Macro

03
03

Βασίλης Ρόγγας: Για την ποιότητα της Δημοκρατίας ο λόγος

Την μπάλα στην κερκίδα, και συγκεκριμένα στην αξιωματική αντιπολίτευση, προσπάθησε να πετάξει ο πρωθυπουργός με τη συζήτηση που προκάλεσε στη Βουλή με αντικείμενο «την ενημέρωση του Σώματος για την ποιότητα της Δημοκρατίας και του Δημοσίου Διαλόγου». Ωστόσο, όχι απλώς δεν του πέρασε αλλά στην πραγματικότητα ήταν τέτοιας έκτασης η ήττα του από το σύνολο της αντιπολίτευσης που μοιάζει πολύ με το Βατερλώ της συνέντευξης Τύπου της υπουργού Πολιτισμού κ. Μενδώνη.
03
03

Η ζωή πρέπει να νικήσει

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο Δημήτρης Κουφοντίνας κρατιέται με νύχια και με δόντια στη ζωή. Την ώρα που διαβάζονται αυτές οι γραμμές δεν ξέρουμε ποια είναι η κατάσταση. Ελπίζω, την ύστατη ώρα, να αναγνωριστεί η αξία της ζωής του Δημήτρη Κουφοντίνα και να ικανοποιηθεί το αίτημά του, που θυμίζουμε είναι η τήρηση του νόμου, που η αδιάλλακτη αυτή κυβέρνηση θεσμοθέτησε.
03
03

Καμία αμφιβολία, πλέον, για το μέλλον των ΑΠΕ

Δεν υπάρχει πλέον κάποια αμφιβολία ότι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), με αρκετά μειωμένη πια συνεισφορά του μέχρι πρότινος καυσίμου «γέφυρας» φυσικού αερίου, αποτελούν το μέλλον. Η επίσημη, σχεδόν παγκόσμια, αναγνώριση της κλιματικής κρίσης και της ανάγκης προσαρμογής του οικονομικού και παραγωγικού μοντέλου στη μετάβαση της παγκόσμιας οικονομίας στην κλιματική ουδετερότητα το 2050, για την ΕΕ και τις ΗΠΑ, ή το 2060, για την Κίνα, έχουν δημιουργήσει το έδαφος πάνω στο όποιο κάθε χώρα θα εκπονήσει το δικό της σχέδιο για την επίτευξη του στόχου αυτού. Η Πράσινη Μετάβαση για τον οικολογικό και κοινωνικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας αποτελεί επίσης διακριτό, κεντρικό άξονα του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με βάση το προσχέδιο που τέθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση. Στο κείμενο τονίζεται η κεντρική ιδεολογική και αξιακή διαφορά μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, μιας πολιτικής παράταξης της Αριστεράς και μιας νεοφιλελεύθερης και κρατικοδίαιτης Δεξιάς παράταξης, και σήμερα κυβέρνησης, στην πορεία για την «πράσινη», βιώσιμη μετάβαση και  ανάπτυξη. Υπογραμμίζεται, ειδικότερα, ότι η Δεξιά προκρίνει η διαδικασία αυτή να πραγματοποιηθεί αποκλειστικά μέσω των αγορών, στην περίπτωση της ΝΔ χωρίς καν ισότιμους κανόνες για όλους, και με μηχανισμούς που αναπαράγουν ή και εμβαθύνουν υφιστάμενες ανισότητες, με τον κίνδυνο η μετάβαση να οδήγησε σε νέες μορφές αποκλεισμού σε κοινωνικό και περιφερειακό επίπεδο και ότι, στον αντίποδα, η Αριστερά σχεδιάζει την  πράσινη μετάβαση, με όρους Ενεργειακής Δημοκρατίας, με διασφάλιση της κλιματικής δικαιοσύνης και τη συμμετοχή των πολλών, τον πλουραλισμό στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ.
03
03

