Macro

23
11

Ποινικοποίηση της αλληλεγγύης

Σημειώνεται πως η κατάσταση στο ΚΥΤ της Λέσβου έχει βελτιωθεί σε σχέση με το παρελθόν, καθώς έχει μειωθεί ο πληθυσμός που στεγάζει, αλλά αρκετοί εξακολουθούν να διαμένουν σε σκηνές, δηλαδή σε ακατάλληλες συνθήκες, ιδίως για τον χειμώνα, και κάποιες φορές επικίνδυνες. Για παράδειγμα, πριν λίγες μέρες μια σκηνή άρπαξε φωτιά μετά από βραχυκύκλωμα, με αποτέλεσμα οι διαμένοντες σε αυτή να κινδυνέψουν και έπειτα για κάποιες μέρες να κοιμούνται κυριολεκτικά στο χώμα. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η μείωση του πληθυσμού οφείλεται στην παράνομη πρακτική των επαναπροωθήσεων, όπως υπογραμμίζει ο Στρατής Πάλλης: «Εδώ και δύο χρόνια, σπάνια βλέπουμε το λιμενικό να διασώζει ανθρώπους στη θάλασσα και να τους μεταφέρει στο νησί. Ο πρωθυπουργός είπε την περασμένη εβδομάδα ότι “συνεχώς σώζουμε ζωές στη θάλασσα”. Οι κάτοικοι δεν έχουμε αυτή την εικόνα. Κυρίως τους απωθούν στα τουρκικά ύδατα και ειδοποιούν τις τουρκικές αρχές να τους παραλάβουν. Ταυτόχρονα έχουν σημειωθεί και περιστατικά, που ενώ οι πρόσφυγες είχαν καταφέρει να βγουν στη στεριά στο νησί, οι ελληνικές αρχές τους επανεπιβιβάζουν στις βάρκες και να τους παρατάνε στη μέση της θάλασσας, καλώντας και πάλι τις τουρκικές αρχές». Υπάρχει δε και μια γενικότερη μείωση του προσφυγικού πληθυσμού στη χώρα, πάλι στηριζόμενη όμως σε μελανά σημεία, όπως περιγράφει ο ίδιος. Μετά τη λήψη ασύλου, το ελληνικό κράτος χορηγεί στους αναγνωρισμένους πρόσφυγες διαβατήριο και οι ίδιοι πηγαίνουν σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Εκεί επιτρέπεται να μείνουν μόνο μέχρι τρεις μήνες, αλλά λόγω της έλλειψης προγραμμάτων ένταξης, στέγασης, εργασίας κ.ο.κ στην Ελλάδα, παρότι είναι υποχρεωμένη να τα προσφέρει, οι πρόσφυγες προσφεύγουν στα εκεί δικαστήρια για τη μη επιστροφή τους στη χώρα και κατά βάση το πετυχαίνουν.
23
11

Διαχείριση περιεχομένου και λογοκρισία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης

