Κατέ Καζάντη

04
01

Κατέ Καζάντη: Ο Αρκάς και η ευτυχία του μισανθρωπισμού

Στον κόσμο του σκιτσογράφου Αρκά, τα πράγματα είναι, και παραμένουν, χονδροειδώς ξεκάθαρα: αγωνίστριες φεμινίστριες σαν τη Ρόζα, που τίθενται απέναντι στον υπάρχοντα κόσμο και προσπαθούν να τον αλλάξουν, καταγγέλλοντάς τον διαρκώς, είναι κάτι τύπισσες γραφικές και συνήθως βίαιες -όπως δείχνει σε άλλα σκίτσα. Είναι γυναίκες όχι μοναχά εκτός κανονικότητας, αλλά γυναίκες εξαμβλώματα, στο περιθώριο της ζωής των άλλων, που διασκεδάζουν, όταν δεν παρενοχλούν, τους “φυσιολογικούς” ανθρώπους. Η Ρόζα -από τη Λούξεμπουργκ, άραγε;-, είναι η φιγούρα μέσω της οποίας αναπαράγονται όλα τα στερεότυπα που επί δεκαετίες χρησιμοποιούνται για να λοιδορηθεί όποια αρθρώνει έναν αντισυμβατικό λόγο, όποια ενοχλείται και αντιτίθεται στη διαδικασία της διαρκούς εμπέδωσης της πατριαρχικής κουλτούρας. Για τον Αρκά, ακόμα και το συστημικό metoo, που τόσο στηρίχτηκε από την τηλοψία, είναι περίπου σαν να μην υπήρξε. Ούτε κουβέντα για τη μάτσο αρρενωπότητα, η δε μόνη κουβέντα για τις γυναικοκτονίες ήταν το φρικαλέο με την Ασημίνα και το βιβλίο “η συζυγοκτόνος”. Όπως, επίσης, ούτε κουβέντα για την πολιτική κατάσταση στη χώρα, κι ας υπήρξε λαλίστατος κατά τα προηγούμενα χρόνια. Διότι ο Αρκάς είναι ένας από τους συνεπέστερους οργανικούς διανοούμενους του συστήματος. Ξέρει πότε να σωπαίνει, ξέρει πότε και πώς να ομιλεί, πότε και πώς να χρησιμοποιεί την καλλιτεχνική και ποιητική του άδεια. Ξέρει ποιες και ποιους να αμαυρώνει, ξέρει ποιες και ποιους να αθωώνει. Και χρησιμοποιεί το πνεύμα και την οξύνοιά του για την υπεράσπιση των πολιτικών του ιδεών, αυτών της κλασικής, αλλά και της μοντέρνας, δεξιάς.
28
12

