Κατέ Καζάντη

11
01

Ποιος, αλήθεια, φοβάται τις τάσεις;

Τίποτα δεν έχει να φοβηθεί ένα σύγχρονο αριστερό, δημοκρατικό κόμμα από τις οργανωμένες στο εσωτερικό του τάσεις. Απεναντίας, μόνο να κερδίσει έχει από τη ζωοποιό ορμή της αλληλεπίδρασης των ιδεών και από την ειλικρινή αποδοχή των διαφορών μεταξύ των μελών του. Μοναχά εκείνοι που αρνούνται τις συνθέσεις αντιτίθενται στις ιδεολογικά συγκροτημένες και οργανωμένες μειοψηφίες, υπό το πρόσχημα των δήθεν μηχανισμών της αναπαραγωγής της εξουσίας των προσώπων. Τούτοι ομνύουν σε ένα κόμμα με μια χριστιανικού τύπου ομοφωνία η οποία δύναται να υπάρξει μονάχα μεταφυσικά. Διότι οι ομαδοποιήσεις στις ψηφοφορίες δεν αποφεύγονται: καταστατικές ή μη οι τάσεις (ή οι πλατφόρμες ιδεών ή ό,τι άλλο, ακόμα ακόμα και οι φράξιες), καθείς θα “σταυρώνει” εκείνους που βρίσκονται εγγύτερα στην προσωπική του ανάγνωση για τον κοινωνικό μετασχηματισμό και την πολιτική δράση. Μ’ αυτούς θα συμπορεύεται εντός του κόμματος, διεκδικώντας ποσοστά παρέμβασης στη διαμόρφωση των πολιτικών. Η ελευθερία του διαλόγου, η κυκλοφορία των ιδεών ακόμα και η αντι-δράση των διαφωνούντων στην ηγεμονική, κυρίαρχη άποψη είναι πλούτος. Πλούτος που εγγυάται την ανεκτικότητα του κομματικού σχηματισμού στις μεγεθύνσεις, απαραίτητες για τη συγκρότηση μετώπων κάθε φορά που η συγκυρία το απαιτεί. Όσο για τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, εάν όντως έγκειται στο «ελευθερία στη συζήτηση – ενότητα στη δράση», δεν είναι του πεταματού: διασφαλίζει τις απαραίτητες ιδεολογικές συναινέσεις, με το κόμμα να παραμένει εν κινήσει, διασφαλίζει και τη δυνατότητα ολικής εφόρμησης εναντίον του εχθρού. Αρκεί βέβαια να διασφαλιστεί και το επιπλέον: ότι δηλαδή η δυνατότητα στην ελευθερία έκφρασης της μειοψηφίας δεν θα τελεί επί της ουσίας σε διαρκή απαγόρευση υπό την επίσης διαρκή επίκληση της “έκτακτης ανάγκης”, μιας ανάγκης – φόβητρου που κάθε άλλο παρά αρμόζει σε δημοκρατικές διαδικασίες. Αλλά αυτό αποτελεί μιαν άλλη, μεγάλη συζήτηση.
05
01

