Αναδημοσιεύσεις

06
01

Οι ευθύνες των ΜΜΕ στο δεύτερο κύμα της πανδημίας

Η ζοφερή πραγματικότητα «ανάγκασε» τα κυρίαρχα Μέσα να μιλήσουν για την κακή κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, το οποίο βρίσκεται κάτω από τρομερή πίεση και να δώσουν βήμα σε υγειονομικούς υπαλλήλους που περιγράφουν την ελλιπή προετοιμασία που έγινε για το δεύτερο κύμα. Η αποτυχία του δεύτερου λοκντάουν δημιουργεί ρωγμές στο αφήγημα επιτυχίας της πρώτης περιόδου. Τα ίδια τα στελέχη της κυβέρνησης έχουν αρχίσει πλέον να αμφισβητούν την ορθότητα του πλάνου για το άνοιγμα του τουρισμού και τη διαχείρισή του. Θα μπορούσαν τα κυρίαρχα ΜΜΕ να δώσουν χώρο και χρόνο σε περισσότερους επιστήμονες. Θα μπορούσαν να δώσουν χώρο και χρόνο σε πολιτικούς και από άλλους χώρους που θα έθεταν αυτοί τα ερωτήματα που ίσως δεν ήθελαν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι να θέσουν. Ωστόσο, αυτά δεν έγιναν γιατί η πολιτική οικονομία του μιντιακού συστήματος στην Ελλάδα δεν θέλει ΜΜΕ που θα επιτελούν τον κανονιστικό ρόλο της δημοσιογραφίας, αλλά ΜΜΕ-εργαλεία στα χέρια των ιδιοκτητών τους ώστε να καλλιεργούν σχέσεις με οποιαδήποτε μορφή πολιτικής εξουσίας. Είτε αυτή εκφράζεται μέσα από μια σταθερή ταξική/ιδεολογική/κομματική σκοπιά, είτε από μια πιο οπορτουνιστική στάση ευθυγράμμισης με οποιοδήποτε κόμμα βρίσκεται στην εξουσία (Kostopoulos, 2020). Φυσικά, το να είναι πολιτικοποιημένη η δημοσιογραφία δεν είναι κάτι κακό από μόνο του και πιο απολιτίκ μιντιακά συστήματα, όπως παραδείγματος χάριν το αμερικάνικο, δεν προσφέρουν καλύτερη ποιότητα πληροφορίας καθώς έχουν άλλες παθογένειες που δεν είναι της παρούσης να αναλυθούν. Ωστόσο, υπάρχει μια λεπτή γραμμή που χωρίζει την πολιτικοποιημένη αντίληψη της πραγματικότητας και τη λειτουργία του δημοσιογράφου ως cheerleader της εξουσίας. Και δυστυχώς, σε μια ακόμη κρίσιμη καμπή της ελληνικής ιστορίας τα κυρίαρχα ΜΜΕ απέτυχαν παταγωδώς να την περπατήσουν.
05
01

