Εφημερίδα Εποχή

02
08

Νίκος Φίλης: «Η εκπαίδευση είναι πολιτικό και κοινωνικό εργαστήριο που θα επηρεάσει τις εξελίξεις»

Ο ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή τάχθηκε υπέρ του καθολικού εμβολιασμού. Για αυτό άλλωστε έδωσε τη μάχη να αρθεί η πατέντα σε παγκόσμιο επίπεδο. Έκανε ταυτόχρονα προσεκτική στάθμιση, όπως και ο ΠΟΥ και όλες οι κυβερνήσεις του κόσμου στη σχέση του εμβολιασμού με τα κοινωνικά δικαιώματα. Ορθώς ταχθήκαμε υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού στο χώρο της υγείας, αρνηθήκαμε όμως να συναινέσουμε σε μέτρα που υπονομεύουν το δικαίωμα στην εργασία. Η μάχη για τον καθολικό εμβολιασμό, πρέπει να δοθεί στην κοινωνία, με εμπιστοσύνη στον ορθό λόγο και την επιστήμη, με μέτωπο στον ανορθολογισμό και τη συνωμοσιολογία. Με σεβασμό σε εύλογους φόβους πολιτών. Αλλά με επιμονή στην πειθώ. Αναλόγως της εξέλιξης των μεταλλάξεων, θα κληθούμε να λάβουμε περαιτέρω μέτρα υγειονομικής προστασίας. Σε αυτούς που αντιπαραθέτουν την ατομική ευθύνη στην κρατική υποχρέωση, ή ακόμα σε όσους στήνουν μια αντιπαράθεση ανάμεσα στον ευρωπαϊκό πολιτισμό των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας και σε αυτόν του Κομφούκιου, η απάντηση είναι μία: Δημοκρατία, δηλαδή ατομικά δικαιώματα που υφαίνουν τη συλλογική κοινωνική ευθύνη. Ειδικά για τα σχολεία, για πολλοστή φορά εδώ και 15 μήνες, ζητούμε συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων με τη συμμετοχή των ειδικών, για να συζητηθεί πώς θα επιτευχθεί με ασφάλεια και ομαλότητα η μείζων προτεραιότητα: το άνοιγμα σχολείων και πανεπιστημίων το Σεπτέμβριο. (...) Τα αίτια της δημοσκοπικής καταγραφής  του ΣΥΡΙΖΑ στη δεύτερη θέση είναι πολλά, αντικειμενικά και υποκειμενικά. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, με αφορμή την πανδημία, οι συντηρητικές δυνάμεις επιχειρούν να ενισχύσουν την ηγεμονία τους, εκμεταλλευόμενες το φόβο των πολιτών. Στην Ελλάδα βέβαια υπάρχουν και ειδικοί λόγοι. Ο ασφυκτικός έλεγχος των μέσων ενημέρωσης επιβραδύνει ή και καταστέλλει τις κοινωνικές αντιδράσεις. Για την κατάσταση στο χώρο των ΜΜΕ έχουμε και εμείς τις ευθύνες μας. Νομίζω όμως ότι σημαντικότερη αιτία για τη σημερινή εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ είναι η κρίση φυσιογνωμίας και η έλλειψη πολιτικού σχεδίου για τη δημοκρατική ανατροπή, ζητήματα που έστω καθυστερημένα προσπάθησε να αντιμετωπίσει η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Η διατύπωση του Τσίπρα ότι θα διεκδικήσουμε το Κέντρο με αριστερή πολιτική δείχνει ότι συνειδητοποιούμε την κατάσταση, χρειάζεται όμως αυτή η διακήρυξη να γίνει καθημερινή πολιτική. Η αναγκαία διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ έγινε με τρόπο που δημιούργησε συγχύσεις. Η συνθηματολογία για στροφή προς το Κέντρο, σε μια περίοδο μάλιστα που η κρίση διαμορφώνει δύο αντίπαλα ιδεολογικά και πολιτικά στρατόπεδα, τη Δεξιά και την Αριστερά, από πολλούς πολίτες εκλήφθηκε ως ιδεολογικοπολιτική ταλάντευση  του ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτό μάλιστα συνέβαλε και η εικόνα των προσχωρήσεων προσώπων που είχαν ταυτιστεί με τα μνημόνια και τον παλαιοκομματισμό. Δεν αξιοποιήσαμε όσο έπρεπε το 32% των εκλογών, που δεν ήταν ομοιογενές και ήταν αναγκαίο να οργανωθεί προγραμματικά-ιδεολογικά στο έδαφος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ένα πολιτικό κόμμα είναι υποχρεωμένο να δημιουργεί  συνθήκες ηγεμονίας, αρχής γενομένης από τους εκλογείς του. Εννιά χρόνια μετά την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ, είναι λάθος να αντιμετωπίζουμε πολλούς ψηφοφόρους μας ως πρώην ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, να τους προσδιορίζουμε με βάση την καταγωγή τους κι όχι με βάση τη σημερινή τους ταυτότητα. Αυτό μάλιστα δεν εκφράζει πολλούς από αυτούς τους ανθρώπους γιατί έχουν οριστικά κόψει τους δεσμούς τους με αυτόν τον πολιτικό χώρο. Η κρίση φυσιογνωμίας συναρτώμενη και με αντιφατικά μηνύματα ως προς την ποιότητα της αντιπολίτευσης έχει δημιουργήσει ερωτήματα σε  ένα μέρος της εκλογικής μας επιρροής από τα Αριστερά. Ειδικότερα στο χώρο της νεολαίας όπου διατηρούμε το προβάδισμα,  υπάρχουν περιθώρια με την ενεργητική παρέμβασή μας να το αυξήσουμε. Η επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στα κινήματα, η ανάδειξη των εναλλακτικών του πολιτικών και ένα σχέδιο πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών, μπορούν να δημιουργήσουν μια δυναμική ανόδου και προοδευτικής διακυβέρνησης. Καθώς η κυβερνητική πολιτική προκαλεί αντιδεξιά αντανακλαστικά μπορούμε σταδιακά να αποδυναμώσουμε το αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα. Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί επιτέλους αυτοκριτική για πλευρές της  διακυβέρνησής μας και σταθερή απομάκρυνση από τους μνημονιακούς καταναγκασμούς. Το Ελληνικό, η Fraport, τα Rafal είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε ως συνέχεια της μνημονιακής διακυβέρνησης. Δεν θα κερδίσουμε σε αξιοπιστία αν υποστηρίζουμε τις «ουρές» του μνημονίου. Όταν μάλιστα  διεθνώς, όπως ως ένα βαθμό δείχνει το παράδειγμα Μπάιντεν  η πανδημία πιέζει για επανατοποθετήσεις μακριά από το νεοφιλελευθερισμό. Δεν θα κερδίσουμε τη ΝΔ αν τελικώς το κατεστημένο μάς σπρώξει στη θεωρία των «συγκοινωνούντων δοχείων» και της δικομματικής εναλλαγής. Χρειαζόμαστε μια αντιπολίτευση με πρόγραμμα και ιδεολογικό μήνυμα, με ισχυρό το οικολογικό στοιχείο που στην εποχή μας παραπέμπει σε έναν δημοκρατικό αντικαπιταλισμό. Χωρίς να είμαστε ανεκτικοί στις εξορύξεις, τις θηριώδεις ανεμογεννήτριες στα νησιά και σε περιοχές βιοποικιλότητας. Χωρίς να παλινδρομούμε σε αναχρονισμούς ότι η επιχειρηματικότητα και η εργασία υπερέχουν της προστασίας του περιβάλλοντος. Μια νέα  πορεία χρειάζεται ένα αξιόμαχο κόμμα που θα λειτουργεί συλλογικά και δημοκρατικά, ικανό να κάνει πολιτική όχι με διακηρύξεις αλλά παρεμβαίνοντας στις κοινωνικές αντιθέσεις υπέρ των λαϊκών τάξεων.  Και όσο το δυνατό ταχύτερα Συνέδριο.   
28
07

