματα αλλά στην αλήθεια, όχι σε εθνικιστικές δηλώσεις για εσωτερική κατανάλωση αλλά σε διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Οι πολίτες γνωρίζουν το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ: τερματισμός των τουρκικών προκλήσεων, επανεκκίνηση των διερευνητικών συνομιλιών για τη διαφορά μας με την Τουρκία, δηλαδή αυτή για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ, και, στην περίπτωση που αυτές δεν καταλήξουν, προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Αυτό που δεν γνωρίζουν είναι το σχέδιο της κυβέρνησης. Επειδή ο κ. Μητσοτάκης, όσο κι αν το επιθυμεί, δεν είναι αυτοκράτορας, οφείλει να το παρουσιάσει και να κριθεί γι' αυτό.
21
09

Καινούργιο σήμα, παλιές ιστορίες

Η δημοκρατία, η αλληλεγγύη, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η ισότητα είναι υπόθεση της αριστεράς, παρότι παραπέμπουν στη Γαλλική Επανάσταση, την εμβληματική αστική επανάσταση. Όχι μόνο γιατί έχουν διαχρονική αξία, αλλά και γιατί στο (με το συμπάθειο…) αφήγημα της αστικής τάξης διαστρέφονται, όταν δεν εγκαταλείπονται. Είναι υποχρεωμένη να το κάνει η αριστερά και για έναν ακόμα λόγο: για να συνδέσει τις άκρως επαναστατικές αυτές αξίες με τη δική της προοπτική, τη σοσιαλιστική. Αν δεν το κάνει, απομειώνει ακόμα κι αυτή την τεράστια αστική επανάσταση σ’ έναν ανώδυνο κρίκο στην αλυσίδα μιας σχεδόν προδιαγεγραμμένης «εξέλιξης». Απονευρώνει την ουσία της κοινωνικής δυναμικής μετατρέποντάς τη σε μια αλληλουχία γεγονότων χωρίς τομές, που είναι υπαρκτές, ακόμα κι όταν συμβαίνουν χωρίς εκρηκτικές ανατροπές. Ας αποπειραθούμε μια εξήγηση για το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να βρει μια ακτίνα στο αστέρι ο σοσιαλισμός. Οφείλεται μάλλον στην επικράτηση της αντίληψης ότι όλα θα γίνουν σαν αποτέλεσμα μιας ομαλής εξέλιξης, ότι κι ο ΣΥΡΙΖΑ όταν έρθει εν τη εξουσία του, αξίες στοιχειωδέστερες έχει να υπερασπιστεί απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό. Όλοι παιδιά της Γαλλικής Επανάστασης είμαστε. Θα ήμασταν, όμως, νόθα παιδιά της, αν δεν αμφισβητούσαμε την αναγόρευσή της σε έσχατη επανάσταση της ανθρώπινης ιστορίας από τους νεοφιλελεύθερους. Κόμματα που αναφέρθηκαν στο σοσιαλισμό πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τον πίστεψαν, δεν δυσκολεύτηκαν να αγγίξουν το 50%. Ενώ μεγάλα και ιστορικά κόμματα της αριστεράς, που επιχείρησαν να προσαρμοστούν στις συνθήκες του «τέλους της ιστορίας» απαρνούμενα το μέλλον τους, υποβιβάστηκαν σε τριτεύοντες και τεταρτεύοντες ρόλους, και – το χειρότερο – το κενό που άφησαν κατέλαβαν ο δεξιός λαϊκισμός και ο εθνικισμός. Δύο άμεσες απειλές για τον κοινό τόπο, τη δημοκρατία που η αριστερά υπερασπίζεται.
21
09