Πατριαρχία, δεξιά και αριστερά

Η μορφή της πατριαρχίας, καταγεγραμμένη και μέσα από την ψυχανάλυση (Φρόιντ, Λακάν κ.ο.κ.), στο βαθμό που ετεροπροσδιορίζει τη Γυναίκα, προσυπογράφει τη βία που υποκρύπτεται στην προτεραιότητα της περιγραφής του αρσενικού. Αλλά κι αν στην ακροφιλελεύθερη δεξιά η υπάρχουσα κατάσταση των πραγμάτων αποτελεί την ιδεολογική της πεμπτουσία, άρα τα πάντα μοιάζουν κανονικοποιημένα και τακτικά, στην αριστερά τα πράγματα δεν είναι ιδανικά. Στον πόλεμο θέσεων που διεξάγεται εντός της, παραμένει ηγεμονική -ακόμη κι όταν δεν εκφράζεται ανοιχτά- η άποψη πως τα ζητήματα του φύλου και ο συμπεριληπτικός φεμινισμός κατατάσσονται στις λεγόμενες “δευτερεύουσες αντιθέσεις”. Τις οποίες αντιθέσεις, χοντρικά και κατά τις ορθόδοξες πεποιθήσεις, ο ταξικός αντίπαλος ενίοτε οξύνει, ούτως ώστε να αποκρύψει την κυρίαρχη αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας. Οι δευτερεύουσες αντιθέσεις, όμως, αποκυήματα συχνά της κύριας αντίθεσης, αποτελούν ιδιοσυστατικά του συστήματος, τα οποία γεννούν εκμεταλλευτικές σχέσεις εξίσου ισχυρές με εκείνες που γεννά η πρωτεύουσα αντίθεση. Να τις επιλύσει η, οψέποτε ερχόμενη, επανάσταση είναι μια απάντηση που εντάσσεται στη μεταφυσική της ιστορίας. Να δουλευτούν παράλληλα είναι μια άλλη, πρακτικότερη της πρώτης, που, όμως εάν ακολουθηθεί, ως ορθότερη, βγάζει από τη βολή της αιώνιας κυριαρχίας τους όλα τα αρσενικά. Όπερ σημαίνει ότι θα κληθούν να εγκαταλείψουν τις πολυθρόνες της εξουσίας, παραχωρώντας τες σε “αναξιότερες”, αφού θα υποστούν τις -κατασυκοφαντημένες- ποσοστώσεις φύλου. Ότι θα αλλάξει ο τρόπος της καταγραφής της εμπειρίας και ότι ο κόσμος πια θα αναλύεται (και) απ’ τη μεριά της πολλαπλώς καταπιεζόμενης γυναίκας. Ότι, επίσης, οι αυτονόητοι οικιακοί ρόλοι θα μετασχηματιστούν, αλλάζοντας τον εμπράγματο βίο και τις παροντικές σχέσεις αντρών και γυναικών. Τα πράγματα, όπως καταγράφονται στο σύνολο των κομμάτων, κοινοβουλευτικών και μη, της Αριστεράς, δείχνουν πως η έμφυλη ισότητα είναι μια υπόθεση που μένει ανοιχτή. Η αντρική πλειοψηφία είναι ορατή παντού: στους πρωτοκλασάτους, στους διανοούμενους, στους εργάτες βάσης, στους συσχετισμούς στα όργανα και τα κυβερνητικά σχήματα. Κι όσο οι κοινωνίες θα υποκύπτουν στη γοητεία των στερεοτύπων της alt right δεξιάς, οι αγώνες, και στο εσωτερικό μέτωπο, θα παραμένουν πρόταγμα. Και όχι μοναχά για τις γυναίκες.
19
12

