Η δική μας στρατηγική έχει στον πυρήνα της την παραδοχή ότι η εργασία αποτελεί παραγωγική δύναμη. Γιατί πιστεύουμε ακράδαντα ότι η στήριξη των μισθών, η διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων και η μείωση των ανισοτήτων είναι προαπαιτούμενα της ανάπτυξης. Γι’ αυτό θέλουμε κανόνες στην αγορά εργασίας και αυστηρό έλεγχο τήρησής τους. Γι’ αυτό μιλάμε για αποκατάσταση και κατοχύρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αύξηση του κατώτατου μισθού, αξιοποίηση και αναβάθμιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού της χώρας για τη δημιουργία καινοτομίας.
Ταυτόχρονα, αντιλαμβανόμενοι ότι η ανάγκη για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι επιτακτική, έχουμε συγκεκριμένη πρόταση για το πώς η πράσινη μετάβαση θα γίνει με δίκαιο τρόπο. Γι’ αυτό εμείς μιλάμε για την αποκέντρωση της παραγωγής στις συμμετοχικές επενδύσεις και στη διαχείριση παραγωγής ενέργειας μέσω των ενεργειακών κοινοτήτων.
Γι’ αυτό προκρίνουμε ένα μοντέλο που στηρίζει επενδύσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας κυρίως γι’ αυτούς που έχουν δυσκολία να αντεπεξέλθουν στο αντίστοιχο κόστος επένδυσης. Δηλαδή για νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Γι’ αυτό ζητάμε ενεργειακή δημοκρατία με το 50% των αδειών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας να κατανέμεται δεσμευτικά σε ενεργειακές κοινότητες, νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αγρότες.
Αντίστοιχη δικαιοσύνη πρέπει να υπάρξει και στην ψηφιακή μετάβαση. Κανένας και καμία δεν πρέπει να μείνει πίσω. Έτσι η αξιοποίηση των πόρων του ταμείου ανάκαμψης για την ψηφιακή μετάβαση πρέπει να αντιμετωπίζει το ζήτημα του ψηφιακού αποκλεισμού και να έχει στόχο την προώθηση και υλοποίηση μιας συνολικής εθνικής ψηφιακής στρατηγικής.
Με άλλα λόγια το σχέδιο για το ταμείο ανάκαμψης πρέπει να αντιμετωπίσει τις αιτίες που οδήγησαν στην κρίση. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν αντιμετωπιστούν οι κοινωνικές, αλλά και οι θεσμικές ανισότητες. Αν το βάρος δοθεί, εκτός από τον ιδιωτικό τομέα, και στον δημόσιο, στην περιφερειακή ανάπτυξη, στους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αν ενισχυθούν οι φορείς της κοινωνικής οικονομίας, τα νέα εγχειρήματα, οι συνεταιρισμοί.
Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται μια σοφή διαχείριση της γνώσης. Και η γνώση δεν βρίσκεται σε ένα αποκομμένο επιτελικό κράτος. Βρίσκεται διάσπαρτη στην κοινωνία. Γι’ αυτό είναι απαραίτητος ο δημοκρατικός προγραμματισμός, τα περιφερειακά συνέδρια, η ουσιαστική διαβούλευση. Ένα σχέδιο που καταρτίζεται εν κρύπτω, χωρίς διαβούλευση, από λίγους για τους λίγους, και δεν θα έχει τη σωστή πληροφόρηση για τα προβλήματα και δεν θα μπορεί να είναι αποτελεσματικό στην εφαρμογή. Εκτός, βέβαια, αν η ανάκαμψη για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία δεν είναι καν ένας από τους στόχους του.