Πάνος Σκουρλέτης: Η επιχειρούμενη κατάργηση του οκταώρου μας γυρίζει αιώνες πίσω

Μόνο αγωνία επιφυλάσσουν για τους εργαζόμενους τα όσα είπε σήμερα, σε τηλεοπτική του συνέντευξη ο κ. Χατζηδάκης, ως προς τα νομοθετικά σχέδια της κυβέρνησης στον τομέα της εργασίας, ενώ οι διαβεβαιώσεις για την ταχύτατη απονομή των εκκρεμών συντάξεων έγιναν λόγια συμπάθειας. Φέρνουν ρυθμίσεις για μια υποτιθέμενη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας», με κύριο στόχο τους την κατάργηση του οκταώρου. Διότι ο ΣΕΒ αξιώνει και το «σχέδιο Πισσαρίδη» ορίζει, να μη πληρώνονται υπερωρίες. Θα φέρουν, είπε ο αρμόδιος υπουργός, ρυθμίσεις για την τηλεργασία. Ποιοι; Αυτοί που στην Ευρωβουλή πρόσφατα ψήφισαν να «παγώσει» για τρία ολόκληρα χρόνια η συζήτηση για το «δικαίωμα στην αποσύνδεση» χωρίς επιπτώσεις, μετά το πέρας του ωραρίου για τους εργαζόμενους με τηλεργασία; Φέρνουν ρυθμίσεις για τον δήθεν εκσυγχρονισμό του εργατικού δικαίου αυτοί που πριν την πανδημία έπληξαν για μία ακόμη φορά τις κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας;Αυτοί πουεκμεταλλεύτηκαν την πανδημία για να απορρυθμίσουν περισσότερο τις εργασιακές σχέσεις και τις αμοιβές, αυτοί που υποβάθμισαν το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας; Η κυβέρνηση έχει δώσει τραγικά «δείγματα γραφής» της εργατικής πολιτικής της πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Γι’ αυτό την ψήφισαν, για να πλήξει το οκτάωρο; Για να καταργήσει την πληρωμή υπερωρίας, για να μας πάει αιώνες πίσω; Ποιος είπε ότι μπορεί, εν μέσω πανδημίας και απαγόρευσης των διαδηλώσεων, να νομοθετεί για θεμελιώδη ζητήματα, όπως οι εργασιακές σχέσεις; Αυτή η πολιτική, που πλήττει βάναυσα τον κόσμο της εργασίας, ευνοεί τις μεγάλες επιχειρήσεις και δημιουργεί νέα προβλήματα και ανισότητες για τις μικρές, δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή σε καμία περίπτωση.​
01
03

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Η γραμματική της πολιτικής συζήτησης, σήμερα

