Κατέ Καζάντη

04
11

«Να βγαίνει η δουλειά»: arbeit macht frei

Εξορισμού κάθε αφεντικό συνθλίβει τους από κάτω: το φάσμα της διόγκωσης της ανεργίας χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει τις πλέον αντιδραστικές πολιτικές ενώ από πουθενά δεν μπαίνει στο τραπέζι ένα αντιπαράδειγμα στον καπιταλισμό. Η –διεθνής– Αριστερά λουφάζει: αντί να επεξεργάζεται πολιτικές που θα περιορίζουν τα εκμεταλλευτικά κέρδη, –μείωση των ωρών εργασίας, 6ωρο ή 4ήμερο, με αύξηση και όχι μείωση των μισθών, νέες μορφές αποανάπτυξης, φιλικές στο περιβάλλον– γίνεται παρακολούθημα των καπιταλιστικών λογικών διαχείρισης. Μια οραματική πολιτική στο κατεξοχήν πεδίο της ταξικής σύγκρουσης εκλείπει, την ώρα ακριβώς που ο κόσμος της εργασίας βρίσκεται στη χειρότερη, μεταπολεμικά, κατάσταση.   Όποιος, από τη θέση του εργάτη, διεκδικεί να εισάγει την πολυπλοκότητα του όντως ανθρώπου στον καθημέριο βίο, διεκδικώντας παραπάνω από τα προσφερόμενα ή προστατεύοντας τα κεκτημένα, τιμωρείται. Από τους από πάνω αλλά και από τους ομόταξους: ο κοινωνικός αυτοματισμός κάνει τον παρία να παρακαλά να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα ή να κοιτά με μισό μάτι τον τολμητία που ανθίσταται στην επελαύνουσα εκμετάλλευση. Κι επειδή, ακολουθώντας τον Κανέτι, σημασία δεν έχει πόσο καινοφανής είναι μια ιδέα αλλά πόσο καινούργια γίνεται κάθε φορά εντός της ιστορικής συγκυρίας, ας (ξανα)μιλήσουμε για τα βασικά: για την ανελέητη εκμετάλλευση πρεκάριων και για προλετάριων και το χρόνο εργασίας σε συνδυασμό με την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου, ως μόνου όντος που έχει επίγνωση του πεπερασμένου του επί της γης, την επίγνωση δηλαδή του θανάτου του.
23
10

Το κράτος-λάφυρο και η δικαιοσύνη

Το κράτος, το οποίο εξ ορισμού διαθέτει, από το βαθύ σύστημα που το οργανώνει, καταπιεστικό χαρακτήρα, βασίζεται σε ειδικά σώματα ανώτερων κρατικών λειτουργών, «προικισμένων με υψηλό βαθμό κινητικότητας, όχι μόνο ενδοκρατικής (…)*. Αυτά κάνουν κουμάντο. Κι επειδή αστυνομία, δικαστήρια, φυλακές αποτελούν την πεμπτουσία της δύναμης και της καταστολής, στο άνωθεν ελληνικό δείγμα φαίνεται πως έχουσι γνώσιν οι φύλακες. Και διαχέουν στο κοινωνικό σώμα, το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο, αντιδραστικά μηνύματα. Η συγκυρία είναι υψίστης σημασίας: την ώρα που ο «δημοκρατικός κόσμος» ανασαίνει με την καταδίκη της εγκληματικής οργάνωσης, την ώρα που τμήμα του λαού τολμά να σηκώσει κεφάλι διαμαρτυρόμενο, τον τόνο δίνουν χαϊδολόγημα και καταστολή. Από διαφορετικά σημεία αλλά στο ίδιο τέμπο. Η κυρίαρχη ιδεολογία, μέσω της εισαγγελέως, χωνεύει το φασιστικό μόρφωμα, το μηρυκάζει, για να το ενσωματώσει εκμοντερνισμένο στο μέλλον, οψέποτε το χρειαστεί. Η ρωγμή σοβατίζεται. Μαζί και η ελπίδα της αντίστασης. Στην περίπτωση του Χρυσαυγιτισμού, έχουμε ανώτερο κρατικό λειτουργό να κανακεύει τους φασίστες ιδεολογικά και έμπρακτα, στην δε περίπτωση του μαθητή έχουμε αστυνομικούς να βιαιοπραγούν, φυλακίζοντας. Και στις δυο περιπτώσεις, το βαθύ σύστημα ιδιωτικοποιεί το κράτος: αν και θα έπρεπε να λειτουργεί επ’ ωφελεία της δημοκρατίας και του λαού, λειτουργεί εντέλει προς όφελος της αναπαραγωγής των αρμών του. Πότε βάζοντας μπροστά την ιδεολογία και πότε με απροκάλυπτη, ή λιγότερο απροκάλυπτη, βία.
09
10

