Θρησκεία – οικογένεια: οι σημερινές/οι των ανωτέρων τάξεων αναπαράγουν ευλαβικά τα στερεότυπα, αναπαράγοντας ταυτόχρονα την ισχύ τους. Η μεν Κεραμέως, της Παιδείας, τάζει σχολεία μεντρεσέδες, ακροφιλελεύθερα ιεροσπουδαστήρια, ανοιχτά, ταυτοχρόνως, στην «ιδιωτική πρωτοβουλία», αθύρματα μάλλον της αγοράς. Η δε Μιχαηλίδου τάζει επιδόματα στις γυναίκες που γεννούν, όχι στην ηλικία που οι ίδιες επιθυμούν αλλά σ’ αυτήν που η βιοπολιτική ορίζει ως «καταλληλότερη». Και στις δυο περιπτώσεις, η γυναίκα γίνεται σύμβολο συντήρησης: μέσα από την αναπαραγωγή της τοτεμικής, άμωμης, ασεξουαλικής Παναγιάς, εικόνα που το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως το οραματίζεται η Κεραμέως, πριμοδοτεί και υπερπροβάλλει. Μέσα, επίσης, από την αναπαραγωγή, που επιβραβεύεται χρήμασι, ως αυτοσκοπός της γυναίκας, γεγονός που καθιστά τη μητρότητα πρωταρχικό αίτιο της γυναικείας ανελευθερίας.
Οι πρακτικές του καπιταλισμού μπορεί να μην επέτρεπαν πάντα την ανάπτυξη κινημάτων για τα ατομικά δικαιώματα –φεμινισμός, ΛΟΑΤΚΙ κ.ο.κ.-, άφηναν όμως, συχνά πυκνά, παραθυράκια για διεκδικήσεις, που αφορούν την προσωπική αυτοπραγμάτωση. Ο σημερινός ακροφιλελευθερισμός τα κλειδαμπαρώνει, θεωρώντας τα επικίνδυνα: η μοντερνικότητα ανοίγει πολυποίκιλες ορέξεις, το ένα δικαίωμα φέρνει τ’ άλλο και τα δυο, ίσως, εν τέλει, την επανάσταση σε κάποια της μορφή.
Μακριά, πολύ μακριά από το ελευθεριακό πνεύμα της Σαπφώς –κι όχι Σαπφούς, γενική των αρίστων γλωσσαμυντόρων- οι κυρίες της δεξιάς επέφεραν μια πρωτοφανή οπισθοδρόμηση στη δημόσια σφαίρα. Μαζί με κάθε άλλη γυναίκα, και οι ομοϊδεάτισσες κυρίες της τάξης τους οφείλουν να αντιδράσουν. Ίσως περισσότερο αυτές, για την ολωσδιόλου ντροπιαστική εκπροσώπησή τους.