ΣΥΡΙΖΑ

Μερικές κριτικές σκέψεις

Πρωταρχικά να ξεκαθαρίσουμε ότι προχωράμε προς το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο θα κληθεί να επιβεβαιώσει ή θεωρητικά να απορρίψει την προσθήκη στον τίτλο του του «Προοδευτική Συμμαχία» που με αντικαταστατική από τα πάνω μεθόδευση επιβλήθηκε. Πρόκειται για τίτλο ο οποίος αποτελεί επί της ουσίας πολιτικό παράδοξο εμπλέκοντας ένα πολιτικό υποκείμενο -κόμμα- με μια εκλογική συμμαχία, με αποτέλεσμα τη ρευστοποίηση της πολιτικής κομματικής ταυτότητας, εντείνοντας την ιδεολογικο-πολιτική απροσδιοριστία όσων τον ακολουθούν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η θολή ανάμειξη των τόσο διαφορετικών εννοιών της ανασυγκρότησης και του μετασχηματισμού στην πορεία προς το συνέδριο. Γεγονός το οποίο μεγεθύνει η αποδιάρθρωση των εσωκομματικών λειτουργιών της βάσης, ως ακόμη μία συνέπεια της πανδημίας, με αποτέλεσμα μια σειρά αρνητικά φαινόμενα της εσωκομματικής δημοκρατικής μας λειτουργίας, σεβασμού της βασικής καταστατικής μας αρχής ότι οι οργανώσεις βάσης αποτελούν το κόμμα στον χώρο τους, μεταθέτοντας τις επιλογές μας, τις αποφάσεις μας, τους προσανατολισμούς μας, όχι στα κεντρικά καταστατικά μας όργανα -Κεντρική Επιτροπή, Πολιτική Γραμματεία-, που επίσης έχουν υποκατασταθεί από άτυπα πολυπληθή όργανα μελών και μη μελών -Κεντρική Επιτροπή Ανασυγκρότησης, Πολιτικό Συμβούλιο, Πολιτικό Κέντρο-, αλλά κυρίως σε μια διάχυτη πολιτική ανάθεσης των πάντων στο περιβάλλον του σ. προέδρου.
Σ’ αυτό το κλίμα ήρθε να προστεθεί -όπως μάθαμε για ακόμη μία φορά από τα ΜΜΕ- την προηγούμενη βδομάδα και η συγκρότηση μιας ομάδας 30 συμβούλων του σ. προέδρου από πραγματικά αξιόλογα πρόσωπα που ήδη συγκροτήθηκαν, όπως μας πληροφορεί η ΑΥΓΗ, και σε θεματικές ομάδες!
Η πρωτοβουλία δεν είναι καθόλου δευτερεύουσας σημασίας για ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς -όπως επιμένει τουλάχιστον ο τίτλος μας-, μια που ανατρέπει την ταυτοτική μας θέση για κόμμα «συλλογικό διανοούμενο», το οποίο αποτελεί με το δυναμικό των ισότιμων μελών – στελεχών του και τα θεσπισμένα όργανά του το ίδιο δεξαμενή σκέψης ενεργών πολιτών που παράγουν πολιτική. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η πρόταση προς το 3ο Συνέδριο να υπάρξουν περί τις 150 μη εκλεγμένες αριστίνδην προσωπικότητες μη μελών, ως σύνεδροι με δικαίωμα και… ψήφου και εκλογιμότητας.
Το προηγούμενο του 2014, συγκρότησης της λεγόμενης «Επιτροπής Σοφών» -όπως ειρωνικά έμεινε στην εσωκομματική ορολογία-, ήταν διαφορετικό, δεν αφορούσε μια ομάδα συμβούλων του σ. προέδρου πέρα και πάνω από τα όργανα του κόμματος, αλλά ομάδα εργασίας που μαζί με μέλη της Κ.Ε. συν-επεξεργάζονταν προτάσεις και σκέψεις που καταθέτονταν στις αντίστοιχες θεματικές του κόμματος. Επεξεργασίες που δυστυχώς έμειναν ανεκμετάλλευτες.
