Συνεντεύξεις

21
07

Ναυπηγεία Σκαραμαγκά: Στους ιδιώτες, φτηνά και χωρίς εργαζόμενους!

Δανάη Χουτζούμη | Όταν μιλάμε για το μέλλον του ναυπηγείου, γενικότερα της ναυπηγικής βιομηχανίας, καλό είναι να αναλογιστούμε το εξής: Συμφέρον για ποιον; Για το δημόσιο; Για τους εργαζόμενους; Ή τους επενδυτές; Μέχρι σήμερα, με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των ιδιωτικοποιήσεων και την κατοχή των ναυπηγείων από ιδιώτες επενδυτές, κερδισμένοι βγήκαν μόνο αυτοί. Καρπώθηκαν δισεκατομμύρια, δεν παρέδωσαν το ανάλογο έργο, άφησαν χρέη προς τους εργαζόμενους. Δεν είναι ανεκτό από τους εργαζόμενους, μπροστά σε αυτή την πανηγυρική προπαγάνδα της κυβέρνησης, να είναι οι μόνοι χαμένοι. Δεν θα χάσουμε μόνο τη δουλειά μας, αλλά και αποζημιώσεις, πάνω από 180 εκ. ευρώ, δεδουλευμένων. Μας οφείλονται με δικαστικές αποφάσεις. Το ναυπηγείο θα μπορούσε να είναι παράδειγμα καινοτομίας. Η χώρα μας ως νησιωτική και ναυτική, διαθέτει πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας, αντιμετωπίζοντας τον ανταγωνισμό και μπορεί να απασχολεί χιλιάδες εργαζόμενους.
20
07

Η κληρονομιά της Γένοβας

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Θα ήθελα να επισημάνω ότι η πρώτη φορά διεθνοποίησης των αγώνων, από την πλευρά της «επίσημης» Αριστεράς –στην οποία συμπεριλαμβάνω το ΚΚΕ εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά και την ΑΚΟΑ– γίνεται μέσω της Επιτροπής εναντίον της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992 – 1993. Ως προς τον Συνασπισμό, το βασικό είναι να θυμηθούμε σε ποια στιγμή αποφασίζεται η συμμετοχή του στο διεθνές κίνημα. Εμείς, το Κοκκινοπράσινο Δίκτυο του ΣΥΝ, είχαμε ήδη έναν διεθνιστικό προσανατολισμό και είχαμε συναντηθεί και στο κινηματικό επίπεδο και σε επίπεδο πολιτικών διεργασιών με το Δίκτυο και άλλες συλλογικότητες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Η στιγμή, όμως, που μας δόθηκε «χώρος» στο κόμμα ήταν μετά την εκλογική αποτυχία του Συνασπισμού το 1993, όταν έμεινε εκτός Βουλής. Τότε έγινε η συζήτηση στα όργανα για το πώς το κόμμα θα αποκτούσε μια ταυτότητα διακριτή από τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά και πώς αυτή η ταυτότητα θα μπορούσε να εδραιωθεί μέσα από την κοινωνική και κινηματική δράση. Μάλιστα, δεν μας δόθηκε απλώς ελευθερία κινήσεων, αλλά το εγχείρημα στηρίχθηκε και από το επίσημο πολιτικό προσωπικό του Συνασπισμού, με πρώτο τον Νίκο Κωνσταντόπουλο. Για να είμαι δίκαιος, η αριστερή στροφή δεν θα είχε συντελεστεί χωρίς τη συνδρομή του Αριστερού Ρεύματος, των συνδικαλιστών και κυρίως της Νεολαίας ΣΥΝ –να θυμίσω ότι ο Αλέξης Τσίπρας, ο τότε γραμματέας της, ήταν μαζί μας στον καταπέλτη του πλοίου στην Ανκόνα. Η συμμετοχή στο κίνημα ήταν, λοιπόν, τρόπος ύπαρξης του Συνασπισμού μέσα σε ένα περιβάλλον που τον πέταγε έξω από το πολιτικό σκηνικό και τις κοινωνικές διεργασίες. Ταυτόχρονα, ήταν και ο τρόπος αναζήτησης μιας ταυτότητας διαφορετικής από αυτήν που είχε μέχρι τότε. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, η ταυτότητα του Συνασπισμού έγινε πράγματι πιο ριζοσπαστική, το κόμμα ανέπτυξε σχέσεις με οργανώσεις και εκτός της επίσημης πολιτικής σκακιέρας, ενώ ταυτόχρονα, ή μάλλον λίγο αργότερα, δημιουργήθηκε το χάσμα με την Ανανεωτική Πτέρυγα γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους. (...) Το Φόρουμ ήταν η μήτρα του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να είχε προηγηθεί ο Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης, αλλά αυτή ήταν μια περιφερειακή προσπάθεια. Χωρίς το Φόρουμ, η ενότητα της Αριστεράς θα ήταν μια ευχή, που θα έπρεπε μάλιστα να αντιμετωπίσει τις ισχυρές αντιδράσεις, μεταξύ άλλων και της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού. Το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ συνέβαλε, επίσης, καθοριστικά στη διαμόρφωση της αντίληψης ότι τα κόμματα δεν είναι πρωτοπορίες, δεν είναι αυτά που καθοδηγούν τα κινήματα, αλλά είναι συνομιλητές τους –δύσκολη κατάκτηση αυτή από την πλευρά της ιστορικής Αριστεράς, όπου επικρατούσε η άποψη ότι τα κινήματα παίρνουν τις πολιτικές εντολές από το κόμμα. Και ως πρακτική, λοιπόν, και ως μετατόπιση πεποιθήσεων και ιδεών, το Φόρουμ ήταν ο δοκιμαστικός σωλήνας που γονιμοποίησε πολλά πράγματα μέσα στην Αριστερά.
09
07