Έφυγε η μεγάλη κυρία της αριστεράς

Την ερχόμενη Πέμπτη, 24 Σεπτέμβρη, η Ιταλία αποχαιρετά τη μεγάλη κυρία της αριστεράς. Στα 96 της χρόνια, η Ροσάνα Ροσάντα άφησε τον κόσμο των ζώντων και πήγε να συναντήσει τους συντρόφους της που έφυγαν νωρίτερα, τον Πιέτρο Ιγκράο, τον Λουίτζι Πιντόρ, τον Λούτσιο Μάγκρι, τον Βαλεντινο Παρλάτο. Υπήρξε δημοσιογράφος, συγγραφέας, υπεύθυνη πολιτισμού του ΙΚΚ, βουλεύτρια, από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας δρακογενιάς κομμουνιστών που δραστηριοποιήθηκαν στην αντίσταση, μελέτησαν τη μαρξιστική θεωρία, παρατηρώντας και σχολιάζοντας κάθε τι νέο στο χώρο της αριστεράς, μακριά από κάθε δογματισμό, διδασκόμενοι και διδάσκοντες.  Η Ροσάντα αγάπησε και υποστήριξε τους νέους της εξέγερσης του Μάη του 68, μαθαίνοντας πολλά από αυτούς, ενώ το αργοκίνητο Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει τα νέα κινήματα που δεν εκκινούσαν από την εργατική τάξη. Εντάχθηκε και στο φεμινιστικό κίνημα και υιοθέτησε τα μηνύματά του, προσπαθώντας να υπερβεί τις δυσκολίες και τους δισταγμούς της γενιάς της. Πριν από 50 χρόνια, μαζί με τον Λουίτζι Πιντόρ, τον Λούτσιο Μάγκρι, τον Άλντο Νατόλι και τον Βαλεντίνο Παρλάτο ίδρυσε τη θρυλική εφημερίδα «Μανιφέστο», αρχικά υπό τη μορφή περιοδικού, που έφερε νέες αναλύσεις και ένα δροσερό αεράκι στις αραχνιασμένες γωνιές της οδού Μποτέγκε Οσκούρε, της έδρας του κόμματος. Αυτός ήταν και ο λόγος που η ομάδα της διαγράφηκε ως «φραξιονιστική», στην εποχή μάλιστα που το κόμμα προσπαθούσε να ανανεώσει την εικόνα του, εκλέγοντας γενικό γραμματέα τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια μετατροπής της εφημερίδας σε κόμμα, το «Μανιφέστο» συνέχισε την πορεία του ως έντυπο –σύμβολο για την ευρωπαϊκή αριστερά. Η Ροσάντα μέχρι τα βαθιά της γεράματα παρέμεινε κομμουνίστρια και δεν έπαψε ποτέ να επιμένει ότι θα έρθει η ημέρα που οι ιδέες των κομμουνιστών θα επικρατήσουν, γράφοντας βιβλία, άρθρα και δίνοντας διαλέξεις και συνεντεύξεις στην Ιταλία και στο εξωτερικό. Το «Μανιφέστο» τόλμησε να διαχωρίσει τη θέση του από τη σοβιετική επέμβαση στην Πράγα και άσκησε κριτική στην πολιτική του ΚΚΣΕ, παρασύροντας το ΙΚΚ στη μάχη κατά του δογματισμού. Έμεινε στην ιστορία ο τίτλος «Η Πράγα είναι μόνη», την επομένη της επέμβασης. Εκτός κόμματος πλέον, είδε με πίκρα την αλλαγή ονόματος και τη μετάλλαξη του μεγαλύτερου Κομμουνιστικού Κόμματος της Δύσης και δεν συγχώρησε ποτέ τον Ινγκράο που δεν προκάλεσε μια διάσπαση την κατάλληλη στιγμή, επειδή θεωρούσε ότι η ενότητα και το αρραγές του κόμματος ήταν το παν. Με την Ροσάντα χάνεται ακόμη ένα στέλεχος εκείνου του ιστορικού ρεύματος που επηρέασε την αριστερά και στη χώρα μας, αφήνοντας την παρακαταθήκη του σε όσους αγωνίζονται για τον σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία.
21
09

Νίκος Φίλης: Χρήματα για το δημόσιο σχολείο από το Ταμείο Ανάκαμψης: Η μέγιστη προτεραιότητα