Το Facebook διαθέτει ομολογουμένως το μεγαλύτερο και πιο εξελιγμένο σύστημα διαχείρισης περιεχομένου σε σύγκριση με άλλα ΜΚΔ (Singh, 2019). Αυτό μπορεί να εξηγηθεί κυρίως λόγω της τεράστιας δημοτικότητάς του, καθώς εξακολουθεί να είναι το πολυπληθέστερο κοινωνικό δίκτυο με 2,8 δισεκατομμύρια ενεργούς χρήστες (Statista, 2021). Είναι ακόλουθο, συνεπώς, με τόσους χρήστες στις πλατφόρμες τους, οι εταιρείες να έχουν καταφύγει σε τεχνολογικές λύσεις για την αστυνόμευση του περιεχομένου τους. Ως εκ τούτου, στηρίζονται ολοένα και περισσότερο σε αυτοματοποιημένες λύσεις αλγορίθμων Τεχνητής Νοημοσύνης (AI) και Μηχανικής Εκμάθησης (ML). Ωστόσο, αυτές οι λύσεις έχουν συχνά ολέθριες συνέπειες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν υπάρξει περιπτώσεις διακρίσεων κατά ευάλωτων ομάδων. Επιπλέον, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο κλάδος της διαχείρισης περιεχομένου αναμένεται να φθάσει τα 8,8 δισ. δολάρια το 2022, διπλασιάζοντας περίπου το συνολικό ποσό του 2020. Μιλάμε, συνεπώς, για μια παράλληλη βιομηχανία που αναπτύσσεται τάχιστα. Μάλιστα, το Facebook αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους αναθέτες συμβάσεων (outsourcers) διαχείρισης περιεχομένου. Παραδείγματος χάριν, η σύμβαση του Facebook με την πολυεθνική εταιρεία Accenture ανέρχεται σε τουλάχιστον 500 εκατ. δολάρια ετησίως, σύμφωνα με στοιχεία των NY Times (2021). Επιπρόσθετα, χάρη σε πληροφοριοδότες και σχετικές έρευνες, γνωρίζουμε πλέον ότι το Facebook διαθέτει 40.000 αξιολογητές περιεχομένου παγκοσμίως (Newton, 2021), οι οποίοι χωρίζονται σε τρεις βαθμίδες: Οι αξιολογητές της 3ης βαθμίδας κάνουν το μεγαλύτερο κομμάτι της «βρώμικης» δουλειάς, όπως το να αξιολογούν τις αναφορές των χρηστών, ενώ συνήθως απασχολούνται από εργολάβους εκτός των ΗΠΑ, όπως π.χ. η πολυεθνική εταιρεία Teleperformance στην Ελλάδα (Παπαδόπουλος, 2019). Οι συντονιστές της 2ης βαθμίδας εποπτεύουν τους συντονιστές της 3ης και είναι υπεύθυνοι για την αξιολόγηση του «περιεχομένου με προτεραιότητα», ήτοι περιπτώσεων που είτε έχουν λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις είτε που η αρχική αξιολόγηση δεν μπόρεσε να βγάλει ετυμηγορία. Τέλος, οι συντονιστές της 1ης βαθμίδας είναι αυτοί που διαμορφώνουν τις πολιτικές του Facebook και εδρεύουν στα κεντρικά του γραφεία στη Σίλικον Βάλεϊ (Klonick, 2018, σσ. 1640–41). Μολαταύτα, η πλατφόρμα δεν αποκαλύπτει πολλές πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τις αναφορές των χρηστών. Γνωρίζουμε ότι το αναφερόμενο περιεχόμενο ελέγχεται από αξιολογητές της 3ης βαθμίδας, αλλά παραμένει ασαφές το αν υπάρχουν συγκεκριμένες παραβιάσεις των όρων κοινότητας που έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων ή αν υπάρχουν τύποι περιεχομένου που περιορίζονται έως ότου υπάρξει ετυμηγορία.
22
11

Σωτήρης Βαλντέν: ΣΥΡΙΖΑ: Ας πολιτικοποιήσουμε το συνέδριο

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει ένα αντιπολιτευτικό μοντέλο, εμπνευσμένο μάλλον από το ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ. Συνίσταται στη μετωπική αντιπαράθεση με την κυβέρνηση σε όλα περίπου τα ζητήματα, με προσωπική στοχοποίηση του Μητσοτάκη και με καταφανείς υπερβολές και ένα ακραία εριστικό ύφος («κοκορομαχίες», ανταλλαγή «εξυπνακισμών»). Η τακτική αυτή –που εξάλλου βρίσκει πρόθυμη ανταπόκριση στη ΝΔ– υποβαθμίζει το επίπεδο της δημοκρατίας, συσκοτίζει τα πραγματικά ζητήματα και επενδύει στο θυμικό, ακόμη και στην ανωριμότητα των πολιτών, όχι στην κρίση τους. Πολύ αμφιβάλλω για την αποτελεσματικότητά της στη σημερινή Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, δεν αντιστοιχεί στη δική μου αντίληψη για μια σύγχρονη, ριζοσπαστική Αριστερά. Η πολιτική δεν είναι ασφαλώς επιστημονικό σεμινάριο, τα μηνύματα πρέπει να είναι τρανταχτά, η απλούστευση και κάποια υπερβολή είναι μέρος του δημοκρατικού παιχνιδιού. Όμως, πέρα από ένα σημείο, η υπερβολή γίνεται ανευθυνότητα. Επιπλέον, όταν τα πάντα καταγγέλλονται με την ίδια οξύτητα, «χάνονται» τα πραγματικά κρίσιμα ζητήματα. Δεν νομίζω πως οι περισσότεροι πολίτες ξυπνούν και κοιμούνται με την πεποίθηση πως ζούμε περίπου σε δικτατορία. Πολλοί είναι δυσαρεστημένοι ή και αγανακτισμένοι από την κατάσταση και την κυβέρνηση, αλλά οι περισσότεροι χρειάζονται επιχειρήματα και όχι κραυγές για να επιλέξουν ΣΥΡΙΖΑ.
22
11

