Συνεντεύξεις

30
04

Πάνος Σκουρλέτης: Από την υπεράσπιση του 8ωρου στη διεκδίκηση ενός νέου πλαισίου αναβάθμισης της εργασίας

Οι αλλαγές που εμπεριέχονται στο νομοσχέδιο του κ. Χατζηδάκη δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Αποτελούν συνέχεια αλλαγών εις βάρος του κόσμου της εργασίας, που είχαν προωθηθεί την περίοδο των μνημονίων, αλλά και πριν από αυτά αποτελούσαν βασικές θέσεις και αιτήματα του ΣΕΒ. Ουσιαστικά, έρχονται να ολοκληρώσουν την απόλυτη ελαστικοποίηση και υποβάθμιση της εργασίας. Κορυφαίο είναι το θέμα της καταστρατήγησης του οκταώρου και των απλήρωτων υπερωριών, με στόχευση μέσω αυτού του μηχανισμού να μειωθεί το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων. Να σημειώσουμε ότι τα χρόνια της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ σπάσαμε ένα ρεκόρ, είχαμε το μεγαλύτερο ποσοστό πληρωμένων υπερωριών από συστάσεως του ελληνικού κράτους και αυτό γιατί το ΣΕΠΕ (Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας) έπαιζε τον ρόλο του. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν έρθει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη έχουν ήδη φροντίσει να απαξιώσουν το ΣΕΠΕ, ενώ η Ελλάδα είναι μια χώρα με ένα από τα πιο ξεχαρβαλωμένα εργασιακά πλαίσια. Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση δια του κ. Χατζηδάκη, ο οποίος άλλωστε έχει γίνει πια ειδήμονας στην εισήγηση και διεκπεραίωση σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών, εμφανίζει το νομοσχέδιο σαν μια ελεύθερη δυνατότητα και επιλογή του εργαζόμενου να διευθετεί το χρόνο εργασίας του. Δεν πρόκειται περί αυτού. (...) Νομίζω ότι για το κυριότερο που έχει να εγκαλέσει κανείς την κυβέρνηση είναι ότι δεν μπόρεσε να έχει μια συνεκτική πολιτική απέναντι στην πανδημία, τουλάχιστον μετά το πρώτο κύμα. Κάθε φορά παίρνονται αποσπασματικά μέτρα, χωρίς να απαντάνε στις ανάγκες. Το είδαμε στα σχολεία, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στο δημόσιο σύστημα υγείας. Για αυτά είναι ασυγχώρητοι. Αν είχαν γίνει, είναι βέβαιο ότι θα είχαμε μικρότερο αριθμό κρουσμάτων. Δεν το έκανε διότι είναι δέσμια μιας ιδεοληπτικής προσέγγισης, αλλά και διότι ασκεί πολιτική αποθεώνοντας την επικοινωνία και τον τακτικισμό. Θεωρεί ότι έτσι μπορεί να ανταπεξέλθει, αλλά μια τέτοια τακτική έχει κοντά ποδάρια. Για αυτό φτάσαμε να είμαστε σε μια από τις χειρότερες θέσεις ως προς τις απώλειες ανά εκατομμύριο κατοίκους.
28
04

Nίκος Θεοχαράκης: «Για ποια επανεκκίνηση μιλάμε; Αυτά είναι για τους αφελείς»

