Macro

24
11

Χαράλαμπος Γεωργούλας: Πολλά βήματα πίσω από την πανδημία που τρέχει

Το κακό είναι ότι, καθώς περνάει ο καιρός, τα αρνητικά αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής δεν συνεπάγονται μόνο την τραγική στατιστική των νεκρών και του καταρρέοντος ΕΣΥ. Πολλαπλασιάζουν και τα δευτερογενή προβλήματα της πανδημίας. Είναι γνωστό πια ότι από τους εκατοντάδες χιλιάδες νοσήσαντες μεγάλο ποσοστό θα κουβαλούν τις λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές επιπτώσεις της νόσου στην υγεία για άγνωστο χρονικό διάστημα. Κι αυτό δεν θα επιβαρύνει μόνο τους ίδιους, θα επιφέρει συνέπειες οικονομικές και κοινωνικές στο οικογενειακό περιβάλλον τους. Ανάλογες επιπτώσεις, πιθανότατα και πιο βαριές, θα έχουν σε ένα στενότερο περιβάλλον οι δεκάδες χιλιάδες πια θάνατοι. Παιδιά μένουν χωρίς τον ένα ή και τους δύο γονείς. Γονείς σε προχωρημένη ηλικία μένουν χωρίς παιδιά που είχαν για στήριγμα. Οικογένειες, με τη στενή ή την ευρύτερη έννοια, χάνουν μέλη που μέχρι τώρα συνέβαλλαν στην κάλυψη των κοινών οικονομικών και άλλων αναγκών. Αλλά κι αν ακόμα δεν έχει τους έχει συμβεί τόσο μεγάλο κακό, οι περιπέτειες και οι απώλειες που επιφέρουν οι αναγκαίες ενέργειες για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων υγείας, έχουν αποδυναμώσει σημαντικό αριθμό πολιτών, ιδίως από τα πιο αδύνατα οικονομικά στρώματα. Διορατικοί και ευαίσθητοι λειτουργοί της υγείας και των υπηρεσιών πρόνοιας ήδη προειδοποιούν για τα σοβαρά και χρόνια προβλήματα, υγειονομικά και οικονομικά, που είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει ο ίδιος ο χαρακτήρας της νόσου και η εκδοχή της ως «μακράς νόσου», αλλά και η εξάπλωσή της σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού. Και προτείνουν τη δημιουργία ειδικού δημόσιου φορέα για την παροχή κάθε είδους υποστηρικτικής βοήθειας –υγειονομικής, κοινωνικής, οικονομικής– που θα χρειαστούν μεγάλες ομάδες του πληθυσμού. Για τους δογματικούς του νεοφιλελευθερισμού τέτοιου είδους προβλήματα παραπέμπονται στην περιβόητη αυτορρύθμιση. Δεν είναι δουλειά του δημοσίου να καταπιάνεται μ’ αυτά, λένε. Για τους φωστήρες αυτούς, το εμβόλιο αρκεί σαν λύση για πάσα νόσο. Για όσους, όμως, τα αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους, και θα τα αντιμετωπίσουν εντονότερα στο εγγύς μέλλον, η ανάγκη της άμεσης εκδήλωσης της κοινωνικής αλληλεγγύης είναι ζωτική. Το ίδιο και η διατύπωσή της σαν επείγον αίτημα και η δυναμική διεκδίκησή του. Δεν υπάρχει λόγος να βρεθούμε και σ’ αυτό το πεδίο ένα βήμα πίσω από τις απαιτήσεις των καιρών. Αν δεν νιώθει αυτή την ανάγκη η κυβέρνηση, δουλειά της αντιπολίτευσης είναι να την υποχρεώσει.
23
11

