Η πανδημία αλλάζει τον κόσμο μας. Η μετα-covid19 εποχή θα είναι μια διαφορετική εποχή. Οι πολιτικές δυνάμεις και τα συστήματα κοινωνικής και πολιτικής εκπροσώπησης προετοιμάζονται μπροστά σε αυτή την προοπτική. Είναι σαφές ότι οι συντηρητικές δυνάμεις παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας, εκμεταλλεύονται αυτή την ιδιαίτερη κρίση, και επιλέγουν να βαθύνουν και να επεκτείνουν την «κατάσταση εξαίρεσης». Κατάσταση η οποία συστηματικά υποβαθμίζει τα δικαιώματα, αμφισβητεί έμπρακτα το κοινωνικό, το φιλελεύθερο και το δημοκρατικό κεκτημένο. Ταυτόχρονα, εκχωρούνται πολιτικές ευθύνες σε «ειδικούς», που αυτή τη φορά δεν είναι οικονομολόγοι αλλά γιατροί. Η βιοπολιτική στις δόξες της. Αυτές οι συντηρητικές και όχι σπάνια αντιδραστικές δυνάμεις εκμεταλλεύονται αριστοτεχνικά την απογοήτευση, την αποστράτευση, την έλλειψη εναλλακτικών κινημάτων, τη –σε μεγάλο βαθμό- απουσία ισχυρών αντίρροπων πολιτικών δυνάμεων.
Η «κρίση ως ευκαιρία» -που λέει και το σύνθημα- είναι για εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που δεν «πονάνε» τις υποτελείς τάξεις, που αγνοούν επιδεικτικά την όξυνση της κλιματικής κρίσης, που στέργουν τις ακραίες εκφράσεις και ρατσισμού και σεξισμού. Η «ιστορία» με τη γνωστή της «πονηριά» αναδεικνύει με τον πλέον δραματικό τρόπο την αναγκαιότητα, εκείνου που αποτελούσε στρατηγικό στόχο της θεωρίας της ανανεωτικής ριζοσπαστικής αριστεράς: την συνθετική και χωρίς αναγωγισμούς αντιμετώπισης των ταξικών ανισοτήτων, του σεξισμού και του περιβάλλοντος. Υπάρχει σοβαρή αμφισβήτηση ότι η πανδημία συνδέεται με την περιβαλλοντική κρίση, ή ότι αυτή αναδεικνύει τις γυναίκες όχι μόνο ως το αφανές «προλεταριάτο» (νοσοκομεία, εργάτριες στη σίτιση κά) αλλά και τα κατ’ εξοχήν θύματα της αυξημένης οικογενειακής βίας κατά τον εγκλεισμό. Η Αριστερά που έβλεπε αυτούς τους τρεις μεγάλους πυλώνες της ανανέωσης και της προοπτικής του αριστερού κινήματος, που προσβλέπει στο ριζικό, κοινωνικό μετασχηματισμό, θα έπρεπε να έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Δυστυχώς αυτό δεν συμβαίνει, διότι παρασυρμένη από το συσχετισμό δύναμης και από οργανωτικές της αδυναμίες, δεν μπορεί να παρέμβει ουσιαστικά. Έτσι, παραμένει σε μια κριτική διαχείρισης ή σε μια κριτική της ανικανότητας όσων εκμεταλλεύονται την κρίση ως τη δική τους ευκαιρία.