Κατέ Καζάντη: Εκκλησία της Ελλάδος: μια δράκα φανατικά αντιχριστιανική

Ας το παραδεχτούμε: η Εκκλησία της Ελλάδος δεν ακολουθεί καμία από τις βασικές χριστιανικές αρχές και οι περισσότεροι των ρασοφόρων δεν διαθέτουν κανένα από τα βασικά γνωρίσματα του χριστιανού. Συνταυτιζόμενοι με τη Δεξιά ή την ακροδεξιά του Κυρίου, συνταυτιζόμενοι εν πολλοίς με την υπερσυσσώρευση και τον χυδαίο πλούτο, συνταυτίζονται με την εκμεταλλεύτρια τάξη. Και πορεύονται κατά τα συμφέροντά της, χέρι χέρι με τους πολιτικούς της εκπροσώπους, εναντίον του αδελφού του ελάχιστου, εκείνου που ο Ναζωραίος τοποθέτησε στην καρδιά του κηρύγματός του. Κι αν όντως “ευκολώτερόν εστι κάμηλον διὰ τρυμαλιάς ραφίδος διελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν”, τούτοι δεν έχουν καμιά ελπίδα παραδείσου, αφού το βλέμμα τους είναι πάντα στραμμένο στα χρυσοποίκιλτα και στο παγκάρι. Κι αν όντως “ουκ ένι Ιουδαίος ουδὲ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδὲ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς εις έστε εν Χριστώ Ιησού”, η βροντερή απουσία της Εκκλησίας από τις δράσεις για τους πρόσφυγες, η κραυγαλέα σιωπή της για τους πνιγμένους του Αιγαίου, η κατάφωρη τοποθέτησή της στο πλευρό εθνικιστικών κύκλων, τους κάνει κύμβαλα αλαλάζοντα και όχι εκπροσώπους του ταπεινού Ιησού της Ναζαρέτ.Η δε στοχοποίηση των αλλόθρησκων, που δήθεν θα αλλοιώσουν το “γένος εκλεκτόν, έθνος άγιον”, κάνουν το “βασίλειον ιεράτευμα” να μοιάζει με μια δράκα αμαρτωλών φανατικών που μετά μανίας υπερασπίζονται την εξουσία τους και τα υλικά τους συμφέροντα. Ο εναγκαλισμός τους με την δεξιά είναι, έτσι, φυσικό επόμενο. Πέρα και μακριά από τα προτάγματα της αλληλεγγύης, της αγάπης και των κηρυγμάτων του ιστορικού, εάν υπήρξε, Ιησού, κηρύγματα ιδεολογικής αντίθεσης στον πλουτισμό, σφιχταγκαλιάζονται μ’ εκείνους που θα ‘πρεπε να τους κάνουν να βγάζουν ξανά το φραγγέλιο. Έτσι, αν ένα πρόβλημα είναι η δεικτική ανακοίνωση της ΔΙΣ εναντίον του Μόσιαλου, το άλλο, το μεγαλύτερο, είναι ο σχολιασμός της Κεραμέως. Την ώρα που η υπ. Παιδείας θεωρεί “λυπηρή” την ανάρτηση με το σκίτσο της Παναγιάς και υπερασπίζεται ανοιχτά τη ΔΙΣ, κατακυρώνει την κυριότητα της Εκκλησίας. Και επικυρώνει το ομοούσιο και αδιαίρετο του πλούτου, από όπου κι αν προέρχεται. Είναι μεγάλα τα συμφέροντα, πολλά τα λεφτά και η εξουσία ο πιο προκλητικός παράδεισος.
25
11

Κατέ Καζάντη: Είναι η Ελλάδα κοσμικό κράτος;