Η κυβέρνηση δεν έχει πλέον σχέση με την προηγούμενη Δεξιά, την κυβέρνηση του Α. Σαμαρά και το τρίπτυχο «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια». Τείνει ένα κομμάτι της ακόμα προς τα εκεί, αλλά η πλειονότητά της δεν έχει κανενός είδους αναστολή, για τίποτα. Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που γίνεται η διασπάθιση της δημόσιας περιουσίας. Δεν τηρούνται καν τα προσχήματα, γίνονται όλα χωρίς περίσκεψη και χωρίς αιδώ. Και με τη στήριξη των καλοταϊσμένων ΜΜΕ, των δημοσιών υπαλλήλων που βιώνουν το σύνδρομο της Στοκχόλμης από την εποχή της τρόικας, του δικαστικού σώματος που πάντα στεκόταν στο πλευρό της Δεξιάς. Έχουν, δηλαδή, τα πάντα με το μέρος τους, εκτός από την πραγματικότητα. Αυτή η λεηλασία δεν έχει ξαναγίνει, και μάλιστα επαίρονται που τα έδωσαν όλα. Δείτε, για παράδειγμα, την τούρτα γενεθλίων του κ. Χατζηδάκη ως τον σούπερμαν των ιδιωτικοποιήσεων. Προηγούμενα, άλλωστε, ο κ. Γεωργιάδης έλεγε να μην μου παίρνει τη δόξα η τρόικα ή ο κ. Μητσοτάκης δήλωνε περήφανος για τη συρρίκνωση του δημοσίου. Για ποια επανεκκίνηση, λοιπόν, μιλάμε; Αυτά είναι για τους αφελείς. Δεν υπάρχει σχέδιο με μελέτη παραμέτρων και επιλογή εργαλείων. Όταν μάλιστα η οικονομία είναι υπό τη μπότα του χρέους, δεν υπάρχουν ενδείξεις για ανάκαμψη και το σχέδιο για «επενδύσεις» περιορίζεται μόνο στο «φάγωμα», δεν υπάρχει προοπτική. (...) Όσο πηγαίνεις πιο κοντά στη βάση, όταν φτιάξεις ρίζες παντού, είναι πολύ πιο δύσκολο για την κεντρική ηγεσία να υποχωρήσει και να γίνει εφεκτική, καθώς θα έχεις κάνει αλλαγές και ρήγματα στην κοινωνία. Όταν, λοιπόν, ο κόσμος διαμορφώνει ένα άλλο πρόγραμμα, μέσα από την καθημερινή του πρακτική, είναι αυτός που θα υποχρεώσει την ηγεσία να το υποστηρίξει.  Και προφανώς η λογική των μεγάλων μοντέλων και των μεγάλων ηγετών που θα φέρουν τις αλλαγές έχει παρέλθει. Πλέον, ο μόνος τρόπος για να ξαναέρθει στο προσκήνιο ο ρόλος των μαζών, είναι να φτιάξεις εστίες αντίστασης παντού στο επίπεδο της βάσης και ταυτόχρονα να τους δοθεί μια προοπτική. Μια τέτοια συζήτηση, αν μη τι άλλο, πρέπει να ξεκινήσει, ώστε να προκύψει αυτή η επεξεργασία. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ενεργή παρουσία στους μαζικούς χώρους, με στόχο ένα γενικότερο κοινωνικό όραμα.
23
04

Όλγα Νάσση: Η ελληνική διασπορά δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως σημαία ευκαιρίας

Εάν οι Έλληνες του εξωτερικού είναι μια πιθανή εκλογική δεξαμενή, είναι αφέλεια να μας θεωρούν έδαφος κατάκτησης μόνο όταν πλησιάζουν οι εκλογές. Εκτός από σποραδικές παρεμβάσεις, δεν νομίζω ότι κανένας έχει θέσει ποτέ σοβαρά το πρόβλημα του πώς να ενισχύσει τους δεσμούς τους με την Ελλάδα. Στην εμπειρία μου, εδώ και χρόνια η πολιτική τάξη αγνόησε τη Διασπορά όταν ζήτησε υποστήριξη για ουσιαστικές πρωτοβουλίες, όπως αυτή για την καθιέρωση της Παγκόσμιας Ημέρας της Ελληνικής Γλώσσας, που έγινε νόμος τελικά από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2017, πρωτοβουλίες που θα δέσμευαν κυβερνήσεις στην υποστήριξη του Ελληνισμού της Διασποράς. Πού ήταν οι «πατριώτες» που σήμερα ζητούν την ψήφο της Διασποράς για τα κόμματα τους; (...) Το ιταλικό σύνταγμα, από το 2001, προβλέπει τη δημιουργία μιας ειδικής «περιφέρειας εξωτερικού» που δεν επηρεάζει την τελική κατανομή των εδρών. Η εμπειρία των είκοσι ετών ήταν θετική και η ψήφος δεν απείχε από αυτήν των κατοίκων Ιταλίας. Ανέδειξε, βέβαια, προβληματικές πτυχές της επιστολικής ψήφου, η οποία ευνόησε την απάτη και πρόσφατα μάλιστα επικρίθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Σήμερα συζητούνται λύσεις περαιτέρω διευκόλυνσης της ψήφου, όπως η ηλεκτρονική. Όσον αφορά την αντιπροσωπευτικότητα, αυτή δεν μπορεί να αφεθεί στη διακριτική ευχέρεια και στην καλή θέληση των κομμάτων, καθώς πιστεύω ότι η συμπερίληψη ψήφων εξωτερικού στη συνολική καταμέτρηση δεν αποτελεί εγγύηση για την ισότητα της ψήφου.
22
04