Μάκης Κουζέλης: «Η κυβέρνηση διακατέχεται από κάτι που μοιάζει με καταστροφική μανία»

Είναι πράγματι η λογική κατάληξη μίας πορείας η οποία έχει ένα πολύ χαρακτηριστικό στίγμα. Και επειδή είναι εμφανές ότι το βασικό στοιχείο αυτού του στίγματος είναι ο νεοφιλελεύθερος χαρακτήρας του, να προσθέσουμε και κάτι που χαρακτηρίζει την περίπτωση της κυρίας Υπουργού: Ότι ταυτόχρονα είναι και βαθιά συντηρητικό. Η ιδιοτροπία του υπουργείου Παιδείας συνίσταται στο ότι διαχειρίζεται ένα νεοφιλελεύθερο υλικό προτάσεων και πολιτικών, που έχει περάσει κατά καιρούς από το υπουργείο, επαναφέροντας την ίδια ώρα ένα δυνάμει σκοταδιστικό πλαίσιο το οποίο φαίνεται στο τι διαγράφεται. Απέφυγα μέχρι στιγμής να παρέμβω γιατί αυτός που έχει μία ευθύνη για ένα διάστημα, μοιάζει απλώς σαν να γκρινιάζει. Αλλά αν δεις τι ξηλώθηκε –η  τέχνη, οι κοινωνικές επιστήμες, οι αναφορές στα δικαιώματα και στην ταυτότητα, ό,τι παρέπεμπε σε κριτική σκέψη– και μάλιστα με εντυπωσιακή βιασύνη, καταλαβαίνεις ότι αυτό το ξήλωμα έχει να κάνει με την προσπάθεια να πάμε πίσω σε καθεστώς και λογικές της παλιάς «καλής» Δεξιάς του ’50. Αυτό δεν θα το περίμενε κανείς. Νομίζω ότι το υπουργείο Παιδείας ενσαρκώνει αυτό που βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής φιλοσοφίας της κυβέρνησης, το πάντρεμα δηλαδή ενός νεοφιλελεύθερου λόγου με μια ακραία συντηρητική, αυταρχική νοοτροπία. (...) Αν θέλει κάποιος να στείλει παιδιά στην ιδιωτική μεταλυκειακή εκπαίδευση, στα κολέγια και τα ιδιωτικά ΙΕΚ, τότε προφανώς πρέπει να περιορίσει τον αριθμό των εισακτέων στα πανεπιστήμια δυσκολεύοντας αυτό τον δρόμο. Τα πατήματα, που είναι κυρίως ιδεολογικού χαρακτήρα, έχουν να κάνουν με την υποτιθέμενη αριστεία, την πρόκληση ενός «ηθικού πανικού» για το δήθεν σκανδαλώδες να εισάγεται κανείς με βαθμό κάτω από τη βάση στο πανεπιστήμιο κτλ. Αυτά είναι γνωστά αυταρχικά ρητορικά σχήματα. Ο στόχος ήταν ο περιορισμός. Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε και μ' ένα έδαφος που έχει προετοιμαστεί. Και δυστυχώς ο πανεπιστημιακός χώρος δεν είναι αυτός που ήταν πριν από τρεις δεκαετίες. Οι πανεπιστημιακοί έχουμε κάνει ένα σωρό λάθη. Δεν έχουμε προστατεύσει το θεσμό ούτε καν σε επίπεδο επιχειρηματολογίας, έχουμε αφήσει τον απαξιωτικό για το πανεπιστήμιο λόγο να "τρέχει". Αυτή η απαξίωση του πανεπιστημίου για κάποιους από τους συναδέλφους έχει γίνει μέρος του λόγου τους, βιώνουν την πραγματικότητα σαν είναι έτσι, ενώ δεν είναι. Έχουμε εξαιρετικά πανεπιστήμια, εξαιρετικούς πανεπιστημιακούς αλλά και εξαιρετικούς φοιτητές. Αυτό πολλές φορές το ξεχνάμε. Έχουμε όμως επιτρέψει μία λαϊκίστικη πολεμική εναντίον του πανεπιστημίου. Την ξέρουμε όλοι: ότι, τάχα, στα πανεπιστήμια γίνονται σημεία και τέρατα, ότι οι πανεπιστημιακοί είναι τεμπέληδες, ότι οι φοιτητές είναι αγράμματοι και δεν ξέρουν να γράφουν. Όλο αυτό το πράγμα αφέθηκε στο να φτιάξει μία ατμόσφαιρα μέσα στην οποία και οι πανεπιστημιακοί λένε "ας προστατεύσουμε το τμήμα μας ώστε οι βάσεις να είναι λίγο πιο ψηλές". Σε πολλές περιπτώσεις τα πανεπιστημιακά τμήματα συμμετείχαν σ' αυτό, αλλά βέβαια δεν είχαν και άλλη διέξοδο. Ελπίζω ότι οι αντιδράσεις που ήδη παρουσιάζονται θα αμφισβητήσουν αυτήν την πορεία.
26
07

Σταύρη Καλοψιδιώτου: «Η εποχή των ψευδαισθήσεων στο Κυπριακό έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί»