Σήμερα πλέον, με την πιο αντιδραστική και νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης και μια πολιτική ηγεσία στο υπουργείο Παιδείας που ολοφάνερα έχει πρωταρχικό μέλημά της την ενίσχυση ιδιωτικών σχολείων και κολεγίων, εκείνο που προέχει επειγόντως είναι η υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πλέον το παράδειγμα και την εμπειρία. Οφείλει να συζητήσει με τους εκπαιδευτικούς, με κάθε προοδευτική φωνή στην εκπαίδευση, και για αυτά που δεν πέτυχε ή δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει αλλά και για τις ανάγκες της επόμενης 20ετίας για ένα καλύτερο δημόσιο σχολείο: πιο ευνοϊκό στην κριτική σκέψη, πιο συμπεριληπτικό στη μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα κάθε μαθητή, πιο ανοιχτό στην τέχνη και στην καλλιτεχνική δημιουργία. Πρωτίστως πιο ανθρωποκεντρικό, ώστε να παραδίδει πολίτες που νοιάζονται για τον διπλανό τους, που στέκονται αλληλέγγυοι στις δύσκολες στιγμές του. Βασική προϋπόθεση για ένα τέτοιο δημόσιο σχολείο είναι η χρηματοδότηση. Τα κενά που έχουν αφήσει τα μνημονιακά χρόνια, παρά τη σαφή βελτίωση του 2016-2019, έχουν συσσωρευτεί. Αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ και σύσσωμης της εκπαιδευτικής κοινότητας, γονέων, μαθητών και εκπαιδευτικών, πρέπει να είναι η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάπτυξης υπέρ της δημόσιας Παιδείας και Υγείας κατά απόλυτη προτεραιότητα. Από την υιοθέτηση και επιτυχία του στόχου αυτού θα κριθούν πολλά στο μέλλον.
21
09

To άγος των στρατοπέδων

Τα στρατόπεδα, δυστυχώς, δεν πέρασαν στην Ιστορία. Επανεμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια με την προσφυγική κρίση, ενώ στο επίκεντρο βρέθηκε το στρατόπεδο της Μόριας. Μετά την καταστροφή του, βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και της Ελληνικής Λύσης προτείνουν τη δημιουργία στρατοπέδων για πρόσφυγες στη Μακρόνησο ή τη Γυάρο, κάτι που συνιστά ευθεία προσβολή στην ιστορική μνήμη της ελληνικής κοινωνίας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Οι άθλιες συνθήκες ζωής, ο συνωστισμός, οι περιορισμοί στην ελευθερία κίνησης και οι απαγορεύσεις, η μονοτονία, η απραξία, η διαβίωση σε σκηνές, η αναμονή στην ουρά για την κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών, οι ελλείψεις, οι κακές συνθήκες υγιεινής, η μετάδοση ασθενειών, δηλαδή όλα αυτά που αποτελούν διαχρονικά, δομικά χαρακτηριστικά των στρατοπέδων, συνθλίβουν κάθε έννοια ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Οσοι προτείνουν ως λύση τη δημιουργία στρατοπέδων-φυλακών για τους πρόσφυγες σε κάποιο ακατοίκητο ξερονήσι, φαίνεται ότι ούτε ενδιαφέρονται ούτε έχουν καταλάβει τίποτα από τη στρατοπεδική εμπειρία του 20ού αιώνα. Αυτό είναι ανησυχητικό διότι δεν αφορά μόνο το παρελθόν, αλλά το παρόν και το μέλλον. Είναι ανησυχητικό γιατί ενθαρρύνει τις κραυγές απανθρωπιάς και ρατσιστικού μίσους απέναντι στους πρόσφυγες της Μόριας, οι οποίες κατέκλυσαν το διαδίκτυο το τελευταίο διάστημα, στοχοποιώντας ακόμα και παιδιά.
21
09

