Αναδημοσιεύσεις

24
01

Αλεξάνδρα Κορωναίου: «Επιδιώκεται η ψευδαίσθηση μιας “κανονικότητας”»

Οι νέοι διαπιστώνουν με βίαιο τρόπο ότι με την πανδημία θα χάσουν μία δεκαετία από τη ζωή τους. Δεν θα τη ζήσουν όπως ονειρεύτηκαν. Ένα καθολικό αίτημα είναι να μη χαθεί το μέλλον τους. Από την άλλη, θέτουν έντονα το θέμα της αυτονομίας από την οικογένεια. Επομένως, καλούμαστε να λάβουμε υπόψη τη δυνατότητα στέγασης των νέων. Ένα τρίτο αίτημα έχει να κάνει με την εκπαίδευση. Τι θέλουν και τι προτείνουμε. Συχνά αντιπροτείνουμε μέτρα αποσπασματικά, απαντώντας σε κυβερνητικά μέτρα. Ωστόσο, από όσο καταλαβαίνω, η νεολαία, ιδιαίτερα το κομμάτι που βιώνει τη φτώχεια, προσδοκά μια συνολικότερη πολιτική για το ποια εκπαίδευση θέλουμε, ποια παιδεία, πώς θα ενισχύσουμε ευρύτερα το μορφωτικό και πολιτιστικό κεφάλαιο των μη προνομιούχων. Η Αριστερά καλείται να λάβει υπόψη όχι μόνο τα οικονομικά μεγέθη αλλά και τις ψυχοκοινωνιολογικές διαστάσεις, τα συναισθήματα, τα βιώματα των ανθρώπων αυτής της κρίσης, της φρίκης που βιώνει η κοινωνία, η ανθρωπότητα. Να ενδιαφερθεί πιο αποτελεσματικά και για το κομμάτι της ψυχικής και νοητικής υγείας του πληθυσμού. Ούτε η ανισότητα ούτε η απελπισία είναι «το πεπρωμένο» των ανθρώπων. Η Αριστερά καλείται να το επαναλαμβάνει αυτό. Και να πείσει τους ανθρώπους να πάρουν τα πράγματα, τη ζωή τους στα χέρια τους. Αυτό είναι το μόνο στέρεο έδαφος για να χτίσουμε κάτι καλύτερο για το μέλλον. Να επαναφέρουμε τα οράματα της ζωής απέναντι στα τραύματα που θα αφήσει χαραγμένα, ίσως για πολλά χρόνια, στο μυαλό και στην ψυχή αυτή η εποχή. Γι’ αυτό αξίζει να παλεύουμε, ακόμη και όσοι και όσες δεν θα υπάρχουμε στη νέα εποχή.
24
01