Μόνο η επανέναρξη των ουσιαστικών διαπραγματεύσεων και η διάνοιξη προοπτικής λύσης μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την επιταχυνόμενη δημιουργία διχοτομικών τετελεσμένων. Η ηγεσία της ελληνοκυπριακής πλευράς οφείλει να επιδιώξει μεταβολή των όρων του παιχνιδιού ώστε αν δεν γίνει κατορθωτή η επανέναρξη της διαδικασίας από εκεί που είχε μείνει, τότε να εκτεθεί ως μοναδική υπαίτια για το αδιέξοδο η Τουρκία. Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που λέμε, θα σταθώ στο τι σημαίνει συνέχιση της διαδικασίας ειδικά για το Βαρώσι. Στη διάσκεψη της Γενεύης τον Ιανουάριο του 2017, η τουρκοκυπριακή πλευρά υπέβαλε χάρτη για το εδαφικό που επέστρεφε την περίκλειστη πόλη και πολλές άλλες κατεχόμενες περιοχές υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά, και αφού προηγουμένως η ελληνοκυπριακή πλευρά απέσυρε σημαντικές συγκλίσεις, η τουρκοκυπριακή πλευρά απέσυρε το χάρτη. Είναι αυτονόητο ότι αν οι συνομιλίες επαναρχίσουν από το σημείο αυτό, η τουρκοκυπριακή πλευρά θα επαναφέρει το χάρτη και να τερματίσει τις άνομες μεθοδεύσεις στην κλειστή πόλη. Το ΑΚΕΛ από τον περασμένο Δεκέμβριο υπέβαλε στον κ. Αναστασιάδη ολοκληρωμένη εισήγηση για το τί δέον γενέσθαι –η οποία συμβαδίζει με παραινέσεις που είδαμε στην πρόσφατη Έκθεση του Γενικού Γραμματέα. Υπογραμμίσαμε τη σημασία που έχει η πλήρης και αταλάντευτη προσήλωση στις συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί μέχρι και την κατάρρευση της Διάσκεψης του Κραν Μοντανά και η διαπραγμάτευση μόνο των εκκρεμών ζητημάτων του Πλαισίου Γκουτέρες. Επιπρόσθετα, επισημάναμε προς τον ΠτΔ ότι για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η τουρκική θέση για κυριαρχική ισότητα, υπό το πρόσχημα ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν σέβονται την πολιτική ισότητα των Τουρκοκυπρίων, και για να αντιμετωπιστούν διάφορες «νέες ιδέες» ξένων παραγόντων που προσεγγίζουν επικίνδυνα τις τουρκικές θέσεις, θα πρέπει να επαναβεβαιώσει ρητά τη σύγκλιση για μία θετική ψήφο σε όλες τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Ταυτόχρονα, εισηγηθήκαμε αξιοποίηση του φυσικού αερίου ως κίνητρο για τη λύση, όχι άνευ προϋποθέσεων, προς την Τουρκοκυπριακή πλευρά και την Τουρκία. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν έχουμε εισακουστεί.
22
07

Ανζελίκ Κουρούνης: «Είναι διαρκής ο πόλεμος κατά του ναζισμού»

Η καταδίκη πρέπει να θεωρηθεί επίτευγμα, πιστεύει η Ανζελίκ Κουρούνης, αν και υπάρχουν σημεία που την προβληματίζουν. «Όπως είπε ο καθηγητής Ν. Αλιβιζάτος, οι δικαστές πήραν το σήμα από την κυβέρνηση και προέβησαν στην καταδίκη, γιατί δεν τα βάζεις εύκολα με μισό εκατομμύριο ψηφοφόρους. Δύο πράγματα με ενοχλούν όμως σ’ αυτό: το ένα είναι η παρέμβαση της πολιτικής στη δικαστική εξουσία καθεαυτή. Το δεύτερο, αν δεν υπήρχε αυτή η παρέμβαση, θα τους αθώωναν;», λέει, και κρούει σήμα κινδύνου: «Με αυτή την καταδίκη δεν τέλειωσε ούτε ο πόλεμος ούτε η μάχη. Είναι διαρκής ο πόλεμος. Ο ναζισμός ηττήθηκε στρατιωτικά το ’45, πολιτικά όμως δεν ηττήθηκε. Και υπάρχει και Εφετείο. Σε όσους το λέω με κοιτάζουν περίεργα. Ναι, υπάρχει και Εφετείο. Προσωπικά ξέρω ότι αυτοί έχουν μνήμη ελέφαντα και ότι εμένα και τον Θωμά μας περιμένουν στη γωνία. Ωστόσο αυτή τη μάχη είμαι αποφασισμένη να την δώσω. Και ας μην ξεχνάμε: πρόκειται για δίκη σημαντικότερη της Νυρεμβέργης. Γιατί εκείνη ήταν στρατιωτική, των νικητών που δίκαζαν τους ηττημένους. Εδώ είχαμε κοσμική δίκη στην οποία δικαζόταν το τρίτο σε δύναμη κόμμα. Δεν έχει ξαναγίνει αυτό ποτέ και πουθενά. Αυτή η δίκη αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή στις μέρες μας για τον φασισμό και τον ναζισμό γιατί δημιουργεί δεδικασμένο».
21
07

Ναυπηγεία Σκαραμαγκά: Στους ιδιώτες, φτηνά και χωρίς εργαζόμενους!

