Macro

01
06

Το Ημερολόγιο του Ευκλείδη Τσακαλώτου: Μα γιατί δεν θέλουν να πληρώνονται με ρεπό;

Διαβάζω ότι υπάρχουν επιχειρηματίες στον χώρο, για παράδειγμα, της εστίασης ή του τουρισμού που ψάχνουν να βρουν εργαζόμενους, αλλά δεν μπορούν. Η απορία λοιπόν που γεννιέται στον αρθρογράφο είναι ότι είναι παράλογο στην Ελλάδα που περνάει μια τέτοια κρίση και που υπάρχει σημαντική ανεργία, ιδιαίτερα στους νέους, να υπάρχουν επιχειρήσεις που ψάχνουν εργαζόμενους, χωρίς κάποια ειδίκευση, και να μην βρίσκουν. Έτσι λοιπόν το συμπέρασμα που καταλήγει αβίαστα είναι ότι φταίει η επιδοματική πολιτική. Ότι δηλαδή είναι τόσο ψηλά τα επιδόματα που ο εργαζόμενος προτιμάει να κάθεται άνεργος παρά να εργαστεί. Και εδώ έχουμε λοιπόν άλλη μια απλή και εύπεπτη εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου δόγματος ότι για όλα φταίει το κράτος – και ιδιαίτερα το κοινωνικό κράτος – και αν το μειώσουμε (π.χ. καταργώντας τα επιδόματα) όλες οι στρεβλώσεις θα εξαφανιστούν και όλα τα προβλήματα θα λυθούν. Η ρητορική αυτή δεν είναι ούτε καινούρια, ούτε πρωτάκουστη. Αντίθετα είναι στενά συνυφασμένη και με τις ρυθμίσεις που φέρνει η Νέα Δημοκρατία από την πρώτη μέρα που ανέβηκε στην εξουσία το 2019 και στόχο έχουν να αποδυναμώσουν τους εργαζόμενους για να συμπιεστούν οι μισθοί. Ρυθμίσεις όπως η μείωση της δύναμης των συνδικάτων, η αποδυνάμωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, η – επερχόμενη – ελαστικοποίηση του ωραρίου, η πληρωμή υπερωριών με ρεπό στόχο έχουν να κρατήσουν τους μισθούς χαμηλά και τη δυνατότητα αντίδρασης περιορισμένη. Και εδώ όμως η ελληνική Δεξιά φαίνεται να μην παρακολουθεί τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία. Αν δει κανείς τι γίνεται αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ, από την μια έχουμε τάση των εργαζομένων να φτιάξουν σωματεία, και από την άλλη προσπάθεια της κυβέρνησης να αυξήσει τον κατώτατο μισθό. Και όλα αυτά γιατί οι μεγάλες οικονομίες αρχίζουν σιγά σιγά να κατανοούν ότι η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας των τελευταίων δεκαετιών δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ούτε τις επενδύσεις αύξησε, ούτε τους πραγματικούς μισθούς αύξησε, ούτε τα χαμηλότερα και μεσαία στρώματα έγιναν πλουσιότερα. Αυτό που συνέβη ήταν στασιμότητα των μισθών – ενώ η παραγωγικότητα αυξανόταν – και διεύρυνση των ανισοτήτων. Σε όλη αυτή τη συζήτηση λοιπόν η ελληνική Δεξιά θέλει να αποπροσανατολίσει τον κόσμο. Δεν θέλει να συζητάμε γιατί δεν υπάρχουν καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας και ποιες πολιτικές θα μας οδηγήσουν εκεί, αλλά προσπαθεί να εστιάσει τη συζήτηση στους γνώριμους αποδιοπομπαίους τράγους: το κράτος και τους ίδιους τους εργαζόμενους.
01
06

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: 2011-2021, Από το κίνημα των πλατειών στις ψηφιακές πλατείες