Η προλετάρια μάνα και οι -φριχτές- κομψευόμενες Αντουανέτες

Η κουλτούρα της φυσικοποίησης των ανισοτήτων, η κουλτούρα της απαξίωσης των από κάτω,  ιδιοσυστατική της δεξιάς, είναι η κυρίαρχη κουλτούρα των ΜΜΕ. Στον πολιτισμό τους δεν χωρούν αμφισβητίες. Τους δίνουν χώρο να υπάρξουν μοναχά όταν δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, ως εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον γενικό κανόνα της κυριαρχίας τους. Εξοβελίζουν στα αζήτητα το όντως υποκείμενο που μετασχηματίζει την ιστορία, αφαιρώντας του το δικαίωμα της ορατότητας, το δικαίωμα του ομιλείν. Ο ίδιος ο Φύσσας, λοιπόν, που αρχικά τον θεώρησαν νεκρό λόγω «γηπεδικών διαφορών» και η προλετάρια μάνα του, μάνα όλων των προλετάριων της γης, και ο αγώνας της, εντάσσονται στο σύστημα, τιμούνται από σύστημα, παρά μόνο ως εξαιρέσεις. Ας μην εξαπατώμεθα, δεν είναι όλες οι προλετάριες αξιοπρεπείς, κάτι φοβισμένα γυναικάκια μόνο, που η ταξική τους καταγωγή τους στερεί τρόπους και μόρφωση. Κανονικές, σκεπτόμενες γυναίκες, κανονικούς, σκεπτόμενους ανθρώπους, ζητήστε αλλού, όχι στους ημιάνεργους εργάτες και εργάτριες, αλλά στα ανάκτορα των βορείων προαστίων. Οπότε, αν θέλετε να γίνουν καλύτερες οι ζωές σας, μην εμπιστεύεστε τη φτωχολογιά, μην εμπιστεύεστε, δηλαδή, τους ρακένδυτους, ακαλλιέργητους εαυτούς σας. Αναθέστε την ευθύνη σε κείνους που, αιώνες τώρα, έχουν το «νόου χάου» να βασιλεύουν -και να εκμεταλλεύονται. Ξέρουν αυτοί. Και η κ. Μάνδρου και ο διπλανός της, ο κ. Τσίμας, ο οποίος, στις 21/5/18, ξεδίπλωνε τους στοχασμούς τους για τη βία ως εξής: «…Δηλαδή, εάν γιαουρτώνουμε τον Πάγκαλο είναι μια χαρά. Αν μαχαιρώνουμε τον Φύσσα είναι κακό. Δεν λέω βέβαια ότι το μαχαίρι και το γιαούρτι είναι το ίδιο πράγμα, αλλά η βία είναι βία…»
01
10