Δανάη Χουτζούμη | Όταν μιλάμε για το μέλλον του ναυπηγείου, γενικότερα της ναυπηγικής βιομηχανίας, καλό είναι να αναλογιστούμε το εξής: Συμφέρον για ποιον; Για το δημόσιο; Για τους εργαζόμενους; Ή τους επενδυτές; Μέχρι σήμερα, με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των ιδιωτικοποιήσεων και την κατοχή των ναυπηγείων από ιδιώτες επενδυτές, κερδισμένοι βγήκαν μόνο αυτοί. Καρπώθηκαν δισεκατομμύρια, δεν παρέδωσαν το ανάλογο έργο, άφησαν χρέη προς τους εργαζόμενους. Δεν είναι ανεκτό από τους εργαζόμενους, μπροστά σε αυτή την πανηγυρική προπαγάνδα της κυβέρνησης, να είναι οι μόνοι χαμένοι. Δεν θα χάσουμε μόνο τη δουλειά μας, αλλά και αποζημιώσεις, πάνω από 180 εκ. ευρώ, δεδουλευμένων. Μας οφείλονται με δικαστικές αποφάσεις. Το ναυπηγείο θα μπορούσε να είναι παράδειγμα καινοτομίας. Η χώρα μας ως νησιωτική και ναυτική, διαθέτει πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας, αντιμετωπίζοντας τον ανταγωνισμό και μπορεί να απασχολεί χιλιάδες εργαζόμενους.
20
07

Η κληρονομιά της Γένοβας

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Θα ήθελα να επισημάνω ότι η πρώτη φορά διεθνοποίησης των αγώνων, από την πλευρά της «επίσημης» Αριστεράς –στην οποία συμπεριλαμβάνω το ΚΚΕ εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά και την ΑΚΟΑ– γίνεται μέσω της Επιτροπής εναντίον της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992 – 1993. Ως προς τον Συνασπισμό, το βασικό είναι να θυμηθούμε σε ποια στιγμή αποφασίζεται η συμμετοχή του στο διεθνές κίνημα. Εμείς, το Κοκκινοπράσινο Δίκτυο του ΣΥΝ, είχαμε ήδη έναν διεθνιστικό προσανατολισμό και είχαμε συναντηθεί και στο κινηματικό επίπεδο και σε επίπεδο πολιτικών διεργασιών με το Δίκτυο και άλλες συλλογικότητες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Η στιγμή, όμως, που μας δόθηκε «χώρος» στο κόμμα ήταν μετά την εκλογική αποτυχία του Συνασπισμού το 1993, όταν έμεινε εκτός Βουλής. Τότε έγινε η συζήτηση στα όργανα για το πώς το κόμμα θα αποκτούσε μια ταυτότητα διακριτή από τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά και πώς αυτή η ταυτότητα θα μπορούσε να εδραιωθεί μέσα από την κοινωνική και κινηματική δράση. Μάλιστα, δεν μας δόθηκε απλώς ελευθερία κινήσεων, αλλά το εγχείρημα στηρίχθηκε και από το επίσημο πολιτικό προσωπικό του Συνασπισμού, με πρώτο τον Νίκο Κωνσταντόπουλο. Για να είμαι δίκαιος, η αριστερή στροφή δεν θα είχε συντελεστεί χωρίς τη συνδρομή του Αριστερού Ρεύματος, των συνδικαλιστών και κυρίως της Νεολαίας ΣΥΝ –να θυμίσω ότι ο Αλέξης Τσίπρας, ο τότε γραμματέας της, ήταν μαζί μας στον καταπέλτη του πλοίου στην Ανκόνα. Η συμμετοχή στο κίνημα ήταν, λοιπόν, τρόπος ύπαρξης του Συνασπισμού μέσα σε ένα περιβάλλον που τον πέταγε έξω από το πολιτικό σκηνικό και τις κοινωνικές διεργασίες. Ταυτόχρονα, ήταν και ο τρόπος αναζήτησης μιας ταυτότητας διαφορετικής από αυτήν που είχε μέχρι τότε. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, η ταυτότητα του Συνασπισμού έγινε πράγματι πιο ριζοσπαστική, το κόμμα ανέπτυξε σχέσεις με οργανώσεις και εκτός της επίσημης πολιτικής σκακιέρας, ενώ ταυτόχρονα, ή μάλλον λίγο αργότερα, δημιουργήθηκε το χάσμα με την Ανανεωτική Πτέρυγα γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους. (...) Το Φόρουμ ήταν η μήτρα του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να είχε προηγηθεί ο Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης, αλλά αυτή ήταν μια περιφερειακή προσπάθεια. Χωρίς το Φόρουμ, η ενότητα της Αριστεράς θα ήταν μια ευχή, που θα έπρεπε μάλιστα να αντιμετωπίσει τις ισχυρές αντιδράσεις, μεταξύ άλλων και της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού. Το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ συνέβαλε, επίσης, καθοριστικά στη διαμόρφωση της αντίληψης ότι τα κόμματα δεν είναι πρωτοπορίες, δεν είναι αυτά που καθοδηγούν τα κινήματα, αλλά είναι συνομιλητές τους –δύσκολη κατάκτηση αυτή από την πλευρά της ιστορικής Αριστεράς, όπου επικρατούσε η άποψη ότι τα κινήματα παίρνουν τις πολιτικές εντολές από το κόμμα. Και ως πρακτική, λοιπόν, και ως μετατόπιση πεποιθήσεων και ιδεών, το Φόρουμ ήταν ο δοκιμαστικός σωλήνας που γονιμοποίησε πολλά πράγματα μέσα στην Αριστερά.
16
07