Η ΝΔ, ωθούμενη από τις προεκλογικές της υποσχέσεις στους χορηγούς της, από την άνοδο της Alt Right σε πολλές χώρες του κόσμου, και από το ανέλπιστο 40% που έλαβε το 2019, οργάνωσε μια μακρά επίθεση σε όλους τους πυλώνες του σοσιαλδημοκρατικού συμβολαίου (Αριστερά, κινήματα, συνδικάτα, δημόσια αγαθά, δημοκρατικά δικαιώματα) προκειμένου να εγκαθιδρύσει (και όχι συνομολογήσει) ένα νεοφιλελεύθερο συμβόλαιο, το οποίο διατυπώνεται ως εξής: «αυτός ο κόσμος δεν μας χωράει όλους, συνταχθείτε με τους δυνατούς για να μην έχετε την τύχη των αδύναμων και για να συνεχίσετε να τους εκμεταλλεύεστε όπως οι δυνατοί». Όπως όμως συμβαίνει σε όλα τα μέρη του κόσμου, αυτό το αυταρχικό σχέδιο προσκρούει στο σύγχρονο νεκροθάφτη των αυταρχικών εξουσιών, στο μορφωμένο δικτυωμένο άνθρωπο (που ακόμα ταυτίζεται με το πρώτο μισό του ηλικιακού φάσματος). Και το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτών των εξουσιών είναι ότι δεν μπορούν να τον καταστείλουν, ούτε βιολογικά ούτε ιδεολογικά, γιατί έχει μεταφέρει τις πλατείες από το φυσικό χώρο στον ψηφιακό και γιατί δεν βλέπει τηλεόραση. Στον ψηφιακό χώρο, η μάχη δίνεται με πιο ίσους όρους, η γεφύρωση συντελείται απρόσκοπτα και η νέα αντιπολιτευτική συμμαχία χτίζεται μέσα στη ρευστότητα του διαδικτύου, σε συνεχή σύνδεση με το φυσικό χώρο. Εκεί πέφτουν τα τείχη μεταξύ των μελών μιας διευρυμένης μεσαίας τάξης, που έχει εξισωθεί οικονομικά με αυτό που παλιά αποκαλούσαμε «λαό» και, με πρωταγωνιστή την πιο προσοντούχα νέα γενιά από καταβολής ελληνικού κράτους, ανασυντίθεται το πρόγραμμα μιας δημοκρατικής κοινωνίας που αρνείται να εκπέσει κοινωνικά σε υπηρέτη θλιβερών αφεντάδων. Σιγά σιγά χτίζεται ένα αντιΝΔ μέτωπο από όλους αυτούς και αυτές που αρνούνται να καθηλωθούν ταξικά προς όφελος κάποιων που δεν αξίζουν τίποτα παραπάνω. Η εξίσωση των ανθρώπων ως προς την αξία, τη μόρφωση, την προσπάθεια, καθώς και ο αγώνας στο όνομα αυτής, σάρωσε τη μετεμφυλιακή συνθήκη και έφερε τη δημοκρατία, και είναι η ίδια αυτή συνθήκη που θα εγγυηθεί την ανθεκτικότητα της δημοκρατίας απέναντι σε μια γελοία ελίτ που αυτοθαυμάζεται ως άριστη, όπως έκαναν τα τζάκια περασμένων εποχών. Αρκεί να συνδυάσουν τις προσπάθειές τους όσες και όσοι θέλουν να σώσουν από την καταστροφική επιδρομή της ΝΔ τους εργαζομένους, τη νεολαία, τα δημόσια αγαθά της παιδείας και της υγείας, την πολιτιστική μας κληρονομιά, το περιβάλλον, και τον πλουραλισμό. Και αρκεί να καταλάβουν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΜΕΡΑ25, και μάχιμοι συνδικαλιστές/στριες, ότι πρέπει να αποτελέσουν το σημείο συγκέντρωσης (rallying point) ενός ακαθοδήγητου δημοκρατικού κινήματος. Γι’ αυτό μια κοινή συγκέντρωση όλων αυτών, που θα δώσει το σύνθημα για γενική επίθεση απέναντι στο κόμμα των πλουσίων, 10 χρόνια μετά το κίνημα των πλατειών, θα ήταν μια ιστορικών διαστάσεων πρωτοβουλία.
31
05