Πατριαρχία, δεξιά και αριστερά

Η μορφή της πατριαρχίας, καταγεγραμμένη και μέσα από την ψυχανάλυση (Φρόιντ, Λακάν κ.ο.κ.), στο βαθμό που ετεροπροσδιορίζει τη Γυναίκα, προσυπογράφει τη βία που υποκρύπτεται στην προτεραιότητα της περιγραφής του αρσενικού. Αλλά κι αν στην ακροφιλελεύθερη δεξιά η υπάρχουσα κατάσταση των πραγμάτων αποτελεί την ιδεολογική της πεμπτουσία, άρα τα πάντα μοιάζουν κανονικοποιημένα και τακτικά, στην αριστερά τα πράγματα δεν είναι ιδανικά. Στον πόλεμο θέσεων που διεξάγεται εντός της, παραμένει ηγεμονική -ακόμη κι όταν δεν εκφράζεται ανοιχτά- η άποψη πως τα ζητήματα του φύλου και ο συμπεριληπτικός φεμινισμός κατατάσσονται στις λεγόμενες “δευτερεύουσες αντιθέσεις”. Τις οποίες αντιθέσεις, χοντρικά και κατά τις ορθόδοξες πεποιθήσεις, ο ταξικός αντίπαλος ενίοτε οξύνει, ούτως ώστε να αποκρύψει την κυρίαρχη αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας. Οι δευτερεύουσες αντιθέσεις, όμως, αποκυήματα συχνά της κύριας αντίθεσης, αποτελούν ιδιοσυστατικά του συστήματος, τα οποία γεννούν εκμεταλλευτικές σχέσεις εξίσου ισχυρές με εκείνες που γεννά η πρωτεύουσα αντίθεση. Να τις επιλύσει η, οψέποτε ερχόμενη, επανάσταση είναι μια απάντηση που εντάσσεται στη μεταφυσική της ιστορίας. Να δουλευτούν παράλληλα είναι μια άλλη, πρακτικότερη της πρώτης, που, όμως εάν ακολουθηθεί, ως ορθότερη, βγάζει από τη βολή της αιώνιας κυριαρχίας τους όλα τα αρσενικά. Όπερ σημαίνει ότι θα κληθούν να εγκαταλείψουν τις πολυθρόνες της εξουσίας, παραχωρώντας τες σε “αναξιότερες”, αφού θα υποστούν τις -κατασυκοφαντημένες- ποσοστώσεις φύλου. Ότι θα αλλάξει ο τρόπος της καταγραφής της εμπειρίας και ότι ο κόσμος πια θα αναλύεται (και) απ’ τη μεριά της πολλαπλώς καταπιεζόμενης γυναίκας. Ότι, επίσης, οι αυτονόητοι οικιακοί ρόλοι θα μετασχηματιστούν, αλλάζοντας τον εμπράγματο βίο και τις παροντικές σχέσεις αντρών και γυναικών. Τα πράγματα, όπως καταγράφονται στο σύνολο των κομμάτων, κοινοβουλευτικών και μη, της Αριστεράς, δείχνουν πως η έμφυλη ισότητα είναι μια υπόθεση που μένει ανοιχτή. Η αντρική πλειοψηφία είναι ορατή παντού: στους πρωτοκλασάτους, στους διανοούμενους, στους εργάτες βάσης, στους συσχετισμούς στα όργανα και τα κυβερνητικά σχήματα. Κι όσο οι κοινωνίες θα υποκύπτουν στη γοητεία των στερεοτύπων της alt right δεξιάς, οι αγώνες, και στο εσωτερικό μέτωπο, θα παραμένουν πρόταγμα. Και όχι μοναχά για τις γυναίκες.
05
01

Το ημερολόγιο του Ευκλ. Τσακαλώτου: Αποδομώντας τις ιδεολογίες που δικαιολογούν τις ανισότητες