Το κοσμικό κράτος οφείλει να γίνεται εμπράκτως ο θεολόγος της αντιθεολογίας: στο οργανωμένο του σύστημα εκπαίδευσης, κοινώς στη δημόσια και δωρεάν παιδεία, απαγορεύει την περιώνυμη “πρωινή προσευχή” ενώ τα επονομαζόμενα “θρησκευτικά” δεν μπορεί παρά να είναι η από κούνιας συγκριτική μελέτη όλων των θρησκευμάτων. Διότι έτσι μοναχά, με διαπολιτισμική επιμονή, κατανοείται ο σεβασμός στη διαφορετικότητα, έτσι μοναχά καλλιεργείται η έννοια του αλληλέγγυου “συνάνθρωπου”, έτσι μοναχά, με διαρκή εκπαίδευση, περιορίζονται τα ξενοφοβικά αισθήματα. Στο κοσμικό κράτος, επίσης, οι ιερωμένοι δεν μπορεί να είναι δημόσιοι υπάλληλοι, ούτε να πληρώνονται απ’ τα ταμεία του. Και διότι δεν είναι όλοι οι πολίτες ένθεοι ή πιστοί ενός μόνου θρησκεύματος και διότι οφείλει να μην δείχνει την προτίμησή του σε ένα και μοναδικό δόγμα. Απαγορεύει επίσης ρητά αγιασμούς και δημόσιους όρκους, αφού, πέραν των άλλων πολιτικών αιτιών, τούτο αντιστρατεύεται επί της ουσίας τη μυστηριακή σχέση κάθε πιστού με το θεό του ενώ καταντά μια ευτελής διαρκή υπόμνηση της εξουσίας των τάχατε εκπροσώπων του θεού επί γης. Κι αν όντως κατά Μαρξ “η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεσμένου πλάσματος, η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, η ψυχή άψυχων συνθηκών”, τότε το κοσμικό κράτος οφείλει να μεταβάλλει διαρκώς προς το καλύτερο τις υλικές συνθήκες ύπαρξης όλων των καταπιεσμένων, να μεταβάλλει δηλαδή σε εγκάρδιο έναν όντως άκαρδο κόσμο. Αλλά οι απανταχού εκκλησίες, όλες μα όλες, μηχανισμοί του αυταρχικού, κοσμικού ή μη, κράτους, εκείνο που επιδιώκουν είναι η αναπαραγωγή της εξουσίας και της δύναμής τους. Προς τούτο φλερτάρουν ή και συντηρούν κάθε λογής ανορθολογισμούς, αντιεπιστημονικές δοξασίες, εθνικιστικά αφηγήματα, ρατσιστικές μυθοπλασίες κ.ο.κ., επενδύοντας στα πιο ταπεινά αισθήματα που δύναται να έχει άνθρωπος. Οι χριστιανοί της εποχής μας, επί παραδείγματι, πόρρω απέχουν από τα πρώιμα προτάγματα: σωρεύουν πλούτο και πολιτεύονται μ’ αυτόν, ως πλουτοκράτορες, απειλούν όποιον/α θεωρούν αντίπαλο/η και ηγεμονεύουν παρέα με την εκμεταλλεύτρια τάξη. Σ’ αυτούς κλίνουν το γόνυ οι επιστήμονες, μ’ αυτούς συναγελάζεται η Δεξιά του Κυρίου (έκφραση του αλήστου μνήμης αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου των λαοσυνάξεων), αυτοί διαμορφώνουν, συχνά ανεμπόδιστα, μισογυνικές συνειδήσεις (Κοζάνης Παύλος κ.λπ.). Στην αναρώτηση, λοιπόν, που ετέθη από τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Χουσεϊν Ζεϊμπέκ και βιάστηκε να απαντηθεί από τον Γ. Κατρούγκαλο, αν η Ελλάδα είναι κοσμικό κράτος, η απάντηση δεν μπορεί να είναι καταφατική. Πράγμα που φάνηκε ξεκάθαρα και από τις πολιτικές παλινωδίες της δεξιάς στους καιρούς της πανδημίας, αναφορικά με τα μέτρα και την Εκκλησία. Η ρήξη, ο διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους, παραμένει ζητούμενο. Αποτελεί μια μεγάλη ιστορική εκκρεμότητα για την οποία η Αριστερά, ως κυβέρνηση, δεν έκαμε όσα όφειλε και μπορούσε.
14
11