Η κίνηση της κοινωνίας, αγώνες, διεκδικήσεις, αντιστάσεις, οι ιδέες που κινητοποιούν τους ανθρώπους είναι οι προϋποθέσεις της πολιτικής ηγεμονίας. Την ίδια στιγμή, εκείνα τα κόμματα που δεν επιθυμούν να γίνουν κόμματα καρτέλ, κόμματα του κράτους, που επιθυμούν και αγωνίζονται να υλοποιήσουν την ιδέα του κόμματος συλλογικός διανοούμενος, αυτά μεριμνούν για την πολιτική συζήτηση ταυτόχρονα με την κοινωνική αγκύρωση. Χωρίς την τελευταία τα κόμματα μετατρέπονται σε «κλαμπ στελεχών». Με την ευκαιρία των συζητήσεων στις Οργανώσεις μελών και των Νομαρχιακών αλλά και με την ένταξη χιλιάδων νέων μελών, τα οποία έχουν εύλογα ερωτήματα και απορίες, προκύπτουν τα παρακάτω επίδικα, που κατά τη γνώμη μου οργανώνουν την πολιτική συζήτηση: Ποιος είναι ο απολογισμός της κυβερνητικής μας θητείας; Τι κάναμε σωστά, τι λάθος, τι καθυστερήσαμε να κάνουμε, που δειλιάσαμε, τι αναβάλαμε; Γιατί ηττηθήκαμε το 2019; Πόσο βάρυνε στο αποτέλεσμα μια δύσκολη διακυβέρνηση με εκβιασμούς και καταναγκασμούς; Ποιους διαψεύσαμε; Πόσο μέτρησε το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και από τι δομήθηκε; Πόσο καθόρισε το αποτέλεσμα το συντηρητικό κύμα με συντελεστές εθνικισμό, ρατσισμό, ομοφοβία, εξατομίκευση των προσδοκιών; Τι έχουμε απέναντι μας; Την κυβέρνηση της ΝΔ, το «επιτελικό» κράτος της δεξιάς, εκείνο το μείγμα νεοφιλελευθερισμού και βαθιού συντηρητισμού συνδεδεμένο σε μπλοκ εξουσίας με μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και τη συνδρομή καναλιών και μεγάλων εφημερίδων; Γιατί δεν ανακάμπτουμε γρήγορα; Τι ρόλο παίζει η διαχείριση του φόβου της επιδημίας, οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της; Πόσο καθοριστική είναι η επικοινωνιακή υπεροπλία της κυβέρνησης; Αλλάζουμε την κοινωνική μας απεύθυνση, το πολιτικό μας ακροατήριο; Δεν κάνουμε σωστή αντιπολίτευση; Γιατί μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, ιδιαίτερα οι νεότεροι, στρέφεται στην αποχή; Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για τη δεύτερη φορά Αριστερά; Η απάντηση για τα προαπαιτούμενα να επανέλθει η Αριστερά στην κυβέρνηση και να δώσει νέα καλύτερη εκδοχή αριστερής διακυβέρνησης, δεν είναι εύκολη, ούτε μονοσήμαντη. Αντίθετα, είναι πολυπαραγοντική και πολυεπίπεδη. Πρέπει να συντεθούν πολλά πράγματα μαζί. Όλα μαζί. Πρέπει να απαντήσουμε συλλογικά τι κόμμα θέλουμε, με ποιο ύφος και κυρίως ποιο κώδικα αξιών. Δεν είναι τα πάντα αποδεκτά. Πώς συναντιόμαστε με την κίνηση της κοινωνίας και κυρίως πως συμβάλουμε με ιδέες και συμμετοχή. Ποιο Πρόγραμμα προτείνουμε, ποιες προτεραιότητες και ποια στρατηγική πρόβλεψη; Οι ανισότητες και οι αποκλεισμοί είναι παρούσες, σήμερα και στο μέλλον, είτε μιλάμε για το κοινωνικό ζήτημα είτε για νέες ανισότητες και αποκλεισμούς εξ αιτίας της ενεργειακής μετάβασης και του ψηφιακού καπιταλισμού, είτε την κλιματική κρίση αυτή καθ’ εαυτή. Όμως, δεν συζητάμε από μηδενική βάση, αντιθέτως έχουμε στα χέρια μας τη Διακήρυξη, τον Απολογισμό, τις Προγραμματικές Θέσεις προκειμένου η συζήτηση να γίνει συντεταγμένη και περιεκτική.
01
03

