«Νέος προοδευτικός πόλος»: περί τίνος ακριβώς πρόκειται;
Η ιστορική εμπειρία των μετώπων δεν είναι πολύ ενθαρρυντική. Η συμμαχία ως «πόλος», δηλαδή ως διπλή ένταξη στη συγκυρία και στη στρατηγική προοπτική των αντικαπιταλιστικών μετασχηματισμών; Υπάρχουν εν δυνάμει σύμμαχοι που να θέτουν αυτό το πρόταγμα; Ποιος είναι ο προγραμματικός ορίζοντας και τα όρια συμμετοχής στο εγχείρημα; Η αντιμετώπιση «των πιο ακραίων εκδοχών του νεοφιλελευθερισμού»; Ποιες είναι οι λιγότερο ακραίες; Στις προϋποθέσεις του εγχειρήματος εντάσσεται και το «mea culpa» του ΣΥΡΙΖΑ για την προκυβερνητική του περίοδο; Σε ποιο «προοδευτικό» υπόδειγμα ανήκει η εναντίωση στον λαϊκισμό του Σαλβίνι με την ταυτόχρονη αποσιώπηση των αδιεξόδων του Συμφώνου Σταθερότητας; Το εύρος της συμμαχίας, για παράδειγμα, θα εκτείνεται «από τον Τσίπρα έως τον Βενιζέλο»;
Ανεξαρτήτως της πρόθεσης του ΣΥΡΙΖΑ να εμμείνει στη ριζοσπαστική του ταυτότητα, η διεύρυνση της πολιτικής του εμβέλειας με προσλήψεις εποχικού πολιτικού προσωπικού είναι πιθανό να οδηγήσει στη μεταμόρφωσή του σε κόμμα ενός ασπόνδυλου προγραμματικά πολυσυλλεκτισμού, εγκλωβισμένου αποκλειστικά στο πεδίο του κράτους.
Η επιλογή να κινηθεί στο πλαίσιο μιας πολύ έντονης αντίφασης, ανάμεσα στην αποδοχή να υλοποιήσει ένα μεταμνημονιακό, νεοφιλελεύθερο εν πολλοίς πρόγραμμα και στη στρατηγική δέσμευσή του για μια κοινωνία της ισότητας και της δημοκρατίας, έχει αναγκαστικά ημερομηνία λήξης. Οι αντιφάσεις κάποια στιγμή λύνονται μέσω ανέλεγκτων ιστορικών αυτοματισμών, οι οποίοι κατά κανόνα ευνοούν την ισχυρότερη πλευρά της αντίφασης. Και όλοι καταλαβαίνουμε ποια είναι αυτή.
Η αποδοχή από την Αριστερά ότι το μέγιστο που μπορούμε να πετύχουμε είναι η επιστροφή σε μια σοσιαλδημοκρατική διαχείριση της «χρυσής εποχής», δεν μπορεί να ηγεμονεύσει στις κοινωνικές συνειδήσεις, έναντι του επιθετικού ακροδεξιού λαϊκισμού. Και ταυτόχρονα είναι ιστορικά ανέφικτη.