Αννέτα Καββαδία

31
01

Αννέτα Καββαδία: «Κάτσε κάτω κουλοχέρη»

Ο διάλογος ενόψει συνεδρίου έχει ήδη ξεκινήσει. Και δυστυχώς, όχι με τις καλύτερες προϋποθέσεις. Γιατί αν καλλιεργηθεί η κουλτούρα ενοχοποίησης της άλλης άποψης, αν συνεχιστεί όχι μόνο η υπόγεια πριμοδότηση, αλλά και η δημόσια επιβράβευση τέτοιων ανθρωποφαγικών συμπεριφορών, αν παγιωθεί η λογική του «κάτσε κάτω κουλοχέρη», τότε η υπόθεση όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ευρύτερα της Αριστεράς, θα έχει υποστεί βαρύτατη ήττα. Το ύφος, το ήθος, ο τρόπος της δημόσιας αντιπαράθεσης, δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, άσχετος με το πολιτικό σχέδιο, τον προσανατολισμό, το στίγμα ενός αριστερού κόμματος. Η μετωπική σύγκρουση με τη Δεξιά και η ζωτικής σημασίας ανάγκη ανατροπής της, δεν μπορεί να χρησιμοποιείται σαν άλλοθι για την αλλοίωση των ταυτοτικών φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών του ΣΥΡΙΖΑ. Και η αναγωγή του στον πολιτικό φορέα εκπροσώπησης των πολλών και των αδύναμων, είναι αδιανόητο να συγχέεται με την αποδοχή και την υιοθέτηση πρακτικών απεχθών στην παράδοση της Αριστεράς. Γιατί δεν είναι δείγμα επαφής με το λαϊκό αίσθημα οι απειλές για σφαλιάρες (!), επειδή κάποιος ψήφισε ενάντια στην πρόταση του προέδρου. Ούτε χαρακτηρισμοί όπως «κομματικοί μπράβοι». Ούτε οι ύβρεις με ηλικιακά ή σωματοτυπικά χαρακτηριστικά. Δεν προσελκύει, αλλά αντιθέτως απωθεί προνομιακά, εξ αριστερών το πλείστον, ακροατήρια –που στις τελευταίες εκλογές είτε δεν πήγαν να ψηφίσουν, είτε έκαναν κάποια άλλη επιλογή– το …βαρύ κι ασήκωτο ύφος και οι αγοραίες εκφράσεις. Όταν αντί για αντιπαράθεση επιχειρημάτων επιστρατεύεται ο τσαμπουκάς και η μαγκιά και όταν η πολιτική συζήτηση διεξάγεται με όρους ξεκαθαρίσματος λογαριασμών. Η απέχθεια προς τέτοιες πρακτικές δεν συνιστά, ούτε κατ’ ελάχιστο, δείγμα ελιτισμού. Έχει να κάνει με τις βαθιά ριζωμένες παραδόσεις της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπου ο σεβασμός και η ανεκτικότητα στη διαφορετική άποψη, ήταν κατοχυρωμένα προαπαιτούμενα του διαλόγου. Όταν η δυνατότητα συμφωνιών, διαφωνιών, συνθέσεων δεν ανιχνευόταν στο …διαδίκτυο, αλλά στα συλλογικά όργανα του κόμματος. Και όταν –ακόμα και στις πιο επώδυνες στιγμές της ιστορίας του– ο συγκεκριμένος χώρος δεν κατέφευγε σε κυνήγι μαγισσών και σε αναζήτηση εσωτερικού εχθρού. Όποιος, σε αυτή την κρίσιμη πολιτικά στιγμή, επιτρέπει να σπάσει αυτή η παράδοση, φέρει ακέραια και την ευθύνη των εξελίξεων.
15
01