Άγγελος Ελεφάντης: Κόμματα νέου τύπου, διανοούμενοι νέου τύπου

Τα ΜΜΕ είναι εξουσιαστική δομή, από τις σκληρότερες που εφηύρε η ανθρωπότητα, τα ΜΜΕ είναι εξουσία. Παράγουν λόγο πολιτικό, συμβολικό κεφάλαιο, παράγουν ιδεολογία, μονοπωλούν τους μηχανισμούς παραγωγής ιδεολογίας, παράγουν την κοινή γνώμη κόβοντας συνάμα όλους τους διαύλους ανάδρασης. Το αποδεικνύουν ο ταχύτατα αυξανόμενος χρόνος παρακολούθησης της τηλεόρασης, η απορρόφηση του μεγαλύτερου μέρους του ελεύθερου χρόνου σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες για άτομα όλων των ηλικιακών και κοινωνικών τάξεων. Το αποδεικνύουν, επίσης, οι ονομαζόμενες εκπομπές λόγου, οι τηλεοπτικές συζητήσεις: επαγγελματίες της πολιτικής, της τέχνης ή της επιστήμης, που συνήθως επιλέγονται με κριτήρια υποτίθεται αξιοκρατικά λόγω συγκεκριμένης αρμοδιότητας, ως επαϊοντες ή ως εκπρόσωποι μερίδων της κοινής γνώμης, ανταλλάσουν απόψεις, συζητούν ή και συγκρούονται μπροστά σε ένα κοινό εξατομικευμένο, μοναδοποιημένο και απομονωμένο στους τοίχους του σπιτιού του. Σκηνοθετείται με αυτόν τον τρόπο μια πάλη πραγματική ή πλασματική –συνηθέστατα το αντικείμενο της διαμάχης είναι και πραγματικό και ουσιώδες– δίνουν στην πάλη τη μορφή τελετουργίας, θεάτρου ή θεάματος. Ή μάλλον στον μοναδιαίο άνθρωπο που παρακολουθεί παρέχεται μόνο η σκηνοθεσία, το θέαμα και του αντικειμένου και της πάλης. Αυτές οι τηλεοπτικές συζητήσεις εικονίζουν τέλεια την πλήρη αυτονόμηση του πολιτικού παιχνιδιού, την εξώνηση του πολίτη, τον εξανδραποδισμό του στο σκλαβοπάζαρο του ζάπινγκ.
31
05

Επισημάνσεις

Εντάξει, μην στοχοποιήσουμε τώρα όλο τον εφοπλιστικό κλάδο από μια ατυχή δήλωση του Λασκαρίδη. Δεν φταίει αυτός. Η έκφραση «χέζω πάνω στον πρωθυπουργό» στα λιβεριανά είναι ευχή για καλοτυχία και μακροημέρευση. Και στο κάτω - κάτω μην είμαστε αυστηροί. Τόσα παιδάκια έσωσε από την πανδημία με τα παγουρίνα. Μην κοροϊδεύετε, αν είχαμε 50.000 το 1936, κερδίζαμε τον ισπανικό Εμφύλιο. Ειδικά αν ήταν κινέζικα ελαττωματικά. Μικρής χωρητικότητας. Επιπλέον, αν κρίνουμε από τις σημαίες των καραβιών του, μάλλον αναφερόταν στον πρωθυπουργό του Παναμά. Για τον οποίο υπάρχει η τοπική παράδοση όποιος χώνει 700.000 στην εταιρεία ρούχων της γυναίκας του να μπορεί να τον χέζει όσο θέλει. Με 700.000 στον λογαριασμό της γυναίκας του θα ήταν πολύ δύσκολο να διαμαρτυρηθεί ο πρωθυπουργός του Παναμά. Ούτε καν ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου δεν θα διαμαρτυρόταν. Ευτυχώς στην Ελλάδα υπάρχει πολιτική αξιοπρέπεια και δεν γίνονται τέτοια.
31
05