Δέσποινα Κουτσούμπα: Τα μνημεία δεν αποτελούν χώρο φθηνής προβολής

Οι Εφορείες Αρχαιοτήτων και τα μουσεία όλης της χώρας έχουν συνεργαστεί με πολλούς χορηγούς, κυρίως σε περιοδικές εκθέσεις αλλά και σε άλλες ενέργειες. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την υποδειγματική συνεργασία του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με την ελβετική εταιρεία Hublot για την πολύ επιτυχημένη έκθεση του ναυαγίου των Αντικυθήρων. Η ελβετική Hublot, που χορήγησε ένα σεβαστό ποσό για τις ανάγκες της έκθεσης, δεν ζήτησε να μπει το όνομά της πουθενά στο μουσείο, εκτός από τα πάνελ που ανήγγειλαν την έκθεση -κι εκεί ακόμη στο ίδιο μέγεθος με τα ονόματα π.χ. των χορηγών επικοινωνίας. Ο εκπρόσωπός της στα εγκαίνια της έκθεσης, αντί να προβάλει τη χορηγία, ευχαρίστησε ο ίδιος το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο για τη συνεργασία και για το ότι είχαν την ευκαιρία να δουν από κοντά τον "υπολογιστή" των Αντικυθήρων και να συμμετάσχουν στον προβληματισμό για τη χρήση και τη λειτουργία του. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί σιγά - σιγά ταμπέλες χορηγών μέσα σε αρχαιολογικούς χώρους, όπως π.χ. στην αρχαία Μεσσήνη. Είναι λάθος από το ίδιο το υπουργείο Πολιτισμού που επέτρεψε κάτι τέτοιο. Τα πράγματα πρέπει να είναι ξεκάθαρα και τα μνημεία δεν αποτελούν χώρο φθηνής προβολής του οποιουδήποτε. Εκτός αν θέλουμε να μιμηθούμε τη γειτονική Τουρκία και το πώς συμπεριφέρεται συχνά στα μνημεία της! Το να ζητάει ένας χορηγός να αναγραφεί το όνομά του μέσα σε οποιονδήποτε αρχαιολογικό χώρο, πόσο μάλλον σε μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, δεν δείχνει καμία διάθεση προσφοράς εκ μέρους του. Δείχνει αρχοντοχωριατισμό, ξιπασιά και ευτέλεια. Το να σκεφτεί -και να υπογράψει- μια υπουργός ότι μπορεί να βάλει το όνομά της σε αναμνηστική πλάκα στην Ακρόπολη είναι μια πράξη αχαρακτήριστη. (...) Πολλές φορές τον τελευταίο χρόνο μου έρχεται στο μυαλό η περιγραφή του λοιμού της Αθήνας από τον Θουκυδίδη. Περιγράφει ότι μέσα στις συνθήκες του λοιμού οι άνθρωποι έκριναν ότι δεν υπήρχε διαφορά στο να κάνουν καλές ή κακές πράξεις, αφού αισθάνονταν ότι κανείς δεν θα επιζήσει ώστε να δώσει λόγο για τα εγκλήματά του και να τιμωρηθεί γι’ αυτά. Αυτή η αίσθηση της ατιμωρησίας στη δημόσια ζωή αποπνέει ο τελευταίος χρόνος. Γίνονται τα πιο εξωφρενικά πράγματα στα θέματα της υγείας που κοστίζουν ανθρώπινες ζωές, στα θέματα των μνημείων, σε απευθείας αναθέσεις, στις υποθέσεις του Λιγνάδη και σε άλλες. Λέγονται εξωφρενικά ψέματα και κανείς από όσους είναι υπεύθυνος γι' αυτά δεν αισθάνεται ότι δίνει λόγο πουθενά! Χρειάζεται να κρατήσουμε όρθια τη λογική, την ηθική, την αξία κάθε ανθρώπινης ζωής και την κοινωνική αλληλεγγύη -και σε εποχές τέτοιων κρίσεων τίποτα δεν είναι αυτονόητο.
18
04