Παύλος Κλαυδιανός: Έκθαμβος μπροστά στη μαγική εικόνα της οικονομίας

Το ΙΟΒΕ, πχ, στη δεύτερη τρίμηνη έκθεσή του, αναφέρει ότι η οικονομία θα τρέξει με ρυθμό 5-5,5% το 2021, ωστόσο σπεύδει να σημειώσει ότι εάν υπάρξει νέα έξαρση της πανδημίας, με σημαντικές συνέπειες στον τουρισμό, η αύξηση του ΑΕΠ θα περιοριστεί στο 2,5-3%. Την επόμενη πενταετία, οι ρυθμοί μπορεί να είναι υπό προϋποθέσεις ισχυροί, μπορεί να υπερβούν και το 3%. Μακράν, δηλαδή, της πρωθυπουργικής αισιοδοξίας. Διότι οι προϋποθέσεις, που αναφέρει το ΙΟΒΕ, είναι αρνητικές: η πορεία της πανδημίας και η περιοριστική πολιτική της κυβέρνησης. Άμεσα, θα υπάρξει άνοδος, αλλά δεν θα συνεχιστεί. To πιο ενδιαφέρον στοιχείο της έκθεσης είναι η εικόνα που σκιτσάρει για την οικονομία. Ο κ. Βέττας σημείωσε ότι λόγω των μέτρων στήριξης, πολλές επιχειρήσεις έχουν «μπει στην κατάψυξη» και όταν τελειώσουν τα μέτρα θα διαπιστώσουμε ότι δεν θα είναι όλες βιώσιμες. Και για να μην μένει καμιά αμφιβολία συνέχισε: «Αυτό που ζούμε σήμερα είναι μια μαγική εικόνα στο θέμα της ανεργίας και των πτωχεύσεων. Όταν τελειώσουν τα μέτρα στήριξης θα δούμε αλλαγές». Αναμένονται «λουκέτα», πρόσθεσε. Ο πρωθυπουργός μπορεί να πιστεύει στη μαγική εικόνα που του παρουσιάζουν οι λογογράφοι του, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τους εργαζόμενους και τη μικρομεσαία απασχόληση. Η ανεργία άρχισε να αυξάνεται, οι ανατιμήσεις συνεχίζονται, διαμορφώνοντας ένα απαισιόδοξο κλίμα. Ο τουρισμός είναι το πρώτο θύμα της μετάλλαξης Δ και των αυξημένων κρουσμάτων πέραν των κενών της κυβερνητικής πολιτικής και των λαθών. Είναι, πραγματικά, ακατανόητο η κυβέρνηση να εξαγγέλλει ένα πρόγραμμα κοινωνικού τουρισμού –και καθυστερημένα– 100 εκατ. ευρώ! Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, πχ, για να έχουμε μέτρο σύγκρισης ήταν 700 εκατ., οι επιχειρηματίες του τουρισμού, ιδίως οι μικροί το ζητούν επίμονα. Εν μέσω αποφάσεων από τις τράπεζες ότι 300.000 επιχειρήσεις δεν θα χρηματοδοτηθούν διότι δεν πληρούν τα απαραίτητα τραπεζικά κριτήρια, η οικονομία διατρέχεται και από το κομφούζιο της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός είπε ότι η στήριξη της οικονομίας θα συνεχιστεί με 6,5 δισ. ευρώ και το τρέχον εξάμηνο. Λίγες μέρες πριν οι κ. Γεωργιάδης και Σκέρτσος είχαν πει ακριβώς το αντίθετο. Αυτό είναι το αληθές, ασφαλώς, αλλά η μετάλλαξη Δ το καταχώνιασε προς το παρόν.
09
07

Δημήτρης Χριστόπουλος: «Η κυβέρνηση επιχειρεί να εδραιώσει την πολιτική και ιδεολογική της ηγεμονία»