Νίκος Βούτσης: Ο κ. Μητσοτάκης θα αποτύχει και στο στόχο της απονομιμοποίησης της Αριστεράς

Το μόνο που απασχολεί τον Πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη στον πυρήνα της ταυτότητας και της ρητορικής του μέσα στο πολιτικό σύστημα της χώρας και στον αναδιαμορφούμενο πολιτικό χάρτη της Ευρώπης, είναι μια διχαστική “αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση” για τον ΣΥΡΙΖΑ. Έχει επιλέξει ως ιδεολογικό περίβλημα της στρατηγικής του αντιπαράθεσης με την Αριστερά μια ιδεοληπτική εμμονή και αλαζονεία ότι αυτός θα ξαναγράψει, μέσω της συστηματικής της αναθεώρησης, την πολιτική ιστορία του τόπου μας. (...) Η προφανής προσπάθεια απονομιμοποίησης της πολιτικής Αριστεράς εναρμονίζεται με σειρά μέτρων που κατατείνουν στον περιορισμό και τη συρρίκνωση δικαιωμάτων και εγγυήσεων για την κοινωνία των ενεργών πολιτών. Επιχειρούν και σε αυτό το πεδίο να διαμορφωθεί ο συσχετισμός για να υπάρξει ανοχή στις αντικοινωνικές πολιτικές του ακραίου νεοφιλελευθερισμού που κατά συρροή θεσμοθετεί η παρούσα κυβέρνηση. Η στρατηγική αυτή της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν έχει απέναντί της μόνο τη δύναμη του λόγου, της καταγγελίας και του εναλλακτικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ. Προσκρούει καθημερινά, ευτυχώς όλο και περισσότερο, σε μια νέα ριζοσπαστική αμφισβήτηση, στην κριτική και την ενεργό αντίσταση ενός όλο και μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας μας και ιδιαίτερα ενός μεγάλου τμήματος της νεολαίας μας που έχει υποστεί ήδη δύο κρίσεις που σκιάζουν το μέλλον και τα οράματά της.
31
05

Έφη Γιαννοπούλου: Εμπρός, σαν έναυσμα αγώνα

Το Εμπρός αποδεικνύεται πολύ ζωντανό για να πεθάνει ή έστω να εκκενωθεί. Στις συνελεύσεις που οργανώνονται στην πλατεία κυριαρχεί η πεποίθηση ότι ο χώρος «περιφρουρείται» από τα περιεχόμενά του, δηλαδή την ελεύθερη και από τα κάτω καλλιτεχνική δημιουργία, και ότι όσες φορές κι αν επιχειρηθεί το σφράγισμά του, ο κόσμος του θα είναι εκεί για να το ξανανοίξει. Οι νέοι άνθρωποι που συρρέουν να υπερασπιστούν το Εμπρός και συμμετέχουν στις εκδηλώσεις αυτών των ημερών επιβεβαιώνουν κάτι που γνωρίζουμε ήδη από το παρελθόν: κάθε φορά που ο χώρος απειλείται, γεννιέται και μια ευκαιρία ανανέωσης και εμπλουτισμού του εγχειρήματος που συντελείται σ’ αυτόν.   Τι είναι αυτό που σε μια συγκυρία σαν τη σημερινή ενεργοποίησε για μια ακόμη φορά κοινωνικά και πολιτικά αντανακλαστικά αλλά και την καλλιτεχνική κοινότητα, ή έστω ένα μεγάλο μέρος της, ώστε να βρεθεί και πάλι έξω από την πόρτα του Εμπρός; Η μνημονική ανάκληση που ενεργοποιήθηκε ως πρώτη αντίδραση στο σφράγισμα αποδείχτηκε μάλλον δυναμική παρά νοσταλγική. Τα κείμενα που γράφτηκαν, απολογίζοντας το παρελθόν, αποτελούσαν ταυτοχρόνως και μια ευρύτερη πολιτική κριτική για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση έχει αντιμετωπίσει όχι μόνο τις καταλήψεις και τους κοινωνικούς χώρους, αλλά και την ίδια την καλλιτεχνική κοινότητα, που στη διάρκεια της πανδημικής κρίσης ήταν από αυτές που περισσότερο επλήγησαν και που με μεγάλους αγώνες κατάφερε να αποσπάσει μια στοιχειώδη στήριξη για την επιβίωσή της. Ο χώρος του πολιτισμού και κυρίως των παραστατικών τεχνών βρίσκεται σε κατάσταση αναβρασμού αλλά και σημαντικών συλλογικών επεξεργασιών, οι πληγές της πανδημίας αλλά και του ελληνικού #metoo ενεργοποιούν αντανακλαστικά συνδικαλιστικά και πολιτικά, αλλά και έναν αναστοχασμό για τη λειτουργία της τέχνης και του πολιτισμού στην εποχή μας, ο οποίος δεν διστάζει να ασκήσει κριτική αλλά και να κάνει προτάσεις για τη θεσμική λειτουργία των δημόσιων πολιτιστικών οργανισμών. Είναι πρόσφατες άλλωστε οι σύντομες και συμβολικές καταλήψεις κτιρίων του Εθνικού Θεάτρου (Τσίλερ και Rex).
31
05

