Πρέπει να σας ομολογήσω ότι με διακατέχει ένα συναίσθημα απόγνωσης και οργής μπροστά στην τροπή που παίρνουν τα πράγματα στον κόσμο και μπροστά στην ανικανότητά μας, ως γυναικών και ανδρών της Αριστεράς, να τον αλλάξουμε. Μπαίνουμε στον τρίτο αιώνα καπιταλιστικής κυριαρχίας χωρίς αυτή να σταματήσει ποτέ να σπέρνει καταστροφές (φτώχεια, βάρβαρη εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, πόλεμοι, καταστροφή του περιβάλλοντος) –κάτι που αποτελεί την άλλη όψη του νομίσματος της τεχνολογικής και επιστημονικής προόδου– τοποθετώντας μας σήμερα σε μια τραγική θέση όπου ακόμα και η επιβίωση του ανθρώπινου είδους μεσοπρόθεσμα απειλείται.
Δεν ξέρω πώς να το πω. Παραδέχομαι ότι οι λέξεις δεν επαρκούν, κι αυτό ενώ έχουν γραφτεί εκατομμύρια σελίδες καταγγελίας των καπιταλιστικών εγκλημάτων και επινόησης ρεαλιστικών ουτοπιών. Έτσι που η λογοτεχνία, αυτή που προσπαθώ να γράφω, αυτή που διαβάζω με πάθος, να αποτελεί έναν άλλο τρόπο ανίχνευσης της πραγματικότητας, ανάδειξης της τρομερής ομορφιάς της, αλλά κι ένα τρόπο διαφυγής, ένα τρόπο να πάρουμε μια ανάσα αποφεύγοντας τον πνιγμό.
Ο Ρενέ Σαρ, ο μεγάλος γάλλος ποιητής, έγραψε ότι «η πνευματική διαύγεια είναι η πιο κοντινή στον ήλιο πληγή». Σε ό,τι με αφορά, βρίσκομαι εκεί ακριβώς: πληγωμένος και στραμμένος προς το φως.