Θόδωρος Παρασκευόπουλος: Ποιος έχει την εξουσία;

Ποιος, λοιπόν, έχει την εξουσία; Πάντως δεν την έχει κανένα κόμμα. Ούτε καν τα κόμματα που, επειδή κυβέρνησαν για δεκαετίες –στην Ελλάδα η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ– έχουν αυξημένη επιρροή στη δημόσια διοίκηση, στις δικαστικές αρχές και στα ένοπλα σώματα του κράτους. Οπωσδήποτε αυτά τα κόμματα δεν εξουσιάζουν τον Τύπο. Τα ιδιωτικά συγκροτήματα του Τύπου τα ελέγχουν οι ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι έχουν –όχι αδίκως– ταυτίσει τα συμφέροντά τους με το αστικό καθεστώς. Όπως όλα τα ισχυρά οικονομικά συγκροτήματα, ταυτίζουν ακόμα τα συμφέροντά τους με την ακύρωση της εισβολής των λαϊκών τάξεων στο πολιτικό προσκήνιο, όπως αυτή συνέβη στη διάρκεια της κρίσης στην Ελλάδα. Δεν είναι ότι οι λαϊκές τάξεις «κατέλαβαν την εξουσία». Την αποδυνάμωσαν, όμως, και απέκτησαν ερείσματα σε αυτήν. Αυτή η δυσάρεστη εισβολή απειλεί την ανάπτυξη του καπιταλισμού με τη δική του εσωτερική λογική και πρέπει να ακυρωθεί. Από τα προηγούμενα θα μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι στις σύγχρονες αστικές δημοκρατίες κανείς δεν «έχει την εξουσία». Το συμπέρασμα έχει μία ορθή πλευρά: στη σύγχρονη αστική δημοκρατία καμία στενή ομάδα ανθρώπων δεν μπορεί να μονοπωλεί την εξουσία και να επιβάλλει τα συμφέροντά της σε άλλες. Η εκμετάλλευση των μισθωτών δικαιολογείται αντικειμενικά με τις ανάγκες της υλικής αναπαραγωγής, ρυθμίζεται με τους κανόνες της δημοκρατίας και, επομένως, δεν εμφανίζεται ως εξουσία των καπιταλιστών επί των μισθωτών, αλλά ως αντικειμενικά δεδομένη τάξη πραγμάτων. Αυτή η κατάσταση διάχυσης και περιορισμού της πολιτικής εξουσίας αντιστοιχεί στην ιδιομορφία του καπιταλισμού, η οποία απαιτεί ελεύθερο οικονομικό ανταγωνισμό, σχετική ελευθερία της κίνησης των ιδεών (διαφορετικά δεν αναπτύσσεται, ας πούμε, η επιστήμη, ούτε εκδηλώνονται ελεύθερα τα διαφορετικά συμφέροντα) και συγκερασμό αντιτιθέμενων και ανταγωνιστικών συμφερόντων –προπάντων μεταξύ των μερίδων των καπιταλιστών, αλλά και μεταξύ κυρίαρχων και υπεξούσιων τάξεων. Απαιτεί επίσης, στο ιδεολογικό επίπεδο, κοσμική δικαιολόγηση του κοινωνικού και του πολιτικού καθεστώτος, αφού ο καπιταλισμός, για να επικρατήσει και να αναπαράγεται, χρειάστηκε να απελευθερώσει τους ανθρώπους από την αναγωγή της εξουσίας στη θεία χάρη ή στο αίμα.
22
11