Η διάρρηξη της κοινωνικής αλληλεγγύης δεν είναι παράπλευρη απώλεια αλλά πολιτικός στόχος. Σε μια κοινωνία όπου το 92% θέλει να εμβολιαστεί κι εσύ μέχρι πρότινος δεν πρόκαμες, τώρα κάνεις τον σερίφη των εμβολίων. Αστεία πράγματα... Θα μπορούσε όλο αυτό να γίνει πολύ πιο ήρεμα κι ανθρώπινα. Μπορείς να κυβερνάς με επιβολή και με συναίνεση. Η επιβολή ωστόσο δεν είναι απλώς ένας τύπος διακυβέρνησης, έχει πολιτικό περιεχόμενο. Και αυτό αρέσει στο συντηρητικό ακροατήριο, στο οποίο απευθύνεται η ΝΔ και θέλει να χαλυβδώσει τις σχέσεις αντιπροσώπευσης που θεωρεί ότι έχουν διαρρηχθεί λόγω της διαβόητης ιδεολογικής ηγεμονίας της Αριστεράς. (...) Ο πρωθυπουργός όσο και η αρμόδια υπουργός έχουν μια βαθιά αποστροφή για το δημόσιο πανεπιστήμιο. Αυτό δεν κρύβεται. Δεν ξέρουν το ελληνικό πανεπιστήμιο γιατί οι γονείς τους τους στείλανε σε έξοχα πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Γαλλίας, δεν θέλουν να το μάθουν, κι είναι πεισμένοι ότι πρόκειται για άντρο μετριότητας κι ακολασίας.   Αυτή η έλλειψη συναίσθησης όμως δεν θα τους βγει σε καλό. Κανέναν κυβερνήτη δεν βοηθά να μη ξέρει το λαό του. Το βλέπω να έρχεται το φθινόπωρο: θα είναι δύσκολη η διαχείριση της έντασης που έχουν εκ του περισσού δημιουργήσει στο πανεπιστήμιο. Αυτό το αναγνωρίζουν κι οι γειωμένοι δεξιοί της κυβέρνησης που φάγαν τα νιάτα τους σε αυτό.  Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά μπαίνει ολισθηρά.
05
07

Aνδρέας Ξανθός: «Χρειάζεται στρατηγικού χαρακτήρα αντιπαράθεση»

«Η δωροκάρτα για τους νέους αποτελεί ένα προβληματικό μέτρο και μάλιστα χωρίς να έχει προηγηθεί σοβαρή παρέμβαση σε άλλους κρίσιμους "θύλακες μη εμβολιασμού" όπως είναι οι άνω των 80 ετών πολίτες, το 30% των οποίων δεν έχει εμβολιαστεί. Εδώ εντοπίζεται η μεγάλη απόκλιση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Γιατί και πώς θα αντιμετωπιστεί; Είναι μόνο η δυσκολία μετακίνησης, για την οποία φέρει μεγάλη ευθύνη η κυβέρνηση που καθυστέρησε τον κατ’ οίκον εμβολιασμό και τώρα νομοθετεί να τον κάνουν οι ιδιώτες και όχι οι δημόσιες δομές;», διερωτάται ο Α. Ξανθός. Εφόσον δεν προκύπτει τεκμηριωμένα ότι οι νέοι αποτελούν «θύλακα μη εμβολιασμού», προς τι η δωροκάρτα; «Είναι προφανές ότι αποτελεί ένα πολιτικό μέτρο "προσεταιρισμού" των νέων, που ευτελίζει μια πράξη κοινωνικής αλληλεγγύης και εκούσιας συμβολής σε μια προσπάθεια συλλογικής προστασίας. Υπάρχει όμως και μία ακόμα σημαντική πτυχή: το "freedom pass" χορηγείται με την πρώτη δόση και όχι με την ολοκλήρωση του εμβολιασμού, πράγμα απαράδεκτο και υγειονομικά επικίνδυνο», απαντά ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση προχωρά σε μέτρα κοινωνικά, πολιτικά και υγειονομικά επικίνδυνα φανερώνει «το πολιτικό άγχος της κυβέρνησης να μην ξεφουσκώσει το εμβολιαστικό εγχείρημα, γιατί πάνω σ’ αυτό επιχειρεί να στήσει ένα αφήγημα επιτυχίας. Εάν εξαντληθούν οι πρόθυμοι να εμβολιαστούν, το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμένων θα αποδειχθεί εύθραυστο έναντι των νέων μεταλλάξεων, θα πάμε σε 4ο κύμα και θα επιστρέψουν ξανά τα περιοριστικά μέτρα. Μας προβληματίζει το γεγονός ότι πριν λίγες μέρες η κυβέρνηση πέρασε νόμο από τη Βουλή, σύμφωνα με τον οποίο ο Υπουργός Υγείας μπορεί να παρακάμψει την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών (απαιτείται η "γνώμη" και όχι η “σύμφωνη γνώμη” της) για να αποφασίσει ποιος είναι ο ενδεδειγμένος αριθμός δόσεων για τον πλήρη εμβολιασμό του πληθυσμού.» Όλα στο βωμό της αποφυγής του πολιτικού κόστους που προκύπτει από τη διαχείριση της πανδημίας, λοιπόν. Με αυτήν τη συντηρητική και νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση «η Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ χρειάζεται να κάνει στρατηγικού χαρακτήρα αντιπαράθεση και σύγκρουση. Παρότι ισχύει, δεν έχει αποτέλεσμα να εγκαλούμε απλώς την κυβέρνηση για διαχειριστική ανεπάρκεια, για ιδιοτέλεια ή πελατειακή λογική. Στα θέματα υγείας, η διαχωριστική γραμμή είναι η επένδυση ή όχι στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, η μείωση ή όχι των ανισοτήτων. Η κυβέρνηση έχει τη λογική "να περάσει η μπόρα", αντιμετωπίζει την κρίση σαν μια παρένθεση αναγκαστικού "κρατισμού". Επειδή ακριβώς δεν πιστεύει στο ισχυρό ΕΣΥ, στο Κοινωνικό Κράτος και στη ρύθμιση της αγοράς, γι’ αυτό δεν θέλει και δεν μπορεί να "θωρακίσει" το ΕΣΥ, να προστατέψει τη Δημόσια Υγεία και την κοινωνία», καταλήγει ο Ανδρέας Ξανθός.
01
07