Αννέτα Καββαδία: Η δύναμη του δρόμου

Αναμφίβολα τα κόμματα, από τη γέννησή τους και διαχρονικά, είναι φορείς διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας. Το ζήτημα είναι πώς αντιλαμβάνεσαι ως πολιτικός χώρος τη σχέση σου με τις κοινωνικές τάξεις και ομάδες που θέλεις να εκπροσωπείς και αν εξακολουθείς να πιστεύεις πως ο δρόμος είναι μέσο για την πολιτική σύγκρουση που μετατρέπει τον λαϊκό παράγοντα σε ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων. Αν εξακολουθείς να πιστεύεις πως οι κινηματικές διεργασίες διευρύνουν τα όρια του εφικτού για μια αριστερή κυβέρνηση που θέλει να βρίσκεται στο πλάι της κοινωνικής πλειοψηφίας και αν τα κινήματα και οι αγώνες, η ανασυγκρότηση του εργατικού και του νεολαιίστικου κινήματος, η αμφισβήτηση εν τέλει των κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων πολιτικών  διά της σύγκρουσης – σε συνδυασμό με την ιδεολογική ηγεμονία - αποτελούν βασικό παράγοντα για τη δεύτερη φορά Αριστερά. Έχοντας απέναντι μια σκληρή, νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση όπως αυτή της ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ανταποκριθεί στην πρόκληση: να «παντρέψει» την κυβερνητική εμπειρία με όλα όσο τον έκαναν εξαρχής να ξεχωρίσει. Να συμβάλει, στο βαθμό που του αντιστοιχεί, με τα αριστερά, ριζοσπαστικά του χαρακτηριστικά –εμπλουτισμένα πια με πολύτιμη γνώση αν και λαβωμένα από τη διαχείριση μνημονιακών πολιτικών– στην αναγέννηση του «από τα κάτω» κινήματος. Είναι εύκολος αυτός ο στόχος; Όχι. Οφείλει ωστόσο να βγει ξανά στον δρόμο. Με αυτοπεποίθηση αλλά όχι με αλαζονεία, δεκτικός στην κριτική αλλά όχι απολογητικός, με ξεκάθαρο και όχι θολό ιδεολογικό στίγμα. Θα πρέπει στο μίγμα του πολιτικού του αφηγήματος να μην κυριαρχεί ο καθωσπρεπισμός και η θεσμολαγνεία, ούτε να υποκύπτει στις εκ του πονηρού παραινέσεις περί δήθεν «σοβαρού κόμματος που δεν έχει καμιά δουλειά με τους «περιθωριακούς» του δρόμου». Η κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να λειτουργεί ως άλλοθι κινηματικής αδράνειας. Παρά τις δεδομένες δυσκολίες, έχει ιστορική υποχρέωση ως κόμμα της Αριστεράς να ενθαρρύνει, να καλύπτει και να δίνει κουράγιο στον κόσμο να κατεβαίνει στον δρόμο. Ειδικά σήμερα που ο διάχυτος φόβος και η τάση συντηρητικοποίησης της κοινωνίας μεγιστοποιεί τις πιθανότητες να παγιωθεί ως κανονικότητα στη συνείδηση των πολιτών η δυστοπική πραγματικότητα της ΝΔ, είναι χρέος της Αριστεράς να βρίσκεται δίπλα τους, στον δρόμο. Να δείχνει πως δεν ξεχνά ότι η ροή της Ιστορίας αλλάζει μέσα από τους αγώνες του λαού και της νεολαίας. Κι εκεί έξω υπάρχει μια πολύχρωμη νέα γενιά που έχει ανάγκη να δώσει το δικό της περιεχόμενο στη σχέση της με την πολιτική, Χαμένοι θα είναι μόνο όσοι δεν καταφέρουν να την ακούσουν.
31
05