Διαβάζω στο CBSNews την εξής είδηση: «50 χρόνια φοροαπαλλαγές για τους πλουσίους δεν έχουν βοηθήσει στην διάχυση του πλούτου στα υπόλοιπα στρώματα». Κοίτα να δεις. Το πόσο καλό θα κάνουν στην οικονομία οι φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους αποτελεί τον κορμό του αφηγήματος κάθε δεξιάς παράταξης σε όλη την οικουμένη, της ΝΔ προφανώς συμπεριλαμβανομένης. Όμως σύμφωνα με μια νέα μελέτη του LSE (δεν το λες και κομμουνιστικό δάκτυλο) καταλήγει στο ότι 50 χρόνια τέτοιων φορολογικών περικοπών έχουν βοηθήσει μόνο μία ομάδα – τους πλούσιους. Οι ερευνητές David Hope (London School of Economics) και Julian Limberg (King's College του Λονδίνου), εξέτασαν 18 ανεπτυγμένες χώρες για 50 έτη συγκρίνοντας χώρες που πέρασαν φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους σε ένα συγκεκριμένο έτος, όπως οι ΗΠΑ το 1982, επί Ρίγκαν, με εκείνες που δεν το έκαναν, και στη συνέχεια εξέτασε τα οικονομικά τους αποτελέσματα.  Διαπίστωσαν λοιπόν ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τα ποσοστά ανεργίας ήταν σχεδόν πανομοιότυπα μετά από πέντε χρόνια σε χώρες που περιόρισαν τους φόρους στους πλούσιους και σε εκείνες που δεν το έκαναν. Και θα μου πείτε καλά, τόσα δημόσια έσοδα χαμένα για το τίποτα; Τόσες δυνατότητες ενίσχυσης της υγείας και της παιδείας χάθηκαν χωρίς κανένα λόγο; Ε όχι δα. Τα εισοδήματα των πλουσίων αυξήθηκαν πολύ ταχύτερα σε χώρες όπου μειώθηκαν οι φόροι για αυτούς. Αντί τα χρήματα να διαχυθούν στην μεσαία τάξη  αυτές οι φοροαπαλλαγές απλώς επιδείνωσαν τις ανισότητες. Μάλιστα ο ένας συγγραφέας ανέφερε σε ένα email προς το CBS MoneyWatch ότι  "Στην πραγματικότητα, αν κοιτάξουμε πίσω στην ιστορία, η περίοδος με τους υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους - η μεταπολεμική περίοδος - ήταν επίσης μια περίοδος με υψηλή οικονομική ανάπτυξη και χαμηλή ανεργία." Θα ήθελα να το συζητήσω αυτό με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αλλά μετά θυμήθηκα ότι έχουν μια σχετική δυσανεξία στα επιχειρήματα. (...) Δεν μπορώ να ξεκολλήσω από το θέμα των ανισοτήτων. Αντί για επιχειρήματα έχουμε την ιδεολογία της αριστείας και της αξιοκρατίας. Την ίδια στιγμή που αποδομούνται τα οικονομικά του trickle down, o Michael Sandel του Harvard βγάζει το νέο του βιβλίο με τίτλο The Tyranny of Merit. Δεν αποτελεί σύμπτωση. Σε ελληνικά αυτιά ακόμα και ο τίτλος μπορεί με ξενίζει: πως μπορεί η αξία και η αξιοκρατία να αποτελέσουν μια μορφή τυραννίας, δεν είναι η έλλειψη αξιοκρατίας το μεγάλο ζήτημα στη δίκη μας κοινωνία; Ο Sandel προφανώς δεν λέει ότι το κατάλληλο πρόσωπο πρέπει να πάρει τη κατάλληλη θέση αξιολογικά και όχι λόγω μέσων ή άλλες διαστρεβλωτικές διαδικασίες που μπορεί να εφεύρουν τα επιτελικά κράτη. Αλλά, όπως μας λέει και ο Piketty στο νέο δικό του βιβλίο Capital and Ideology, όλες οι κοινωνίες χρειάζονται να δικαιολογήσουν τις ανισότητες. Ο Sandel αναδεικνύει πως η αξιοκρατία αποτελεί ακριβώς μια τέτοια δικαιολογία στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού. Και αποτελεί τυραννία γιατί η συγκεκριμένη ιδεολογία αποενοχοποιεί τους πλούσιους  - ότι καταφέρανε, το καταφέρανε με το σπαθί τους, χωρίς να συνυπολογιστούν τα οικογενειακά προνόμια που κληρονόμησαν και οι ευνοϊκές συγκυρίες. Αυτό ευνοεί και την αλαζονεία τους και τη μη κατανόηση της ζωής των άλλων. Και την ίδια στιγμή ενοχοποιεί τους από κάτω. Δεν είναι αρκετά άξιοι να πετύχουν, δεν το πάλεψαν αρκετά, δεν επένδυσαν αρκετά στην εκπαίδευση τους, είναι άξιοι μόνο της μοίρας τους. Για τον Sandel το θέμα δεν είναι ότι δεν υπάρχουν ίσες ευκαιρίες, που δεν υπάρχουν αφού η κοινωνική κινητικότητα έχει μειωθεί στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού. Είναι ότι η ιδεολογία της αξιοκρατίας είναι θεμελιακά προβληματική. Στιγματίζει τους ανθρώπους και υπονομεύει άλλες αξίες, τη σημασία των πραγμάτων που έχουμε όλοι και όλες μαζί ως κοινά, την αλληλεγγύη. Για τη δίκη μας Αριστερά η οικονομική έρευνα για το trickle down και η αποδόμηση των ιδεολογιών που δικαιολογούν τις επακόλουθες ανισότητες θα πρέπει να είναι στο κορμό της ιδεολογικής μας αντεπίθεσης για το 2021.
05
01

Αριστείδης Μπαλτάς: Ο κόσμος αλλάζει ραγδαία. Ένας λόγος ελπίδας μπορεί να διαμορφωθεί