Δημήτρης Χριστόπουλος: «Η κυβέρνηση επιχειρεί να εδραιώσει την πολιτική και ιδεολογική της ηγεμονία»

Η διάρρηξη της κοινωνικής αλληλεγγύης δεν είναι παράπλευρη απώλεια αλλά πολιτικός στόχος. Σε μια κοινωνία όπου το 92% θέλει να εμβολιαστεί κι εσύ μέχρι πρότινος δεν πρόκαμες, τώρα κάνεις τον σερίφη των εμβολίων. Αστεία πράγματα... Θα μπορούσε όλο αυτό να γίνει πολύ πιο ήρεμα κι ανθρώπινα. Μπορείς να κυβερνάς με επιβολή και με συναίνεση. Η επιβολή ωστόσο δεν είναι απλώς ένας τύπος διακυβέρνησης, έχει πολιτικό περιεχόμενο. Και αυτό αρέσει στο συντηρητικό ακροατήριο, στο οποίο απευθύνεται η ΝΔ και θέλει να χαλυβδώσει τις σχέσεις αντιπροσώπευσης που θεωρεί ότι έχουν διαρρηχθεί λόγω της διαβόητης ιδεολογικής ηγεμονίας της Αριστεράς. (...) Ο πρωθυπουργός όσο και η αρμόδια υπουργός έχουν μια βαθιά αποστροφή για το δημόσιο πανεπιστήμιο. Αυτό δεν κρύβεται. Δεν ξέρουν το ελληνικό πανεπιστήμιο γιατί οι γονείς τους τους στείλανε σε έξοχα πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Γαλλίας, δεν θέλουν να το μάθουν, κι είναι πεισμένοι ότι πρόκειται για άντρο μετριότητας κι ακολασίας.   Αυτή η έλλειψη συναίσθησης όμως δεν θα τους βγει σε καλό. Κανέναν κυβερνήτη δεν βοηθά να μη ξέρει το λαό του. Το βλέπω να έρχεται το φθινόπωρο: θα είναι δύσκολη η διαχείριση της έντασης που έχουν εκ του περισσού δημιουργήσει στο πανεπιστήμιο. Αυτό το αναγνωρίζουν κι οι γειωμένοι δεξιοί της κυβέρνησης που φάγαν τα νιάτα τους σε αυτό.  Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά μπαίνει ολισθηρά.
08
07

Ανδρέας Ξανθός: Πρέπει να απαλλαγούμε από την επικίνδυνη και τοξική διακυβέρνηση Μητσοτάκη