Η ιδιωτικοποίηση των ευθυνών θα μας σώσει

Ο κ. Μούστερμαν έχει αρχίσει να αναρωτιέται σοβαρά αν τελικά η ατομική ευθύνη είναι η λύση για όλα τα προβλήματα. Μήπως απλώς αποτελεί το άλλοθι μιας εξουσίας που ανακαλύπτει κάθε φορά τρόπους να απαλλαγεί από τις δικές της ευθύνες; Αλλά πάλι γίνεται να είναι όλοι οι πολιτικοί σε όλες τις χώρες της Ευρώπης συνεννοημένοι να ακολουθούν το ίδιο μοτίβο; Όχι δεν μπορεί. Δεν είναι και όλοι από τα ίδια κόμματα, άλλωστε. Για όλα φταίνε οι ανεύθυνοι ανεμβολίαστοι. Η «πανδημία των ανεμβολίαστων» είναι το σύνθημα της εποχής. Η απάντηση, όποιο και αν είναι το ερώτημα. Σε στιγμές αδυναμίας ο κ. Μούστερμαν αναρωτιέται, αν η ανευθυνότητα αυτή συμπεριλαμβάνει και τους ανεμβολίαστους στις πιο φτωχές γωνιές του πλανήτη. Για τους οποίους ο ΠΟΥ εδώ και δύο χρόνια προειδοποιεί ότι αν δεν μπορέσουν και αυτοί να εμβολιαστούν, τότε τείχος ανοσίας δεν πρόκειται να χτιστεί ποτέ. Αλλά αυτή η έκκληση δεν ταιριάζει με το αφήγημα, που εδώ και μερικές δεκαετίες έχει μετατρέψει τον ατομικισμό στο καλύτερο και φθηνότερο καύσιμο του νεοφιλελευθερισμού. Και έχει οδηγήσει την ΕΕ σε ένα «σερί» επιτυχημένων διαχειρίσεων κρίσεων. Χάρη στη χρυσή συνταγή επιτυχίας, πού τώρα απλώς ανέβηκε επίπεδο. Πίσω της ξεπροβάλει η γεμάτη αυτοπεποίθηση μορφή της κ. Θάτσερ, να μας θυμίζει ότι «δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα που να λέγεται κοινωνία». Είμαστε όλοι «άτομα» και κύριοι του εαυτού μας. Υπεύθυνοι και ενίοτε και ένοχοι. Το κράτος είναι εδώ για να μας υπαγορεύει ή και να μας απαγορεύει. Να μας ελέγχει. Και σαν καλός δάσκαλος να μας τιμωρεί. Για το καλό μας.
23
11

Ποινικοποίηση της αλληλεγγύης

Σημειώνεται πως η κατάσταση στο ΚΥΤ της Λέσβου έχει βελτιωθεί σε σχέση με το παρελθόν, καθώς έχει μειωθεί ο πληθυσμός που στεγάζει, αλλά αρκετοί εξακολουθούν να διαμένουν σε σκηνές, δηλαδή σε ακατάλληλες συνθήκες, ιδίως για τον χειμώνα, και κάποιες φορές επικίνδυνες. Για παράδειγμα, πριν λίγες μέρες μια σκηνή άρπαξε φωτιά μετά από βραχυκύκλωμα, με αποτέλεσμα οι διαμένοντες σε αυτή να κινδυνέψουν και έπειτα για κάποιες μέρες να κοιμούνται κυριολεκτικά στο χώμα. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η μείωση του πληθυσμού οφείλεται στην παράνομη πρακτική των επαναπροωθήσεων, όπως υπογραμμίζει ο Στρατής Πάλλης: «Εδώ και δύο χρόνια, σπάνια βλέπουμε το λιμενικό να διασώζει ανθρώπους στη θάλασσα και να τους μεταφέρει στο νησί. Ο πρωθυπουργός είπε την περασμένη εβδομάδα ότι “συνεχώς σώζουμε ζωές στη θάλασσα”. Οι κάτοικοι δεν έχουμε αυτή την εικόνα. Κυρίως τους απωθούν στα τουρκικά ύδατα και ειδοποιούν τις τουρκικές αρχές να τους παραλάβουν. Ταυτόχρονα έχουν σημειωθεί και περιστατικά, που ενώ οι πρόσφυγες είχαν καταφέρει να βγουν στη στεριά στο νησί, οι ελληνικές αρχές τους επανεπιβιβάζουν στις βάρκες και να τους παρατάνε στη μέση της θάλασσας, καλώντας και πάλι τις τουρκικές αρχές». Υπάρχει δε και μια γενικότερη μείωση του προσφυγικού πληθυσμού στη χώρα, πάλι στηριζόμενη όμως σε μελανά σημεία, όπως περιγράφει ο ίδιος. Μετά τη λήψη ασύλου, το ελληνικό κράτος χορηγεί στους αναγνωρισμένους πρόσφυγες διαβατήριο και οι ίδιοι πηγαίνουν σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Εκεί επιτρέπεται να μείνουν μόνο μέχρι τρεις μήνες, αλλά λόγω της έλλειψης προγραμμάτων ένταξης, στέγασης, εργασίας κ.ο.κ στην Ελλάδα, παρότι είναι υποχρεωμένη να τα προσφέρει, οι πρόσφυγες προσφεύγουν στα εκεί δικαστήρια για τη μη επιστροφή τους στη χώρα και κατά βάση το πετυχαίνουν.
23
11

Διαχείριση περιεχομένου και λογοκρισία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης

Το Facebook διαθέτει ομολογουμένως το μεγαλύτερο και πιο εξελιγμένο σύστημα διαχείρισης περιεχομένου σε σύγκριση με άλλα ΜΚΔ (Singh, 2019). Αυτό μπορεί να εξηγηθεί κυρίως λόγω της τεράστιας δημοτικότητάς του, καθώς εξακολουθεί να είναι το πολυπληθέστερο κοινωνικό δίκτυο με 2,8 δισεκατομμύρια ενεργούς χρήστες (Statista, 2021). Είναι ακόλουθο, συνεπώς, με τόσους χρήστες στις πλατφόρμες τους, οι εταιρείες να έχουν καταφύγει σε τεχνολογικές λύσεις για την αστυνόμευση του περιεχομένου τους. Ως εκ τούτου, στηρίζονται ολοένα και περισσότερο σε αυτοματοποιημένες λύσεις αλγορίθμων Τεχνητής Νοημοσύνης (AI) και Μηχανικής Εκμάθησης (ML). Ωστόσο, αυτές οι λύσεις έχουν συχνά ολέθριες συνέπειες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν υπάρξει περιπτώσεις διακρίσεων κατά ευάλωτων ομάδων. Επιπλέον, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο κλάδος της διαχείρισης περιεχομένου αναμένεται να φθάσει τα 8,8 δισ. δολάρια το 2022, διπλασιάζοντας περίπου το συνολικό ποσό του 2020. Μιλάμε, συνεπώς, για μια παράλληλη βιομηχανία που αναπτύσσεται τάχιστα. Μάλιστα, το Facebook αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους αναθέτες συμβάσεων (outsourcers) διαχείρισης περιεχομένου. Παραδείγματος χάριν, η σύμβαση του Facebook με την πολυεθνική εταιρεία Accenture ανέρχεται σε τουλάχιστον 500 εκατ. δολάρια ετησίως, σύμφωνα με στοιχεία των NY Times (2021). Επιπρόσθετα, χάρη σε πληροφοριοδότες και σχετικές έρευνες, γνωρίζουμε πλέον ότι το Facebook διαθέτει 40.000 αξιολογητές περιεχομένου παγκοσμίως (Newton, 2021), οι οποίοι χωρίζονται σε τρεις βαθμίδες: Οι αξιολογητές της 3ης βαθμίδας κάνουν το μεγαλύτερο κομμάτι της «βρώμικης» δουλειάς, όπως το να αξιολογούν τις αναφορές των χρηστών, ενώ συνήθως απασχολούνται από εργολάβους εκτός των ΗΠΑ, όπως π.χ. η πολυεθνική εταιρεία Teleperformance στην Ελλάδα (Παπαδόπουλος, 2019). Οι συντονιστές της 2ης βαθμίδας εποπτεύουν τους συντονιστές της 3ης και είναι υπεύθυνοι για την αξιολόγηση του «περιεχομένου με προτεραιότητα», ήτοι περιπτώσεων που είτε έχουν λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις είτε που η αρχική αξιολόγηση δεν μπόρεσε να βγάλει ετυμηγορία. Τέλος, οι συντονιστές της 1ης βαθμίδας είναι αυτοί που διαμορφώνουν τις πολιτικές του Facebook και εδρεύουν στα κεντρικά του γραφεία στη Σίλικον Βάλεϊ (Klonick, 2018, σσ. 1640–41). Μολαταύτα, η πλατφόρμα δεν αποκαλύπτει πολλές πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τις αναφορές των χρηστών. Γνωρίζουμε ότι το αναφερόμενο περιεχόμενο ελέγχεται από αξιολογητές της 3ης βαθμίδας, αλλά παραμένει ασαφές το αν υπάρχουν συγκεκριμένες παραβιάσεις των όρων κοινότητας που έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων ή αν υπάρχουν τύποι περιεχομένου που περιορίζονται έως ότου υπάρξει ετυμηγορία.
22
11