Αννέτα Καββαδία: Στον δρόμο προς τη δυστοπία

Ας θυμηθούμε την άποψη ενός ζάπλουτου ανθρωπιστή, δωρητή της διεθνούς κοινωνίας των πολιτών, έτσι όπως τη μετέφερε, γράφοντας στην «Εποχή» (7/3/21), ο Δημήτρης Χριστόπουλος. Σε μια μεταξύ τους συνομιλία, όταν αυτός αναρωτήθηκε «έχει νόημα η βοήθεια της κοινωνίας των πολιτών στην Ελλάδα, η οποία φαίνεται πως θα καταλήξει σαν την Ουγγαρία;», και στις αιτιάσεις του Χριστόπουλου –πρόεδρου, τότε, της Διεθνούς Ομοσπονδίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου– ότι η ΝΔ υπήρξε ανέκαθεν μια σύνθεση παραδοσιακής λαϊκής δεξιάς παράταξης και φιλελεύθερου ευρωπαϊκού κεντροδεξιού κατεστημένου, ο συνομιλητής του του απάντησε: «και ο Όρμπαν κάπως έτσι ξεκίνησε: ως μια ουγγρική παραλλαγή μετάβασης στη φιλελεύθερη δημοκρατία του μεταπολιτευτικού “ανήκομεν εις τη Δύση” και στο τέλος κατέληξε σε αυτό που είναι σήμερα. Ο εκφασισμός μιας κοινωνίας δεν γίνεται με πορεία προς την πρωτεύουσα. Αυτό έγινε άπαξ. Εκφασισμός είναι η βαθμιαία μετάλλαξη των υποκειμένων προς θέσεις που κάποτε και τα ίδια θα αποστρέφονταν. Ο Όρμπαν δεν είναι Μουσολίνι. Θυμώνει αν τον πεις φασίστα». Ο διάλογος αυτός έγινε τον Οκτώβρη του 2019. Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει δώσει απτά δείγματα γραφής. Από την πανδημία μέχρι τα εργασιακά, και από την παιδεία μέχρι το προσφυγικό/μεταναστευτικό, τον αυταρχισμό και την καταστολή, δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών ως προς τις επιλογές της. Η δεξιά παράταξη, όμως, είναι αυτή που είναι. Δεν έκρυψε ποτέ τις προτεραιότητες και τους στόχους της. Δεν ξεγέλασε κανέναν. Αυτή είναι η ατζέντα της, αυτήν προωθεί. Χρέος της Αριστεράς, σύσσωμων των δημοκρατικών δυνάμεων του τόπου, είναι να προωθήσουν τη δική τους. Να ιεραρχήσουν τα θέματα αιχμής, να διαμορφώσουν ατζέντα πάνω τους και να αποτελέσουν την αντιπρόταση. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ξεκάθαρο στίγμα, σχέδιο και μέθοδο. Μακριά από επαμφοτερίζουσες συμπεριφορές που κινδυνεύουν να θολώσουν το αφήγημα.
20
11

Οι επαναπροωθήσεις ως εργαλείο ελέγχου και καταστολής των προσφυγικών ροών

Η «ηθική» των επαναπροωθήσεων είναι μία ανήθικη «ηθική» και κανένας δημοκρατικός πολίτης δεν έχει δικαίωμα να κλείνει τα μάτια και να την αρνείται. Ακόμη περισσότερο όταν το ζήτημα τίθεται ανοικτά στον δημόσιο διάλογο σε εκλεγμένους εκπροσώπους της χώρας, όπως είναι ο πρωθυπουργός. Αυτό που οφείλει η Ελλάδα, στην παγκόσμια, ευρωπαϊκή και ελληνική κοινότητα, είναι να ζητήσει δημόσια συγγνώμη και να αναληφθούν άμεσα δραστικά μέτρα για την εξάλειψη του φαινομένου, με ταυτόχρονη καταδίκη κάθε τέτοιας προσπάθειας που έρχεται στο φως της δημοσιότητας. Συμπερασματικά, παραθέτουμε μία αληθινή μαρτυρία από συνέντευξη με Σύριο πρόσφυγα 35 ετών που επαναπροωθήθηκε στις 22.8.2013 από τη Σάμο: «Περίπου στις 10 το πρωί ήμασταν κοντά στο νησί. Κάποια μέτρα μακριά από εμάς ήταν η ελληνική ακτοφυλακή και μας συνέλαβε. Ήταν ένα μεγάλο σκάφος. Ήταν περίπου δέκα αστυνομικοί στο σκάφος. Δύο από αυτούς φορούσαν μάσκες full-face. Μας είπαν να σταματήσουμε να σηκώσουμε τα χέρια μας και να μην κουνηθούμε. Φώναξαν και ένα δεύτερο σκάφος ήρθε. Ήταν ένα μικρότερο, περίπου 15 μέτρων. Στο δεύτερο το μικρότερο σκάφος, όλοι όσοι ήταν εκεί είχαν επίσης καλυμμένα τα πρόσωπά τους. Με απειλή όπλου και πυροβολισμούς στον αέρα μας ανάγκασαν να μπούμε μέσα και ξαναβρεθήκαμε στη θάλασσα»
20
11