Ούτε αγενείς ούτε απρόσεκτοι: απλώς δεξιοί

Η φρίκη της βιοεξουσίας είναι εδώ: σ’ αυτό το σύστημα που αυτάρεσκα ορκίζεται στη δύναμη των “καλύτερων”, δίχως να αναγνωρίζει διαφορετικότητες στην αφετηρία ή δικαιώματα στην παρέκκλιση, κάποιοι, πολλοί, αν επιμένουν να ζουν, τουλάχιστον ας μην ενοχλούν. Η καταθλιπτική να κάτσει στη γωνιά της, να μην διεκδικεί ορατότητα από τους κανονικούς, ο δε ευπαθής να μη μιλά, κι άμα μιλά, να προσέχει, μην τυχόν κι ανησυχήσει ο υγιής. Αλλά βαρβαρότητα είναι τούτο ακριβώς, η τυραννία του, με συστημικούς όρους, αδύναμου και η νομιμοποίηση αυτής της τυραννίας, βασισμένης στην έλλειψη αναγνώρισης κάθε άλλης προσφοράς πλην του υλικού κέρδους. Ο αμοραλισμός αντικαθιστά την αλληλεγγύη στον πάσχοντα, σε μια κοινωνία όπου οι αντιθέσεις της φυσικοποιούνται. Έτσι, η θέση ο καθείς ανάλογα με τις δυνάμεις του, στον καθένα αναλόγως των αναγκών του, φαντάζει γελοία: στερείς από τους άξιους, για να ταΐσεις τη φύρα, χάνει ο άριστος για να κερδίσει ο χείριστος. Σ’ αυτό το πνεύμα του καπιταλισμού, λοιπόν, να απολαμβάνουν εκείνοι που ξεχώρισαν από το πλήθος, είναι η λογική συνέπεια. Να χαίρεται ποδηλατάδες στο βουνό ο πρωθυπουργός ή να μετακινείται από χωρίου εις χωρίον η σύζυγός του, για τις ανάγκες των προϊόντων και των συναφών φετιχισμών, είναι κανονικό. Κανονικό επίσης και να στοιβάζονται χιλιάδες κρατούμενοι στις φυλακές της χώρας και, εννοείται, να νοσούν από κορωνοϊό. Αυτό, εξάλλου, τους αξίζει. Η διαβάθμιση στην ανθρωπινότητα, η διατίμηση και η διαλογή σε ελαττωματικές και μη οντότητες και οι εξ αυτών εκπορευόμενες, ρατσιστικού τύπου, ασχημοσύνες είναι μια υπόθεση με σαφές πολιτικό πρόσημο. Και σηματοδοτεί τα αυτονόητα, όπως αυτά καταγράφονται στο ασυνείδητο των πολιτών, αναλόγως του συστήματος που υπερασπίζονται: όποιος ομνύει στη ρώμη -του μυαλού, του χρήματος κ.ο.κ.- εύκολα ξεφεύγει. Να λοιδορείς συνάνθρωπο εάν δεν φορεί κουστούμι στα μέτρα τα δικά σου, είναι, εν τέλει, δεξιά υπόθεση.
10
12

Είλωτες της δημοσιογραφίας με αλυσίδες Πέτσα

Η παρούσα κυβέρνηση, με το νομοσχέδιο Πέτσα για τα ΜΜΕ, καταργεί την προηγούμενη νομοθετική πρόβλεψη σε κάθε κανάλι οι 400 εργαζόμενοι να είναι μισθωτοί, δίνοντας τη δυνατότητα το 30% από αυτούς να είναι εργαζόμενοι άλλων εταιρειών. Και ταυτόχρονα, στα δημόσια ΜΜΕ, απελευθερώνει τις αμοιβές για τα μεγαλοστελέχη στην ΕΡΤ και στο ΑΠΕ. Το ζητούμενο σε τούτα δεν είναι μοναχά μία από τα πάνω αντίδραση των συνδικάτων. Είναι κυρίως η αφύπνιση όλως εκείνων των εργατών της φαντασιακής πραγματικότητας, που αντιλαμβάνονται τις αλυσίδες τους ωσάν μεταξωτές κορδέλες, στρεφόμενοι εναντίον του εαυτού τους και, εκ της θέσεώς τους, εναντίον της κοινωνίας. Το πρόβλημα με το ν/σ Πέτσα δεν είναι, φυσικά, μια “κατάσταση εξαίρεσης” (Αγκάμπεν). Ακόμα κι αν δεν ισχύσει ως έχει, θα το βρίσκουμε διαρκώς μπροστά μας, μέχρι οι είλωτες της δημοσιογραφίας ν’ αποφασίσουν να διαχωρίσουν τη θέση τους από τη θέση των εκδοτών–αφεντικών. Που, όμως, είναι μια πολυσύνθετη και μάλλον μακρόχρονη διαδικασία, υπόθεση όλων των προλετάριων.
25
11

Η αρθρογραφική σοβαρότης ως τσιφλίκι των σερνικών

Στη νέα, υπό διαμόρφωση, πραγματικότητα, αν η γυναίκα παραιτηθεί από τη μάχη της ορατότητας, αν αποδεχτεί ηθικά την «αντικειμενικότητα» και την «αξιοκρατία», αν αποδεχτεί δηλαδή πως κόβεται επειδή κερδίζει ο «καλύτερος» –πάντα σε -ος η κατάληξη–, σημαίνει πως αποδέχεται την ετυμηγορία που της επιβάλλει η πατριαρχία, δικαιώνοντας την αντικειμενική αδικία που υφίσταται. Η διεκδίκηση των ποσοστώσεων είναι μια λύση, προς ώρας η καλύτερη.
20
11

