Συνεντεύξεις

03
11

Πάνος Λάμπρου: Αυταρχισμός, νόμος και τάξη

«Το μοναδικό που έχει μείνει στη Νέα Δημοκρατία είναι ο Νόμος και η Τάξη. Όλα τα άλλα έχουν καταρρεύσει. Όλα όσα έλεγε και υποστήριζε, μεταρρυθμίσεις κ.λπ., έχουν καταρρεύσει, το μόνο που της έχει μείνει στα χέρια και δείχνει μια απίστευτη συνέπεια είναι ο αυταρχισμός. Δεν νομίζω ότι τους νοιάζει αν χάνονται ανθρώπινες ζωές, αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να εφαρμόσουν μια πολιτική που στην κορωνίδα της προσπάθειάς τους θα έχει τον αυταρχισμό, το Νόμο και την Τάξη. Η αστυνομοκρατία ξαναγυρνά στην Ελλάδα όπως τα παλιά κακά χρόνια».
02
11

Πιέρ Πάολο Παζολίνι: Ο καταναλωτισμός είναι φασισμός χειρότερος από τον κλασικό

Θεωρώ τον καταναλωτισμό φασισμό χειρότερο από τον κλασικό, επειδή ο κληρικαλικός φασισμός στην πραγματικότητα δεν μεταμόρφωσε τους Ιταλούς, δεν πέρασε μέσα τους. Ήταν ολοκληρωτισμός αλλά όχι ολοκληρωτικός. Θα σας δώσω μόνο ένα παράδειγμα: ο φασισμός προσπάθησε, επί είκοσι χρόνια που ήταν στην εξουσία, να εξαλείψει τις διαλέκτους και δεν το κατόρθωσε. Εν αντιθέσει ο καταναλωτισμός, που διατείνεται ότι θέλει να προστατέψει τις διαλέκτους, τις καταστρέφει. (...) Η Ιταλία πέρασε γοργά από την συνθήκη της υπανάπτυκτης χώρας σε εκείνη της αναπτυγμένης· και όλο αυτό συνέβη σε μια περίοδο πέντε, έξι ή επτά χρόνων. Είναι σαν να παίρνεις τα μέλη μιας φτωχής οικογένειας και να τα μεταβάλλεις σε εκατομμυριούχους. Θα έχαναν την ταυτότητά τους. Οι Ιταλοί αυτή την στιγμή έχουν απολέσει την ταυτότητά τους. Εν αντιθέσει όλες οι άλλες χώρες, είτε είναι ήδη αναπτυγμένες –ανάπτυξη που συντελέστηκε σταδιακά, τουλάχιστον κατά τους δύο τελευταίους αιώνες–, είτε βρίσκονται σε προαναπτυξιακό στάδιο, όπως αυτές του Τρίτου Κόσμου.
30
10

Λάμπρος Μπαλτσιώτης: «Το ελληνικό κράτος αδιαφορεί διαχρονικά για τους Ρομά»

Πράγματι, υπάρχουν ομάδες που παρουσιάζουν ιδιαίτερη παραβατικότητα, όχι όμως συλλήβδην βαριά εγκληματικότητα όπως παρουσιάζεται συνήθως. Και νομίζω ότι η ευθεία αντιστοίχιση της παραβατικότητας με την –ακραία πολλές φορές– φτώχεια είναι προβληματική. Προφανώς είναι σημαντικό, αλλά δεν είναι μόνο αυτό και δεν εξηγεί τα πάντα και όλες τις περιπτώσεις. Το ζήτημα είναι να εμπεδωθεί στις ομάδες αυτές μια αίσθηση ότι η καλυτέρευση της ζωής τους είναι δυνατή. Και οι πολιτικές της Ελλάδας έχουν αποτύχει, δείτε τι λέει η Ε.Ε. για την ποιότητα και τα αποτελέσματα των παρεμβάσεων, μηδέν. Για παράδειγμα, για να εμπεδωθεί μια νοοτροπία παρακολούθησης του σχολείου, πρέπει να οδηγεί κάπου, σε μια καλύτερη δουλειά. Αυτό ισχύει καθολικά: Κοιτάξτε πού υπάρχει η μεγαλύτερη σχολική διαρροή στη χώρα, σε πλούσιες τουριστικές περιοχές. Η απασχόληση λοιπόν θεωρείται σήμερα μείζονος σημασίας πολιτική απέναντι στις αποκλεισμένες ομάδες Ρομά. Πάει μαζί με την εκπαίδευση. Και βέβαια σε ένα άλλο μοντέλο πολιτικής, π.χ. εκπαιδευτικής, δεν μπορείς να αποκλείσεις και την “επιβολή”. Νομίζω ότι δύσκολα θα κατηγορούσαμε σήμερα το ελληνικό κράτος γιατί μέχρι και τον Μεσοπόλεμο σε μερικές περιπτώσεις έστελνε τους χωροφύλακες για να υποχρεώσει τα παιδιά να πάνε στο σχολείο, ειδικά τα κορίτσια, ενάντια στη θέληση των γονιών τους.
26
10