Σωτήρης Βαλντέν: ΣΥΡΙΖΑ: Ας πολιτικοποιήσουμε το συνέδριο

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει ένα αντιπολιτευτικό μοντέλο, εμπνευσμένο μάλλον από το ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ. Συνίσταται στη μετωπική αντιπαράθεση με την κυβέρνηση σε όλα περίπου τα ζητήματα, με προσωπική στοχοποίηση του Μητσοτάκη και με καταφανείς υπερβολές και ένα ακραία εριστικό ύφος («κοκορομαχίες», ανταλλαγή «εξυπνακισμών»). Η τακτική αυτή –που εξάλλου βρίσκει πρόθυμη ανταπόκριση στη ΝΔ– υποβαθμίζει το επίπεδο της δημοκρατίας, συσκοτίζει τα πραγματικά ζητήματα και επενδύει στο θυμικό, ακόμη και στην ανωριμότητα των πολιτών, όχι στην κρίση τους. Πολύ αμφιβάλλω για την αποτελεσματικότητά της στη σημερινή Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, δεν αντιστοιχεί στη δική μου αντίληψη για μια σύγχρονη, ριζοσπαστική Αριστερά. Η πολιτική δεν είναι ασφαλώς επιστημονικό σεμινάριο, τα μηνύματα πρέπει να είναι τρανταχτά, η απλούστευση και κάποια υπερβολή είναι μέρος του δημοκρατικού παιχνιδιού. Όμως, πέρα από ένα σημείο, η υπερβολή γίνεται ανευθυνότητα. Επιπλέον, όταν τα πάντα καταγγέλλονται με την ίδια οξύτητα, «χάνονται» τα πραγματικά κρίσιμα ζητήματα. Δεν νομίζω πως οι περισσότεροι πολίτες ξυπνούν και κοιμούνται με την πεποίθηση πως ζούμε περίπου σε δικτατορία. Πολλοί είναι δυσαρεστημένοι ή και αγανακτισμένοι από την κατάσταση και την κυβέρνηση, αλλά οι περισσότεροι χρειάζονται επιχειρήματα και όχι κραυγές για να επιλέξουν ΣΥΡΙΖΑ.
22
11

Θόδωρος Παρασκευόπουλος: Ποιος έχει την εξουσία;

Ποιος, λοιπόν, έχει την εξουσία; Πάντως δεν την έχει κανένα κόμμα. Ούτε καν τα κόμματα που, επειδή κυβέρνησαν για δεκαετίες –στην Ελλάδα η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ– έχουν αυξημένη επιρροή στη δημόσια διοίκηση, στις δικαστικές αρχές και στα ένοπλα σώματα του κράτους. Οπωσδήποτε αυτά τα κόμματα δεν εξουσιάζουν τον Τύπο. Τα ιδιωτικά συγκροτήματα του Τύπου τα ελέγχουν οι ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι έχουν –όχι αδίκως– ταυτίσει τα συμφέροντά τους με το αστικό καθεστώς. Όπως όλα τα ισχυρά οικονομικά συγκροτήματα, ταυτίζουν ακόμα τα συμφέροντά τους με την ακύρωση της εισβολής των λαϊκών τάξεων στο πολιτικό προσκήνιο, όπως αυτή συνέβη στη διάρκεια της κρίσης στην Ελλάδα. Δεν είναι ότι οι λαϊκές τάξεις «κατέλαβαν την εξουσία». Την αποδυνάμωσαν, όμως, και απέκτησαν ερείσματα σε αυτήν. Αυτή η δυσάρεστη εισβολή απειλεί την ανάπτυξη του καπιταλισμού με τη δική του εσωτερική λογική και πρέπει να ακυρωθεί. Από τα προηγούμενα θα μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι στις σύγχρονες αστικές δημοκρατίες κανείς δεν «έχει την εξουσία». Το συμπέρασμα έχει μία ορθή πλευρά: στη σύγχρονη αστική δημοκρατία καμία στενή ομάδα ανθρώπων δεν μπορεί να μονοπωλεί την εξουσία και να επιβάλλει τα συμφέροντά της σε άλλες. Η εκμετάλλευση των μισθωτών δικαιολογείται αντικειμενικά με τις ανάγκες της υλικής αναπαραγωγής, ρυθμίζεται με τους κανόνες της δημοκρατίας και, επομένως, δεν εμφανίζεται ως εξουσία των καπιταλιστών επί των μισθωτών, αλλά ως αντικειμενικά δεδομένη τάξη πραγμάτων. Αυτή η κατάσταση διάχυσης και περιορισμού της πολιτικής εξουσίας αντιστοιχεί στην ιδιομορφία του καπιταλισμού, η οποία απαιτεί ελεύθερο οικονομικό ανταγωνισμό, σχετική ελευθερία της κίνησης των ιδεών (διαφορετικά δεν αναπτύσσεται, ας πούμε, η επιστήμη, ούτε εκδηλώνονται ελεύθερα τα διαφορετικά συμφέροντα) και συγκερασμό αντιτιθέμενων και ανταγωνιστικών συμφερόντων –προπάντων μεταξύ των μερίδων των καπιταλιστών, αλλά και μεταξύ κυρίαρχων και υπεξούσιων τάξεων. Απαιτεί επίσης, στο ιδεολογικό επίπεδο, κοσμική δικαιολόγηση του κοινωνικού και του πολιτικού καθεστώτος, αφού ο καπιταλισμός, για να επικρατήσει και να αναπαράγεται, χρειάστηκε να απελευθερώσει τους ανθρώπους από την αναγωγή της εξουσίας στη θεία χάρη ή στο αίμα.