Η πανδημία ανέδειξε παντού τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας υγείας, αλλά και τα δημόσια αγαθά και «τα κοινά» ή το αίτημα ευρύτατης αλληλεγγύης, κυρίως απέναντι σε όσες ή όσους μάχονται στην πρώτη γραμμή ή βρίσκονται αποκλεισμένοι στο περιθώριο. Όπου στην Ελλάδα μόνη συμβολή του ιδιωτικού τομέα υπήρξε το παζάρι για δήθεν «επιτάξεις» κλινικών ή ΜΕΘ και η υποδοχή «πελατών» για τα τεστ. Και όντως ανέδειξε  τα επίδικα της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης»: το «πρασίνισμα» ως νέο πεδίο ασύστολης κερδοφορίας του κεφαλαίου ή ως νέα μορφή οργάνωσης των ανθρώπινων κοινωνιών που θα έχει κατανοήσει εις βάθος ότι το ανθρώπινο είδος είναι μέρος, όχι κυρίαρχος, της φύσης και μάλιστα συχνά περισσότερο ευάλωτο από άλλα. Τα ζητήματα αυτά έχουν αναδειχθεί στη δημόσια σκηνή και από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τουλάχιστον όσο μπορεί να το κάνει με τις δικές του δυνάμεις ή μέσα από τις ελάχιστες ρωγμές που αφήνει η φίμωση και η άτεγκτη λογοκρισία. Βεβαίως υπάρχουν κενά και ελλείμματα. Τα οποία ωστόσο προσπαθούμε να καλύψουμε ενόσω αντιπαλεύουμε την πλήρη «ορμπανοποίηση» της χώρας που επιδιώκει να επιβάλει η κυβέρνηση Μητστοτάκη. Δηλαδή τη θωράκιση του καθεστώτος που οικοδομεί προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι εκρήξεις του συσσωρευόμενου πόνου και της συσσωρευόμενης οργής. Φαίνεται πως η κυβέρνηση φοβάται μια κοινωνική συνθήκη ανάλογη εκείνης που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση της χώρας... (...) Η στοχοποίηση των νέων ήταν η πρώτη πράξη της κυβέρνησης, γιατί ξέρει πως αυτοί είναι οι πρώτοι που θα πουν «Ως εδώ». Και είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι οι νέοι σήμερα επιδεικνύουν μεγάλη ευαισθησία σε ζητήματα αλληλεγγύης, δημοκρατίας, ελευθερίας, οικολογίας, δικαιωμάτων. Και ότι διαβάζουν πολύ και σκέφτονται πολύ. Παραγωγικά και δημιουργικά. Αλλά δεν έλκονται από τα κόμματα ως μορφή οργάνωσης.  Από τη δική μας πλευρά οφείλουμε να κατανοήσουμε το γιατί, δικαιώνοντάς τους όπου έχουν δίκιο, αλλά χωρίς να τους κολακεύουμε. Άλλωστε το απεχθάνονται. Αλλά να τους πείσουμε ότι το πολιτικό συμπυκνώνει το κοινωνικό. Πάντα. Και άρα ότι ως πολίτες μετέχουμε στο πολιτικό θέλοντας και μη. Και ότι εξαρτάται αποκλειστικά από μας ποια μορφή πολιτικής οργάνωσης θέλουμε και μπορούμε να οικοδομήσουμε (...) Βρισκόμαστε εν μέσω της ιδεολογικής και ηθικής κατάρρευσης ολόκληρου του πολιτισμού του κεφαλαίου. Και νομίζω πως συμφωνούμε επί της ουσίας όλοι. Το δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» τείνει να γύρει άλλη μια φορά υπέρ της βαρβαρότητας. Οπότε όντως οφείλουμε να σηκώσουμε ξανά τη σημαία του σοσιαλισμού. Με αυτοπεποίθηση και επιθετικά. Προσδίδοντάς του τατόχρονα το συγκεκριμένο περιεχόμενο που μπορεί να έχει στις μέρες μας. Με πλήρη επίγνωση του βάρους της λέξης στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Είναι ίσως αυτό το βάρος που δημιουργεί δισταγμούς ως προς τη χρήση του όρου. (...)  Η πανδημία έφερε στο προσκήνιο τις πάγιες αρχές της Αριστεράς: ψωμί, παιδεία, υγεία, ελευθερία, αλληλεγγύη, δημοκρατία, δήμοσια αγαθά, ισότητα, ειρήνη, ριζοσπαστική οικολογική πολιτική. Στη βάση αυτών των αρχών η Αριστερά καλείται να απαντήσει στα μεγάλα ερωτήματα των καιρών. Πώς υπερασπιζόμαστε τη δημοκρατία, την ισότητα, την ελευθερία, τη δημόσια υγεία και παιδεία, την εργασία, την ειρήνη. Πώς αντιμετωπίζουμε την «πράσινη ανάπτυξη» και την 4η Βιομηχανική Ανάπτυξης προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας. Πώς διευρύνουμε κάθε φορά το εφικτό προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού.
05
01