Νίκος Σερβετάς: Συνοικία Λαμπρινή – Μνημείο στην «άγνωστη» υπηρέτρια

Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος μεγαλωμένος «στη σάπια αριστοκρατία» για να μπορεί να ανασύρει μνήμες από το στενό του περιβάλλον. Το βλέπουμε σ’ αυτό που θέλει να θάψει βαθιά μέσα της η συνάδελφος, η φίλη, ακόμα και η γυναίκα τού πολύ πιο στενού περιβάλλοντος, σ΄ αυτό το «κάτι» στο οποίο δεν αναφέρεται ποτέ, τουλάχιστον δυνατά. Εμείς απορούμε, βλέποντας τα μάτια τους να θολώνουν, όταν η συζήτηση αγγίζει τέτοια θέματα. Το ξεπερνάμε με επιφανειακή μεν ευκολία, αλλά κρατώντας μέσα μας την απορία, «τι έπαθε αυτή τώρα;» Η παρενόχληση δεν αφορά μόνο κορίτσια. Πόσα αγόρια δεν «ανδρώθηκαν» από τη φίλη της μαμάς ή τη μαμά του φίλου; Ίσως τότε να κολακεύτηκαν που μια μεγαλύτερη γυναίκα τους έβλεπε σαν «άνδρες». Ίσως όταν αυτό συνέβαινε να μην το εκλάμβαναν ως «βιασμό», καθώς στα κοινωνικά στερεότυπα είναι διαφορετικά τα μέτρα κι τα σταθμά. Όμως, πρωτοετής φοιτητής ψυχολογίας μπορεί να διαβεβαιώσει ότι σε βάθος χρόνου η εμπειρία καταγράφεται ως «τραυματική». Το κίνημα MeToo ήρθε από τις ΗΠΑ. Όμως η παρενόχληση, η εκμετάλλευση, ο βιασμός, η χρήση με λίγα λόγια του σεξ ως εργαλείου επιβολής εξουσίας κάθε είδους, υπήρχε στις κοινωνίες. Σήμερα το αναδεικνύουν κυρίως καλλιτέχνες και αθλητές. Άνθρωποι που, με τον τρόπο του ο καθένας, επιτρέπεται να «γδύνονται μπροστά στο κοινό». Κι όταν αυτό όλο ξεφουσκώσει, όταν κάτι άλλο, εξίσου αποκρουστικό πάρει τη θέση του στην επικαιρότητα και τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας, ας κρατήσουμε στο μυαλό μας σαν μνημείο στην άγνωστη υπηρέτρια, υπηρέτρια κάθε είδους όχι μόνο οικιακή βοηθό, τη «Λαμπρινή». Για να θυμόμαστε ότι MeToo μας έχουν πει χιλιάδες φορές, όχι μόνο με το στόμα αλλά και με τα μάτια, με την κίνηση, με τον τρόπο τους, πολλοί άνθρωποι γύρω μας. Και τότε η ψυχή μας ν’ αγκαλιάσει απαλά τον πόνο του άλλου που είναι και δικός μας, και η φωνή μας να ξαναπεί με τον τρόπο του τότε και πάντα: Όχι πια, ποτέ πια!
01
03

Χαράλαμπος Γεωργούλας: Η πολιτική ευθύνη έχει πατέρα και μητέρα

Είναι χαρακτηριστικό ότι επί ένα μήνα τώρα ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Αλ. Τσίπρας, ζητάει από την κυβερνητική πλειοψηφία, προσφάτως και από τον πρόεδρο της Βουλής, να πραγματοποιηθεί ειδική συνεδρίαση με θέμα τα σοβαρά προβλήματα λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ένα κλασικό και εύλογο αίτημα όχι μόνο λόγω των σοβαρότατων ελλειμμάτων και παραβιάσεων σ’ αυτό το πεδίο, αλλά και λόγω του συνταγματικού ρόλου της αντιπολίτευσης σ’ ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς. Αντ’ αυτού, ο κ. Μητσοτάκης επιλέγει μια διαδικασία που αντιστρέφει τους ρόλους, με την ψευδαίσθηση ότι έτσι θα οδηγούσε τη συζήτηση εκεί που ήθελε. Δηλαδή όχι στην κριτική των χειρισμών της κυβέρνησης και ειδικότερα της κ. Μενδώνη στην υπόθεση Λιγνάδη, αλλά στην κριτική της αντιπολίτευσης που επιμένει να ζητάει ανάληψη της υπαρκτής πολιτικής ευθύνης. Η δυσανεξία του κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησης σε κάθε κριτική, που φτάνει μέχρι το σημείο να καθιστά την αυτοκριτική άγνωστη λέξη για το μέγαρο Μαξίμου, δεν είναι κάποιο δευτερεύον στοιχείο της κυβερνητικής πολιτικής. Αποτελεί τον πυρήνα της. Είναι απότοκο του αλαζονικού αυταρχισμού του επιτελικού κράτους των αρίστων, που θεωρεί ότι η παραμικρή ρωγμή μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Δεν τους πτοεί η πιθανότητα να λειτουργήσει η δυσανεξία αυτή σαν μπούμερανγκ. Αυτό απόδειξε η εμμονή στη στήριξη μιας υπουργού Πολιτισμού, που δεν την αντέχει πρώτος απ’ όλους, αλλά όχι μόνος, ο κόσμος του πολιτισμού. Ο κ. Μητσοτάκης αποδείχτηκε ικανός, προκειμένου να διαιωνίσει αυτή την αντίληψή του για το αρραγές της αυταρχικής εκτελεστικής εξουσίας, να φτάσει ως το σημείο να γυρίσει ανάποδα τους κοινοβουλευτικούς ρόλους, σχεδόν να επιχειρήσει…αλλαγή καθεστώτος.
01
03