«Για να διασφαλίσουμε τη συνοχή και την αξιοπρέπεια της κοινωνίας, αλλά κυρίως για να υπάρξει παρακαταθήκη από την πανδημία και τη διαχείρισή της με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, πρέπει να πείσουμε διαχέοντας την αλήθεια στην κοινωνία για το διαφορετικό πολιτικό σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ και την προοπτική προοδευτικής διακυβέρνησης.        Για να αντιμετωπιστεί ο ζόφος αυτής της περιόδου, η διαρκώς αυξανόμενη ανασφάλεια των ανθρώπων για την επιβίωσή τους, την υγεία τους, το εισόδημα και την εργασία τους, χρειάζεται πολιτική ανατροπή. Πρέπει με συγκεκριμένο τρόπο, με πειθώ πολιτική, με εξωστρέφεια, με ανοιχτές εκδηλώσεις, με συζητήσεις και με περιοδείες να αντιμετωπίσουμε αυτό το μούδιασμα της κοινωνίας και να απαλλαγούμε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.  Για να το πετύχουμε χρειάζονται επίσης συγκεκριμένες πρωτοβουλίες  και προς τα άλλα κόμματα της ευρύτερης προοδευτικής αντιπολίτευσης, όπου υπάρχουν κοινές προσεγγίσεις. Για παράδειγμα, τώρα που τίθεται η συζήτηση για ιδιωτικοποιήσεις στο ΕΣΥ, για συγχωνεύσεις  νοσοκομείων, πρέπει να υπάρξει ένα σθεναρό κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο το οποίο θα αντιστρατεύται αυτή την πολιτική. Το Μέτωπο αυτό θα λέει: Κάτω τα χέρια από το ΕΣΥ που κράτησε όρθια την κοινωνία. Κάτω τα χέρια από το ΕΣΥ που παρά τις αντιξοότητες και τα διαχρονικά προβλήματα απέδειξε την αξία του στα δύσκολα.  Είναι σαφές ότι για να υπάρξει πολιτικό σχέδιο ενδυνάμωσης του ΕΣΥ, πρέπει να υπάρχει προγραμματική, ιδεολογική, κοσμοθεωρητική και αξιακή ταύτιση με αυτή τη δυνατότητα. Αποδείχθηκε ότι το νεοφιλελεύθερο συντηρητικό σχέδιο, δεν θέλει να ενισχύσει το ΕΣΥ. Ούτε μπορεί να το κάνει με το στανιό και με την πίεση των εξελίξεων, αλλά ούτε με ταλαντεύσεις και με μισό μάτι μόλις περάσει η οξεία φάση, να επαναφέρει στο προσκήνιο τη λογική των περικοπών, των συγχωνεύσεων και της δημιουργίας ζωτικού χώρου σε ιδιώτες επενδυτές και σε ασφαλιστικές εταιρείες».   
07
07

Μερόπη Τζούφη: «Η ΝΔ εχθρεύεται τη δημοκρατική κουλτούρα που επικρατεί στα σχολεία»

Μετά από δύο χρόνια πανδημίας, κλειστών σχολείων και τηλεκπαίδευσης, ο πρωθυπουργός και η υπουργός Παιδείας έσπευσαν να ξεδιπλώσουν το «όραμά» τους για το δημόσιο σχολείο. Στη «φιέστα» που διοργάνωσαν δεν υπήρχε χώρος για αυτοκριτική αναφορικά με τις σοβαρές κυβερνητικές ανεπάρκειες στην Εκπαίδευση κατά την περίοδο της Covid-19 ούτε σχέδιο για την υγειονομικά ασφαλή λειτουργία των σχολείων τον Σεπτέμβριο. Επίσης καμία συζήτηση δεν έγινε για το φλέγον ζήτημα των μόνιμων διορισμών στην Εκπαίδευση, για την αναγκαία κάλυψη των μαθησιακών κενών και την ψυχοκοινωνική υποστήριξη των μαθητών. Παραγνωρίζοντας όλα τα κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει η εκπαίδευση στη χώρα μας, η Ν.Δ. συνεχίζει να κοιτάζει μέσα από τον νεοφιλελεύθερο παραμορφωτικό φακό της. Δεν ενδιαφέρεται για τη βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης. Εχθρεύεται τη δημοκρατική κουλτούρα που επικρατεί στα σχολεία από την αρχή της Μεταπολίτευσης μέχρι και σήμερα. Και γι' αυτό προσπαθεί να εγκαθιδρύσει τον ανταγωνισμό, την ένταση και τον φόβο εις βάρος της συλλογικότητας και της συνεργατικότητας. Πράγματι, το αφήγημα της Ν.Δ. για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δεν είναι κάτι νέο και καινοτόμο. Θυμίζω πως την ατομική αξιολόγηση τη βίωσαν οι εκπαιδευτικοί στο πρόσφατο παρελθόν, όταν βρέθηκαν στη διαθεσιμότητα το 2013 με υπογραφή Μητσοτάκη. Ούτε είναι μια «εθνική» ιδιαιτερότητα.  Όλες οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις ανά τον κόσμο προχώρησαν σε παρόμοιες ρυθμίσεις. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αγγλία της Θάτσερ, όταν τη δεκαετία του 1980 εισήγαγε την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και την αυτονομία των σχολικών μονάδων. Η πολιτική της ήταν καταστροφική, καθώς διόγκωσε τις εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανισότητες εις βάρος των μαθητών και των οικογενειών που προέρχονταν από τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα.
05
07