Οι «αμέλειες», οι «αστοχίες» και η αλαζονεία της κυβέρνησης

Ταλαντεύεται κανείς να αποδεχτεί το λεγόμενο ότι κάποιες από τις πολιτικές γκάφες της κυβέρνησης «αφήνονται» να συμβούν για να παρέμβει σαν ύστατος σωτήρας ο Κ. Μητσοτάκης ή αν οι υπουργοί δρουν, στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής, και λόγω κατακραυγής, μετά τα μαζεύουν. Όπως και νά ’ναι όλα αυτά που συμβαίνουν δεν είναι «αμέλειες» ή «αστοχίες», όπως ειπώθηκε επισήμως, αλλά οι φυσικοί καρποί της αλαζονείας και των αντιλήψεων που διαπερνούν την κυβέρνηση και τους αξιωματούχους της. Προφανώς, οι επικοινωνιακοί σύμβουλοί του σπεύδουν και έτσι ενισχύεται η εικόνα του ως η «ύστατη καταφυγή». Μάλιστα αυτή τη φορά με πιο κραυγαλέο τρόπο. Γιατί από πού κι ως πού ένας πρωθυπουργός, π.χ. στην περίπτωση των φαρμάκων των συνταξιούχων, μπορεί να λέει «είναι προσωπική μου επιλογή να διατηρηθεί το ευνοϊκό καθεστώς που, με κυβερνητική απόφαση, ίσχυσε και το 2020». Το συμπέρασμα, σε επίπεδο κοινωνίας, κατασταλάζει σιγά - σιγά: αυτή είναι η κυβέρνηση χωρίς λούστρο. (...) Σε προστατευμένο περιβάλλον κινήθηκε ο πρωθυπουργός κατά την επίσκεψή του στη Λέσβο. Στα στρατιωτικά σημεία αυτό ήταν εύκολο. Αστυνομία, Λιμενικό, Πολεμικό Ναυτικό. Στο νοσοκομείο όμως ή στο Καρά Τεπέ δεν ήταν και τόσο εύκολο, όπως και στη (μη) επαφή του με τους δημοσιογράφους. Πολύ σωστά σε ανακοίνωσή της η οργάνωση Λέσβου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ παρουσίαζε την κενή περιεχομένου πρωθυπουργική επίσκεψη με ερωτήματα: «Τι ακριβώς είδε στο νοσοκομείο; Μήπως το κενό των αναγκαίων προσλήψεων γιατρών και νοσηλευτών, που η κυβέρνησή του δεν έκανε ποτέ; Μήπως πληροφορήθηκε ότι λόγω της επίσκεψής του το νοσοκομείο δεν δεχόταν πολίτες για τεστ το πρωί; Είδε άραγε όταν το επισκέφθηκε το αίσχος του Καρά Τεπέ, λάσπες όπου μέσα κοιμούνται οι αιτούντες άσυλο; Μήπως έμαθε ότι επί μήνες δεν γίνονται μαζικά τεστ στα στρατόπεδα;» Η επίσκεψη βέβαια είχε άλλο κύριο στόχο: τα σύνορα, την εκλαΐκευση του δόγματος της κυβέρνησής του για τη φύλαξή τους. Και ενήμερος για όσα δυσφημιστικά γράφονται για τη χώρα και την κυβέρνησή του είπε χαρακτηριστικά: «Σημειώνεται ότι οι προσφυγικές μεταναστευτικές ροές έχουν μειωθεί δραστικά φέτος, με εντατικοποίηση στη φύλαξη των θαλασσίων συνόρων, δίχως εκπτώσεις στην προσφορά βοήθειας». Ποιος τον πιστεύει;
05
01

Ένα σχέδιο για επιστροφή στη δικιά μας κανονικότητα

Αν είναι να θέσει ο ΣΥΡΙΖΑ θέμα δημοκρατίας με το αίτημα για ειδική συζήτηση στη Βουλή, ας το κάνει μεθοδικά και ολοκληρωμένα. Ας μην περιμένει άλλη μια φορά πώς θα μεταδώσουν τα μέσα ενημέρωσης δύο ή τρεις ατάκες από τη σχετική συζήτηση. Ας αρχίσει να ετοιμάζεται για το επόμενο στάδιο, που ήδη προδιαγράφεται. Η ανάγκη να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση τη θετική απήχηση του εμβολίου, θα αρχίσει να διαμορφώνει περιβάλλον περιορισμού των αστυνομικού και κατασταλτικού τύπου μέσων. Σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση και του φυσικού αισθήματος του φόβου για τον ίδιο λόγο, οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της επόμενης περιόδου θα είναι αναμφισβήτητα ευνοϊκότερες για μια επιστροφή σε μια κανονικότητα, όπως την εννοεί η αριστερά: δημοκρατική, που θα πει και με το δήμο παρόντα και ενεργό.
04
01

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Τι έπεται του «η κυβέρνηση είναι η χειρότερη»