Μαρία Κανελλοπούλου: «Να μιλήσουμε για την αλληλοστήριξη των γυναικών»

Δυστυχώς, οι τέχνες και ο πολιτισμός δεν ήταν ποτέ στην προτεραιότητα καμιάς κυβέρνησης. Λυπάμαι που το λέω. Ο πολιτισμός εξαντλείται στη φράση: «Ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας μας». Αυτό δεν υποστηρίζεται με κανένα τρόπο. Δεν μπορείς να μιλάς για πολιτισμό όταν έχεις τους ανθρώπους του πεινασμένους στην κυριολεξία και χωρίς καμία αίσθηση φροντίδας από το κράτος. Έχουμε τη χειρότερη υπουργό Πολιτισμού που είχαμε ποτέ. Βλέπετε, είμαι μεγάλη πια και μπορώ να θυμηθώ πολλούς υπουργούς Πολιτισμού. Εξαιρέσεις ήταν μόνο η Μελίνα Μερκούρη και ο Θάνος Μικρούτσικος. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν καλλιτέχνες. Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχουν νομοσχέδια από την εποχή της Μελίνας, που έχουν ισχύ και αντοχή μέχρι σήμερα. Πρέπει να αγαπάς πολύ και επί της ουσίας και τον πολιτισμό και τους καλλιτέχνες. Να μην τους υποτιμάς, να μην τους διασύρεις, να μην τους χρησιμοποιείς, μόνο να τους σέβεσαι.
26
10

