Από το brand name στο DNA του ΣΥΡΙΖΑ
Αυτή η συλλογικότητα, ο εν τη γενέσει του ΣΥΡΙΖΑ, με τις συνιστώσες του ακόμα, ούτε καν με τις τάσεις του, ήταν η μήτρα που απέδειξε ότι μπορεί να κάνει όχι μόνο ορθές πολιτικές εκτιμήσεις, ενωτικές οργανωτικές επιλογές, συνθετικές προγραμματικές διακηρύξεις, αλλλά και επιτυχείς επιλογές προσώπων. Και αποδείχθηκε, σε πολύ δύσκολες πολιτικές και εσωκομματικές συνθήκες, ότι όχι μόνο μπορούσε να παράγει πολιτική, αλλά και να τη στηρίζει με στελέχη και μέλη που συχνά είχαν πολύ διαφορετικές απόψεις μεταξύ τους. Πώς το κατάφερνε; Εξαντλούσε, έστω και με επίμονες πιέσεις, τις δυνατότητες συλλογικής και δημοκρατικής λειτουργίας, που είναι αλήθεια ότι ποτέ δεν ήταν αγαθό εν επαρκεία. Πάντως, εσωτερικοί εχθροί δεν αναζητήθηκαν ούτε κατασκευάστηκαν ακόμα και την «ώρα της κρίσεως», το καλοκαίρι του 2015. Το ότι ακούγονται απρόσεκτα απαξιωτικές αναφορές στις τάσεις, και μάλιστα από ηγετικά χείλη, δεν έχει βάση στην αντικειμενική πραγματικότητα. Αντίθετα, χωρίς αυτές η ορθοφροσύνη θα ήταν αγαθό εν ανεπαρκεία ελλείψει κριτικής.
Δεν θα πρέπει, λοιπόν, με τίποτα να αφήσουμε να εννοηθεί ότι η διαφωνία, και σε σοβαρά και κρίσιμα ζητήματα, είναι «φυσιολογικό» να οδηγεί σε διασπάσεις, σε χωρισμούς συναινετικούς ή «αιματηρούς», όπως μπορεί να παρεξηγηθεί η σχετική αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στη συνέντευξή του στον Alpha. («Όταν διαφωνούμε, δεν υπονομεύουμε, ο καθένας ακολουθεί το δρόμο του»). Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, από την ίδρυσή του ως σήμερα είναι μια απόδειξη περί του αντιθέτου. Αν δεν φτάνει αυτό, μπορούμε αρκετοί προερχόμενοι από το ΚΚΕ Εσωτερικού να καταθέσουμε την εμπειρία μας. Γιατί κι εμείς «ξανασυναντηθήκαμε» μετά από χρόνια με τους «αντιπάλους» μας, αλλά εν τω μεταξύ ο Συνασπισμός είχε φτάσει στο σημείο κινδύνου εξαφάνισης. Χωρίς εμείς, που «ακολουθήσαμε το δρόμο μας», να «ωφελούμαστε» από τη φθορά του.
Αυτό που προέκυψε με τη συνθετική μορφή του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ήταν ένα εγκεφαλικό κατασκεύασμα· ήταν απότοκο μιας εμπειρίας, ήταν ένας τύπος κόμματος που προέκυπτε από τις ανάγκες μιας κατακερματισμένης αριστεράς και τη ριζοσπαστικοποίηση μεγάλων τμημάτων, που έκανε ορατή την επικείμενη μετατόπιση, την τεκτονική μετακίνηση μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος από το κέντρο προς τα αριστερά. Το σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να ήταν «όταν διαφωνούμε, χωρίζουμε», αλλά «παρότι διαφωνούμε, συνυπάρχουμε». Αυτό είναι το DNA του ΣΥΡΙΖΑ και σ΄ αυτό το πεδίο αν χρειαστεί πρέπει να δοθεί μάχη, πολύ σοβαρότερη από το παρακολούθημα του τίτλου. Γιατί η καταστροφή του DNA είναι που καταλύει έναν οργανισμό.
Αυτό το ποιοτικό ενοποιητικό χαρακτηριστικό δεν μπορεί να αντικατασταθεί από την αρχή της σιωπηρής ομοφωνίας ή της σιωπηρής πλειοψηφίας. Όταν ο Αλέξης Τσίπρας, από τη θέση του προέδρου του κόμματος, υποστηρίζει πως η καλύτερη και δημοκρατικότερη λύση είναι η προσφυγή στα μέλη του, αγγίζει άλλο ένα ουσιαστικό ζήτημα λειτουργίας του κόμματος. Υπάρχουν αρκετά θέματα εδώ: Ποιος αποφασίζει την προσφυγή σε «δημοψημισματικού» τύπου λύσεις; Ποιος διατυπώνει το ή τα ερωτήματα; Πώς συζητούν τα μέλη τις διαφορετικές απόψεις; Για όσους έχουν θητεύσει σε κόμματα της ανανεωτικής αριστεράς δεν είναι άγνωστος ο τρόπος συζήτησης με βάση διαφορετικές απόψεις, που τίθενται ισότιμα σε συζήτηση, πριν από οποιαδήποτε σημαντική απόφαση, που λαμβάνεται μετά λόγου γνώσεως, μετά από ανταλλαγή επιχειρημάτων και όχι συνθημάτων. Και η απόφαση αυτή μπορεί, τελικά, να είναι μια σύνθεση που προκύπτει από τη συζήτηση, η οποία σύνθεση αποκλείεται, όταν ζητάς από τα μέλη μια απάντηση με «ναι», ή «όχι». Τότε είναι που η όποια συζήτηση καταντάει άγονη, μοιάζει με σπατάλη χρόνου, αν δεν είναι απλώς προσχηματική.
(Προδημοσίευση από την εφημερίδα Η Εποχή του φύλλου της 23ης Φλεβάρη)