Αννέτα Καββαδία: Αριστερά – Δεξιά: Ξεκάθαρο δίλημμα, ξεκάθαρες απαντήσεις

Η εκ νέου κινητοποίηση των ευάλωτων λαϊκών στρωμάτων, η επανάκτηση της σχέσης εμπιστοσύνης με τις πληττόμενες κοινωνικές ομάδες, η επαναδημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης με τη νεολαία, δεν είναι καθόλου εύκολος στόχος. Επιτυγχάνεται μόνο με την αλήθεια, τον ξεκάθαρο λόγο, τη δημιουργία προοπτικής. Και υπονομεύεται από το θολό αφήγημα, τις παλινωδίες, την ενσωμάτωση. Με αυτή τη λογική, η επίκληση του Κέντρου –πώς ορίζεται, άραγε, αυτό;– δεν μπορεί να συνιστά, επί της ουσίας, επιλογή. Η προτροπή κάποιων να μετατραπεί ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία σε ένα ακόμα κόμμα της Κεντροαριστεράς ή της Σοσιαλδημοκρατίας συνιστά συνταγή ήττας, αφού η ριζοσπαστικοποίηση της ακραίας Δεξιάς δεν αντιμετωπίζεται με δήθεν «κεντρώες» λύσεις αλλά με την εκπόνηση ενός, εξίσου επιθετικού, αριστερού ριζοσπαστικού σχεδίου. Χρειάζεται φυσικά –το συνέδριο δίνει αυτή τη δυνατότητα– ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, μέσα και από μια διαδικασία αυτοκριτικής και αναστοχασμού, να δώσει σύγχρονο νόημα στο όραμα, να ορίσει τι είναι σήμερα ριζοσπαστικό και να μορφοποιήσει τις προτάσεις του με τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι ένας οργανισμός που απλώς θα προσαρμόζει «αριστερότερα» διάφορες τεχνοκρατικές προτάσεις. Οπως χρειάζεται να γίνει ξεκάθαρο πως η λογική του κόμματος-σούπερ μάρκετ, του κόμματος που τους χωράει όλους –ολίγον ανορθολογιστές, ολίγον ξενοφοβικούς, ολίγον ρατσιστές, ολίγον εθνικιστές, ολίγον μισογύνηδες– δεν οδηγεί πουθενά. Δεν μπορείς, στο όνομα της ευκταίας κυβερνησιμότητας, ούτε να κλείνεις το μάτι στους πάντες ούτε να αποφεύγεις αναγκαίες αναθεωρήσεις της κυβερνητικής σου πολιτικής. Συνιστά κάτι τέτοιο υπονόμευση της διεύρυνσης; Οδηγεί σε κλειστό, μικρό κόμμα; Ακριβώς το αντίθετο. Τα επίδικα του διαστήματος, με την επιθετικότητα της Δεξιάς συνεχώς να αυξάνεται, απαιτούν προάσπιση των διαχωριστικών γραμμών που διαφοροποιούν την Αριστερά από όλες τις εκδοχές του πολιτικού συντηρητισμού: την κοινωνικο-οικονομική αδικία και εκμετάλλευση, τον εθνικισμό, τον ρατσισμό, τον σεξισμό, την έμφυλη βία. Μόνο έτσι ανακτάται η αξιοπιστία. Ανοικτό, λοιπόν, πλειοψηφικό αριστερό κόμμα, το οποίο δεν ζητά ιδεολογικά διαβατήρια για να εγγράψει κάποιον ή κάποια στις γραμμές του. Που, πιστό στην ιστορία, τις αρχές και τις αξίες του, απορρίπτει εισαγόμενες από άλλους χώρους λογικές όπως η δαιμονοποίηση της διαφορετικής άποψης, η προσωπολατρία, ο αρχηγοκεντρισμός, η δολοφονία χαρακτήρων. Μακριά από ύφος αγοραίο, από εκφράσεις που παραπέμπουν σε όρους υποκόσμου, που ούτε έχουν σχέση με την Αριστερά, ούτε μπορούν να δικαιολογούνται πίσω από το γενικόλογο «να φύγει η Δεξιά» – που, ναι, πρέπει να φύγει το συντομότερο δυνατό. Βαδίζοντας λοιπόν προς το συνέδριο, και συνομολογώντας πως ο αντίπαλος είναι απέναντι, οφείλουμε να μετατρέψουμε τον θυμό σε πολιτικό σχέδιο ανατροπής της κυβέρνησης. Εχοντας πάντα καθαρό σε ποια κοινωνικά στρώματα απευθυνόμαστε και τα συμφέροντα ποιων (οφείλουμε να) εξυπηρετούμε.
14
12

Αννέτα Καββαδία: «Γιορτή της δημοκρατίας» ή λευκή επιταγή;