Φαίνεται ότι, από την εκλογή της και μέχρι σήμερα, η ΝΔ συνεχώς εκπλήσσει την αξιωματική αντιπολίτευση ως προς τις αντιλαϊκές προθέσεις και τα πεπραγμένα της, αλλά και όσον αφορά τη ρητορική της. «Νεοφιλελευθερισμός» και «αυταρχισμός». «Καταστροφική διαχείριση» της πανδημίας, της οικονομίας, και της εξωτερικής πολιτικής. «Αναλγησία» και «καθεστωτισμός». «Προπαγάνδα» και «υποτίμηση της νοημοσύνης των πολιτών». Αυτά ακούμε συνεχώς από τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ. Γενικά, ο πολιτικός λόγος διαμορφώνεται με βάση πολλά (και κάποιες φορές αντικρουόμενα) κριτήρια, ωστόσο, για να είναι πειστικός πρέπει να είναι κατά το δυνατόν σταθερός και συνεκτικός. Εν προκειμένω, αν ισχύουν όσα λέει η αξιωματική αντιπολίτευση (και ισχύουν), τότε θεωρώ πως πρέπει να γίνουν ορισμένες αυτόματες προσαρμογές σε ζητήματα ύφους, συνθηματολογίας, αιτημάτων, δεσμεύσεων, και συμπαραδοχών. Αλλιώς, ο πολιτικός λόγος δεν βγάζει νόημα. (...)
03
01

Σταμάτης Βαρδαρός: Καλή χρονιά με περισσότερη «ασφάλεια» για το 2021

Το στοίχημα της επόμενης περιόδου λοιπόν στην πολιτική υγείας δεν μπορεί παρά να είναι ένα νέο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, με περισσότερες δυνατότητες και προσανατολισμένο να καλύψει νέες ανάγκες. Κρίσιμη προϋπόθεση αποτελεί η αύξηση των δαπανών υγείας ως ποσοστό του ΑΕΠ (συγκλίνοντας με τον ευρωπαϊκό Μ.Ο.) η οποία θα εξυπηρετεί τη στρατηγική της καθολικής κάλυψης των νέων υγειονομικών αναγκών μέσα από ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό ΕΣΥ. Αυτό σημαίνει πρωτίστως 15.000 νέες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, αναμόρφωση του μισθολογίου σε μία κατεύθυνση προσέλκυσης νέων επιστημόνων, ανάπτυξη ενός Εθνικού Σχεδίου αναβάθμισης των Υποδομών Υγείας, νέα φαρμακευτική πολιτική που θα μειώνει τις οικονομικές επιβαρύνσεις και ένα νέο ηλεκτρονικό ΕΣΥ (e-ΕΣΥ) που θα παρέχει ταχύτητα και διαφάνεια στο σύστημα υγείας. Το νέο Δημόσιο Σύστημα Υγείας σημαίνει όμως και την ανάπτυξη ή ολοκλήρωση νέων υπηρεσιών όπως είναι: • η ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στην ΠΦΥ και στο θεσμό του οικογενειακού γιατρού • οι Κινητές Ομάδες Υγείας για υπηρεσίες ΠΦΥ σε αγροτικές και ημιαστικές περιοχές, με στόχο τη φροντίδα κατοίκων της υπαίθρου που έχουν χρόνια προβλήματα υγείας και δυσκολία πρόσβασης στις δημόσιες δομές. • το Δίκτυο ολοκληρωμένης υγειονομικής και κοινωνικής φροντίδας στην κοινότητα με ανάπτυξη υπηρεσιών κατ’ οίκον φροντίδας από τις δομές ΠΦΥ (Κέντρα Υγείας και ΤΟΜΥ) σε συνέργεια με τις Κινητές Ομάδες Υγείας (ΚΟΜΥ) και τις κοινωνικές δομές των ΟΤΑ (Βοήθεια στο Σπίτι). • η ανάπτυξη δημόσιων υπηρεσιών για την αποθεραπεία και την αποκατάσταση • η ανάπτυξη δημόσιων υπηρεσιών Ειδικής Αγωγής • η δημιουργία δημόσιων δομών μετανοσοκομειακής και ανακουφιστικής φροντίδας • Η ανάπτυξη δημόσιων κέντρων αναπαραγωγικής υγείας και υποβοηθούμενης αναπαραγωγής καθώς και • η θεσμική και λειτουργική αναδιοργάνωση των Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας της χώρας
03
01

Εκτός τόπου και χρόνου: Η πανδημία του κορονοϊού ως ψυχική και κοινωνική πραγματικότητα

