Συνεντεύξεις

Μαρία Καραμεσίνη: «Πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη, αλλά οι γυναίκες βρισκόμαστε παντού και διεκδικούμε τα πάντα»

Με αφορμή την 8η Μάρτη είναι ευκαιρία να μιλήσουμε για τις γυναίκες και τον τομέα της εργασίας. Ξεκινώντας από το μισθολογικό, τι δείχνουν τα τελευταία στοιχεία; Έχει γεφυρωθεί καθόλου η διαφορά που διαχρονικά υπάρχει μεταξύ μισθών ανδρών και γυναικών;

Το 2018, το μισθολογικό χάσμα φύλου, δηλαδή η διαφορά του μέσου γυναικείου από το μέσο ανδρικό μισθό, ήταν στην Ελλάδα 10,4%, αρκετά χαμηλότερο από το μέσο όρο της ΕΕ, που ήταν 14,4%. Αυτό, όμως, οφείλεται στην πολύ περιορισμένη συμμετοχή των γυναικών με χαμηλό και μεσαίο εκπαιδευτικό επίπεδο στην αμειβόμενη εργασία στη χώρα μας, που βρίσκεται ως προς αυτό το θέμα στην τελευταία θέση στην ΕΕ. Αν οι γυναίκες χαμηλού και μεσαίου εκπαιδευτικού επιπέδου έβρισκαν μαζικά αμειβόμενη εργασία, θα εντάσσονταν σε χαμηλόμισθες εργασίες, ο μέσος γυναικείος μισθός θα μειωνόταν και θα αυξανόταν το μισθολογικό χάσμα. Επίσης, δεν χρειάζεται να επαναπαυόμαστε, δεδομένου ότι στον ιδιωτικό τομέα το μισθολογικό χάσμα είναι 17,2% έναντι 7,7% στον δημόσιο τομέα. Το πεδίο διεκδικήσεων είναι ανοιχτό στην εργασία τόσο για το δικαίωμα στην εργασία, όσο και για το δικαίωμα στην ίση αμοιβή. Στην κρίση του 2008 και στα μνημονιακά χρόνια το μισθολογικό χάσμα φύλου στην Ελλάδα σημείωσε σημαντική πτώση. Αυτό οφείλεται σε δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι χάθηκαν πάρα πολλές καλά αμειβόμενες ανδρικές θέσεις σε ανδροκρατούμενους κλάδους, όπως η μεταποίηση και οι κατασκευές, ωθώντας το μέσο ανδρικό μισθό προς τα κάτω, ενώ οι απώλειες στις γυναίκες ήταν κυρίως σε χαμηλόμισθες θέσεις, με μικρότερη επίδραση στο μέσο γυναικείο μισθό. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι υψηλόμισθοι εργαζόμενοι, στους οποίους πλειοψηφούν οι άνδρες, είχαν αναλογικά μεγαλύτερες μειώσεις μισθού σε σχέση με τους χαμηλόμισθους, στους οποίους υπεραντιπροσωπεύονται οι γυναίκες.

Η εργασία/ανεργία των γυναικών πώς επηρεάστηκε από την πανδημία και τις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν, όπως η τηλεργασία;