Σε μια περίοδο που ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός κυριαρχεί στη διαχείριση των κοινών, αποδιαρθρώνοντας και, κυρίως, απαξιώνοντας κάθε συλλογική οργάνωση και έκφραση συνδικαλιστικής, κινηματικής πολιτικής ενεργών πολιτών, άρα και κομματικο-ιδεολογικής ένταξης με έντονη προβολή ατομοκεντρικών λύσεων και προσωπικών επιλογών. Γεγονός με εντονότερες συνέπειες στον νεοελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, που η κυριαρχία των μικροαστικών στρωμάτων και η βαθύτερη μη νομιμοποίηση των θεσμών και των λειτουργιών τους οι περίφημες «δεξαμενές σκέψεις» -think-tanks- έρχονται να υποκαταστήσουν το συλλογικό υποκείμενο κόμμα, να το μετατρέψουν σ’ έναν απλά εκλογικό αποϊδεολογικοποιημένο μηχανισμό, προφανώς απαραίτητο στη διαπάλη σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής σκηνής και κυρίως την ώρα των εκλογών.
Αν τέτοιου είδους λειτουργίες είναι χαρακτηριστικές ιστορικά συντηρητικών κομμάτων, βρίσκονται πάντως σε ριζική αντίθεση με κόμματα που στοχεύουν μέσα από τη συνεχή διεύρυνση της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων στον κοινωνικό μετασχηματισμό προς έναν δημοκρατικό σοσιαλισμό, όπως μας θυμίζει ο Πουλαντζάς στο τελευταίο κεφάλαιο του τελευταίου του βιβλίου, αλλά και η απόφαση του 2ου Συνεδρίου μας στην ενότητα για «Ένα κόμμα ενεργών πολιτών» (Οκτώβριος 2016). Στο κείμενο αυτό, που έχω την αίσθηση ότι παραμένει έντονα επίκαιρο, ρητά αναφέρεται ότι:
«Η μικροαστική αντίληψη της πολιτικής ως προσωπικού αθλήματος είναι ξένη προς τη δική μας αντίληψη της πολιτικής ως συνεχούς προσπάθειας έκφρασης των κοινωνικών απαιτήσεων και αναγκών ιδιαίτερα των καταπιεσμένων στρωμάτων του πληθυσμού, εκείνων ‘που δεν έχουν φωνή’. Έχοντας πλήρη επίγνωση των συσχετισμών δυνάμεων εσωτερικών και διεθνών, αλλά και ανοιχτές κεραίες πρόσληψης των διεργασιών που συντελούνται και των ρωγμών και ρήξεων που παρουσιάζονται και στα δύο επίπεδα, κατανοώντας μακριά από απολυτότητες ‘αριστερής καθαρότητας’ και μηδενιστικές κριτικές ότι η πραγματική Ιστορία είναι όπως και η φύση πολύ πιο ιδιότροπη και εφευρετική από τη γραφειοκρατική λογική που ταξινομεί και συστηματοποιεί. Ότι μόνο μέσα στην Ιστορία, μέσα στην πάλη, μαθαίνουμε πώς πρέπει να αγωνιζόμαστε, κατανοώντας τις εξελίξεις της εποχής και αλλάζοντας την πορεία μας αντίστοιχα με αυτές.
Χωρίς να ξεχνάμε όμως ότι η αναγκαία καθημερινή πάλη για τη βελτίωση της κατάστασης των εργαζομένων, για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, για άρση κάθε είδους διακρίσεων φύλου, σεξουαλικών και πολιτισμικών επιλογών, όπως επίσης και η κοινοβουλευτική πάλη για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, οφείλει να συμβαδίζει με την πραγμάτωση του στόχου μας που παραμένει ο κοινωνικός μετασχηματισμός. Όλο το μυστικό των ιστορικών ανατροπών μέσω της διαχείρισης της πολιτικής διακυβέρνησης έγκειται ακριβώς στη μετατροπή των απλών και συνεχών ποσοτικών μεταβολών σε μια καινούργια ποιότητα, συγκεκριμένα στη μεταβολή από μια ιστορική περίοδο, από μια κοινωνική μορφή, σε μια άλλη.
Αν αυτό το ιστορικό δίδαγμα το κατανοήσουμε, δεν θα οδηγηθούμε στην τόσες φορές επαναλαμβανόμενη από πολλά αμφισβητησιακά ριζοσπαστικά κινήματα πορεία ενσωμάτωσής τους, η οποία είναι η μόνιμη επιδίωξη των αντιπάλων μας.
Το στοίχημα είναι ανοιχτό και από μας, ατομικά και συλλογικά, εξαρτάται η έκβασή του».

Άλκης Ρήγος

Πηγή: Η Αυγή