Γιώργος Πλειός: Ο κίνδυνος μιας νέας τυραννίας

Με δεδομένη την απουσία σημαντικών αντιδράσεων για τις παραβιάσεις της ελευθερίας του Τύπου στην χώρα, σημειώνεται περεταίρω επιδείνωση. Πέρα από τις «πατροπαράδοτες» τακτικές παρεμπόδισης των δημοσιογράφων να ασκήσουν το έργο τους, λ.χ. στην καταγραφή των επαναπροωθήσεων, της προσαγωγής δημοσιογράφων όπως συνέβη στα Εξάρχεια και στην Αντίπαρο, της δυσφήμισης δημοσιογράφων όπως της Ίνγκεμποργκ Μπέουχελ κ.ά. η καταστολή της ελευθερίας τους Τύπου επεκτάθηκε και στη δικαστική δίωξη δημοσιογράφων επειδή απλώς έκαναν τη δουλειά τους. Τι έκαναν; Απλά έκαναν ερευνητική δημοσιογραφία, ένα σπανίζον δημοσιογραφικό είδος στη χώρα, πέρα από τον σχολιασμό και τη δημοσίευση έτοιμων πληροφοριών από τις πηγές, που συνήθως είναι οι φορείς της κεντρικής πολιτικής εξουσίας, της ΕΕ και των μεγάλων επιχειρήσεων. Το τελευταίο δείχνει από την πλευρά του τρία πράγματα. Πρώτον είναι προάγγελος ακόμα μεγαλύτερης επιδείνωσης της ελευθερίας του Τύπου και πιθανόν και άλλων ελευθεριών. Δεύτερον ότι τα ευρωπαϊκά όργανα στα οποία από τη δεκαετία 1980 είχαμε εναποθέσει την εξωτερική προάσπιση της δημοκρατίας με τη συμμετοχή μας στην τότε ΕΟΚ, μας έχουν αφήσει στη μοίρα μας με διαφαινόμενο αντάλλαγμα την αναχαίτιση των προσφυγικών ροών εδώ ώστε να μην φθάσουν ποτέ στην κεντρική και δυτική Ευρώπη. Τρίτον ότι η ερευνητική δημοσιογραφία, αυτή που είναι προορισμένη, μεταξύ άλλων, να αποκαλύπτει την παραβίαση των συνταγματικών κανόνων και των νόμων «πονάει» πολύ όσους διαπράττουν τις παραβάσεις, περισσότερο από ότι οι καταγγελίες γνώμης στα κοινωνικά μέσα ή και σε άλλα φόρα, και γι’ αυτό πρέπει να συνεχιστεί. Με άλλα λόγια, όπως διαμορφώνεται η κατάσταση στα ελληνικά ΜΜΕ σήμερα, δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία του Τύπου χωρίς ερευνητική δημοσιογραφία, όπως και δεν μπορεί να υπάρξει ερευνητική δημοσιογραφία χωρίς ελευθερία του Τύπου είτε μας αρέσει είτε όχι στο στυλ και η αισθητική του. Το στυλ και η αισθητική μιας εφημερίδας ή ενός σταθμού δεν μπορεί να είναι άλλοθι για τη δίωξή της, για την καταστρατήγηση της ελευθεροτυπίας. Αν γίνει αυτό τότε διακινδυνεύουμε η αισθητική του δημόσιου λόγου να γίνει το κριτήριο, το μέτρο και πρόσχημα μιας νέας τυραννίας.
24
01

Γιώργος Ψυχογιός: Η ελληνική κοινωνία έτοιμη να κάνει το βήμα μπροστά

Η έμφυλη βία δεν είναι ακόμα μια έννοια, είναι μια πραγματικότητα βαθιά εδραιωμένη στην κοινωνία που ζούμε. Αποτέλεσμα της αναπαραγωγής της πατριαρχίας, των τοξικών στερεοτύπων περί αρρενωπότητας και του ρόλου των φύλων στην κοινωνία και την οικογένεια, με βία, λεκτική ή φυσική, που συχνότερα από ό,τι θα θέλαμε να πιστεύουμε φτάνει μέχρι τις γυναικοκτονίες, τους βιασμούς κ.λπ. Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, ένα πολύ σημαντικό κείμενο για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής, υπογράφηκε στο Συμβούλιο της Ευρώπης το 2011, ωστόσο κυρώθηκε από την Ελλάδα το 2018 από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Δύο διαδοχικές κυβερνήσεις της Ν.Δ. δεν έφεραν την κύρωσή της, ωστόσο σπεύδουν να ιδιοποιηθούν ακόμα κι αυτό, βασίζοντας όλη την επιχειρηματολογία τους σε κάτι που ποτέ δεν τόλμησαν να φέρουν. Η Σύμβαση θέτει ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο, χρειάζονται όμως πρωτοβουλίες και δράσεις για να μπορέσει να υπάρξει αποτέλεσμα. Τα Συμβουλευτικά Κέντρα γυναικών και θυμάτων έμφυλης βίας των δήμων παίζουν κομβικό ρόλο σ’ αυτό και χρειάζονται επάρκεια προσωπικού, πόρων και υποδομών. Ομοίως, η εκπαίδευση του προσωπικού της ΕΛ.ΑΣ., ώστε να μπορεί να χειρίζεται αποτελεσματικά περιπτώσεις έμφυλης βίας και να αντιμετωπίζει άμεσα, θεσμικά και ουσιαστικά, τις καταγγελίες ώστε να πάψει ο φόβος των θυμάτων. Και σίγουρα η συμπερίληψη του όρου η γυναικοκτονία στον Ποινικό Κώδικα που ζητούν επιτακτικά οργανώσεις δικαιωμάτων, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. μαζί με άλλες προοδευτικές δυνάμεις στη Βουλή.
24
01