Η πανδημία έπληξε περισσότερο τη γυναικεία από την ανδρική απασχόληση, τουλάχιστον από το ξεκίνημα του πρώτου κύματος μέχρι περίπου το τέλος του τρίτου κύματος, πέρσι το Πάσχα. Το διάστημα αυτό, η γυναικεία απασχόληση μειώθηκε περισσότερο από την ανδρική. Ωστόσο, με το άνοιγμα της οικονομίας και την ανάκαμψη του τουρισμού, το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2021 η γυναικεία απασχόληση παρουσίασε πολύ ισχυρότερη ανάκαμψη απ’ ό,τι η ανδρική, ανακτώντας και υπερκαλύπτοντας μέσα σε μισό χρόνο τις απώλειες της προηγούμενης περιόδου. Δεν έχουμε ακόμα στοιχεία για την απασχόληση κατά φύλο το τέταρτο τρίμηνο του 2021 και τους πρώτους μήνες του 2022, που αναζωπυρώθηκε η πανδημία και η οικονομική δραστηριότητα περιορίστηκε ξανά, μπαίνοντας επιπλέον στη δίνη της ενεργειακής κρίσης. Η τηλεργασία για τις γυναίκες αποτελεί τη «μεγάλη επιστροφή» στην εργασία στο σπίτι και από το σπίτι. Σε όλα τα κύματα της πανδημίας έθεσε σε μεγάλη δοκιμασία τις εργαζόμενες γυναίκες, που είχαν ταυτόχρονα να φροντίσουν μικρά παιδιά και να βοηθήσουν τα μεγαλύτερα με τα μαθήματα και την τηλεκπαίδευση. Τα ίδια, όμως, και χειρότερα πέρασαν οι εργαζόμενες γυναίκες στους ανοιχτούς εργασιακούς χώρους και τα επαγγέλματα πρώτης γραμμής. Πάντως, η τηλεργασία ήρθε για να μείνει και μετά την πανδημία. Ενώ μπορεί να φαίνεται ότι επιτρέπει στους εργαζόμενους να εξοικονομήσουν χρόνο μετακίνησης ή να ανταπεξέλθουν ευκολότερα σε οικογενειακές υποχρεώσεις, από την άλλη αποτελεί μεγάλη παγίδα κοινωνικής απομόνωσης για τις γυναίκες, που αγωνίστηκαν μέσω της αμειβόμενης εργασίας να βγουν από το σπίτι και να ενταχθούν στον δημόσιο χώρο. Αποτελεί παγίδα ατέλειωτων ωρών εργασίας, μονότονης καθημερινότητας, εξατομίκευσης. Γι’ αυτό, η αυστηρή ρύθμιση της τηλεργασίας, το δικαίωμα στην αποσύνδεση και το δικαίωμα επιλογής στον νόμο και στην πράξη αφορά τις γυναίκες κατά προτεραιότητα.

Σήμερα βλέπουμε αλλαγές στον επαγγελματικό προσανατολισμό γυναικών και ανδρών ή παραμένουν το ίδιο ισχυρά τα έμφυλα στερεότυπα όσον αφορά κάποιους τομείς εργασίας, πχ στα επαγγέλματα φροντίδας να απασχολούνται κατά πλειοψηφία γυναίκες, και τι συμπεράσματα βγάζουμε απ’ αυτά τα στοιχεία για την απελευθέρωση από τους έμφυλους ρόλους;

Σήμερα παρατηρούνται και τα δύο φαινόμενα. Και υπερσυγκέντρωση των γυναικών στα επαγγέλματα φροντίδας υπό την ευρεία έννοια (εκπαίδευση, υγεία, προσωπική φροντίδα, καθαριότητα) που είναι γυναικοκρατούμενα, αλλά και βαθμιαία απελευθέρωση των γυναικών από τα έμφυλα στερεότυπα, με τη συνεχή πρόοδο που σημειώνουν σε ανδροκρατούμενα επαγγέλματα κύρους (μηχανικοί, μαθηματικοί, πληροφορικάριοι, οικονομολόγοι κλπ), στα οποία ακόμα συναντούν ισχυρές αντιστάσεις εισόδου και αποδοχής. Ωστόσο, να μην ξεχνάμε ότι ενώ οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν σήμερα το 43% του συνόλου των εργαζομένων, αποτελούν το 53% των απασχολούμενων στα επιστημονικά επαγγέλματα και το 52% των εργαζόμενων στα τεχνικά επαγγέλματα. Δεν είναι πλέον μόνο πωλήτριες, ταμίες, λαντζέρισσες, μαγείρισσες, σερβιτόρες, καθαρίστριες, προσωπικές φροντίστριες ή ιδιωτικές υπάλληλοι μέσης ειδίκευσης. Οι γυναίκες υπολειπόμαστε μεν ακόμα σε ορισμένα επαγγέλματα, πρέπει να γίνουν πολλά, αλλά βρισκόμαστε παντού και διεκδικούμε τα πάντα.