Aνδρέας Ξανθός: «Χρειάζεται στρατηγικού χαρακτήρα αντιπαράθεση»

«Η δωροκάρτα για τους νέους αποτελεί ένα προβληματικό μέτρο και μάλιστα χωρίς να έχει προηγηθεί σοβαρή παρέμβαση σε άλλους κρίσιμους "θύλακες μη εμβολιασμού" όπως είναι οι άνω των 80 ετών πολίτες, το 30% των οποίων δεν έχει εμβολιαστεί. Εδώ εντοπίζεται η μεγάλη απόκλιση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Γιατί και πώς θα αντιμετωπιστεί; Είναι μόνο η δυσκολία μετακίνησης, για την οποία φέρει μεγάλη ευθύνη η κυβέρνηση που καθυστέρησε τον κατ’ οίκον εμβολιασμό και τώρα νομοθετεί να τον κάνουν οι ιδιώτες και όχι οι δημόσιες δομές;», διερωτάται ο Α. Ξανθός. Εφόσον δεν προκύπτει τεκμηριωμένα ότι οι νέοι αποτελούν «θύλακα μη εμβολιασμού», προς τι η δωροκάρτα; «Είναι προφανές ότι αποτελεί ένα πολιτικό μέτρο "προσεταιρισμού" των νέων, που ευτελίζει μια πράξη κοινωνικής αλληλεγγύης και εκούσιας συμβολής σε μια προσπάθεια συλλογικής προστασίας. Υπάρχει όμως και μία ακόμα σημαντική πτυχή: το "freedom pass" χορηγείται με την πρώτη δόση και όχι με την ολοκλήρωση του εμβολιασμού, πράγμα απαράδεκτο και υγειονομικά επικίνδυνο», απαντά ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση προχωρά σε μέτρα κοινωνικά, πολιτικά και υγειονομικά επικίνδυνα φανερώνει «το πολιτικό άγχος της κυβέρνησης να μην ξεφουσκώσει το εμβολιαστικό εγχείρημα, γιατί πάνω σ’ αυτό επιχειρεί να στήσει ένα αφήγημα επιτυχίας. Εάν εξαντληθούν οι πρόθυμοι να εμβολιαστούν, το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμένων θα αποδειχθεί εύθραυστο έναντι των νέων μεταλλάξεων, θα πάμε σε 4ο κύμα και θα επιστρέψουν ξανά τα περιοριστικά μέτρα. Μας προβληματίζει το γεγονός ότι πριν λίγες μέρες η κυβέρνηση πέρασε νόμο από τη Βουλή, σύμφωνα με τον οποίο ο Υπουργός Υγείας μπορεί να παρακάμψει την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών (απαιτείται η "γνώμη" και όχι η “σύμφωνη γνώμη” της) για να αποφασίσει ποιος είναι ο ενδεδειγμένος αριθμός δόσεων για τον πλήρη εμβολιασμό του πληθυσμού.» Όλα στο βωμό της αποφυγής του πολιτικού κόστους που προκύπτει από τη διαχείριση της πανδημίας, λοιπόν. Με αυτήν τη συντηρητική και νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση «η Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ χρειάζεται να κάνει στρατηγικού χαρακτήρα αντιπαράθεση και σύγκρουση. Παρότι ισχύει, δεν έχει αποτέλεσμα να εγκαλούμε απλώς την κυβέρνηση για διαχειριστική ανεπάρκεια, για ιδιοτέλεια ή πελατειακή λογική. Στα θέματα υγείας, η διαχωριστική γραμμή είναι η επένδυση ή όχι στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, η μείωση ή όχι των ανισοτήτων. Η κυβέρνηση έχει τη λογική "να περάσει η μπόρα", αντιμετωπίζει την κρίση σαν μια παρένθεση αναγκαστικού "κρατισμού". Επειδή ακριβώς δεν πιστεύει στο ισχυρό ΕΣΥ, στο Κοινωνικό Κράτος και στη ρύθμιση της αγοράς, γι’ αυτό δεν θέλει και δεν μπορεί να "θωρακίσει" το ΕΣΥ, να προστατέψει τη Δημόσια Υγεία και την κοινωνία», καταλήγει ο Ανδρέας Ξανθός.
01
07