Υπονομεύοντας τις ταυτότητες, διερευνώντας το «ανέφικτο»

Μανουέλ Πουίχ «Το φιλί της Γυναίκας-Αράχνης», μτφ. Ασπασία Καμπύλη, εκδόσεις Carnívora, 2021 - Οι πρωταγωνιστές που φτιάχνει ο Πουίχ δεν είναι μονοσήμαντοι ιδεότυποι, αλλά άνθρωποι ζωντανοί, με αντιφάσεις, αδυναμίες, σκαμπανεβάσματα, αμφιβολίες – δύο χαρακτήρες έξω από τις νόρμες, των οποίων οι αρχικές «σιδερένιες» ταυτότητες («ανδροπρεπής αντάρτης» και «απολίτικος ομοφυλόφιλος») στο τέλος είναι πια εντελώς υπονομευμένες. Έχει σχολιαστεί πως ίσως υπάρχει ένα ουτοπικό στοιχείο στο Φιλί. Ο Πουίχ είχε απαντήσει σε μια συνέντευξή του ότι «αυτά τα πράγματα συμβαίνουν, δεν πλάθω απλώς κάτι με τη φαντασία μου, ό,τι ξέρω προέρχεται από την εμπειρία». Το Φιλί της Γυναίκας-Αράχνης εκδόθηκε το 1976 στην Ισπανία (στα ελληνικά κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1984, από τις εκδόσεις Οδυσσέας, σε μετάφραση Ιάκωβου Κοπερτί) και ήταν για πολλά χρόνια απαγορευμένο στην Αργεντινή – «έχει εκδοθεί στην Ιαπωνία, το Ισραήλ και την Κούβα, αλλά όχι ακόμα στην Αργεντινή», έλεγε πικρά ο Πουίχ, ο οποίος, όταν εκδόθηκε το βιβλίο, είχε ήδη εγκαταλείψει την Αργεντινή και ζούσε στο Μεξικό, μετά την απαγόρευση του βιβλίου του The Buenos Aires affair, το 1973. Ο ίδιος μιλούσε για τα τηλεφωνήματα της ΑΑΑ, της Αντικομμουνιστικής Ένωσης Αργεντινής, που του έδιναν 24 ώρες διορία για να φύγει από τη χώρα, «αλλιώς…». Μάλιστα, φοβούμενος για την τύχη των γονιών του στην Αργεντινή, είχε ζητήσει από τον εκδότη του στην Ισπανία να καθυστερήσει την έκδοση. Ο Πουίχ έχει σχολιάσει τις δυσκολίες που συναντούσε κατά καιρούς η έκδοση των βιβλίων του. Καθώς τα βιβλία του είχαν απαγορευθεί από τη χούντα, πίστευε πως θα είχαν καλύτερη υποδοχή από τους αριστερούς εκδότες της Ευρώπης. Ωστόσο, τόσο ο Φελτρινέλι, στην Ιταλία, όσο και ο Γκαλιμάρ, στη Γαλλία, απέρριψαν το Φιλί της Γυναίκας-Αράχνης. «Δεν τους άρεσε το μίγμα σεξουαλικής απελευθέρωσης και κοινωνικής επανάστασης, τις οποίες ήθελα να τις παρουσιάσω ως διαφορετικές πλευρές του ίδιου αγώνα για κοινωνική απελευθέρωση», έλεγε ο Πουίχ, περιγράφοντας με τον τρόπο του τον συντηρητισμό ενός μέρους της Αριστεράς με τον οποίο ήρθε αντιμέτωπος.
28
02

