Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Θα ήθελα να επισημάνω ότι η πρώτη φορά διεθνοποίησης των αγώνων, από την πλευρά της «επίσημης» Αριστεράς –στην οποία συμπεριλαμβάνω το ΚΚΕ εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά και την ΑΚΟΑ– γίνεται μέσω της Επιτροπής εναντίον της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992 – 1993. Ως προς τον Συνασπισμό, το βασικό είναι να θυμηθούμε σε ποια στιγμή αποφασίζεται η συμμετοχή του στο διεθνές κίνημα. Εμείς, το Κοκκινοπράσινο Δίκτυο του ΣΥΝ, είχαμε ήδη έναν διεθνιστικό προσανατολισμό και είχαμε συναντηθεί και στο κινηματικό επίπεδο και σε επίπεδο πολιτικών διεργασιών με το Δίκτυο και άλλες συλλογικότητες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Η στιγμή, όμως, που μας δόθηκε «χώρος» στο κόμμα ήταν μετά την εκλογική αποτυχία του Συνασπισμού το 1993, όταν έμεινε εκτός Βουλής. Τότε έγινε η συζήτηση στα όργανα για το πώς το κόμμα θα αποκτούσε μια ταυτότητα διακριτή από τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά και πώς αυτή η ταυτότητα θα μπορούσε να εδραιωθεί μέσα από την κοινωνική και κινηματική δράση. Μάλιστα, δεν μας δόθηκε απλώς ελευθερία κινήσεων, αλλά το εγχείρημα στηρίχθηκε και από το επίσημο πολιτικό προσωπικό του Συνασπισμού, με πρώτο τον Νίκο Κωνσταντόπουλο. Για να είμαι δίκαιος, η αριστερή στροφή δεν θα είχε συντελεστεί χωρίς τη συνδρομή του Αριστερού Ρεύματος, των συνδικαλιστών και κυρίως της Νεολαίας ΣΥΝ –να θυμίσω ότι ο Αλέξης Τσίπρας, ο τότε γραμματέας της, ήταν μαζί μας στον καταπέλτη του πλοίου στην Ανκόνα. Η συμμετοχή στο κίνημα ήταν, λοιπόν, τρόπος ύπαρξης του Συνασπισμού μέσα σε ένα περιβάλλον που τον πέταγε έξω από το πολιτικό σκηνικό και τις κοινωνικές διεργασίες. Ταυτόχρονα, ήταν και ο τρόπος αναζήτησης μιας ταυτότητας διαφορετικής από αυτήν που είχε μέχρι τότε. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, η ταυτότητα του Συνασπισμού έγινε πράγματι πιο ριζοσπαστική, το κόμμα ανέπτυξε σχέσεις με οργανώσεις και εκτός της επίσημης πολιτικής σκακιέρας, ενώ ταυτόχρονα, ή μάλλον λίγο αργότερα, δημιουργήθηκε το χάσμα με την Ανανεωτική Πτέρυγα γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους. (...)
Το Φόρουμ ήταν η μήτρα του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να είχε προηγηθεί ο Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης, αλλά αυτή ήταν μια περιφερειακή προσπάθεια. Χωρίς το Φόρουμ, η ενότητα της Αριστεράς θα ήταν μια ευχή, που θα έπρεπε μάλιστα να αντιμετωπίσει τις ισχυρές αντιδράσεις, μεταξύ άλλων και της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού. Το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ συνέβαλε, επίσης, καθοριστικά στη διαμόρφωση της αντίληψης ότι τα κόμματα δεν είναι πρωτοπορίες, δεν είναι αυτά που καθοδηγούν τα κινήματα, αλλά είναι συνομιλητές τους –δύσκολη κατάκτηση αυτή από την πλευρά της ιστορικής Αριστεράς, όπου επικρατούσε η άποψη ότι τα κινήματα παίρνουν τις πολιτικές εντολές από το κόμμα. Και ως πρακτική, λοιπόν, και ως μετατόπιση πεποιθήσεων και ιδεών, το Φόρουμ ήταν ο δοκιμαστικός σωλήνας που γονιμοποίησε πολλά πράγματα μέσα στην Αριστερά.