Ευκλείδης Τσακαλώτος: Η επίθεση στην εργασία θα είναι το τέλος του “σιδηρού ανέμελου”

Αν η κυβέρνηση είχε δημοκρατική ευαισθησία δεν θα προσπαθούσε εν μέσω πανδημίας να καταργήσει δημοκρατικά κεκτημένα, ελπίζοντας να το κάνει χωρίς αντιδράσεις. Ο κόσμος όμως έχει δείξει ότι έχει ισχυρά δημοκρατικά αντανακλαστικά και ότι μπορεί να βρεθεί στον δρόμο τηρώντας τα υγειονομικά μέτρα. Η λαϊκή συμμετοχή πρέπει να εξασφαλιστεί σε κάθε τομέα. Σε αυτή τη λογική ήταν οι προτάσεις που είχαμε κάνει για το Σύνταγμα, τα δικαιωματικά νομοσχέδια, αλλά και ο τρόπος που επιλέξαμε να διαβουλευτούμε την αναπτυξιακή μας στρατηγική. Εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πιέζουμε όχι μόνο για την ενίσχυση του Δημοσίου, αλλά κυρίως για να κάνουμε ηγεμονικό στην κοινή γνώμη ότι το Δημόσιο είναι μέρος και προϋπόθεση της λύσης. Και ηγεμονικό σημαίνει ότι για τα επόμενα 100 χρόνια κανένας υπουργός της Ν.Δ. δεν θα μπορέσει να ξεστομίσει τις φράσεις που έλεγε ο Αδωνις Γεωργιάδης για τη δημόσια υγεία το 2013. (...) Νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δείξει πολύ καλά αντανακλαστικά κατά τη διάρκεια της κρίσης. Οι προτάσεις «Μένουμε Ορθιοι» Ι και ΙΙ ήταν ένα συνολικό πλαίσιο πολιτικής που θα μας είχαν βοηθήσει να βγούμε και από την υγειονομική κρίση σε καλύτερη κατάσταση και ταυτόχρονα θα είχαμε αποφύγει την οικονομική καθίζηση που βλέπουμε από τα μέτρα της κυβέρνησης. Και όλα αυτά χωρίς να χρησιμοποιήσουμε την κρίση ως ευκαιρία για να περάσουμε αντιλαϊκές ρυθμίσεις όπως ο πτωχευτικός κώδικας, τα εργασιακά και άλλα. Η Ν.Δ. έρχεται σαν οδοστρωτήρας -όπως έλεγε προεκλογικά ο κ. Μητσοτάκης- να σαρώσει τα πάντα. Τώρα βάλανε στο στόχαστρο το 8ωρο. Οπως ο κεφαλικός φόρος τελείωσε τη Θάτσερ, έτσι η επίθεση στον κόσμο της εργασίας θα είναι η αρχή του τέλους του «σιδηρού ανέμελου». Θα φροντίσουμε εμείς για αυτό. Ταυτόχρονα βέβαια διαμορφώνουμε και καταθέτουμε τις προτάσεις μας για την επόμενη μέρα, όπως κάνουμε με το πρόγραμμά μας. Γιατί δεν αρκεί να μη χειροτερεύουν οι ζωές των ανθρώπων, έχουμε υποχρέωση να τις βελτιώσουμε.
18
04