Έντσο Τραβέρσο: Δεν υπάρχει μέλλον χωρίς την επεξεργασία του παρελθόντος

Μέχρι στιγμής, θα έλεγα ότι η Ακροδεξιά δεν έχει ωφεληθεί από την κρίση. Η Ακροδεξιά στην εξουσία, για παράδειγμα στη Βραζιλία, αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες, ενώ το ίδιο συνέβη με τον Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και η Ακροδεξιά στην αντιπολίτευση δεν εκμεταλλεύτηκε τις κρίσεις, ήταν πολύ περιθωριοποιημένη. Στην Ιταλία, στην οποία υπάρχει μια ισχυρή Ακροδεξιά που στην αρχή της κρίσης ήταν ηγεμονική, ο Σαλβίνι της Λέγκα του Βορά, εξαφανίστηκε μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η επιρροή του συνεχίζει να μειώνεται. Η κρίση ως παγκόσμιο φαινόμενο ριζώνει την συνειδητοποίηση ότι δεν είναι δυνατό να βγούμε από αυτήν μέσω εθνικών λύσεων, αλλά μόνο σε παγκόσμια κλίμακα. Πολλοί ψηφοφόροι του Σαλβίνι χειροκρότησαν τους κουβανούς, κινέζους και αλβανούς γιατρούς που ήρθαν στην Ιταλία για να βοηθήσουν στα νοσοκομεία. Ήταν μια λαϊκή αντίδραση, προοδευτική και υγιής. Ο ξενοφοβικός λόγος της Ακροδεξιάς δεν κατάφερε να επικρατήσει. Δεν λέω ότι αυτό είναι ένα παγιωμένο εύρημα. Μπορεί σε έξι μήνες, με την εμβάθυνση της κρίσης, η Ακροδεξιά να αναδυθεί πάλι με έναν πολύ έντονο ξενοφοβικό λόγο. Όμως, αυτό δεν συμβαίνει τώρα. Για παράδειγμα, στην Γαλλία τους τελευταίους μήνες η Λεπέν εμβάθυνε την ιδεολογική και πολιτιστική της αλλαγή εισάγοντας μια οικολογική συνιστώσα στο λόγο της. Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το προφίλ των ακροδεξιών ψηφοφόρων είναι το πιο αντιοικολογικό που μπορεί να φανταστεί κανείς. Λοιπόν, αυτή η αλλαγή δείχνει κάτι. Αν αναλύσουμε τη μεγάλη διάρκεια εμφάνισης της νέας ριζοσπαστικής Δεξιάς, την οποία ονομάζω μεταφασιστική, πιστεύω ότι η ρίζα αυτού του φαινομένου είναι ο νεοφιλελευθερισμός και η αδυναμία της Αριστεράς να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές ανισότητες που αυτός δημιουργεί. Συν το γεγονός ότι η Αριστερά συνόδευσε την εγκαθίδρυση του νεοφιλελευθερισμού, ενώ η Ακροδεξιά οικοδομήθηκε ως αντιπολιτευτική δύναμη. Ο καπιταλισμός μπορεί να συνυπάρχει με οποιοδήποτε πολιτικό καθεστώς, είτε με τη Λεπέν, είτε με τον Τραμπ, είτε με το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα. Τα φορολογικά δώρα του Τραμπ στις μεγάλες τράπεζες και τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις ήταν τόσο μεγάλα που αυτές συνέχιζαν να τον στηρίζουν. Το μεγάλο κεφάλαιο, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, οι νεοφιλελεύθερες ελίτ δεν ταυτίζονται με την Ακροδεξιά, αλλά την αποδέχονται ως μια απολύτως αποδεκτή λύση. Στην εποχή του Μεσοπολέμου υπήρχαν εθνικιστικές αστικές τάξεις και ένα αντιφασιστικό εργατικό κίνημα. Σήμερα υπάρχουν κοσμοπολίτικες νεοφιλελεύθερες ελίτ και λαϊκά στρώματα που παρασύρονται από τον εθνικιστικό λόγο. Η επιλογή των ελίτ δεν είναι η Ακροδεξιά. Με αυτή την έννοια, επιστρέφουμε στα χρόνια του Μεσοπολέμου όπου, εκτός της Ιταλίας, η επιλογή των κυρίαρχων ελίτ δεν ήταν o φασισμός. Μόνο μετά το 1930 οι βιομηχανικές και οικονομικές ελίτ υποστήριξαν τον φασισμό. Με άλλα λόγια, η κατάσταση εξελίσσεται και είναι πολύ νωρίς για να προβλέψουμε ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα της κρίσης.
26
10

Φανή Κουντούρη: «Πάνω στην καθημερινότητα μπορεί να σκοντάψει το επιτελικό κράτος»