Στις μεγάλες προκλήσεις των ημερών, δεν απαντά κανείς με την αναπαραγωγή ξεπερασμένων μοντέλων του παρελθόντος αλλά συμβάλλοντας ώστε τα σχήματα πολιτικού ανταγωνισμού να αποκρίνονται στις επιτακτικές κοινωνικές ανάγκες, ενισχύοντας πραγματικά την ίση ελευθερία προς όφελος των πολλών. Υπ΄ αυτό το πρίσμα, η νέα ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής θα αναγκαστεί σύντομα να πάρει σαφή θέση απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Από τη στιγμή που η ανατροπή της ανάλγητης κυβερνητικής πολιτικής θα γίνει λαϊκή απαίτηση, δεν θα υπάρχουν περιθώρια για αμφισημίες και μισόλογα. Ο (όποιος) νέος πρόεδρος θα κληθεί να δώσει το ξεκάθαρο στίγμα του και να οδηγήσει το κόμμα του σε αποφάσεις τις οποίες, τι ειρωνεία, ουδέποτε συνδιαμόρφωσε με τους ανθρώπους οι οποίοι τον εξέλεξαν, ουδέποτε τις συζήτησε με τη βάση - στο όνομα της οποίας πίνει νερό. Να ξαναμιλήσουμε, λοιπόν, για «γιορτή της δημοκρατίας»;
06
12

Αννέτα Καββαδία: Άλλα μέσα, άλλα έξω

Δρουν, όμως, πέρα και έξω από την κεντρική γραμμή όσες και όσοι διαφοροποιούνται από τις –θεωρητικά αντίθετες– θέσεις του κόμματός τους; Είναι θέμα ελεύθερης βούλησης του/της κάθε ευρωβουλευτή/τριας της ΝΔ ή ένας εύσχημος τρόπος προκειμένου το κόμμα να μη δυσαρεστήσει κανένα από τα ακροατήριά του και να μην διαρραγούν σχέσεις εξάρτησης που, ενδεχομένως, υπάρχουν; Γιατί, για παράδειγμα, μόνο ερωτηματικά προκαλεί το γεγονός ότι την ώρα που η πανδημία καλπάζει και που μεταλλάξεις κάνουν συνεχώς την εμφάνισή τους, την ώρα που δεν προλαβαίνουμε να μετράμε νεκρούς σε όλο τον κόσμο και που η ταξικότητα του ιού είναι περισσότερο έκδηλη παρά ποτέ, από τη μία η ευρωομάδα της ΝΔ καταψηφίζει στις Βρυξέλλες την άρση των πατεντών και από την άλλη, στην Αθήνα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαρρηγνύει τα ιμάτιά του για την ανάγκη ισότιμης πρόσβασης στο εμβόλιο. Είτε λοιπόν δεν ελέγχει τα του οίκου του και βρισκόμαστε ενώπιον μιας εσωκομματικής …ανταρσίας (για να αστειευτούμε και λίγο), είτε υπογείως έχει δοθεί άλλη γραμμή και το κυρίαρχο, επίσημο αφήγημα χρησιμοποιείται απλώς γιατί αυτό επιτάσσει το φιλελεύθερο προφίλ, που ανεπιτυχώς προσπαθεί να εμφανίσει, είτε απλώς ψεύδεται γνωρίζοντας πως κανείς δεν θα του ζητήσει να απολογηθεί γι’ αυτό. Όπως άλλωστε είχε γράψει, τη δεκαετία του 1980, ο Αντρέ Φοντέν: «από καταβολής κόσμου το ψέμα έχει γίνει η δεύτερη φύση στις κυβερνήσεις». Κι εδώ αναδύεται το γνωστό, αμείλικτο ερώτημα: γιατί οι άνθρωποι, που σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία έχουν τον τελικό λόγο, όχι μόνο δεν ενοχλούνται από τα ψέματα και τις πάσης φύσεως λαθροχειρίες των ηγετών τους, αλλά τις χειροκροτούν; Υπάρχουν δεκάδες περιπτώσεις που αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση προσπάθησε να κατασκευάσει μια εικονική πραγματικότητα, την οποία η ίδια ανέτρεψε, όταν έκρινε ότι οι προτεραιότητές της άλλαξαν. Και όμως. Συνεχίζει ακάθεκτη να κάνει το άσπρο μαύρο. Να μην αξιολογεί την πραγματικότητα, έτσι όπως οι πολλοί τη βιώνουν, και να δημιουργεί προνομιακές συνθήκες για λίγους. Να εμμένει σε αδιέξοδες και καταστροφικές για τους πολλούς πολιτικές, περιφέροντας την αλαζονεία της και την… ιδιοκτησιακή της σχέση με τη χώρα. Αυτό που ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι σύμβουλοί του κάνουν συνειδητά, είναι να διαμορφώνουν έναν κόσμο όπου η αλήθεια ακυρώνεται, δεν μετράει. Υποσκάπτουν, όμως, έτσι τις βάσεις του πολιτισμού, που είναι προσωπική υπόθεση όλων μας.