Η νέα εποχή του συνδικάτου

Maurizio Landini: Η πανδημία έδειξε με δραματικό τρόπο τη μη βιωσιμότητα του σημερινού μοντέλου ανάπτυξης, που οδήγησε στη ρήξη των ισορροπιών με τη φύση. Η διάδοση του ιού βοήθησε να αναδυθούν δραματικά αντιθέσεις, που υπήρχαν από καιρό, και επιτάχυνε την ήδη υπάρχουσα κρίση δημοκρατίας. Η εργασία έγινε επισφαλής και υποτιμήθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάποιος να είναι φτωχός ακόμη και αν εργάζεται. Η εξουσία λήψης αποφάσεων συγκεντρώθηκε στα χέρια λίγων. Μετράνε περισσότερο οι μεγάλες πολυεθνικές από τα μεμονωμένα κράτη. Έχουν γίνει όλο και πιο μακρινοί και απρόσιτοι οι χώροι όπου λαμβάνονται καθοριστικές αποφάσεις για όλους μας. Με ρωτάς αν τα έχουμε συνειδητοποιήσει πλήρως όλα αυτά. Εγώ είμαι βέβαιος για ένα πράγμα: απέναντι στο μέγεθος της κρίσης που βιώνουμε, δεν μπορούμε να επιστρέψουμε, όπως κάποιοι μπορεί να νομίζουν, στα ίδια πράγματα που κάναμε πριν. Χρειάζεται μια ριζική αλλαγή: να σκεφτούμε ένα διαφορετικό μοντέλο κοινωνίας. Το συνδικάτο πρέπει κι αυτό να αλλάξει. Μεγάλωσε σε έναν κόσμο στον οποίο οι όροι μεγέθυνση, τεχνολογική πρόοδος, διάχυση της ευημερίας συνέπιπταν. Σήμερα είμαστε απέναντι σε ένα ριζικά νέο πλαίσιο: έχει διαρρηχθεί εκείνη η σχέση που φαινόταν δεδομένη και σταθερή ανάμεσα στην ανάπτυξη και την ευημερία. Εκτός αυτού η μεγέθυνση πρέπει να αναμετρηθεί με ένα νέο θέμα για το συνδικάτο, και όχι μόνο γι’ αυτό: την έννοια του «ορίου», που μας λέει ότι οι φυσικές πηγές -αέρας, νερό, η ίδια η γη- δεν είναι απεριόριστες. Χρειάζεται να αντιληφθούμε ότι το μοντέλο ανάπτυξης που έχει κυριαρχήσει μέχρι σήμερα, θέτει σε αμφισβήτηση τη ζωή των ανθρώπων πάνω στον πλανήτη ή τουλάχιστον την ποιότητά της, πυροδοτώντας ένα νέο μηχανισμό επιλογής μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Αυτό είναι το νέο δύσκολο έδαφος πάνω στο οποίο πρέπει να εργαστεί το συνδικάτο. Το θέμα «τι να παράγουμε, πώς να το παράγουμε, για ποιον να παράγουμε» γίνεται καθοριστικό, αν δεν θέλουμε να πληρώσει ο κόσμος της εργασίας το λογαριασμό της κρίσης.
17
04

Kώστας Μελάς: Στην πρόταση κρύβεται η διάλυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων

Η κατεύθυνση, ο ιδεολογικός προσανατολισμός – ας μην τον ονομάσουμε νεοφιλελεύθερο, παρ’ ότι είναι – υπονοεί το εξής: δώστε χρήματα στις μεγάλες επιχειρήσεις, στους πλούσιους να δαπανήσουν και να επενδύσουν και μετά θα διαχυθεί η ανάπτυξη προς τα κάτω. (...) Οι πλούσιοι, οι μεγάλες επιχειρήσεις ,λοιπόν, να πάρουν τα χρήματα, αυτοί πρέπει να βοηθηθούν για να κάνουν επενδύσεις, να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους κ.τ.λ., για να έλθει μετά η όποια αύξηση της απασχόλησης, των μισθών ως συνέπεια όχι ως στόχος. Μέσα απ’ αυτή τη λογική, που είναι ξεκάθαρη στην έκθεση Πισσαρίδη και στο προτεινόμενο σχέδιο ανάκαμψης, επιχειρούν, σιωπηλά, να λύσουν κι ένα ακόμη πρόβλημα, τεράστιο, της ελληνικής οικονομίας που συζητάμε εδώ και εξήντα χρόνια, ίσως και παραπάνω. Ποιο είναι αυτό; Εάν θα πρέπει να διαλυθεί ο ιστός των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και να δημιουργηθούν στη θέση τους μεγάλες επιχειρήσεις που θα μπορούν να εντάξουν υψηλότερη τεχνολογία, να έχουν οικονομίες κλίμακος, να είναι ανταγωνιστικές κτλ,. Στην πρόταση, νομίζω, κρύβεται και αυτός ο σχεδιασμός. Γι’ αυτό, αποφασίστηκε ότι δάνεια ύψους 12,7δισ. ευρώ, του Ταμείου Ανάκαμψης, θα οδηγηθούν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Είναι αυτά επί της ουσίας που θα αποτελέσουν την βάση για την “αλλαγή του λεγόμενου παραγωγικού υποδείγματος”. Γι’ αυτό κατευθύνονται μόνο στις μεγάλες ελληνικές αλλά και ξένες επιχειρήσεις που θα συμμαχήσουν με τις ελληνικές γιατί οι τελευταίες προφανώς στερούνται υψηλής τεχνολογίας και δεν διαθέτουν και τα απαιτούμενα υψηλά πιστοληπτικά κριτήρια που έχει θέσει το τραπεζικό σύστημα. (...) Αν σκεφτούμε ότι όλο το βάρος των μνημονίων της προσαρμογής το σήκωσε η μείωση των μισθών του κόσμου της εργασίας - το εργατικό κόστος τη μνημονιακή περίοδο μειώθηκε 27% - για να αυξηθούν τα κέρδη των μεταποιητικών επιχειρήσεων, που όντως αυξήθηκαν τα εννιά χρόνια των μνημονίων, δεν είδαμε εντούτοις να μετατρέπεται η κερδοφορία των επιχειρήσεων σε επενδύσεις. Ούτε σε μείωση τιμών όπως πρεσβεύει το κυρίαρχο οικονομικό δόγμα των μνημονίων, το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, υπηρετεί και η σημερινή κυβέρνηση. Αυτό δηλαδή θέλουν, με την πρόταση, να γίνει πάλι. Δεν είναι, λοιπόν, θεωρητική μόνο η αντιμαχία για τις επενδύσεις. Οι επιχειρηματίες δεν μας έχουν δείξει δείγματα ότι, εάν τους αφήσουμε να κερδίσουν παραπάνω, αυτά τα κέρδη θα τα επενδύσουν ώστε να γίνει η αλλαγή παραγωγικού υποδείγματος κτλ. Υπάρχουν, βεβαίως, κι άλλα ζητήματα. Έχω την εντύπωση, πχ, ότι μ’ αυτό τον τρόπο η αύξηση των επενδύσεων μόνο, σ’ αυτό το περιβάλλον κρίσης, σε καμιά περίπτωση δεν οδηγεί – βραχυχρόνια ίσως μπορεί – σε ένα μακροχρόνιο μονοπάτι ανάπτυξης εάν δεν αυξηθεί, όχι γενικά και αόριστα το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, αλλά εάν ο ρυθμός αύξησης των εργατικών μισθών δεν είναι μεγαλύτερος από τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων, δημόσιων και ιδιωτικών.
16
04