Εάν υποθέσουμε πως στην πρώτη φάση της πανδημίας η ελληνική διαχείριση χαρακτηρίζεται από μια νευρωτική, αγχώδη ανταπόκριση, είναι κάπως ανησυχητικό πως στη δεύτερη φάση, η διαχείριση της πανδημίας προσομοιάζει περισσότερο με άρνηση της πραγματικότητας. Η προκήρυξη εθνικού λοκντάουν στις 16 Μαρτίου, ενώ στη χώρα υπήρχαν τότε μόνο μερικές δεκάδες κρούσματα, μαρτυρά πως η πανδημία αναγνωρίστηκε ως μια κατάσταση επείγοντος. Αν και η εθνική απάντηση ήταν κάπως ασύμμετρη με τη σοβαρότητα της κατάστασης, απέδειξε πως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος προστασίας ενός ανεμβολίαστου πληθυσμού απέναντι σε έναν νέο ιό είναι ο περιορισμός μετακινήσεων και των κοινωνικών επαφών. (...) Στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, η διαχείριση είχε τον ακριβώς αντίθετο χαρακτήρα: σύσταση ψυχραιμίας ως άρνηση της σοβαρότητας της κατάστασης. Ας θυμηθούμε την απόρριψη των αιτημάτων των εκπαιδευτικών για λιγότερα παιδιά ανά τάξη που αντικαταστάθηκε από την πλασματική μέριμνα για την πρόληψη μετάδοσης του ιού στα σχολεία μέσα από διανομή μασκών και παγουρίνο. Ας θυμηθούμε επίσης πως, ενώ ήταν γνωστό από άλλες ευρωπαϊκές χώρες πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος της πανδημίας συνίσταται στην επιβάρυνση των συστημάτων υγείας, ΜΕΘ εγκαινιάζονταν και εγκαινιάζονται αποκλειστικά λόγω δωρεών του ιδιωτικού τομέα. Αντί μιας προγραμματισμένης, μεθοδευμένης ενίσχυσης του τομέα της υγείας είδαμε τη βεβιασμένη προκήρυξη θέσεων ιατρικού προσωπικού όταν πια το δεύτερο λοκντάουν ήταν προ των πυλών.(...) Στις 2 Δεκεμβρίου ο Υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας δήλωνε πως στα 1.018 εμβολιαστικά κέντρα θα εμβολιάζονται περίπου 2 εκατομμύρια άτομα κάθε μήνα (δείτε εδώ) – αριθμός που επιτρέπει υποσχέσεις για επιστροφή στην κανονικότητα μέχρι τον Μάιο. Δεδομένου, μάλιστα, πως σε κάποια κέντρα θα γίνονται έως και εννέα παράλληλοι εμβολιασμοί αυτό σημαίνει προσλήψεις και εκπαίδευση άνω των 2.000 υπαλλήλων. Και όλα αυτά θα ξεκινήσουν, όπως πολλά κυβερνητικά στελέχη έχουν διαβεβαιώσει, αμέσως με την έγκριση του εμβολίου από την ΕΕ. Η Ελλάδα δηλώνει έτοιμη και αισιόδοξη ότι μπορεί να εκπονήσει ένα κάπως φιλόδοξο πλάνο, την ίδια στιγμή που η Μεγάλη Βρετανία (με εθνικό σύστημα υγείας που θα αναλάβει τον εμβολιασμό) θα εμβολιάζει περίπου 800.000 άτομα το μήνα. Αν και ο σχεδιασμός του εμβολιασμού εγκωμιάστηκε από τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης (υπονοώντας πόσο τυχεροί είμαστε πλέον ως χώρα που μπορούμε να επιτέλους να υπερηφανευτούμε ένα μεθοδευμένο εθνικό σχέδιο εμβολιασμού), όταν υπόκειται σε διερεύνηση η ευθραυστότητα των υποσχέσεων έρχεται στην επιφάνεια. Αναρωτιέται δηλαδή κανείς κατά πόσον αυτές οι υποσχέσεις για άμεσο εμβολιασμό έχουν σχεδιαστεί λεπτομερώς έτσι ώστε να λειτουργήσουν, ή έχουν σχεδιαστεί ώστε να κλέψουν τις εντυπώσεις και στην πράξη να υπολειτουργήσουν -κάτι που είδαμε να συμβαίνει πρόσφατα με τον Μεγάλο Περίπατο, για παράδειγμα. Εάν ισχύει το πρώτο, γιατί απουσιάζουν περισσότερες λεπτομέρειες από τον σχεδιασμό; Εάν ισχύει το δεύτερο, τι όφελος υπάρχει στο θεαθήναι; Μήπως η συντήρηση της ψευδαίσθησης ότι η κατάσταση είναι «υπό έλεγχο»; Και μήπως παρουσιάζοντας ένα εντατικοποιημένο (αλλά ανέφικτο) πλάνο εμβολιασμού θα υπάρξουν εύσημα στην κυβέρνηση για την ταχύτητα, ενώ η δυσλειτουργικότητα θα χρεωθεί στον αέναο εχθρό αυτής της χώρας: τους δημόσιους φορείς που είναι «τεμπέληδες» και αργοπορούν. Μια άλλη έκφραση εθνικού διχασμού, δηλαδή, λες και η κυβέρνηση δεν εκπροσωπεί το δημόσιο.
03
01