Τηλεργασία και εργατικά δικαιώματα

Η ανάπτυξη της τηλεργασίας, όπως γίνεται κατανοητό, ενέχει πολλά προβλήματα και κινδύνους για τους εργαζομένους. Στόχος είναι η παράκαμψη ή/και η εξουδετέρωση της εργατικής νομοθεσίας. Πρώτος –και από ό,τι φαίνεται εύκολος– στόχος είναι ο «χρόνος εργασίας», όμως, όσο η τεχνολογία προχωράει και εξελίσσεται, τόσο θα πυκνώνουν και οι κίνδυνοι για τους εργαζομένους. Ιδίως περίοδοι κρίσης και «έκτακτης ανάγκης», όπως αυτή που βιώνουμε λόγω της πανδημίας, αποτελούν για κάποιους χρυσή ευκαιρία προκειμένου να «δοκιμάσουν» σχέδια που αργότερα θα εφαρμόσουν και στην «κανονικότητα». Σχέδια που συχνά στρέφονται ενάντια στην εργασία. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να έχουν κανένα άλλο δίχτυ προστασίας πέρα από τη διαρκή επαγρύπνηση και διαφύλαξη στην πράξη του εργατικού δικαίου και, κατ’ επέκταση, των εργασιακών δικαιωμάτων. Πρέπει να υπενθυμίζεται συνεχώς πως η τήρηση του εργατικού δικαίου δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των εργοδοτών και –το σημαντικότερο– ο ρόλος και ο χαρακτήρας του είναι ένας, η προστασία του εργαζομένου, και καμία κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν δύναται να δικαιολογήσει ουδεμία παραβίασή του. Βασικό πρόβλημα, τέλος, αποτελεί το γεγονός ότι δεν υπάρχει σαφής νομική ρύθμιση της τηλεργασίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο πρώτος νόμος με διατάξεις περί τηλεργασίας στην Ελλάδα ψηφίστηκε το 2010. Συμπερασματικά, η τηλεργασία μπορεί δυνητικά να βοηθήσει στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων και της οικονομίας και να αποτελέσει «σανίδα σωτηρίας» σε περιόδους κρίσεων για τη λειτουργία των επιχειρήσεων. Ωστόσο, πρέπει πάντα να προστατεύεται ο εργαζόμενος, πράγμα που δυστυχώς τις περισσότερες φορές δεν συμβαίνει. (...) Οι δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογία δεν μπορούν να μείνουν ανεκμετάλλευτες. Όμως απαραίτητη προϋπόθεση είναι η προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και η ενδυνάμωση της θέσης τους. Στις σημερινές συνθήκες σκληρού ανταγωνισμού οι ανθρώπινοι πόροι αποτελούν το πολυτιμότερο κεφάλαιο μιας επιχείρησης, παίζοντας καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη συνεχούς ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
20
09

Ο εμπρησμός της Μόριας και μια “εμπρηστική” ανάρτηση

Ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης στην πύλη εισόδου της Ευρώπης ήταν η Μόρια. Το όνειδος του πολιτισμoύ, το αποκρουστικό πρόσωπo κάτω από τα ψιμύθια του “ευρωπαϊκού τρόπου ζωής” ή το alter ego του. Η Μόρια υπενθύμιζε ό,τι έγραφε η Ηannah Arendt για τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης: το χαρακτηριστικό τους δεν ήταν η θηριωδία και τα φρικτά βασανιστήρια αλλά το γεγονός ότι εγκαινίασαν την έννοια του “περιττού ανθρώπου”, των “υπεράριθμων” που στοιβάζονταν έχοντας μείνει μόνο με το βιολογικό γεγονός της ύπαρξής τους. Μια μαύρη τρύπα ήταν η Μόρια που κατάπινε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ταυτότητα ,το “δικαίωμα να έχουμε δικαιώματα,” πρόσωπα και κραυγές. Το στρατόπεδο των βουβών και αόρατων ήταν, ο “μπαμπούλας” για όποιον ξεριζωνόταν από τον πόλεμο και τη φτώχεια και αναζητούσε μια νέα πατρίδα. Αυτό ακριβώς ήθελε να αναδείξει η ανάρτηση του Αντώνη Λιάκου. Ο “εμπρηστής” ήταν η απόγνωση και η απελπισία 16.000 “νεκροζώντανων” σε ένα χώρο σχεδιασμένο για 3000 άτομα χωρίς ύδρευση, τροφή και αποχέτευση, με σκηνές και αυτοσχέδια παραπήγματα στα λασπόνερα και το ψύχος του χειμώνα. Ένα “χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου” ήταν ο εμπρησμός με “συγγραφείς” και “ηθικούς αυτουργούς” του τη μεταναστευτική πολιτική της ευρωπαϊκής ένωσης και το φάντασμα της ακροδεξιάς που στοιχειώνει την Ευρώπη καταπατώντας κάθε έννοια διεθνούς δικαίου των αιτούντων άσυλο και παρωδώντας άπασες τις διακηρύξεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. (...) Είναι αυτονόητο καθήκον μας να συνταχθούμε με τον Αντώνη Λιάκο εναντίον του εσμού της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού, του υφέρποντος φασισμού που κατέκλυσε το διαδίκτυο με αφορμή την ανάρτησή του. Πλησιάζει άλλωστε η μέρα της απόφασης του δικαστηρίου για το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Δεν έχουμε όμως ακόμη κλείσει τους λογαριασμούς μας με τον τέρας του φασισμού. Θέλει ακόμη πολύ φως να ξημερώσει.
19
09