Νίκος Φίλης: Η κυρία Σακελλαροπούλου θα πρέπει να προφυλάξει το αξίωμά της

Αυτή τη φορά η Πρόεδρος της Δημοκρατίας φέρεται να θέτει υπό την αιγίδα της συνέδριο προώθησης «επιστημονικού σχεδίου» πάνω στο οποίο σύμφωνα με ΜΜΕ «θα πατήσει η κυβέρνηση» για να αιτιολογήσει νομοθετικές πρωτοβουλίες της. Πληροφορούμαστε ότι το σχέδιο διαφημίζει, ανάμεσα σε άλλα, το «δυναμισμό» που δήθεν θα προσδώσει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, που απαγορεύεται από το Σύνταγμα. Επίσης, προτείνει την κατάργηση της δημοκρατικής διοίκησης στα ΑΕΙ, με ολική επαναφορά του νόμου Διαμαντοπούλου, που ως γνωστό, μετά τις αντιδράσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας πέρασε στα αζήτητα. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα που έδωσαν οι διοργανωτές στη δημοσιότητα: Η εκλογή των δημοκρατικών οργάνων στο δημόσιο πανεπιστήμιο έχει δήθεν «(...) αρνητικά αποτελέσματα, όπως πελατειακή ροπή, κομματική εξάρτηση (...) η παθογένεια αυτή είναι ευρέως γνωστή και δεν απαιτεί ιδιαίτερη τεκμηρίωση». Τόση η βεβαιότητα, που αναρωτιέται κανείς, προς τι η συζήτηση και τα συνέδρια; Εν κατακλείδι: είναι δικαίωμα των διοργανωτών παρόμοιων εκδηλώσεων να καλλιεργούν τις αρνητικές -κατά τη γνώμη μας- για την κοινωνία και το δημόσιο πανεπιστήμιο απόψεις τους, με όποιον τρόπο νομίζουν. Η απόπειρα όμως εμπλοκής της Προέδρου της Δημοκρατίας, προκειμένου να προσδώσει κύρος και αξιοπιστία σε αντιλήψεις καταδικασμένες από τη μεγάλη πλειοψηφία της πανεπιστημιακής κοινότητας και της κοινωνίας είναι -προφανώς- απαράδεκτη. Ο ρόλος της Προέδρου επιτάσσει να θέτει υπό την αιγίδα της την ενότητα του Έθνους και του λαού. Όχι να πέφτει στην παγίδα και να παίρνει έμμεσα θέση σε ανοιχτά ζητήματα που διχάζουν. Αναμένω ότι θα το σκεφτεί «δυο φορές» πριν επιτρέψει στην κυβέρνηση και τους συν αυτώ να πλήξουν το θεσμό που εκπροσωπεί και ότι διαθέτει τη διορατικότητα να προφυλάξει το αξίωμά της από μια ακόμη «αιγίδα-παγίδα».
20
11

Οι τεχνολογίες της επιτήρησης

Ο καπιταλισμός της επιτήρησης υπονομεύει όχι μόνο το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα αλλά και την ίδια τη δημοκρατία, ενώ παράλληλα ενισχύει τη γνωσιακή ανισότητα, αφού οι επιχειρήσεις του έχουν τα μέσα να γνωρίζουν τα πάντα για εμάς, ενώ εμείς ξέρουμε ελάχιστα για γι’ αυτές. Ευτυχώς όσο η συζήτηση συνεχίζεται, όλο πληθαίνουν οι φωνές που διεκδικούν αυστηρό δημοκρατικό έλεγχο και ένα σταθερό ηθικό πλαίσιο για τους αλγόριθμους της Τ.Ν., προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, προστασία της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης, χρήση προγραμμάτων ανοιχτού κώδικα (ώστε να υπάρχει έλεγχος) και σεβασμό στην αυτονομία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.