Σοφία Βιδάλη: «Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά αποδομεί όλα τα στερεότυπα της ελληνικής κοινωνίας»

Γενικά υπάρχει μια βιασύνη επίδειξης «έργου» στον τομέα της εγκληματικότητας και μια προσπάθεια αυστηροποίησης των ποινικών νόμων, της διαχείρισης των κρατουμένων κ.ο.κ. Αυτό είναι το ιδεολογικό υπόβαθρο και οι θέσεις της παρούσας κυβέρνησης, που αποτελούσαν εξάλλου μέρους και της προεκλογικής της ατζέντας κατά το μέρος που επικεντρώθηκε στην ασφάλεια ως ζήτημα του εγκλήματος του δρόμου, των αλλοδαπών κλπ. Αυτή, λοιπόν, η ατζέντα φαίνεται ότι εκτιμήθηκε πως επιβεβαιώνεται με αυτό το έγκλημα, όπως και με κάποια άλλα που έγιναν αυτή την περίοδο, και έτσι επιλέχθηκε να γίνουν διάφορες σχετικές δηλώσεις, επικηρύξεις κτλ. Βεβαίως έκαναν λάθος και δείχνει μία μονομέρεια στις αντιλήψεις των πολιτικά αρμοδίων προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση μόνο, και αυτό είναι ένας δείκτης αναξιοπιστίας, κατά τη γνώμη μου. Από εκεί και πέρα, για το ζήτημα των ποινών, δεν καταλαβαίνω γιατί θεωρούμε λίγο το να μείνει κάποιος 15 και 20 χρόνια στη φυλακή. Εδώ λέγαμε για το πόσο ψυχοφθόρος ήταν ο ημι-περιορισμός της καραντίνας και πώς οδήγησε, για παράδειγμα, στην αύξηση της χρήσης ουσιών. Καμία έρευνα πουθενά και ποτέ δεν έχει αποδείξει ότι η αύξηση των ποινών συνετέλεσε στη μείωση της εγκληματικότητας. Επομένως, η συζήτηση περί αύξησης των ποινών είναι προβληματική, μεταξύ άλλων και επειδή διαμορφώνει ένα κλίμα που ταυτίζει τη σοβαρότητα των κυβερνήσεων με την αυστηρότητα των ποινών (πράγμα άκρως παραπλανητικό), ενώ η πραγματικότητα είναι ότι αυξάνουμε τις ποινές γιατί είμαστε ανίκανοι στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Πρέπει, επίσης, να ξεκαθαρίσουμε αν ως πολιτική κοινωνία δίνουμε δεύτερη ευκαιρία στους στυγνούς εγκληματίες. Αν όχι, τότε αυτή η άποψη ταυτίζεται με την επαναφορά της θανατικής ποινής και είμαστε μακριά από τη δημοκρατία. Δημοκρατία δεν είναι μόνο να ψηφίζουμε, αλλά να κατανοούμε την αρνητική διάσταση που έχουν κάποιες κοινωνικές σχέσεις και να παρεμβαίνουμε, ώστε, αν δεν μπορούν να αποκατασταθούν, όπως σε περιπτώσεις ανθρωποκτονίας, να εξομαλύνονται.
29
06

Θοδωρής Δρίτσας: «Απαραίτητο να επανασυγκροτήσουμε σχέσεις εμπιστοσύνης με την κοινωνία»