Ταξικά σύνορα στους δρόμους της πόλης

Το φόντο της ιστορίας είναι η διαρκής σύγκρουση ανάμεσα σε δύο ομάδες νέων («συμμορίες») της πόλης: τους Άριστους, που είναι «οι φραγκάτοι, τα πλουσιόπαιδα των Βορείων Προαστίων», και τους Γκρήζερς, τους «Λίγδες», όνομα που «χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει όλα τ’ αγόρια απ’ τις Δυτικές Συνοικίες», τους φτωχούς και κατά κανόνα αποκλεισμένους, τους νέους χωρίς αύριο. Εκεί, η ταξική άβυσσος δεν ξεπερνιέται, όσες φορές κι αν νικήσουν στις συγκρούσεις οι Γκρήζερς, το ξέρουν όλοι, το ξέρουν και οι Άριστοι και οι Λίγδες. Όπως λέει ένας Άριστος: «Δεν γίνεται να νικήσετε, ακόμα κι αν μας κατατροπώσετε. Θα εξακολουθείτε να βρίσκεστε όπου και πριν, στον πάτο. Και εμείς θα εξακολουθούμε να είμαστε οι τυχεροί με όλες τις άκρες». Σε αυτόν τον κόσμο αντιπαράθεσης και βίας, αλλά και φιλίας και αλληλεγγύης, παρακολουθούμε τη ζωή των βασικών πρωταγωνιστών της ιστορίας, του Πόνιμποϊ και του Τζόνι: δύο νεαρών παιδιών που θα εμπλακούν σε έναν «συνηθισμένο» καβγά που θα αλλάξει τη ζωή και (κυρίως, ίσως) τη σκέψη τους, μέχρι τελικά να δουν αυτό το κενό στο οποίο νιώθουν ότι ζουν να μετατρέπεται σε τραγωδία χωρίς επιστροφή. Μες στην τραγωδία όμως υπάρχει ρωγμή για λίγο φως και γι’ αυτούς που «ζούνε στη λάθος συνοικία της πόλης», μιας και κάποιος τελικά θα «αφηγηθεί τη δική τους εκδοχή για τον κόσμο». Το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1967 και θεωρείται ότι εισήγαγε στη λογοτεχνία ένα είδος που αναφέρεται και απευθύνεται σε νέους αναγνώστες και αναγνώστριες (αν και όχι μόνο, προφανώς). Η συγγραφέας έγραψε το βιβλίο όταν ήταν μαθήτρια στο λύκειο, αλλά το βιβλίο έχει απαγορευθεί κατά καιρούς από σχολεία των ΗΠΑ. Η Χίντον είναι συγγραφέας και του Rumble fish (1975), που επίσης μεταφέρθηκε στην κινηματογραφική οθόνη από τον Κόπολα.
23
01