Κατέ Καζάντη: Οι Μωυσήδες και οι χιλιάδες θάνατοι

Ο ναζιστικός Untermensch, ο εκφυλισμένος υπάνθρωπος, εκείνος που πρέπει να μας αδειάζει τη γωνιά, τώρα δεν είναι ο Εβραίος, ο αθίγγανος ή κομμουνιστοσυμμορίτης. Είναι ο χαμένος, ο συντετριμμένος από την κυρίαρχη ιδεολογία, αυτός που αποδέχεται μαρτυρικά την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, που θεωρεί τη “τελική λύση” των συστημικών εκκαθαρίσεων της φτωχολογιάς αναπόδραστη μοίρα. Διότι, στην καπιταλιστική ολοκλήρωση, θύματα της αποδόμησης των δημόσιων συστημάτων υγείας και περίθαλψης δεν είναι, φυσικά, οι ευγενείς του Μωυσέως. Είναι όλοι εκείνοι, οι πεπλανημένοι, με ευθύνη επιστημόνων και πολιτικών, ίσως αντιεμβολιαστές, ίσως και όχι, αλλά και οι άλλοι του ορθού λόγου, των οποίων όμως η ταξική προέλευση δεν προβλέπει προνόμια “αριστείας”. Η ιδεολογία που θεωρεί τους θανάτους από κορονοϊό μια μορφή μαζικής αυτοκτονίας των πολιτών είναι εδώ, ήταν πάντα εδώ: οι υποστηρικτές της, ξεδιάντροπα, τινάζουν κάθε ευθύνη, ως κόκκο σκόνης, από τους ώμους τους. Δεν υπάρχουν ελλείμματα πολιτικής αλλά μοναχά στοχοπροσήλωση σε έναν δαρβινισμό σύμφωνα με τον οποίο θα επιβιώσουν οι “καλύτεροι”, οι “σώφρονες”, οι “δυνατοί”. Ποιος/α νοιάζεται εξάλλου για τον Untermensch; Ο πιο τρομακτικός ολοκληρωτισμός έρχεται, πάλι και πάλι, να μας θυμίσει τις σκοτεινές διασυνδέσεις του με το παρόν σύστημα. “Τέρμα, εγώ δεν μπορώ να ασχοληθώ άλλο. Κουράστηκα. Δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω το Κράτος για το θέμα. Τα έχει κάνει όλα", κατέληξε ο πολιτικός που, στην αλήστου μνήμης υπουργεία του στη Υγεία, επέβαλε το διαβόητο 5ευρω στα νοσοκομεία, έβαλε λουκέτα, πετσόκοψε κλίνες και πέταξε εκτός συστήματος όλους τους ανασφάλιστους πολίτες, οι οποίοι, εν καιρώ μνημονίων πλήθαιναν καθημερινά.
29
10

Τι ακριβώς συμβαίνει στο «κράτος των Εξαρχείων»;

Η ουσία είναι πως, μαγικώ τω τρόπω, η τάξις απεκαταστάθη. Τόσο σύντομα, που τρίβεις τα μάτια σου. Όχι πως έφυγαν οι πρεζέμποροι, ετούτοι όμως δεν θεωρήθηκαν ποτέ από το σύστημα ως το μεγάλο πρόβλημα. Οι “γνωστοί άγνωστοι”, όμως, έγιναν καπνός. Και η τηλοψία έπαψε να μεταδίδει τον καιόμενο κάδο. Και τα χημικά εξαντλήθηκαν. Και μένει να εκκρεμεί το ερώτημα πώς τα κατάφερε η δεξιά. Και πού, ακριβώς, κάτω από ποια σκέπη, διαμένουν τώρα οι νεαροί ταραξίες. Τώρα, λοιπόν, που ένα βίντεο, με μαινόμενο άνδρα των ΜΑΤ να σπάει, παντελώς αναίτια, βιτρίνα καταστήματος στα Εξάρχεια, τα άνωθεν ερωτήματα γίνονται, ξανά, επίκαιρα. Όπως επίσης και ο ρόλος των μηχανισμών καταστολής, με τις ρίζες στα πιο βαθιά σκοτάδια του αυταρχισμού, που έρχονται, ή δεν έρχονται, στην επιφάνεια αναλόγως των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Και στους οποίους μηχανισμούς οι κυβερνήσεις δεν έχουν πάντα πρόσβαση, όταν μάλιστα η ιδεολογική διαφορά είναι τέτοια που δεν το επιτρέπει. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αξίζει τον κόπο να δει κανείς/μια έναν επονομαζόμενο μπάχαλο να σπάει βιτρίνα και ευθύς αμέσως τον άνδρα των ΜΑΤ να πράττει το ίδιο. Βρείτε, εάν υπάρχουν, τις διαφορές. Ιδού μια ωραία και ενδιαφέρουσα σπαζοκεφαλιά.   
15
10