Αναζητώντας τον αριστερό ιδεότυπο

Ο αριστερός άνθρωπος, σε ένα περιβάλλον ιστορικής ασυνέχειας, μετά και την πτώση του τείχους, αδυνατεί να επανευφεύρει τον εαυτό του, φοβούμενος τη μαχητική εκδοχή του, και καταφάσκει σε σοσιαλδημοκρατικά ημίμετρα, πατώντας και στη βάρκα του αστισμού και στην ταπεινότερη του λαού, τούτο δεν είναι λύση. Η πολιτική παρρησία, με την οποία θα επαναπροσεγγιστούν όλα εκείνα τα παλαιά θέσφατα που ριζοσπαστικοποίησαν, σε όχι πολύ μακρινές εποχές, την κοινωνία, είναι, καταρχάς, αναγκαία για την καθεμιά και τον καθένα. Εάν δεν τοποθετηθούμε ξανά πέραν και των ιδεών του (αστικού) Διαφωτισμού, αν δεν μιλήσουμε ξανά, δίχως ηθικολογίες, για τις ιδέες εκείνες που έφερναν, όσες φορές την έφεραν, την αριστερά σε ηγεμονική θέση εντός της κοινωνίας, οι μάχες θα χάνονται. Και της γης οι κολασμένοι θα παραπαίουν, βυθιζόμενοι σε νέα ιδεολογικά σκοτάδια.
19
09

Φαρισαίοι δεξιοί του Κυρίου

Ότι οι Χριστιανοί, από την ώρα που κατακυρίευσαν τη γη, μέρος του συστήματος γινόμενοι, ξέγραψαν και την Προς Διόγνητον και την Προς Κορινθίους και ασκούν κανονικότατα πολιτική, προσκολλώμενοι σε κείνους που μάλλον τον Μαμμωνά εμπιστεύονται παρά τον Θεό, είναι παγκοίνως γνωστό. Όπως παγκοίνως γνωστό είναι πως την εξουσία που ασκούν οι ιεράρχες στο βασίλειον ιεράτευμα –το χριστεπώνυμο πλήθος-, μια χαρά την (συν)εκμεταλλεύονται εκείνοι που αν ζούσαν τα χρόνια του Ιησού, μάλλον θα τους είχε πάρει στο κατόπι με το φραγγέλιο. Όλα τα παραπάνω σε μια εικόνα: ο αν. υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, κ. Γεώργιος Κουμουτσάκος, μεταλαμβάνει κανονικότατα, κλίνοντας όχι το γόνυ αλλά το μάτι στην εξουσία των υποστηριχτών του και δίνοντας εμμέσως το μήνυμα πως, ναι, καμία όχληση, μια χαρά θα πάνε τα οικονομικά και το παγκάρι, αφού δεν θα κλείσουν οι εκκλησιές. Δεν μεταδίδεται ο κορωνϊός με τα άχραντα μυστήρια: όμως, το όλως διόλου αντιεπιστημονικό μήνυμα που διαχέεται στο κοινωνικό σώμα από την κυβέρνηση, η ευθύνη του οποίου βαραίνει σαφώς και τους επιστήμονες που την εκπροσωπούν, δεν είναι απλώς σκοταδιστικό. Είναι δολοφονικό, στην κυριολεξία. Η συμμαχία της «δεξιάς του Κυρίου», ο εσμός με τους μεγάλους σταυρούς και τα χρυσοποίκιλτα ράσα, είναι βαθύτατα επικίνδυνη. Αντιλαϊκή και αντιανθρωπιστική, δεν ορρωδεί προς ουδενός, προκειμένου να αναπαράξει την εξουσία της. Οι όντως χριστιανοί οφείλουν να διαφοροποιηθούν. Και να κρατήσουν τις δέουσες αποστάσεις. *«επί γης διατρίβουσιν, αλλ' εν ουρανώ πολιτεύονται», (Προς Διόγνητον) **«Οι χρώμενοι τω κόσμω τούτο ως μη καταχρώμενοι» (Α' Κορ. 7, 31)
09
09