Κώστας Πουλάκης: Η ώρα (και) της πολιτικής αλήθειας

Η αποκλειστικά και μόνο επικοινωνιακή διαχείριση της πανδημίας οδήγησε σε σειρά λαθών στο σχεδιασμό, σε τρομακτικές καθυστερήσεις και ανεπάρκειες, που ήταν λογικό να φανούν με τραγικό τρόπο, τη στιγμή που η πραγματικότητα θα φανέρωνε το σκληρό της πρόσωπο. (...) Στο υγειονομικό πεδίο, για πρώτη φορά, υπερτερούν αριθμητικά όσοι κρίνουν αρνητικά την κυβέρνηση για τη διαχείριση της πανδημίας, ενώ επίσης για πρώτη φορά φαίνεται ότι οι πολίτες αποδίδουν τη βασική ευθύνη για την εξάπλωση του κορονοϊού στην κυβέρνηση. Εξίσου αρνητικά αξιολογείται η διαχείριση σειράς θεμάτων από την κυβέρνηση (τουρισμός, εστίαση, μέσα μαζικής μεταφοράς, σχολεία), αυξάνονται όσοι πιστεύουν ότι το σύστημα υγείας δεν είναι έτοιμο για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Συνειδητοποιούν οι πολίτες ότι η Κυβέρνηση σπατάλησε τον χρόνο της ανοχής. Ταυτόχρονα, στο οικονομικό πεδίο, η επερχόμενη λιτότητα αποκτά ονοματεπώνυμο «κυβέρνηση ΝΔ», σύμφωνα με τους ερωτώμενους, και κρίνονται ανεπαρκή τα μέτρα για εργαζόμενους, μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες. Είναι λοιπόν σαφές ότι, την ίδια στιγμή που η κοινωνία βιώνει τη σκληρή και ανησυχητική πραγματικότητα, η κυβέρνηση να βρίσκεται αντιμέτωπη με την πολιτική αλήθεια – όσο κι αν βοηθούν (όπως επίσης εύλογα ανέδειξε η έρευνα της Prorata) τα «παραδοσιακά» ΜΜΕ και κυρίως η τηλεόραση. Και αν η γενικευμένη κοινωνική δυσαρέσκεια δεν έχει ενδεχομένως μεταφραστεί σε εκλογική επιλογή (ακόμη – αν και η εν λόγω έρευνα δεν περιλαμβάνει πρόθεση ψήφου), θα ήταν αυτοκαταστροφική αυταπάτη το να πιστεύει η κυβέρνηση ότι θα μπορέσει να συνεχίσει να κρύβει τις τεράστιες ανεπάρκειες και τις ολέθριες επιλογές της πίσω από μία ή περισσότερες «λίστες Πέτσα».
19
09