Φανή Κουντούρη: Η εμπιστοσύνη πρέπει να μετατραπεί σε πολιτικό σύνθημα

Ο ΣΥΡΙΖΑ εξέρχεται σταδιακά από μια φάση στρατηγικής αμηχανίας, μετά τις εκλογές του 2019, χωρίς να έχει ανακτήσει στέρεα το βηματισμό του. Και αυτό θεωρώ ότι εν μέρει αντανακλάται στις δημοσκοπήσεις. Στον ΣΥΡΙΖΑ βλέπω δύο όψεις στρατηγικής. Από τη μία, μια μάκρο-στρατηγική όπου ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλει το πρόγραμμά του (Μένουμε όρθιοι Ι και ΙΙ, θέσεις για την υγεία, κ.λπ.) και αναδεικνύει ζητήματα δημοκρατίας και δικαιωμάτων. Αναμένω ότι οι προτάσεις θα ενισχυθούν με τα εργασιακά και πρέπει με τα περιβαλλοντικά ζητήματα. Πρόκειται για την οικοδόμηση της εικόνας του ως δύναμης κυβερνητικής και μεταρρυθμιστικής, ως πυλώνας του πολιτικού δικομματισμού. Από την άλλη, εντοπίζω μία μεσο-στρατηγική πολιτικοποίησης ζητημάτων επικαιρότητας που έχουν προκύψει σε αυτό τον πυκνό πολιτικό χρόνο των τελευταίων μηνών. Σε αυτή τη στρατηγική διακρίνω δύο αδυναμίες. Η πρώτη είναι η εξωστρέφεια και η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να συνδεθεί με την κοινωνία. Αυτό έχει να κάνει φυσικά με τον αποκλεισμό του από τα ΜΜΕ, αλλά πρέπει να μπορέσει να παρακάμψει τον αποκλεισμό και να συναντηθεί τον κόσμο. Στην κατεύθυνση αυτή, θεωρώ λάθος που δεν έχει συγκροτήσει ειδικές θεματικές επιτροπές, με την αξιοποίηση ειδικών εκτός και εντός κόμματος, ώστε η πολιτικοποίηση των ζητημάτων της επικαιρότητας να μην μένει στο επίπεδο του σχολιασμού αλλά να προσφέρει αντιπροτάσεις στις κυβερνητικές επιδιώξεις. Και, τέλος, υπάρχει ένας επικοινωνιακός θόρυβος που συνδέεται με την εσωστρέφεια του ΣΥΡΙΖΑ, τα ζητήματα εσωκομματικής συνοχής και τις συχνές διαφοροποιήσεις στελεχών. Υπάρχει, τέλος, το ζήτημα της ανάκαμψης της εμπιστοσύνης στο κόμμα αφού έχει επικρατήσει πολύ περισσότερο η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ του Ιουλίου του 2015 παρά του Απριλίου του 2019 και ό,τι κόμισε στο τέλος της διακυβέρνησής του. (...) Αυτό που λείπει είναι ένα αφήγημα που θα είναι ο συνδετικός κρίκος, η συγκολλητική ουσία των επιμέρους στρατηγικών. Διακρίνω και τώρα αυτό που είδαμε στις αρχές του 2010, τη διάρρηξη του πολιτικού δεσμού, που συνδέεται με την κρίση εμπιστοσύνης, την υπερίσχυση αρνητικών συναισθημάτων, την οικονομική απόγνωση, το σπάσιμο του κοινωνικού δεσμού με την στοχοποίηση πληθυσμιακών ομάδων. Θεωρώ ότι χρειάζεται ένας ορατός στόχος μακροπρόθεσμος που θα εμπνέει θετικές προβολές απέναντι ένα δυστοπικό παρόν. Η εμπιστοσύνη είναι καίρια έννοια, όπως και το αίσθημα της ασφάλειας (οικονομικής, επαγγελματικής, συναισθηματικής). Η κοινωνία θέλει να αισθάνεται ασφάλεια, ειδικά σε έναν κόσμο ρωγμών, ρήξεων και πολλαπλών διακινδυνεύσεων. Η εμπιστοσύνη εμπεδώνει τη βεβαιότητα της οικονομικής, υγειονομικής και συναισθηματικής ύπαρξης, αλλά πρέπει να μετατραπεί σε πολιτικό σύνθημα.
14
04