Παπαλάμπραινα: Θα το κάψουμε, κυρ Στέφανε!

Αν σε κάτι έχει δίκιο ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι ο εργαζόμενος δεν είναι ισότιμος με τον εργοδότη. Με το νομοσχέδιο για τα εργασιακά ο εργαζόμενος γίνεται ανώτερος. Μπορεί πλέον να πηγαίνει στον εργοδότη του με σκληρό ύφος και να του λέει: «Άκου να σου πω. Θέλω να κάνω απλήρωτες υπερωρίες». Κι ο εργοδότης ζαρωμένος στην καρέκλα του, με φανερό το αίσθημα κατωτερότητας, να μην μπορεί να του το αρνηθεί. Ο εργαζόμενος πλέον μπορεί ανέμελος να κάνει τα 10ωρα του ωραία ωραία και κάποια στιγμή, αντί να πληρώνεται τις υπερωρίες και να ρουφάει αχόρταγα το αίμα της εργοδοσίας, να παίρνει το ρεπό του και να πηγαίνει να μαζεύει ελιές. Τι θα πει ότι μπορεί να μην έχει ελιές; Να φυτέψει! Ελαιοπαραγωγός χώρα είμαστε! Αρκετά με τους τεμπέληδες που δεν έχουν στο βιογραφικό τους μια εξειδίκευση στα ραβδιστικά μηχανήματα και θέλουν και να προσληφθούν. Αν, τέλος πάντων, δεν το έχετε με τις ελιές, αναλογιστείτε ότι θα είμαστε πλέον η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε τριήμερα στη Μύκονο ανά εργαζόμενο. Αμ, το άλλο; Κάθε εργαζόμενη μητέρα θα βρίσκει πλέον χρόνο να γυμνάζεται με personal trainer, να επισκέπτεται το tennis club, να κάνει ζωάρα. Οι μίζερες σκέψεις ότι δεν θα έχει ούτε χρήματα ούτε κουράγιο να τα κάνει όλα αυτά είναι μαρξιστικά κατάλοιπα των αριστερούληδων. Με τον νέο νόμο ο Μητσοτάκης και ο Χατζηδάκης, που ο θεός να μας κόβει πληρωμένες υπερωρίες και να τους δίνει μέρες, φέρνουν και άλλο αέρα νεωτερικότητας και εκσυχρονισμού. Τι αέρα; Σίφουνα φέρνουν που μας παίρνει και μας σηκώνει πολύ ψηλά. Πάνε πια οι αναχρονιστικές συμβάσεις. Ατομικότητα παντού. Οι ατομικές συμβάσεις είναι το sequel της ατομικής ευθύνης που έσπασε ταμεία στην πανδημία. Και γιατί αυτό; Γιατί ένας μόνος του είναι πιο δυνατός από πολλούς μαζί. Τι όχι; Να χάνουν χρόνο οι εργαζόμενοι με σωματεία και τέτοια κομμουνιστικά και να μένουν οι ελιές αμάζευτες; Τα είπαμε, μην τα ξαναλέμε... Όλοι τα ξέρουν αυτά... Και οι εργοδότες καλύτερα... Οι οποίοι θα μπορούν και με το νόμο να ελέγχουν τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Και μην αρχίσουν πάλι οι συριζιασμένοι τις γκρίνιες. Χάνει που χάνει ο κάθε εργοδότης το πάνω χέρι στη σχέση του με τον εργαζόμενό του, να μην έχει κι αυτός μια χαρά, κάτι να παίζει ο έρμος;
31
05