Φαρισαίοι δεξιοί του Κυρίου

Ότι οι Χριστιανοί, από την ώρα που κατακυρίευσαν τη γη, μέρος του συστήματος γινόμενοι, ξέγραψαν και την Προς Διόγνητον και την Προς Κορινθίους και ασκούν κανονικότατα πολιτική, προσκολλώμενοι σε κείνους που μάλλον τον Μαμμωνά εμπιστεύονται παρά τον Θεό, είναι παγκοίνως γνωστό. Όπως παγκοίνως γνωστό είναι πως την εξουσία που ασκούν οι ιεράρχες στο βασίλειον ιεράτευμα –το χριστεπώνυμο πλήθος-, μια χαρά την (συν)εκμεταλλεύονται εκείνοι που αν ζούσαν τα χρόνια του Ιησού, μάλλον θα τους είχε πάρει στο κατόπι με το φραγγέλιο. Όλα τα παραπάνω σε μια εικόνα: ο αν. υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, κ. Γεώργιος Κουμουτσάκος, μεταλαμβάνει κανονικότατα, κλίνοντας όχι το γόνυ αλλά το μάτι στην εξουσία των υποστηριχτών του και δίνοντας εμμέσως το μήνυμα πως, ναι, καμία όχληση, μια χαρά θα πάνε τα οικονομικά και το παγκάρι, αφού δεν θα κλείσουν οι εκκλησιές. Δεν μεταδίδεται ο κορωνϊός με τα άχραντα μυστήρια: όμως, το όλως διόλου αντιεπιστημονικό μήνυμα που διαχέεται στο κοινωνικό σώμα από την κυβέρνηση, η ευθύνη του οποίου βαραίνει σαφώς και τους επιστήμονες που την εκπροσωπούν, δεν είναι απλώς σκοταδιστικό. Είναι δολοφονικό, στην κυριολεξία. Η συμμαχία της «δεξιάς του Κυρίου», ο εσμός με τους μεγάλους σταυρούς και τα χρυσοποίκιλτα ράσα, είναι βαθύτατα επικίνδυνη. Αντιλαϊκή και αντιανθρωπιστική, δεν ορρωδεί προς ουδενός, προκειμένου να αναπαράξει την εξουσία της. Οι όντως χριστιανοί οφείλουν να διαφοροποιηθούν. Και να κρατήσουν τις δέουσες αποστάσεις. *«επί γης διατρίβουσιν, αλλ' εν ουρανώ πολιτεύονται», (Προς Διόγνητον) **«Οι χρώμενοι τω κόσμω τούτο ως μη καταχρώμενοι» (Α' Κορ. 7, 31)
17
09

Η εργασία στην εποχή του Covid-19: Από την υγειονομική κρίση στην κοινωνία της επισφάλειας – Διεθνείς τάσεις και ελληνική εμπειρία