Αννέτα Καββαδία: Μια λεπτή, αόρατη γραμμή

Όσο κι αν φαίνεται απενεργοποιημένο το διαιρετικό σχήμα «Δεξιά-Αντιδεξιά», η Ιστορία έχει αποδείξει πως τις φορές που η Κεντροαριστερά ή η Αριστερά βγήκε στον αφρό, αυτό το σχήμα επανεργοποιήθηκε. [Για την ιστορία, οι πολιτικοί όροι «Δεξιά» και «Αριστερά» γεννήθηκαν μετά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, όταν οι βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης που ήταν με τους επαναστάτες κάθισαν στην αριστερή πλευρά της αίθουσας ενώ εκείνοι που υποστήριζαν το παλαιό καθεστώς της μοναρχίας και του ανώτατου κλήρου συγκεντρώθηκαν στη δεξιά πλευρά.] Συχνά-πυκνά αυτός ο διαχωρισμός χαρακτηρίζεται παρωχημένος. Είναι όμως έτσι; Είκοσι μήνες μετά την εκλογική της νίκη, η ΝΔ είναι το ζωντανό παράδειγμα που αποδεικνύει πως όχι μόνο δεν εξέλειπαν οι λόγοι αυτού του διαχωρισμού αντιθέτως η πολιτική που εφαρμόζει επιβεβαιώνει το γιατί αυτός ο διαχωρισμός εξακολουθεί να υφίσταται. Γράφει, το 1991, στον επίλογο του βιβλίου του Πολίτης Χωρίς Πόλη (εκδόσεις Καστανιώτη) ο Γιώργος Βότσης : «αμετανοήτως αριστερά λοιπόν. Από ευαισθησία. Από αγωνία. Από εγρήγορση. Από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή. Διότι δεξιά είναι μονίμως η εξουσία – πολιτική εξουσία, εξουσία του πλούτου, των όπλων, της γνώσης, του λόγου». Δεν υπήρχε από την αρχή καμία ψευδαίσθηση πως πολιτική προτεραιότητα της ΝΔ θα ήταν να φροντίσει και να προστατεύσει τους λίγους και εκλεκτούς. Και πως πρώτος στόχος της θα ήταν να φτιάξει το δικό της κομματικό κράτος. Αυτό που, ενδεχομένως, αποτέλεσε έκπληξη ήταν το ότι το κάνει τόσο κραυγαλέα, τόσο ξεδιάντροπα. Πώς, χωρίς καμία απολύτως αναστολή, προχωρά σε νομοθέτηση επιλογών προστασίας της ανομίας και της διαφθοράς «ημετέρων» αλλά και πόσο αναίσχυντα προχωρά στη θεωρητικοποίηση της καταστολής και του αυταρχισμού. Πώς το έλεγε ο Μ.Βορίδης; «Την αναγκαστικότητα του ξύλου και της βίας απέναντι στους πολίτες». Η κατάλυση του κράτους δικαίου (με ορατό τον κίνδυνο του θανάτου) και μια αλαζονική επίδειξη ισχύος –ανάμεικτη με μια διάθεση ρεβανσισμού– στην περίπτωση του απεργού πείνας και δίψας Δημήτρη Κουφοντίνα, η κεντρική κυβερνητική επιλογή να έχει αναχθεί ο υπουργός προστασίας του πολίτη σε ραχοκοκαλιά της κυβέρνησης, η απόπειρα ολοκληρωτικού ελέγχου της ενημέρωσης, η συστηματική αποφυγή ανάληψης οποιασδήποτε πολιτικής ευθύνης – με τελευταίο, κραυγαλέο παράδειγμα την υπόθεση Μενδώνη-Λιγνάδη αλλά και οι προκλητικές για το κοινό αίσθημα πρωθυπουργικές εμφανίσεις εν μέσω πανδημίας, είναι μερικά μόνο από τα παραδείγματα που στοιχειοθετούν το γιατί ο διαχωρισμός Δεξιά-Αριστερά παραμένει ζωντανός. Και γιατί η Αριστερά, εξαιτίας ακριβώς και αυτού του διαχωρισμού, οφείλει να καλλιεργήσει στους πολίτες αντανακλαστικά συλλογικής δράσης, να ακούσει τη φωνή του δρόμου, να μετέχει στους αγώνες και στα κινήματα και να δουλέψει με ρεαλιστικό σχέδιο και προτάσεις για την επόμενη της πανδημίας – πολύ δύσκολη – μέρα.
28
02