Έχουμε μεγάλη ανάγκη το Συνέδριο. Μας πρόλαβε η πανδημία και δεν το πραγματοποιήσαμε το 2020. Με σεβασμό, βέβαια, στους υγειονομικούς κανόνες και με την κρυφή ελπίδα ότι η πανδημία θα ελεγχθεί, ελπίζω να το πραγματοποιήσουμε μέσα στο 2021. Σε αυτό θα πρέπει να στοχεύσουμε συλλογικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ–Προοδευτική Συμμαχία διανύει δύο χρόνια τώρα περίοδο μεταβατική, με ρυθμίσεις ανάγκης «υβριδικού» χαρακτήρα, οι οποίες όμως πρέπει να τελειώνουν. Οι σαφείς συλλογικές αποφάσεις, η δημοκρατική νομιμοποίηση των οργάνων και η εμβάθυνση των απαντήσεων για παλαιά και νέα προβλήματα είναι ζητήματα τεράστιας σημασίας, που, αν κάτι μπορεί να μας τα εξασφαλίσει, δεν νομίζω ότι υπάρχει τίποτα άλλο εκτός από το Συνέδριο. Συμφωνώ τέλος ότι η συζήτηση για το είδος του κόμματος που χρειαζόμαστε είναι ήδη πολύ ενδιαφέρουσα και πρέπει να συνεχιστεί. Δεν πρέπει, όμως, να μείνουμε στο τι κόμμα δεν θέλουμε. Αντίθετα, πρέπει να μιλήσουμε ξανά για την ανάγκη του κόμματος και δη του αριστερού κόμματος. Μέσα στην παγκόσμια κρίση του κομματικού φαινομένου, όπως και της πολιτικής, οφείλουμε να υπερασπιστούμε τον πολύτιμο ρόλο που ανέλαβε να επιτελέσει στη σύγχρονη παγκόσμια ιστορία «ο θεσμός της ένωσης προσώπων, που ξεκινώντας από κοινή ιδεολογική βάση, αναλαμβάνουν την υποχρέωση να επεξεργάζονται διαρκώς πολιτικές προτάσεις για την πρόοδο, την ισότητα και τη δικαιοσύνη και να τις διεκδικούν μαζί με την κοινωνία». Εάν αυτό είναι για μας το κόμμα, τότε γίνεται φανερό γιατί αξίζει και να το υπερασπιστούμε.
29
06

Éric Toussaint: «Για να αντιμετωπίσουμε την αύξηση της ανισότητας και της παγκόσμιας φτώχειας πρέπει να διαγράψουμε το χρέος»

Σήμερα, το σοσιαλιστικό σχέδιο πρέπει να είναι φεμινιστικό, οικολογικό, αντικαπιταλιστικό, αντιρατσιστικό, διεθνιστικό και αυτοδιαχειριστικό. Το 2021 είναι η 150η επέτειος της Παρισινής Κομμούνας όταν ο λαός εγκαθίδρυσε μια μορφή δημοκρατικής αυτοδιαχείρισης. Η Κομμούνα ήταν ένας συνδυασμός αυτο-οργάνωσης και μορφών ανάθεσης εξουσίας που μπορούσε να αμφισβητηθεί ανά πάσα στιγμή, δεδομένου ότι όλες οι εντολές μπορούσαν να ανακληθούν με λαϊκή εντολή. Πρέπει να δηλωθεί σαφώς ότι η χειραφέτηση των καταπιεσμένων ή θα γίνει από τους ίδιους τους καταπιεσμένους, ή δεν θα γίνει ποτέ. Ο σοσιαλισμός θα επιτευχθεί μόνο αν οι λαοί του κόσμου θέσουν συνειδητά ως στόχο τους την δημιουργία του, και αν αποκτήσουν τη δυνατότητα να εμποδίσουν την αυταρχική ή δικτατορική υποβάθμιση και την γραφειοκρατικοποίηση της νέας κοινωνίας. Το 1918 η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε πει κάτι που ισχύει και σήμερα: «η εξουσία των μεγάλων λαϊκών μαζών είναι αδιανόητη χωρίς μια ελεύθερη και ανεμπόδιστη πληροφόρηση και χωρίς το απεριόριστο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι». Και είχε προσθέσει: «Η ελευθερία μόνο για τους υποστηρικτές της κυβέρνησης, μόνο για τα μέλη ενός κόμματος-όσο πολλά και αν είναι αυτά- δεν είναι ελευθερία. Ελευθερία σημαίνει πάντα και αποκλειστικά ελευθερία για εκείνον/ην που σκέφτεται διαφορετικά. Όχι εξαιτίας κάποιας φανατικής αντίληψης περί "δικαιοσύνης", αλλά γιατί η εκπαιδευτική, η ολοκληρωτική και εξαγνιστική λειτουργία της πολιτικής ελευθερίας εξαρτάται από αυτό το ουσιώδες χαρακτηριστικό, και η δύναμή της χάνεται όταν η "ελευθερία" γίνεται "ειδικό προνόμιο"». Σήμερα που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια πολυεπίπεδη κρίση του καπιταλισμού η οποία μας σπρώχνει στην άβυσσο εξαιτίας της περιβαλλοντικής κρίσης, η μεταρρύθμιση του καπιταλισμού δεν αποτελεί πια μια σωστή επιλογή. Θα ήταν απλώς ένα μικρότερο κακό, που δεν μπορεί να επιφέρει τις αναγκαίες αλλαγές που απαιτεί η σημερινή κατάσταση.
26
06