Γιατί το πανεπιστήμιο εδώ και πολλά χρόνια είναι υπό διωγμό;

Η μετατόπιση από τον ανταγωνισμό τιμών στον ανταγωνισμό ποιότητας αποτελεί για τις ελληνικές επιχειρήσεις μονόδρομο. Άλλωστε, αυτήν την οδό έχουν επιλέξει όλες οι προηγμένες οικονομίες. Το μεγάλο στοίχημα για την ελληνική οικονομία είναι η μετακίνησή της στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας, προς την παραγωγή προϊόντων έντασης γνώσης. Δεν αναφέρομαι απαραίτητα στους κλάδους που βρίσκονται στην αιχμή της τεχνολογίας (αεροναυπηγική, βιοτεχνολογία κτλ.) αλλά σε αυτούς που έχουμε ήδη συγκριτικό πλεονέκτημα και κυρίως σε ορισμένους κλάδους υψηλής τεχνολογίας και μεγάλου αναπτυξιακού δυναμικού, στους οποίους αν και δεν έχουμε επί του παρόντος πλεονέκτημα, είναι δυνατό με την συμβολή του ιδιωτικού αλλά και του κρατικού τομέα να αποκτήσουμε. Είναι μάλιστα πολύ κρίσιμο να γίνει κατανοητό, ότι, όπως δείχνουν πολλές πρόσφατες έρευνες, ακριβώς αυτή η εύλογη υπέρβαση του στατικού υπάρχοντος συγκριτικού πλεονεκτήματος αποτελεί πολύ κρίσιμο στοιχείο, ενδεχομένως το αποφασιστικό μέτρο αναπτυξιακής επιτυχίας. Η αναγκαία συμβολή του κρατικού τομέα σ΄ αυτήν την επιτυχή πορεία, περνά προφανώς ως ένα μεγάλο βαθμό και από τα πανεπιστήμια και ιδίως από τον ρόλο τους στην παραγωγή γνώσης. (...) Όμως δυστυχώς το τμήμα του κεφαλαίου που κατανοεί της σημασία της Ε&Α δεν είναι ισχυρό πολιτικά, φαίνεται πως οι κυρίαρχες οικονομικές δυνάμεις που επηρεάζουν την πολιτική της σημερινής κυβέρνησης, έχοντας επενδεδυμένα συμφέροντα σε οικονομικές δραστηριότητες που είναι χαμηλής προστιθέμενης αξίας, δεν μπορούν να κατανοήσουν τη σημασία του πανεπιστημίου. (...) Η επίθεση στο πανεπιστήμιο συνιστά μια επικοινωνιακή και λαϊκιστική τακτική, με την παρουσίασή του σαν κέντρο ανομίας, και η υποβάθμιση της δουλειάς που γίνεται σε αυτό με την απαξίωσή του μέσω της σύγκρισής του με τα ελάχιστα πανεπιστήμια που για πάρα πολλούς λόγους είναι στην παγκόσμια πρωτοπορία. Χρειάζεται ένας ειλικρινής διάλογος για τη βελτίωση του πανεπιστημίου και του ρόλου του στην ανάπτυξη της χώρας. Ωστόσο, υποστηρίζω ότι θα πρέπει σχεδόν αξιωματικά να λέγεται δημοσίως ότι το πανεπιστήμιο πρέπει να προστατευθεί ως κόρη οφθαλμού. Και βέβαια, οποιεσδήποτε αναγκαίες αλλαγές στη λειτουργία του πρέπει να είναι απόρροια τεκμηριωμένης μελέτης. Δυστυχώς, η κυβέρνηση σήμερα ενώ προχωρά σε δραστικές αλλαγές στη λειτουργία του πανεπιστημίου προβάλλει κυρίως το θέμα της παρουσίας της αστυνομίας στο πανεπιστήμιο, παρά την συνολική διαφωνία της πανεπιστημιακής κοινότητας. Αναμφίβολα αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, αλλά και ένα ζήτημα το οποίο μέχρι σήμερα έχει επανειλημμένως χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση ως «αντιπερισπασμό» για να μεταφέρει τη συζήτηση από σοβαρότερα υπαρκτά ζητήματα (οικονομία, πανδημία κτλ.), σε αυτό που θεωρεί προνομιακό της πεδίο, το «νόμος και τάξη». Ας μην εγκλωβιστούμε σε αυτό το επίπεδο, θα αδικήσουμε τον αναγκαίο δημοκρατικό διάλογο για το παρόν και το μέλλον του δημόσιου και καινοτόμου πανεπιστημίου.