Προφανώς δεν μπορεί να είναι μοναδικός στόχος μιας αξιωματικής αντιπολίτευσης τα ζητήματα της καθημερινότητας. Χρειάζεται συνολικότερος και ισχυρότερος προγραμματικός στόχος. Η καθημερινότητα δεν είναι μια κατηγορία νέα στον πολιτικό ανταγωνισμό. Στις εκλογές του 2004, ο Κ. Καραμανλής ανέδειξε την καθημερινότητα του πολίτη σε μείζον διακύβευμα μαζί με την Επανίδρυση του Κράτους. Στη διάρκεια του 2000 η κύρια αντιπολιτευτική γραμμή της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ήταν τα ζητήματα διαφθοράς και καθημερινότητας μέσα στο πλαίσιο ενός συγκλίνοντος δικομματισμού όπου υπήρχε συναίνεση των κομμάτων εξουσίας ως προς τα μείζονα πολιτικά διακυβεύματα. Η ανάδειξη της κατηγορίας «Καθημερινότητα του πολίτη» σε βασικό διακύβευμα του πολιτικού ανταγωνισμού έγινε σε ένα πλαίσιο ενός μοντέλου διακυβέρνησης που πρότασσε την αποτελεσματική διαχείριση όχι μόνο των μεγάλων και κρίσιμων αλλά και των μικρών και καθημερινών προβλημάτων. Πρόκειται για μια κατηγορία που, πρώτον, επιβάλλεται αυτόνομα, δεύτερον, προβάλλεται πολύ από τα μίντια και, τρίτον, αναδεικνύει –μαζί με τα ζητήματα ηθικής και διαφθοράς– τις συγκλίσεις του πολιτικού ανταγωνισμού και των μίντια. Τη δεκαετία του 1990 και του 2000 αναπτύχθηκε η ιδέα της «διαιρεμένης δημοκρατίας» ή της «δημοκρατίας διπλής ταχύτητας». Αναπτύχθηκε η ιδέα ότι σε μία δημοκρατία έχουμε μια κατεύθυνση ζητημάτων προσωπικών, που αφορούν την ηθική και τις καθημερινές συνθήκες ζωής, τα οποία μπορούν να κινητοποιήσουν τους πολίτες, και από την άλλη έχουμε τα μεγάλα ζητήματα, π.χ. εξωτερικής πολιτικής, που πολλές φορές φαίνονται θολά και πάνω στα οποία δύσκολα υπάρχουν κινητοποιήσεις. Τονιζόταν ότι τα μικρά και καθημερινά είναι τελικά ζητήματα τα οποία μπορούν να επικρατήσουν στη δημόσια ατζέντα και να δημιουργήσουν ρήγματα. Αν, λοιπόν, πάμε σε μια λογική κανονικοποίησης και δεν έχουμε εκρηκτικά μείγματα γεγονότων όπως συμβαίνει τα τελευταία δώδεκα χρόνια που ζούμε σε ένα ηφαίστειο γεγονότων, μπορεί να δούμε την επάνοδο τέτοιων ζητημάτων. Ωστόσο, παραμένει ανοιχτό το ζήτημα και έχει πολύ ενδιαφέρον πώς θα πλαισιωθούν αυτά τα ζητήματα σήμερα: για παράδειγμα οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες και τα προβλήματα που αυτές δημιουργούν μπορεί να εγγραφούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κλιματικής κρίσης ή η ακρίβεια να εγγραφεί σε ένα πλαίσιο ενεργειακής κρίσης. Υπάρχει θέλω να πω σήμερα η μεγάλη εικόνα, της διεθνοποίησης των προβλημάτων, που επιβάλλει νέους όρους συζήτησης στον πολιτικό ανταγωνισμό, σε σχέση με τη δεκαετία του 2000.
25
10

Νίκος Βούτσης: Συνέδριο ελπίδας και νίκης, με προωθητικές συνθέσεις για το πολιτικό σχέδιο του κόμματος

Έχουμε ευθύνη να εργαστούμε ώστε το προσεχές συνέδριο συνέχειας και τομής του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία να αποτελέσει σταθμό για τη δημοκρατική λειτουργία, τη διεύρυνση και την κοινωνική γείωση του κόμματος. Να είναι συνέδριο ελπίδας και νίκης, με προωθητικές συνθέσεις για το πολιτικό σχέδιο και τη φυσιογνωμία του κόμματος. Είναι αναγκαίος ο συλλογικός αναστοχασμός για το τι αφήνουμε και το τι κρατάμε στις θέσεις, τις δεσμεύσεις μας προς την κοινωνία, ιδιαίτερα όμως είναι επιτακτική ανάγκη να αναμετρηθούμε με τις προκλήσεις στον σύγχρονο κόσμο μετά την πανδημία και στο πεδίο των πολλαπλών ανισοτήτων που δημιουργούν οι επάλληλες κρίσεις. Ανοιχτοί ορίζοντες, λοιπόν, στη σκέψη μας και στις θέσεις μας, ώστε το κόμμα να γίνει ελκτικό στη νεολαία, στις ζωντανές δημιουργικές δυνάμεις του τόπου και στα κοινωνικά στρώματα που εξωθούνται στο περιθώριο από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Επιμένω στην προτεραιότητα για τον στόχο της ριζοσπαστικοποίησης της κοινωνίας μας, όχι διά της επαγγελίας της «ανάθεσης», αλλά κυρίως με την ενθάρρυνση να αναπτυχθούν παρεμβάσεις, να δυναμώσει η πολιτική συμμετοχή, να πάρουν την τύχη στα χέρια τους οι πολίτες, να πιστέψουν και να εγκρίνουν εκλογικά όταν φτάσει η ώρα ένα σύγχρονο αριστερό κόμμα - ραχοκοκαλιά της ευρύτερης προοδευτικής δημοκρατικής παράταξης και εγγύηση για μια προοδευτική διακυβέρνηση με προγραμματικές συνεργασίες.
23
10