Κατέ Καζάντη: Στα βουλεβάρτα του ξεδιάντροπου βοναπαρτισμού

Η ξεδιαντροπιά πάει χέρι χέρι με τον ηγεμονισμό. Ο Λουδοβίκος Ναπολέων Βοναπάρτης, ας πούμε, ο ανιψιός του Μεγάλου Ναπολέοντα, αφού κέρδισε τις εκλογές, με την ξεδιαντροπιά του ηγεμόνα που τον διακατείχε, κατάργησε τη γαλλική δημοκρατία και στέφτηκε αυτοκράτορας (1851). Κι ενώ το αίμα των εργατών, μετά το πέρας των λεγόμενων “τριών αιματηρών ημερών”, δεν είχε καλά καλά στεγνώσει στους δρόμους των Παρισίων, αποφάσισε να φτιάξει νέα βουλεβάρτα. Τα βουλεβάρτα εκείνα θεωρήθηκαν εργαλεία διείσδυσης του κεφαλαίου σε λαϊκές περιοχές της πρωτεύουσας. Με τη δημιουργία τους καταστράφηκαν διάφορες “διαβολικές” συνομοταξίες πολιτών, όπως των βυρσοδεψών επί παραδείγματι, οι οποίες, συχνά πυκνά, χαλούσαν την αστική γαλήνη. Η αρχιτεκτονική τους και ο μνημειακός χαρακτήρας τους απηχούσε την παντοδυναμία του αυτοκράτορα και την κοινωνική και πολιτική κυριαρχία της αστικής τάξης Αλλά τα νέα βουλεβάρτα ήταν, πρωτίστως, δημόσιες επενδύσεις, σχεδιασμένες όμως για να προωθήσουν τα ιδιωτικά κέρδη. Κι επειδή, κατά Χομπσμπάουμπ, μπαίνουμε πια στη λεγόμενη “εποχή του κεφαλαίου”, ο χαρακτήρας της πόλης αλλάζει, η οποία εκπίπτει σε χώρο εμπορικών μοναχά δραστηριοτήτων, κατάσταση που αποκλείει τον λαό. Κι όπως ο Λουδοβίκος Βοναπάρτης ήταν λάτρης της τρυφής, το υπόδειγμά του ακολούθησε, μιμητικά, η κυρίαρχη αστική τάξη. Ιδεολογικοί απόγονοι της λουδοβίκειας πρακτικής υπάρχουν πολλοί, παντού στον κόσμο. Είναι αυτοί “της οικογενείας” με τα κληρονομικά δικαιώματα, οι πορφυρογέννητοι. Που αυταρχικά κι αυθάδικα θαρρούν πως ο κόσμος τους ανήκει κι οι λαοί τους χρωστάνε. Σπαταλούν χρήμα, χτίζοντας, γκρεμίζοντας και πάλι απ’ την αρχή, δίχως να δίνουν λογαριασμό. Στο δήμο της Αθήνας, ο ανιψιός, ο γιος κι ο εγγονός, ο μαστροχαλαστής, ουδόλως κόπτεται για το φιάσκο του Περιπάτου του και την κακή του φήμη. Έχει να ονειρεύεται τα βουλεβάρτα του, μετά βαΐων και πλατάνων, λησμονώντας πως έχει ο καιρός γυρίσματα.
01
10