Διαχρονικό ζητούμενο για τις γυναίκες στον τομέα της εργασίας είναι και η δυνατότητα ανέλιξής τους σε πιο υψηλές θέσεις, αλλά και σεβασμού τους (από άποψη κύρους και όχι μόνο μη παρενόχλησής τους), ανεξαρτήτως πόστου, στον εργασιακό χώρο. Διαπιστώνεται κάποια βελτίωση σ΄ αυτό το ζήτημα;

Η δυνατότητα ανέλιξης σε υψηλότερες θέσεις είναι πολύ δύσκολη, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Τα διευθυντικά πόστα είναι ανδρικό προνόμιο. Το 70% των διευθυντικών στελεχών και των επί κεφαλής επιχειρήσεων είναι άνδρες. Αυτοί κατέχουν ακόμα την οικονομική εξουσία, τον έλεγχο του χρήματος, τις πιο υψηλόμισθες θέσεις εργασίας. Η άνοδος στην ιεραρχία είναι ευκολότερη στον δημόσιο τομέα. Ωστόσο, δεν υπάρχει γυναίκα που να μην έχει αντιμετωπίσει στον εργασιακό της βίο σεξουαλική παρενόχληση ή υποτίμηση της αξίας της λόγω του φύλου της. Όλες οι γυναίκες το έχουν νιώσει, όλες το νιώθουμε στο πετσί μας, ότι πρέπει να αποδείξουμε τα αυτονόητα, πόσο άξιες είμαστε και πόσο πρέπει οι άνδρες να σέβονται τη δουλειά και την αξιοπρέπειά μας και πόσο πρέπει να αναγνωρίζεται κοινωνικά και από τους ιεραρχικά ανώτερους η εργασία μας, η προσφορά μας, η αξία μας. Όσον αφορά τη σεξουαλική παρενόχληση/κακοποίηση στους χώρους εργασίας, δεν υπάρχουν διαχρονικά στοιχεία για να μπορούμε να αποφανθούμε για την εξέλιξη του φαινομένου, αλλά οι αποκαλύψεις μέσα από το ελληνικό κίνημα MeToo αποδεικνύουν ότι σε όποιους τομείς/κλάδους υπάρχει μεγαλύτερη εργοδοτική ή ιεραρχική αυθαιρεσία, όπου δεν υπάρχει συνδικαλισμός και τα εργασιακά δικαιώματα δεν κατοχυρώνονται και όπου η επαγγελματική εξέλιξη δεν υπόκειται σε κανόνες, αλλά σε προσεταιρισμό των ανωτέρων και επικρατεί ευνοιοκρατία, ο σεξισμός ανθεί και συνδέεται με την έμφυλη βία, την κακοποίηση και την παρενόχληση. Δεν αρκεί η νομοθεσία, όπως η πρόσφατη κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 190. Χρειάζεται πλέγμα μέτρων για να υπάρχει ολοκληρωμένο σύστημα καταπολέμησης της έμφυλης βίας εντός των εργασιακών χώρων και συγκεκριμένων κλάδων. Για την καταπολέμηση μιας κοινωνικής μάστιγας που παρέμενε μέχρι πρόσφατα αόρατη.

Ένα δύσκολο κομμάτι για τις εργαζόμενες γυναίκες είναι η μητρότητα. Τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί το πρότυπο της γυναίκας υπερηρωίδας που (πρέπει να) κάνει τα πάντα και (επιβάλλεται να) αποδίδει σε όλα τέλεια. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολιτικές στήριξης των εργαζόμενων μητέρων και τι πρέπει να γίνει ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος τα μέτρα αυτά να λειτουργήσουν ανασταλτικά στην επαγγελματική εξέλιξή τους, πχ λόγω αδειών ή μειωμένου ωραρίου να μην είναι δυνατή η προαγωγή τους;