Με τα νέα δεδομένα που προκαλεί και η πανδημία τείνουμε σε ένα νέο, δυσμενέστερο, σημείο ισορροπίας, το όποιο βρίσκεται ακόμα πιο βαθιά στο νέο μοντέλο εργασιακών που η νεοφιλελεύθερη αντίληψη οικοδομεί συστηματικά εδώ και χρόνια. Το νέο αυτό μοντέλο έχει στον πυρήνα του την άρνηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της εργασίας. Αυτό που στην ουσία αμφισβητείται είναι η διάκριση, που είναι μεταξύ άλλων και διάκριση συμφερόντων, στη σχέση ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία. Στη θέση των δύο αυτών πόλων της σχέσης αναγνωρίζονται απλά υποκείμενα που προσπαθούν να αξιοποιήσουν πόρους, δεξιότητες, ιδέες και οτιδήποτε άλλο έχει αξία στην αγορά.  Με άλλα λόγια ο εργαζόμενος γίνεται «επιχειρηματίας του εαυτού του», διαχειριζόμενος το μόνο «κεφάλαιο» που έχει στη διάθεση του. Σε μια τέτοια αντίληψη δεν υπάρχει χώρος για το παραδοσιακό εργατικό δίκαιο, που αναγνώριζε την ασυμμετρία ισχύος ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο επομένως την ανάγκη προστασίας του τελευταίου. Η επέκταση μια τέτοιας λογικής σε κάθε πτυχή της εργασιακής σχέσης αποσταθεροποιεί πλήρως κάθε σταθερά, από την έννοια του εργοδότη έως την αμοιβή και τον χρόνο εργασίας. Όλη η παραπάνω διαδικασία κωδικοποιείται με μια απλή λέξη ως ευελιξία, πίσω από την οποία όμως στην πράξη κρύβεται η επισφάλεια. Η ευελιξία αυτή θεωρείται συχνά συνθήκη που αγγίζει μόνο ορισμένες περισσότερο ευάλωτες κατηγορίες εργαζομένων, στην πραγματικότητα όμως αναδιατάσσει συνολικά τον κόσμο της εργασίας. Η αλληλεπίδραση του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος με τον κυρίαρχο ρόλο της γνώσης στη σύγχρονη οικονομία αλλάζει τον κόσμο της εργασίας με τρεις διαφορετικούς τρόπους: Με τη διαμόρφωση ενός «προνομιακού» στρώματος εργαζομένων που αξιοποιώντας με σχετική επιτυχία τις γνώσεις και τις δεξιότητες που διαθέτουν μπορεί να διαπραγματεύεται διαρκώς την ένταξη του σε ένα σχετικά καλά αμειβόμενο εργατικό δυναμικό. Με τη μείωση της διαπραγματευτικής δύναμης παραδοσιακών τμημάτων της εργατικής τάξης που βλέπουν τη θέση τους στον καταμερισμό εργασίας να απειλείται. Και με τη δημιουργία μιας ολοένα και διευρυνόμενης κατηγορίας εργαζομένων οριακά ενταγμένων στην αγορά εργασίας, για τους οποίους ο κίνδυνος περιθωριοποίησης είναι μόνιμη συνθήκη. Στην Ελλάδα, η πανδημία, η ανατροπή των κοινωνικών συσχετισμών δύναμης και η συστηματική μονομερής παρέμβαση της κυβέρνησης προς υποβάθμιση της εργασίας και της θέσης των εργαζομένων διαμορφώνουν ένα νέο σημείο ισορροπίας στα εργασιακά, που θα συνοδεύει την επάνοδο στην οποιαδήποτε εκδοχή της κανονικότητας και θα οριοθετήσει τις προσδοκίες εργαζομένων και ανέργων για το μέλλον. Δημιουργώντας ένα συνολικά πιο δυσμενές πεδίο για τους εργαζόμενους η πανδημία επιταχύνει την επίδραση των τάσεων αυτών. Η εμπειρία από την κρίση του 2008 δείχνει άλλωστε πως τα οριακά γεγονότα δεν οδηγούν τις ελίτ σε αναθεώρηση των αντιλήψεων τους, ειδικά όσο ο συσχετισμός δύναμης παραμένει ευνοϊκός για αυτές. Υπάρχει μία λεπτή δόση ειρωνείας σήμερα που η έννοια του ρίσκου αποκτά την κατεξοχήν κοινωνική διάσταση -η πανδημία αναδεικνύει πως η δημοσία υγεία συνδέεται άρρηκτα με την υγεία και τη στάση και του τελευταίου μέλους της- η κυβέρνηση να επιλέγει να υλοποιεί πολιτικές που κάνουν το ακριβώς αντίθετο, μετατρέποντας τη διαχείριση του ρίσκου σε αυστηρά ατομική υπόθεση. Στην κατεύθυνση αυτή, οι προωθούμενες αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα με την, μεταξύ άλλων, επικείμενη ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης αλλά και οι βασικές επιλογές στην παιδεία και την επαγγελματική κατάρτιση αποσκοπούν στο να καταστήσουν τους εργαζομένους αποκλειστικούς φορείς της διακινδύνευσης που συνεπάγεται η ζωή σε μια οργανωμένη κοινωνία. Με τη λεπτομέρεια, βεβαία, πως στην άλλη πλευρά δημιουργείται μια πολύ σίγουρη, δίχως διακινδύνευση, αγορά για τον ιδιωτικό τομέα.