Μόρια: Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για τον καπιταλισμό

«Οι μάζες δεν κινητοποιήθηκαν για τη βελτίωση των βιοτικών τους συνθηκών, ούτε για το ψωμί, αλλά για να υπακούνε –τέτοιο είναι το έργο του φασιστικού μηχανισμού». Εδώ έγκειται το καύχημα του νεοφιλελευθερισμού: η ολοκληρωτική κοινωνία που δημιουργεί, με τη φυσικοποίηση των ανισοτήτων και την ιδεολογική ηγεμονία της «αξιοσύνης» και του ανταγωνισμού, έστρεψε τον εργάτη εναντίον του εαυτού του. Η καπιταλιστική αλλοτρίωση, τουτέστιν η γενικευμένη απανθρωπιά, καθιστά τον μέσο Ευρωπαίο ανίκανο να νιώσει. Αναισθητοποιημένος, εγκλωβισμένος στη μίζερη χαμοζωή της –επισφαλούς- μισθωτής εργασίας, κοιτά τις φλόγες στη Μόρια ωσάν να βρίσκεται σε κινηματογραφική προβολή. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για τα αυτονόητα: για τον καπιταλισμό, την πολεμική μηχανή, την κρεατομηχανή που στοιβάζει κατατρεγμένους σε κοντέινερ, που αδυνατεί να μοιράσει τον πλούτο και στερεοποιεί τις ακραίες ταξικές διακρίσεις, ας μιλήσουμε, πάλι και πάλι, για το μόνο υπαρκτό, δολοφονικό  πολιτικό σύστημα. Όσο οι απανταχού εργάτες αδυνατούν να ζήσουν απ’ τη δύναμη των χεριών τους στον τόπο που διάλεξε γι’ αυτούς η τυχαιότητα της καταγωγής κι όσο η Δύση παραμένει κυρίαρχη εκμεταλλευτική δύναμη, ο μέσος άνθρωπος, δυστυχισμένος, θα εκφασίζεται.  Ας μιλήσουν, λοιπόν, για τον καπιταλισμό και όσοι δεν τολμούν ακόμα. Επείγει.
29
07

Το παρελθόν ως πολιτική παρακαταθήκη

Η επανεκμάθηση της πληθυντικής Αριστεράς είναι μια υπόθεση που αφορά όλους ανεξαιρέτως. Παλιοί σύντροφοι του κατασυκοφαντημένου πυρήνα του 3%, σύντροφοι που εγκατέλειψαν για να συνταυτιστούν με τη λεγόμενη «Αριστερά της ευθύνης», η οποία, με τη σειρά της, οδηγήθηκε στη συγκυβέρνηση με Σαμαρά - Βενιζέλο, σύντροφοι από το αριστερό όριο της Σοσιαλδημοκρατίας (ΠΑΣΟΚ, ΚΙΝ.ΑΛΛ. κ.ο.κ.) διαθέτουν διαφορετικές αισθήσεις, αντιλήψεις και αντανακλαστικά. Η εμπειρία τους, εμπειρία οδηγός για τα επόμενα βήματα, εμπειρία για την αποφυγή ολέθριων ή λιγότερο ολέθριων λαθών και παλινωδιών, είναι η προίκα, τρόπον τινά, για τη μεγέθυνση της Αριστεράς του μέλλοντος. Έτσι, οι προερχόμενοι από τη Σοσιαλδημοκρατία σύντροφοι, έχοντας εσωτερικεύσει τη φθορά της διολίσθησης που σταδιακά έφερε ανά τον κόσμο τα κόμματά της σε τριτοτέταρτες θέσεις, μπορούν να διδάξουν πώς, με ποιον τρόπο, αποφεύγοντας τι ο νέος σχηματισμός δεν θα εκπέσει όπως ο προηγούμενος. Είναι σαφές ότι οι ψηφοφόροι την περίοδο 2012-2015, όπως και τα νέα μέλη σήμερα, ήρθαν στον ΣΥΡΙΖΑ όχι εκ των ουρανών, αλλά αναζητώντας συγκεκριμένο, αριστερό πρόσημο το οποίο εξέλειψε από το ΠΑΣΟΚ. Πολιτικές τεχνικές και συμπεριφορές, ιδεολογικές οπισθοχωρήσεις, σταδιακή εγκατάλειψη των στρωμάτων που παραδοσιακά εκπροσωπούσαν, ψευδολογίες και αισθητική που πόρρω απείχε από εκείνην της Αριστεράς, σε συνδυασμό με τον «μεγάλο συμβιβασμό», όχι α λα Μπερλινγκουέρ, αλλά με το κεφάλαιο και τη διαφθορά που αυτός εμπεριέχει, έτρεψαν σε φυγή κάθε υγιές κύτταρο. Έτσι, η πολιτική πείρα των συντρόφων/ισσών που έζησαν όλα ετούτα στο πετσί τους είναι συνεισφορά ύψιστης σημασίας ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία να μην εκπέσει σε τέτοια παρόμοια.
05
07