Θεού θελήματα, μωρίες και ανισότητες

Aν γι’ αυτούς η μεταθανάτιος ζωή αποτελεί συνέχεια της επίγειας, για τους άλλους, που πιστεύουν πως απλώς θα καταλήξουν στάχτη ή τροφή για τα σκουλήκια, η μετοχή στον κοινό πόνο δεν είναι «δώρο του Θεού» (Αναστάσιος). Είναι αυτό που τους επιφύλαξε όχι φυσικά ο θεός του Ιώβ που τους μισεί, ούτε το στραβό το ριζικό τους, αλλά το σύνολο των πολιτικών εκείνων που αναπαράγουν τις ανισότητες μέχρι τα στερνά, μέχρι την αρρώστια και το θάνατο. Διότι -ποιος δεν το σκέφτεται άραγε;- η θέση που καταλαμβάνεις στην κοινωνική διαστρωμάτωση είναι ευθέως ανάλογη της προσοχής που θα λάβεις την ώρα του «κοινού πόνου». Κοινώς, οι έρμοι οι προλετάριοι, που ούτε τα τεστ της διάγνωσης μπορούνε να πληρώσουν, πάντα, μα πάντα, πίσω από τους ιεράρχες θα ‘ρχονται. Η επίγεια εξουσία, στα δεξιά του Κυρίου και του πολιτικού φάσματος, θα δίνει στο ιερατείο την πρωτοκαθεδρία.
04
11

«Να βγαίνει η δουλειά»: arbeit macht frei

Εξορισμού κάθε αφεντικό συνθλίβει τους από κάτω: το φάσμα της διόγκωσης της ανεργίας χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει τις πλέον αντιδραστικές πολιτικές ενώ από πουθενά δεν μπαίνει στο τραπέζι ένα αντιπαράδειγμα στον καπιταλισμό. Η –διεθνής– Αριστερά λουφάζει: αντί να επεξεργάζεται πολιτικές που θα περιορίζουν τα εκμεταλλευτικά κέρδη, –μείωση των ωρών εργασίας, 6ωρο ή 4ήμερο, με αύξηση και όχι μείωση των μισθών, νέες μορφές αποανάπτυξης, φιλικές στο περιβάλλον– γίνεται παρακολούθημα των καπιταλιστικών λογικών διαχείρισης. Μια οραματική πολιτική στο κατεξοχήν πεδίο της ταξικής σύγκρουσης εκλείπει, την ώρα ακριβώς που ο κόσμος της εργασίας βρίσκεται στη χειρότερη, μεταπολεμικά, κατάσταση.   Όποιος, από τη θέση του εργάτη, διεκδικεί να εισάγει την πολυπλοκότητα του όντως ανθρώπου στον καθημέριο βίο, διεκδικώντας παραπάνω από τα προσφερόμενα ή προστατεύοντας τα κεκτημένα, τιμωρείται. Από τους από πάνω αλλά και από τους ομόταξους: ο κοινωνικός αυτοματισμός κάνει τον παρία να παρακαλά να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα ή να κοιτά με μισό μάτι τον τολμητία που ανθίσταται στην επελαύνουσα εκμετάλλευση. Κι επειδή, ακολουθώντας τον Κανέτι, σημασία δεν έχει πόσο καινοφανής είναι μια ιδέα αλλά πόσο καινούργια γίνεται κάθε φορά εντός της ιστορικής συγκυρίας, ας (ξανα)μιλήσουμε για τα βασικά: για την ανελέητη εκμετάλλευση πρεκάριων και για προλετάριων και το χρόνο εργασίας σε συνδυασμό με την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου, ως μόνου όντος που έχει επίγνωση του πεπερασμένου του επί της γης, την επίγνωση δηλαδή του θανάτου του.
23
10