Κατέ Καζάντη: The Bachelor, το σόου της γυναικείας κακοποίησης

Οι γυναικοκτόνοι και οι λοιποί κακοποιητές δεν φυτρώνουν παρασιτικά, ανάμεσα σε λιβάδια με τριαντάφυλλα και άλλα καλλωπιστικά φυτά. Καθορίζονται από τις συνθήκες της ύπαρξής τους και όχι μοναχά τις υλικές: καθορίζονται κυρίως από την κουλτούρα της εποχής η οποία πριμοδοτεί ή δεν πριμοδοτεί την ανισότητα των φύλων και τους επιτρέπει ή δεν τους επιτρέπει να φέρονται αυταρχικά, με βάση ένα, τρόπον τινά, κατεστημένο εθιμικό πατριαρχικό δίκαιο. Οι εκφάνσεις μιας τέτοιας κακοποιητικής κουλτούρας γίνονται παραπάνω από φανερές στην βιομηχανία του θεάματος. Η αναπαραγωγή των στερεοτυπικών ρόλων, από το χοντροκομμένο γυναίκα πρωτίστως μάνα πλένει πιάτα, άντρας κουβαλητής, μέχρι τη σεξουαλικοποίηση της γυναικείας ταυτότητας, με την αποθέωση μιας στερεοτυπικής ομορφιάς κ.ο.κ., λειτουργεί σε δυο επίπεδα: ως καταπιεστικός μηχανισμός για τα θηλυκά και ως μηχανισμός επικύρωσης της αρσενικής κυριαρχίας, ταυτόχρονα. Η φιλοσοφία του “άντρας είμαι, ό,τι θέλω κάνω” και οι γυναίκες κτήμα μου υποκρύπτεται παντού: πίσω από την κυρίαρχη θρησκεία με τον ώμο του Αδάμ, πίσω από την ιεροποίηση της μητρότητας, πίσω από την ενοχή της σεξουαλικής απόλαυσης. Υποκρύπτεται, στις σύγχρονες κοινωνίες, πίσω από τις περισσότερες, δήθεν για “λαϊκή κατανάλωση”, εκπομπές της τηλεόρασης, κι ας παραμένει ζητούμενο αν οι ινστρούχτορες της τηλοψίας γνωρίζουν τι εστί λαός. Κι επειδή συχνά αναφέρεται ο ρόλος της μάνας, άρα της γυναίκας, στην ανατροφή των κακοποιητών, λογική που μετατρέπει και πάλι το θύμα σε θύτη, απαλλάσσοντας από κάθε ενοχή τους όντως ενόχους, να κραυγάζεις με κάθε ευκαιρία τις ευθύνες των από πάνω, που κατασκευάζουν αξιακά συστήματα και ανθρωπολογικά πρότυπα, είναι χρέος. Κορωνίδα του είδους που χαϊδολογεί τα ένστικτα του κυρίαρχου “ό,τι θέλω κάνω”, το διαβόητο The Bachelor. Το οποίο, σημειωτέον, προβλήθηκε σε ένα σωρό χώρες του δυτικού κόσμου, από τις ΗΠΑ όπου και δημιουργήθηκε, μέχρι την Αυστραλία, τη Σουηδία ή τη Ρουμανία. Στην Ελλάδα προβάλλεται για δεύτερη σεζόν. Φυσικά, ουδείς θεσμός παρενέβη για την απαγόρευση της προβολής του, πουθενά. Συνεχίζει απρόσκοπτα τον κακοποιητικό του ρόλο, με τον αφέντη να διαλέγει γυναίκα από το χαρέμι κατά τις ορέξεις του. Έτσι, η αδυνατότητα του αρσενικού να κατανοήσει ότι το όχι είναι όχι, γίνεται υπόθεση ενός συγκεκριμένου πολιτισμού ο οποίος παράγει και καταναλώνει τέτοια σκουπίδια.
29
09