Νίκος Φίλης: Ακροδεξιά η ατζέντα Κεραμέως στην εκπαίδευση

Ο ΣΥΡΙΖΑ για να πάει μπροστά και νικηφόρα πρέπει να επιστρέψει πίσω, εκεί που ανήκει, εκεί που είναι βαθιά ριζωμένος. Στο πλούσιο κοινωνικό έδαφος του κόσμου της εργασίας, της νεολαίας των 300 ευρώ και της επισφαλούς απασχόλησης, των δικαιωμάτων, της γυναικείας χειραφέτησης, της μόρφωσης και του πολιτισμού. Στον όμορφο κόσμο της Δημοκρατίας, της Αριστεράς, της Οικολογίας και του Πολιτισμού κι όχι στα φθαρμένα σύμβολα και υποπροϊόντα του χθες. Χρειάζεται να μιλήσουμε στοχαστικά για τη διακυβέρνησή μας, υποστηρίζοντας τα μεγάλα θετικά της επιτεύγματα, αλλά και παραδεχόμενοι συμπεριφορές και πολιτικές που έχουν φθείρει την εικόνα μας στην κοινωνία. Μόνο έτσι μπορούμε να διαρρήξουμε το τριπλό τείχος. Την απογοήτευση από την εκλογική ήττα αλλά και από πλευρές της διακυβέρνησης , το καλά οργανωμένο αντι-ΣΥΡΙΖΑ και αντί- Τσίπρα μέτωπο (που δεν περιορίζεται στα μίντια αλλά έχει πολιτική και κοινωνική επιρροή) και τις ασφυκτικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης-όργανα των ολιγαρχών. Εν πολλοίς αυτή η μάχη θα κριθεί από την ικανότητά μας να συγκροτήσουμε μια νέα κοινωνική συμμαχία που θα ανατρέψει τα δημοσκοπικά δεδομένα -και τα ανατρέπει ήδη. Οι επόμενες εκλογές, θυμίζω, θα γίνουν με απλή αναλογική. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει από τώρα να αρχίσει να ιχνηλατεί την κυβερνητική λύση που αντιστοιχεί στο εκλογικό σύστημα που εμείς ψηφίσαμε και που αποτέλεσε πάγιο αίτημα της Αριστεράς και του δημοκρατικού κόσμου επί δεκαετίες. Στην απλή αναλογική αντιστοιχεί μια σύνθετη προσπάθεια για την οικοδόμηση σταθερών σχέσεων συνεργασίας και προγραμματικής όσμωσης μεταξύ των δημοκρατικών προοδευτικών δυνάμεων. Αμέσως μετά τη διαμόρφωση των προγραμματικών μας θέσεων και εν όψει του Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να απευθύνουμε πλατύ κάλεσμα συνεργασίας και νίκης στις επόμενες εκλογές. Για πολλά αξίζει να προβληματιζόμαστε ή να τσακωνόμαστε οι προοδευτικές αριστερές δυνάμεις. Για ένα όμως δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία, ταλάντευση ή δεύτερη σκέψη. Ότι αυτή η κυβέρνηση δεν μας αξίζει. Ότι αυτή η Δεξιά πρέπει να φύγει!