Στην Ελλάδα έχουν γίνει πολλές βελτιώσεις στο σύστημα αδειών τις τελευταίες δεκαετίες ως προς τη φροντίδα και ανατροφή των παιδιών, αλλά το σύστημα παραμένει κατακερματισμένο και δεν ευνοεί την ανάληψη της φροντίδας από τους άνδρες. Η αύξηση των ημερών της άδειας πατρότητας, ως αποτέλεσμα της οδηγίας της ΕΕ είναι κάτι σημαντικό, αλλά το ζητούμενο είναι οι άνδρες να μοιραστούν όλες τις ευθύνες φροντίδας και ανατροφής. Αν συνεχίσει η φροντίδα να είναι γυναικεία υπόθεση, τότε θα συνεχιστούν οι διακρίσεις κατά των γυναικών και στις προσλήψεις στον ιδιωτικό τομέα και στις προαγωγές. Δεν μπορεί να υπάρξει πλήρης ισότητα στην αμειβόμενη εργασία χωρίς ισότητα στη μη αμειβόμενη εργασία.

Οι νέες γυναίκες διεκδικούν οργανωμένα τα δικαιώματά τους στην εργασία σήμερα; Συμμετέχουν στο συνδικαλιστικό πεδίο και πόσο σημαντικό κρίνετε το σκέλος αυτό για την επίτευξη της έμφυλης ισότητας στην εργασία;

Ο συνδικαλισμός είναι σε δραματική υποχώρηση στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία, συνεχίζει να δέχεται πλήγματα με τις αλλεπάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης της ΝΔ και η αναγέννησή του είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ. Αλλά ακόμα και όταν ήταν στις δόξες του, τα γυναικεία στελέχη ήταν σαν τη μύγα μέσα στο γάλα. Υπήρχε τραγική υποεκπροσώπηση των γυναικών στα συνδικαλιστικά όργανα, από τα πρωτοβάθμια σωματεία μέχρι τα ενδιάμεσα και ανώτατα όργανα: ομοσπονδίες, εργατικά κέντρα, ΓΣΕΕ. Υπήρξε μια αναλαμπή στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με τη Γραμματεία Γυναικών ΓΣΕΕ, που άφησε τα αποτυπώματά της στις Εθνικές Γενικές Συλλογικές Συμβάσεις του 1993 και του 1994. Έκτοτε διαπραγματεύονται άνδρες για θέματα αδειών φροντίδας κλπ, αλλά αν υπήρχαν περισσότερες γυναίκες στην ηγεσία των συνδικάτων η κατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων των γυναικών στον ιδιωτικό τομέα θα ήταν απείρως καλύτερη. Δύσκολο έως ακατόρθωτο μέσα στον οδοστρωτήρα των μνημονίων, αλλά οπωσδήποτε απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη της έμφυλης ισότητας στην εργασία στο μέλλον.

Ποια θεωρείτε πως είναι τα σημαντικότερα επίδικα αυτή τη στιγμή, που πρέπει να αποτελέσουν πεδίο διεκδίκησης των γυναικών για τα εργασιακά τους; 

Η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι κομβικής σημασίας, γιατί αφορά περισσότερο τις γυναίκες που αποτελούν την πλειοψηφία των χαμηλόμισθων εργαζόμενων της χώρας, όπως επίσης και η καταπολέμηση της αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας για τον ίδιο ακριβώς λόγο, την υπεραντιπροσώπευση των γυναικών. Η εφαρμογή της διεθνούς σύμβασης εργασίας για τη σεξουαλική παρενόχληση που κινδυνεύει να μείνει στα χαρτιά. Προγράμματα απασχόλησης για γυναίκες με χαμηλό και μεσαίο εκπαιδευτικό επίπεδο και ενίσχυση του συστήματος φροντίδας ηλικιωμένων και αναπήρων που παραμένει υπανάπτυκτο και επιβαρύνει τις γυναίκες με τεράστιες ευθύνες και απλήρωτη εργασία φροντίδας.

Τζέλα Αλιπράντη

Πηγή: Η Εποχή