Σοφία Βιδάλη: «Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά αποδομεί όλα τα στερεότυπα της ελληνικής κοινωνίας»

Γενικά υπάρχει μια βιασύνη επίδειξης «έργου» στον τομέα της εγκληματικότητας και μια προσπάθεια αυστηροποίησης των ποινικών νόμων, της διαχείρισης των κρατουμένων κ.ο.κ. Αυτό είναι το ιδεολογικό υπόβαθρο και οι θέσεις της παρούσας κυβέρνησης, που αποτελούσαν εξάλλου μέρους και της προεκλογικής της ατζέντας κατά το μέρος που επικεντρώθηκε στην ασφάλεια ως ζήτημα του εγκλήματος του δρόμου, των αλλοδαπών κλπ. Αυτή, λοιπόν, η ατζέντα φαίνεται ότι εκτιμήθηκε πως επιβεβαιώνεται με αυτό το έγκλημα, όπως και με κάποια άλλα που έγιναν αυτή την περίοδο, και έτσι επιλέχθηκε να γίνουν διάφορες σχετικές δηλώσεις, επικηρύξεις κτλ. Βεβαίως έκαναν λάθος και δείχνει μία μονομέρεια στις αντιλήψεις των πολιτικά αρμοδίων προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση μόνο, και αυτό είναι ένας δείκτης αναξιοπιστίας, κατά τη γνώμη μου. Από εκεί και πέρα, για το ζήτημα των ποινών, δεν καταλαβαίνω γιατί θεωρούμε λίγο το να μείνει κάποιος 15 και 20 χρόνια στη φυλακή. Εδώ λέγαμε για το πόσο ψυχοφθόρος ήταν ο ημι-περιορισμός της καραντίνας και πώς οδήγησε, για παράδειγμα, στην αύξηση της χρήσης ουσιών. Καμία έρευνα πουθενά και ποτέ δεν έχει αποδείξει ότι η αύξηση των ποινών συνετέλεσε στη μείωση της εγκληματικότητας. Επομένως, η συζήτηση περί αύξησης των ποινών είναι προβληματική, μεταξύ άλλων και επειδή διαμορφώνει ένα κλίμα που ταυτίζει τη σοβαρότητα των κυβερνήσεων με την αυστηρότητα των ποινών (πράγμα άκρως παραπλανητικό), ενώ η πραγματικότητα είναι ότι αυξάνουμε τις ποινές γιατί είμαστε ανίκανοι στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Πρέπει, επίσης, να ξεκαθαρίσουμε αν ως πολιτική κοινωνία δίνουμε δεύτερη ευκαιρία στους στυγνούς εγκληματίες. Αν όχι, τότε αυτή η άποψη ταυτίζεται με την επαναφορά της θανατικής ποινής και είμαστε μακριά από τη δημοκρατία. Δημοκρατία δεν είναι μόνο να ψηφίζουμε, αλλά να κατανοούμε την αρνητική διάσταση που έχουν κάποιες κοινωνικές σχέσεις και να παρεμβαίνουμε, ώστε, αν δεν μπορούν να αποκατασταθούν, όπως σε περιπτώσεις ανθρωποκτονίας, να εξομαλύνονται.