Olivier De Schutter: 91 εκατομμύρια Ευρωπαίοι αντιμέτωποι με την ακραία φτώχεια

Προτεραιότητα πρέπει να είναι η ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας, ιδίως σε χώρες με χαμηλό επίπεδο διαβίωσης των πολιτών, όπου παραμένουν τεράστια κενά. Εκτός από την έλλειψη επαρκούς πολιτικής βούλησης υπάρχουν και άλλα εμπόδια. Επειδή η «μαύρη» εργασία παραμένει κυρίαρχη σε πολλές χώρες με χαμηλό επίπεδο διαβίωσης των πολιτών, τα ασφαλιστικά συστήματα παρέχουν προστασία μόνο σε ένα μικρό ποσοστό του εργατικού δυναμικού. Η ικανότητα των κυβερνήσεων σε πολλές περιπτώσεις είναι ανεπαρκής. Το χαμηλό επίπεδο καταγραφής του πληθυσμού παραμένει σημαντικό εμπόδιο σε πολλές φτωχές χώρες. Αυτό επηρεάζει τόσο την ικανότητα των φτωχότερων χωρών να κινητοποιούν εγχώριους πόρους για τη χρηματοδότηση της κοινωνικής προστασίας, όσο και την ικανότητά τους να παρέχουν αποτελεσματικά κοινωνική προστασία στους πληθυσμούς τους. Υποστηρίζω, ωστόσο, ότι η διεθνής αλληλεγγύη πρέπει να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο προκειμένου να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια. Γι’ αυτό προτείνω τη δημιουργία ενός Παγκόσμιου Ταμείου για την Κοινωνική Προστασία, που θα επιτρέπει στις φτωχότερες χώρες να ξεπεράσουν το χρηματοδοτικό κενό που αντιμετωπίζουν. Η πρόταση για ένα παγκόσμιο ταμείο αφορά το ότι οι φορολογούμενοι από πλούσιες χώρες πληρώνουν για κοινωνική προστασία σε φτωχές χώρες. Να ξεκινήσει ένας κύκλος στον οποίο η διεθνής υποστήριξη θα συνδυάζεται με τις εγχώριες προσπάθειες.
13
04

Γιάννης Μπασκόζος: Το άνοιγμα στο πικ της πανδημίας είναι επικίνδυνο και αντιφατικό

Πρώτον, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τις ρίζες της πανδημίας και την πανθομολογούμενη πια αδυναμία του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος στην αντιμετώπισή της. Υπάρχουν πια πληροφορίες και σκληρά επιστημονικά δεδομένα για την ευθύνη της μαζικής παραγωγής τροφίμων, ειδικά των big farms, όπου διακόπτεται βιαίως η αλυσίδα της φυσικής ανοσοποίησης με τη γρήγορη εναλλαγή των ζώων, όπως και της αλόγιστης οικιστικής επέκτασης σε χώρους που υπήρχε άγρια ζωή. Αυτά αποτελούν τα αίτια της πανδημίας, αλλά το γεγονός ότι πολλές δυτικές, νεοφιλελεύθερες χώρες, όπως και η χώρα μας, δεν τα καταφέρνουν στην αντιμετώπισή της, δεν αποτελεί άλλοθι για την Αριστερά. Οφείλουμε να εργαστούμε σκληρά και να επινοήσουμε προτάσεις και λύσεις για την κοινωνική οργάνωση με βάση την αλληλεγγύη, την ισότητα και την ενίσχυση των δημόσιων συστημάτων υγείας, ώστε οι πανδημίες που θα έρθουν, γιατί θα έρθουν κι άλλες, να μην βρίσκουν τις κοινωνίες μας απροετοίμαστες και να υποχρεούμαστε, χωρίς άλλη λύση, σε αδιέξοδα και καταστρεπτικά λοκντάουνς.