Βίνσεντ Μόσκο: Τις έξυπνες πόλεις τις κάνουν οι άνθρωποι και όχι η τεχνολογία

Τον πρώτο αιώνα μ.Χ. ο Ρωμαίος συγγραφέας, Πλίνιος ο πρεσβύτερος, έγραψε ότι “η ελπίδα είναι ο πυλώνας που συγκρατεί τον κόσμο”. Σήμερα ο πυλώνας πέφτει. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για απαισιοδοξία στον κόσμο, καθώς, όπως φαίνεται, οι θρυλικοί “τέσσερις καβαλάρηδες της αποκάλυψης” σαρώνουν για να οδηγήσουν τον κόσμο στην καταστροφή. Οι σημερινοί καβαλάρηδες περιλαμβάνουν την κλιματική αλλαγή, τις παγκόσμιες πανδημίες, τον πυρηνικό πόλεμο και την εμβάθυνση της κοινωνικής ανισότητας. Οι ψηφιακές τεχνολογίες εμπλέκονται σε όλα αυτά και ακόμη και αν αποφεύγαμε τις καταστροφικές ανατροπές, θα αντιμετωπίζαμε την προοπτική να ζήσουμε στον κόσμο του κατασκοπευτικού καπιταλισμού, όπου η οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των εταιρειών να παρακολουθούν κάθε μας κίνηση και να πουλάνε δεδομένα σχετικά με εμάς στους διαφημιζόμενους. Είναι επίσης ένας κόσμος όπου οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να εμβαθύνουν τον έλεγχο τους μέσω της συνεχούς παρακολούθησης πολιτών. Το μέλλον δεν φαίνεται λαμπρό. Παρόλα αυτά, μετά από πενήντα χρόνια εργασίας σε αυτόν τον τομέα, συνεχίζω να αντλώ έμπνευση από μεγάλους πνευματικούς ακτιβιστές, όπως ο Αντόνιο Γκράμσι, ο οποίος παρά τις δύο δεκαετίες που ήταν πολιτικός κρατούμενος υπό τον Μπενίτο Μουσολίνι διατήρησε, όπως την αποκαλούσε, την “απαισιοδοξία του πνεύματος, αισιοδοξία της θέλησης”. Για τον Γκράμσι “η πρόκληση της νεωτερικότητας είναι να ζεις χωρίς ψευδαισθήσεις και χωρίς να απογοητεύεσαι”. Αυτή η ικανότητα να διατηρήσουμε μία αισιόδοξη θέληση και να ζήσουμε χωρίς να απογοητευόμαστε, είναι το κεντρικό σημείο για να σφυρηλατήσουμε την αντίσταση που θα χρειαστεί για τη δημιουργία μίας πραγματικά δημοκρατικής κοινωνίας, όπου ανεξάρτητα από το επίπεδο της τεχνολογικής ανάπτυξης, θα είναι δυνατόν οι άνθρωποι να ζουν με ελευθερία και ισότητα.
23
10

Αλέξης Ηρακλείδης: «Η θέση περί “απειλητικής Τουρκίας” είναι μια κατασκευή με διάφορες σκοπιμότητες»

Η ουσία βρίσκεται όχι στο ότι η Τουρκία είναι προκλητική -που είναι και θα συνεχίσει να είναι- αλλά στο ότι η θέση περί «απειλητικής Τουρκίας» είναι μια κατασκευή, ένα ελληνικό αφήγημα με διάφορες σκοπιμότητες. Το ερώτημα είναι όταν η ελληνική εξωτερική πολιτική ακολουθεί το δόγμα «σέρνουμε τα πόδια και δεν θέλουμε λύση» του Α. Παπανδρέου (πλην της εποχής Νταβός) και του Π. Μολυβιάτη (λύση στις ελληνικές καλένδες), προκειμένου να μείνει η κατάσταση ως έχει, γιατί το κάνει, τι φοβάται; Φοβάται ότι για να επιλυθεί η διένεξη του Αιγαίου, η Ελλάδα θα πρέπει να υποχωρήσει εκεί που είναι λάθος, όπως σε σχέση με τον εθνικό εναέριο χώρο (10 μίλια αντί 6 που έπρεπε να είναι). Καμία κυβέρνηση -και πάντως όχι μια κυβέρνηση της ΝΔ- δεν μπορεί (αυτό είναι το σκεπτικό Μολυβιάτη) να έχει το πολιτικό κόστος να αναγκαστεί να κάνει υποχωρήσεις στο Αιγαίο και ας κάνει υποχωρήσεις και η Τουρκία. Υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος που πολλοί Έλληνες δεν θέλουν την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών: πρόκειται για τη ανάγκη οι Τούρκοι να είναι απροσάρμοστοι, «βάρβαροι». Αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος που δεν επιλύονται οι διαφορές, η ανάγκη των περισσότερων Ελλήνων να αντιπαθούν ή να μισούν τους Τούρκους ως «βάρβαρους», ανάγκη σχεδόν υπαρξιακή που έχει σχέση και με την κύρια αιτιολογία της Ελληνικής Επανάστασης.
22
10