Κατέ Καζάντη: Όταν η Αριστερά φοβάται την Αριστερά

Η Αριστερά δεν είναι μια αναλώσιμη επινόηση. Είναι, αν όχι ένας επαναστατικός δρόμος συστημικών ανατροπών, ο μόνος τρόπος για να ξεπεραστεί το μείζον πρόβλημα του καπιταλισμού, η μεγάλη απόκλιση δηλαδή μεταξύ τής αξίας του κεφαλαίου και των μισθών. Έτσι, ακόμα κι αν οι γηραιότεροι έπεσαν στη συστημική παγίδα της απαξίωσης, οι νέοι έχουν άλλες θέσεις και προθέσεις: δίχως να σημαίνει πως έγιναν αίφνης επαναστάτες κομμουνιστές όσοι γεννήθηκαν μεταξύ των αρχών της δεκαετίας του '80 και τα μέσα της δεκαετίας του '90, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο Βρετανός δημοσιογράφος Όουεν Τζόουνς, από όσους γνωρίζουν τον Κάρολο Μαρξ, οι μισοί έχουν θετική άποψη γι’ αυτόν, σε σύγκριση με το 40% της γενιάς Χ και μόλις το 20% των baby boomers. Σύμφωνα δε με έκθεση που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούλιο από το δεξιό Ινστιτούτο Οικονομικών Υποθέσεων (ΙΕΑ), οι νεότεροι Βρετανοί πήραν μια αποφασιστική αριστερή στροφή. Σχεδόν το 80% κατηγορεί τον καπιταλισμό για τη στεγαστική κρίση, ενώ το 75% πιστεύει ότι η έκτακτη κλιματική κατάσταση είναι «συγκεκριμένα καπιταλιστικό πρόβλημα». Συνολικά το 67% θέλει να ζήσει κάτω από ένα σοσιαλιστικό οικονομικό σύστημα. Αυτοί που έζησαν και ζουν στο πετσί τους μόνο τις δύο τελευταίες κρίσεις του συστήματος -οικονομική και υγειονομική- και όχι οι, μάλλον βολεμένοι, μικρομεσοαστοί των προαστίων και εκπροσωπούν πράγματα που δεν τα φαντάζονται οι γηραιότεροι, αυτοί που με ένα κλικ αποδομούν ενίοτε τις φρικαλέες εργοδοσίες (βλέπε efood), αυτοί αποτελούν το προνομιακό κοινό των αριστερών ριζοσπαστικών κομμάτων. Όποτε, στα καθ’ ημάς: η κοινωνική ομάδα που στη ΔΕΘ είδε μεν -έστω μερικώς- τον εαυτό της στις εξαγγελίες του σ. Τσίπρα άκουσε μοναχά για την αόριστη, χωρίς πολιτικό πρόσημο “προοδευτική διακυβέρνηση”, με στρογγυλεμένες γωνίες και τον ριζοσπαστισμό να απουσιάζει. Άκουσε για την αντιφατική εντός του καπιταλισμού και αμφισβητούμενη έννοια του “αξιοκρατικού, ακομμάτιστου κράτους”, δίχως πουθενά, μα πουθενά, να αναφέρεται ο όρος Αριστερά. Άκουσε μεν ένα “κοστολογημένο”, στο πλαίσιο του συστήματος λόγο, αλλά όχι και ένα οραματικό αφήγημα που θα εμπεριέχει και τις δέουσες συγκρούσεις. Αυτοί, όμως, οι νέοι ψηφοφόροι δεν “μασάνε” και δεν οφείλουν να “μασάνε” σε τέτοιου τύπου εξαγγελίες. Έτσι, η κατά τα άλλα χρήσιμη προσέγγιση ενός κόσμου εγκλωβισμένου σε σχήματα παλαιάς κοπής -αυτό το νόημα έχει η επίκληση του “προοδευτισμού”-, όταν επιδιώκεται ετεροβαρώς, αφήνοντας στην άκρη το πιο ελπιδοφόρα ριζοσπαστικό κομμάτι της κοινωνίας, λειτουργεί αντιθετικά: δωρίζει επί της ουσίας τους νέους ψηφοφόρους σε άλλους πολιτικούς σχηματισμούς που αυτοπροβάλλονται ως “αριστερότεροι”. Και, ίσως - ίσως, δωρίζει εντέλει ακόμα μια νίκη στον κατεξοχήν αντίπαλο, τη Δεξιά. «Να αγωνιστούμε», λοιπόν, «για τις λέξεις, για τις σωστές λέξεις, από τις πιο σοφές (έννοια, διαλεκτική, αλλοτρίωση κ.λπ.) μέχρι τις πιο απλές (λαός, άνθρωπος, μάζες, ταξική πάλη)» έλεγε ο Αλτουσέρ. «Να αγωνιστούμε πάνω στις αποχρώσεις». Πάνω στις ιδέες, πάνω στις αριστερές ταυτότητες. Κυρίως επειδή, όπως έδειξε η πρόσφατη ελληνική Ιστορία, η Δεξιά δεν πέφτει με διολισθήσεις προς τα δεξιά. Αλλά με άλματα προς τ’ Αριστερά.