Κώστας Καλλωνιάτης: Είναι οι ανισότητες η αιτία της κρίσης;

Οι πολιτικές που αποσκοπούν στη μείωση της ανισότητας του εισοδήματος μέσω της φορολογίας και της ρύθμισης ή ακόμη και με την αύξηση των μισθών των εργαζομένων δεν θα έχουν σημαντικό αποτέλεσμα όσο υπάρχει τόσο υψηλό επίπεδο ανισότητας του πλούτου. Και αυτή η ανισότητα του πλούτου πηγάζει από τη συγκέντρωση των μέσων παραγωγής και χρηματοδότησης στα χέρια ελαχίστων. Όσο αυτή η δομή ιδιοκτησίας παραμένει ανέγγιχτη, οι φόροι επί του πλούτου και οι πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος επίσης δεν θα επαρκούν. Οι ανισότητες ασφαλώς χρειάζεται να μειωθούν, όπως έγινε μερικώς και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αν όμως δεν θέλουμε να επανέλθουν δριμύτερες όπως σήμερα, χρειαζόμαστε πολιτικές όχι απλής αναδιανομής αλλά μεταλλαγής των σχέσεων παραγωγής. Η κατοχή του πλούτου είναι τα εννέα δέκατα αυτού που αποτελεί την οικονομική και πολιτική εξουσία. Η τεράστια πλειοψηφία πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να κατέχει κοινωνικά αυτά που παράγει συλλογικά, έτσι ώστε να μπορεί να σχεδιάζει δημοκρατικά τον τρόπο διανομής αγαθών και υπηρεσιών βάσει των αναγκών, ενόσω θα ζει σε αρμονία με το περιβάλλον. Αυτό θα σήμαινε το τέλος της εμπορευματοποίησης του πλούτου που παράγουμε και αυτού που βρίσκεται στη φύση, όπως και το τέλος της εμπορευματοποίησης των κοινωνικών σχέσεων.
31
05