ΠΑΣΟΚ και αριστερά: Μια συζήτηση σαράντα χρόνια μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 1981

Γολέμης: Ισχυρίζομαι ότι στη γιγάντωση του ΠΑΣΟΚ συνέβαλε και η Αριστερά. Ειδικότερα ως προς το ΚΚΕ εσωτερικού, η αδικαιολόγητη μεγάλη χρονική παράταση μετά τη μεταπολίτευση της, σωστής στη δικτατορία, γραμμής της εθνικής, αντιδικτατορικής ενότητας (ΕΑΔΕ), το απομάκρυνε από τον λαϊκό, αντιδεξιό ριζοσπαστισμό, τον οποίο καρπώθηκε το ΠΑΣΟΚ και εν μέρει το ΚΚΕ. Γενικά η Αριστερά ήταν αμήχανη απέναντι σ’ αυτό το νέο δυναμικό κόμμα που εμφανιζόταν ως ένα πατριωτικό, αντιδεξιό, και αντιιμπεριαλιστικό «σοσιαλιστικό κίνημα», επιδίωκε την απαλλαγή της χώρας από την «εξάρτηση», και μια ριζική αλλαγή της ελληνικής κοινωνίας προς όφελος των «μη προνομιούχων» (μιας διαταξικής κατηγορίας στην οποία κυρίαρχο ρόλο είχαν τα μεσαία στρώματα). Πάντως, τουλάχιστον μέχρι το 1981, τόσο το ΚΚΕ εσωτερικού όσο και το ΚΚΕ δεν επιθυμούσαν τη σύγκρουση με το ΠΑΣΟΚ. Στο ΚΚΕ εσωτερικού ένας μέρος της ηγεσίας φλέρταρε με την ιδέα ότι αυτό ως ένα «ιδιότυπο» σοσιαλιστικό κόμμα θα μπορούσε να είναι μια συμμαχική δύναμη στο πλαίσιο του «δημοκρατικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό», σε αντίθεση με τις κλαδικές οργανώσεις του κόμματος ΚΚΕ, κυρίως στο δημόσιο και τις τράπεζες, που είχαν μεγάλη αντιπαλότητα με το συνδικαλιστικό ΠΑΣΟΚ, την ΠΑΣΚΕ, ιδιαίτερα μετά το 1981. Σχετικά θετική ήταν και στάση του ΚΚΕ απέναντι σ’ αυτό το «μικροαστικό» κόμμα με το οποίο επιδίωκε μια λαϊκομετωπική συμμαχία κατά της Δεξιάς, δεδομένης και της κοινής τους θέσης κατά της ΕΟΚ και του ΝΑΤΟ. Σ’ αυτό το γενικό κλίμα, εξαίρεση στον χώρο της ανανεωτικής κομμουνιστικής και ευρύτερης Αριστεράς αποτέλεσε η θέση του Άγγελου Ελεφάντη και της ομάδας του περιοδικού Ο Πολίτης, που θεωρούσαν το ΠΑΣΟΚ προσωποπαγές λαϊκιστικό κόμμα το οποίο δεν είχε καμιά σχέση με τον σοσιαλισμό, και πρότειναν την ιδεολογική και πολιτική σύγκρουση μαζί του. Αντιπαλότητα προς το ΠΑΣΟΚ εκείνη την περίοδο, προ του 1981, είχε μια ενδογενή δυσκολία άρα και περιορισμούς. Το γενικό φρόνημα ήταν να φύγει η Δεξιά και επομένως το μέχρι πού θα πας την κριτική σου ήταν δύσκολο. Όταν, μάλιστα, ντε φάκτο αυτό έπειθε ότι το μπορεί και όχι η Αριστερά.