Η φιλοξενία του κιτς και η ανθρωπιά

Οι φιέστες υποδοχής του, ζεστού μεν λίγου δε, χρήματος στα αεροδρόμια όπου καταφθάνουν οι αλλοδαποί τουρίστες, δεν είναι παρά ένα μικρό δείγμα του σύγχρονου πολιτισμού της ασχημοσύνης: εκείνου που καθορίζεται από την υπαναχώρηση της τέχνης, ως μοχλού ανατροπής, τροφοδοτείται από τη μαζική παραγωγή πολιτισμικών υποπροϊόντων και, κυρίως, αναπαράγει, χαϊδολογώντας, τις πιο αδηφάγες πλευρές του ανθρώπινου όντος. Πέρα από τα ευτράπελα της συγκυρίας (πτήσεις από “απαγορευμένες” χώρες κ.ο.κ.), τα βιολιά και τα λαούτα γίνονταν δωράκι στον πελάτη, προσδίδοντας στην κουλτούρα που εκπροσωπούν έναν χυδαία αγοραίο χαρακτήρα. Η περιβόητη “ελληνική φιλοξενία” έχει ήδη μετατραπεί σε μια υπόθεση στυγνής ανταλλαγής, μια υπόθεση συμφέροντος. Οι “ξένοι με τα φράγκα” αξίζουν τις χορδές και τα όργανα, σε αντιδιαστολή με τους κατατρεγμένους που φτάνουν στα ίδια μέρη, οι οποίοι διώκονται, επαναπροωθούνται ή θαλασσοπνίγονται.
24
06

Ο σεξισμός ως πολιτική ορθότητα

Ο συνηθέστερος τρόπος να διαχέονται σεξιστικού τύπου στερεότυπα στο κοινωνικό σώμα είναι τα τηλεοπτικά στόρι, οι αφηγήσεις, είτε αφορούν διαφημίσεις προϊόντων είτε σίριαλ κ.ο.κ. Τα έμφυλα στερεότυπα πάνε κι έρχονται, με διαβαθμίσεις έντασης. Από την μοντέρνα “δούλα και κυρά“, που ανοίγει φύλο με αρωγό, για να μαθαίνει, βεβαίως βεβαίως, την κόρη της, ως την “π...να” με το βιτριόλι, η αναπαραγωγή της βιαιότητας της πατριαρχίας, που ορίζει και καθορίζει ρόλους και ζωές, είναι εδώ. Η υπόθεση είναι προφανώς πολιτική, αγγίζει δε όλο το φάσμα. Αν για τη δεξιά τα προωθούμενα από το σύστημα γυναικεία πρότυπα εντάσσονται στα ταυτοτικά της χαρακτηριστικά, σεξιστικά ολισθήματα βαραίνουν και την αριστερά. Μετά το περιβόητο σποτ της Πολιτικής Προστασίας, του σώφρονος ανδρός (Χρήστος Λούλης) με την άμυαλη γυναίκα στο πλευρό του, ένα ακόμα έρχεται να συμπληρώσει τη μεγάλη εικόνα του σεξισμού. Στο, κατά τα άλλα επιτυχές, σποτ του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα ΜΜΕ, μία ακόμα χαρίεσσα ξανθιά, εδώ, βλέπει το χρήμα να πέφτει ακκιζόμενη, δίχως να αντιδρά. Η επιλογή γυναίκας, για την κατάδειξη της διαφθοράς στα ΜΜΕ, σε έναν επαγγελματικό χώρο όπου οι γυναίκες σε θέσεις ευθύνης σπανίζουν, κρίνεται ατυχέστατη, αφού η στερεοτυπική αναπαραγωγή του σεξιστικού προτύπου είναι καταφανής. Αλλά το σπουδαιότερο δεν είναι η καθαυτή ύπαρξη του σεξισμού: είναι πως σε τούτη ουδεμία/δείς αντέδρασε. Κι ενώ το ίδιο το σποτ κατακρίθηκε από πολλούς για άλλα, η έμφυλη διάσταση θεωρήθηκε πολιτικώς ορθή. Καμία γυναίκα, καμία γυναικεία συλλογικότητα, εντός ή εκτός του ΣΥΡΙΖΑ, δεν έδειξε να ενοχλείται, ούτε καν να το παρατηρεί ως αντικανονικό. Η εμπεδωμένη πατριαρχία, με όλα τα συμπαρομαρτούντα, είναι εδώ. Η χωρίς αντίδραση κατάποση μιας τέτοιας “λεπτομέρειας” ενισχύει τη συστημική βία εναντίον της οποίας κάθε γυναίκα παλεύει κατά μόνας: οι γυναίκες «δεν έχουν σαν τους προλετάριους μια ενότητα εργασίας και συμφερόντων», «ζουν κατεσπαρμένες ανάμεσα στους άνδρες». Επιπλέον, «ο δεσμός που ενώνει τη γυναίκα με τους καταπιεστές της δεν συγκρίνεται με κανέναν άλλον», λέει η Μποβουάρ στο «Δεύτερο Φύλο». Όταν εξουσιαστής είναι ο σύντροφος, ο εραστής, ο αδελφός, είναι προφανές πως ο αγώνας γίνεται αδυσώπητη καθημερινή διαπάλη, συναισθηματικά αφόρητη.
17
06