Mirko Broll – Mario Neumann: Από το πεδίο των δικαιωμάτων, στο πεδίο της ασφάλειας

Ειδικά σε περιόδους υγειονομικής κρίσης επιβάλλεται η αύξηση των επενδύσεων στο σύστημα υγείας. Ομως η πρόσθετη κατά κεφαλήν δαπάνη για την υγεία λόγω της πανδημίας φτάνει στην Ελλάδα τα 30 ευρώ, κατατάσσοντάς την στην προτελευταία θέση στην Ε.Ε. Ο δε προϋπολογισμός για το 2021 προβλέπει μείωση των δαπανών υγείας κατα 572 εκατομμύρια. Αντί να ενισχυθεί το σύστημα υγείας, εξοπλίζονται ακόμα περισσότερο οι αστυνομικές δυνάμεις και αυξάνονται οι στρατιωτικές δαπάνες. Ηδη έχουν εξαγγελθεί χιλιάδες νέες προσλήψεις αστυνομικών και ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα εξοπλισμού στην ιστορία της ελληνικής αστυνομίας. Αξίζει να υπογραμμισθεί ότι και πριν από αυτά τα μέτρα ενίσχυσης, η Ελλάδα βρισκόταν στη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. ως προς τον αριθμό αστυνομικών ανά 100.000 κατοίκους. Ως προς το νοσηλευτικό προσωπικό, βρίσκεται στην τελευταία θέση. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η απουσία του κράτους από συγκεκριμένους κοινωνικούς τομείς αντισταθμίζεται από την υπερπαρουσία του σε κάποιους άλλους. «Το κράτος θέλει να περιοριστεί, ώστε να ενισχυθεί [...] και δεν θα μπορέσει να υλοποιήσει αυτόν τον ακρωτηριασμό αν προηγουμένως δεν ενισχυθεί πολιτικά και αστυνομικά», γράφει ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας Γκρεγκουάρ Σαμαγιού (Grégoire Chamayou). Αυτό ακριβώς πρεσβεύει ο αυταρχικός νεοφιλελευθερισμός, όχι την απόλυτη απουσία του κράτους, αλλά την οικειοθελή αποδυνάμωσή του στην κοινωνική πολιτική και την ενίσχυσή του στις πολιτικές ασφάλειας. Και ο Νίκος Πουλαντζάς είχε μιλήσει για την «ταυτόχρονη ενίσχυση και αποδυνάμωση του κράτους». Είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η εμφάνιση του κράτους-τιμωρού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αυξανόμενη κοινωνική αβεβαιότητα και την περιστολή των δικαιωμάτων και όχι τάχα με την αύξηση της παραβατικότητας και της εγκληματικότητας. Ηδη εδώ και πάνω από δέκα χρόνια ο Γάλλος κοινωνιολόγος Λοΐκ Βακάντ (Loïc Wacquant) απέδειξε αυτό τον συσχετισμό για τις ΗΠΑ. Βλέπουμε ότι και στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού υπάρχουν πολλές περισσότερες ομοιότητες με τις ΗΠΑ από όσο πολλοί θα ήθελαν να πιστέψουν. Σε όλες τις πολιτικές που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα από την Ευρώπη διακρίνει κανείς την ωμή βία της κατάργησης των κοινωνικών δικαιωμάτων που ασκείται εναντίον κάθε διεκδίκησης για τη διαφύλαξη έστω ενός ελάχιστου από αυτά και εντέλει για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Το σύστημα υγείας ήταν ένα καίριο πεδίο αντιπαράθεσης και θα παραμείνει ως τέτοιο. Μετά την απαξίωσή του το πολιτικό βάρος πέφτει τώρα στην ενίσχυση της αστυνόμευσης – στη «μάχη» κατά του κορονοϊού. Μια μάχη που έχει μετατεθεί από το πεδίο των δικαιωμάτων στο πεδίο της ασφάλειας.