Μια αδιανόητη ενέργεια

Η κλήση για ανωμοτί κατάθεση, που έλαβε ο δημοσιογράφος Νίκος Γιαννόπουλος του News247 και της Εποχής από τον αρμόδιο εισαγγελέα, μόνο και μόνο γιατί πήρε συνέντευξη από μαθητή σχολείου σε κατάληψη και τη δημοσίευσε σε σχετικό ρεπορτάζ πριν από ενάμιση σχεδόν χρόνο, δεν αποτελεί απλά μια αδιανόητη ενέργεια. Είναι μια νομικά χρωματισμένη και πολιτικά εξαιρετικά επικίνδυνη κίνηση, καθώς ο δημοσιογράφος δεν καλείται ως μάρτυρας που πιθανόν έχει κάτι σημαντικό να προσθέσει στην έρευνα της εισαγγελικής αρχής. Κι αυτό ακόμα θα ήταν συζητήσιμο, γιατί κάτι έχουμε ακούσει όλοι για δημοσιογραφική δεοντολογία. Εδώ, όμως, καλείται με την υποψία ότι έχει διαπράξει το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε κάποιο, κατά την εισαγγελική αρχή, ποινικό αδίκημα. Μια τέτοια ενέργεια δεν θα ήταν νοητή χωρίς το απαράδεκτο πολιτικό κλίμα, για το οποίο ευθύνεται η κυβέρνηση της ΝΔ, που από την πρώτη στιγμή έσπευσε να επιδείξει τον αυταρχισμό της, ιδίως στον χώρο της εκπαίδευσης, υποδεικνύοντας κάθε είδους διαμαρτυρία από την πλευρά μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας σαν ποινικά κολάσιμη και πολιτικά υποκινούμενη πράξη. Όταν για να «προστατευτούν» τα ΑΕΙ χρειάζεται κατά την κυβέρνηση της ΝΔ κι από ένα αστυνομικό τμήμα σε καθένα από αυτά, γιατί να μην κληθεί για ανωμοτί κατάθεση κι ένας δημοσιογράφος ως πιθανός υπεύθυνος για ηθική αυτουργία σε μια μαθητική κατάληψη; Αυτό είναι το κλίμα που διαμορφώνει η κυβέρνηση και δεν φαίνεται να ανησυχεί καθόλου γι’ αυτό. Ισα ίσα, φαίνεται να περιμένει πως κάποιους θα τρομοκρατήσει ευνοώντας την επέκταση του αυταρχισμού της και των διώξεων εναντίον των δημοσιογράφων, όπως βλέπουμε ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα. Δεν της αρκεί που με την πολιτική της έχει καταντήσει την Ελλάδα στον πάτο των κρατών με κριτήριο την ελευθερία του Τύπου. Γιατί η αντίληψή της περί αυτής της ελευθερίας είναι ακριβώς εκείνη που περιγράφει ο στίχος του Σούτσου: « Είν’ ελεύθερος ο τύπος, φτάνει μόνο να μη γράψεις». Από τη θέση μας ως άνθρωποι του Τύπου, την διαβεβαιώνουμε ότι θα δυσκολευτεί αφάνταστα για να το πετύχει. Και περιμένουμε την κατάλληλη και άμεση αντίδραση από όλα τα σωματεία του Τύπου, αρχίζοντας από την ΕΣΗΕΑ.
23
01

Κώστας Καναβούρης: Χρειάζεται να θυμόμαστε

Μόνο τυχαίοι δεν ήταν οι θάνατοι. Και ποτέ οι μαζικοί θάνατοι, ποτέ, το τονίζω, σε τέτοια κλίμακα μπορούν να θεωρηθούν τυχαίοι. Ούτε τότε, ούτε τώρα. Το κέρδος, το όποιο κέρδος, βρίσκεται πίσω από τη φρικωδία. Ας μην ξύνουν την ιστορική οδύνη ο Γιάννης Οικονόμου και το αφηνιασμένο καθεστώς που κυβερνά. Γι' αυτό όμως χρειάζεται να επιστρέφουμε σε αποστάγματα σοφίας όπως του Ηράκλειτου: «Ο λαός πρέπει να υπερασπίζεται τον νόμο σαν να είναι το τείχος (σ.σ.: της πόλης)». Ακριβώς αυτή την ανάγκη υπερασπίστηκε το άρθρο 107 του συντάγματος του 1844. Την ίδια ανάγκη υπερασπίστηκε το ακροτελεύτιο άρθρο, 114, του συντάγματος του 1952. Του άρθρου που έγινε σύνθημα στον αγώνα για Παιδεία, δημοκρατία, ελευθερία και νομιμότητα στη δεκαετία του '60. Και ήταν ο Ανδρέας Λεντάκης, φριχτά βασανισμένος αργότερα στην ταράτσα της Μπουμπουλίνας, που το εμπνεύστηκε. Από την ΕΔΑ ήταν ο Λεντάκης, όχι από την ΕΚΟΦ του φοιτητικού παρακράτους της ΕΡΕ. Πολιτικοί υφιστάμενοι του Παττακού ήταν οι βασανιστές του και με τον Άδωνι Γεωργιάδη αντάλλασσε επιστολές εκτίμησης ο Παττακός, όχι με τον Τσίπρα και τον Κουτσούμπα και τον Βαρουφάκη και τον Ανδρουλάκη. «Θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα» έλεγε ο μέγας Ηλίας Ηλιού της ΕΔΑ, την ώρα που ο «εθνάρχης» την κοπανούσε για το Παρίσι, ατιμωτικά, με ψευδώνυμο. Ναι! Χρειάζεται να θυμόμαστε την Ιστορία. Γιατί όταν δεν τη θυμόμαστε, την προκαλούμε να επαναληφθεί.