Γυναίκα – αίμα – σπέρμα

Πίσω από κάθε περίπτωση γυναικοκτονίας, αποκαλύπτεται μια αγάπη “με πείσματα και νοστιμάδες”, ένα αβυσσαλέο πάθος, πουθενά όμως ένας κτητικός αφέντης, ένας φαλλοκράτης που ξεπέρασε κάθε όριο ανθρωπινότητας και νομιμότητας. Εδώ, στην τρέχουσα υπόθεσα, η ζήλια, από γυναίκα σε γυναίκα, λαμβάνει άλλη μορφή. Η μιντιακή απάτη, που θέλει και τα σοβαρότερα να κινούνται στον αφρό, παριστάνει πως δεν καταλαβαίνει ότι η φερόμενη ως θύτρια δεν είναι παρά μια παραπαίουσα προσωπικότητα, μια περίπτωση εμμονικής προσωπικότητας που αφορά τους ψυχιάτρους ίσως περισσότερο από τους νομικούς. (...) Η κουλτούρα της νέας συντηρητικής αντιφεμινιστικής αντεπανάστασης όχι μοναχά ανέχεται τέτοια ήθη, αλλά τα υποθάλπει και τα συντηρεί. Είναι η ίδια κουλτούρα που επέβαλε σιωπητήριο στην υπόθεση της Κούνεβα, όπου, παρ’ ότι γυναίκα, η περίπτωση έχανε τα χαρακτηριστικά του θεάματος, μιας και αποτελεί το πλέον ειδεχθές ταξικό έγκλημα στην Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών. Είναι επί της ουσίας η ίδια κουλτούρα που επιβάλλει τον εξοβελισμό του πολιτικού διαλόγου με τον αποκλεισμό των κομμάτων της αντιπολίτευσης από τον δημόσιο διάλογο, είναι η ίδια κουλτούρα που αντικαθιστά τους πολιτικοποιημένους διανοούμενους με κάθε λογής “εμπειρογνώμονες”. Ο σεξισμός, εγγενές και κορυφαίο χαρακτηριστικό των ΜΜΕ της εποχής, τις τελευταίες μέρες κυριαρχεί. Βαραίνει κάθε γυναίκα, αθώα ή ένοχη, παραβατική ή μη. Κι έχει πολλές, καταστροφικές προεκτάσεις, για την κοινωνία ως σύνολο και τη συνοχή της. Να καταγγέλλεται είναι χρέος ολονών, ανεξαρτήτως φύλου.