Γεράνεια Όρη: Δάκρυα και πόνος πάνω από τα καμένα

Τέσσερις ημέρες ανεβοκατέβαινε το βουνό. Άλλες με μια τσάπα στο χέρι για να σκεπάσει με χώμα όποια εστία πήγαινε να γεννηθεί. Άλλες με ένα αλυσοπρίονο για ν' απελευθερώσει τους δρόμους από τα κλαδιά και τους κορμούς των φλεγόμενων δέντρων. Ήταν ένα σκηνικό εφιαλτικό. «Ήμασταν στα 200 μέτρα απόσταση πίσω από τη φωτιά κι ενώ ο αέρας φυσούσε εμπρός στέλνοντάς την σε αντίθετη κατεύθυνση, νιώθαμε ότι ήταν δίπλα». Για τον Θέμο όμως, 35 χρόνων, που μεγάλωσε στα Γεράνεια, ήταν αυτονόητο να βρεθεί σε μια μάχη πρώτης γραμμής για τη διάσωσή τους. Εκεί δοκίμασε μικρότερος τις αντοχές του στο ποδήλατο, εκεί συνεχίζει σήμερα τις αναβάσεις με φίλους του, συμμετέχοντας ταυτόχρονα στον τοπικό σύλλογο δασοπροστασίας. «Είναι σαν να καιγόταν για σας η Πάρνηθα ή ο Υμηττός. Δεν θα πηγαίνατε να βοηθήσετε;». Κάποιος έπρεπε, βέβαια, να πάρει τηλέφωνο. Μένοντας στο Λουτράκι ήταν αδύνατον ν’ αντιληφθεί τη φωτιά στην αρχή της. Πληροφορήθηκε για την εξέλιξη αργότερα, από τοπικές ιστοσελίδες, και ξεκίνησε το γρηγορότερο. Αναρωτιέται ωστόσο «δεν θα έπρεπε ο δήμος να μας πάρει ως εθελοντές πυροσβέστες, ορειβάτες και διασώστες; Υποτίθεται ότι έχει καταρτίσει σχετικό σχέδιο προστασίας που μας περιλαμβάνει». Αργότερα θα διαπίστωνε ότι η δική του περίπτωση δεν ήταν εξαίρεση. «Δεν είχαν πάρει τηλέφωνο ούτε τον πρόεδρο της δημοτικής ύδρευσης». Εδώ όμως δεν λειτούργησε καν το 112. «Υπήρξε μια φήμη για ηλικιωμένο που δεν είχε ενημερωθεί και βρισκόταν το σπίτι του κοντά στη φωτιά. Οπότε μπήκαν στη διαδικασία κάποιοι άνθρωποι να πάνε να τον βρουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Αν είχε υπάρξει ειδοποίηση, δεν θα χρειαζόταν να κινδυνεύσουν. Ο εκπρόσωπος Τύπου της Πυροσβεστικής και ο Χαρδαλιάς είπαν ότι δεν εστάλη μήνυμα για να μην δημιουργηθεί πανικός. Μα τώρα είναι που χρειάζεται ο άλλος να πανικοβληθεί. Με την έννοια να κινητοποιηθεί και ν’ αφήσει άμεσα το σπίτι του, στην περίπτωση που κινδυνεύει». Φτάνοντας στο σημείο οι εθελοντές αντίκρισαν μια φωτιά πολύ ισχυρή, που τους έκαιγε τα πρόσωπα από εκατοντάδες μέτρα απόσταση. Με την τελευταία βροχή να πέφτει πριν δύο μήνες και τις συσσωρευμένες ποσότητες από ξεραμένες πευκοβελόνες, το έδαφος για μια πυρκαγιά αμείωτης έντασης ήταν παραπάνω από πρόσφορο. Οι εθελοντές χωρίστηκαν κατ’ ουσίαν σε δυο ομάδες. Η μία είχε επιβιβαστεί σέ φορτηγάκι με δική του μάνικα κι η άλλη, του Θέμου, ήταν πεζοπόρα. «Ρώτησα κάποια στιγμή τον διοικητή πού είχε στείλει τους άνδρες της ΕΜΑΚ, ώστε να πάω εγώ με δική μου ευθύνη σε σημείο στο βουνό που δεν υπήρχε άτομο». Το συναίσθημα απέναντι στη φωτιά υπήρξε καθηλωτικό. «Αισθάνεσαι ότι έχεις απέναντι ένα τσουνάμι. Όποια κίνηση κι αν κάνεις, είναι μάταιη. Αν δεν μπορέσεις να ελέγξεις τη φωτιά μέσα στο πρώτο μισάωρο, μετά είναι αδύνατον». Χωρίς να θέλει να κακολογήσει τους πυροσβέστες, «που χτυπούσαν 24ωρα ενώ εμείς τουλάχιστον γυρίζαμε και κοιμόμασταν στο κρεβάτι μας», υπογράμμισε ότι η τωρινή γενιά «είναι εκπαιδευμένη για ν’ αντιμετωπίζει τις φωτιές στις πολυκατοικίες, όχι για να βγαίνει στο βουνό. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται πια κάποιες τακτικές που χρησιμοποιούσαν παλιότερα οι έμπειροι δασοπυροσβέστες, οι οποίοι πλέον έχουν αποσυρθεί». Για τον ίδιο, η επιστροφή του θεσμού της δασοπροστασίας είναι επιτακτική. Σε μια τέτοια συνθήκη, οι δασικές υπηρεσίες θα ήταν ενεργές και στελεχωμένες, το έδαφος καθαρό από ξερόχορτα και πευκοβελόνες και η Πυροσβεστική αντιμέτωπη με διαχειρίσιμες καταστάσεις.