Το κράτος-λάφυρο και η δικαιοσύνη

Το κράτος, το οποίο εξ ορισμού διαθέτει, από το βαθύ σύστημα που το οργανώνει, καταπιεστικό χαρακτήρα, βασίζεται σε ειδικά σώματα ανώτερων κρατικών λειτουργών, «προικισμένων με υψηλό βαθμό κινητικότητας, όχι μόνο ενδοκρατικής (…)*. Αυτά κάνουν κουμάντο. Κι επειδή αστυνομία, δικαστήρια, φυλακές αποτελούν την πεμπτουσία της δύναμης και της καταστολής, στο άνωθεν ελληνικό δείγμα φαίνεται πως έχουσι γνώσιν οι φύλακες. Και διαχέουν στο κοινωνικό σώμα, το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο, αντιδραστικά μηνύματα. Η συγκυρία είναι υψίστης σημασίας: την ώρα που ο «δημοκρατικός κόσμος» ανασαίνει με την καταδίκη της εγκληματικής οργάνωσης, την ώρα που τμήμα του λαού τολμά να σηκώσει κεφάλι διαμαρτυρόμενο, τον τόνο δίνουν χαϊδολόγημα και καταστολή. Από διαφορετικά σημεία αλλά στο ίδιο τέμπο. Η κυρίαρχη ιδεολογία, μέσω της εισαγγελέως, χωνεύει το φασιστικό μόρφωμα, το μηρυκάζει, για να το ενσωματώσει εκμοντερνισμένο στο μέλλον, οψέποτε το χρειαστεί. Η ρωγμή σοβατίζεται. Μαζί και η ελπίδα της αντίστασης. Στην περίπτωση του Χρυσαυγιτισμού, έχουμε ανώτερο κρατικό λειτουργό να κανακεύει τους φασίστες ιδεολογικά και έμπρακτα, στην δε περίπτωση του μαθητή έχουμε αστυνομικούς να βιαιοπραγούν, φυλακίζοντας. Και στις δυο περιπτώσεις, το βαθύ σύστημα ιδιωτικοποιεί το κράτος: αν και θα έπρεπε να λειτουργεί επ’ ωφελεία της δημοκρατίας και του λαού, λειτουργεί εντέλει προς όφελος της αναπαραγωγής των αρμών του. Πότε βάζοντας μπροστά την ιδεολογία και πότε με απροκάλυπτη, ή λιγότερο απροκάλυπτη, βία.
09
10

Η προλετάρια μάνα και οι -φριχτές- κομψευόμενες Αντουανέτες

Η κουλτούρα της φυσικοποίησης των ανισοτήτων, η κουλτούρα της απαξίωσης των από κάτω,  ιδιοσυστατική της δεξιάς, είναι η κυρίαρχη κουλτούρα των ΜΜΕ. Στον πολιτισμό τους δεν χωρούν αμφισβητίες. Τους δίνουν χώρο να υπάρξουν μοναχά όταν δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, ως εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον γενικό κανόνα της κυριαρχίας τους. Εξοβελίζουν στα αζήτητα το όντως υποκείμενο που μετασχηματίζει την ιστορία, αφαιρώντας του το δικαίωμα της ορατότητας, το δικαίωμα του ομιλείν. Ο ίδιος ο Φύσσας, λοιπόν, που αρχικά τον θεώρησαν νεκρό λόγω «γηπεδικών διαφορών» και η προλετάρια μάνα του, μάνα όλων των προλετάριων της γης, και ο αγώνας της, εντάσσονται στο σύστημα, τιμούνται από σύστημα, παρά μόνο ως εξαιρέσεις. Ας μην εξαπατώμεθα, δεν είναι όλες οι προλετάριες αξιοπρεπείς, κάτι φοβισμένα γυναικάκια μόνο, που η ταξική τους καταγωγή τους στερεί τρόπους και μόρφωση. Κανονικές, σκεπτόμενες γυναίκες, κανονικούς, σκεπτόμενους ανθρώπους, ζητήστε αλλού, όχι στους ημιάνεργους εργάτες και εργάτριες, αλλά στα ανάκτορα των βορείων προαστίων. Οπότε, αν θέλετε να γίνουν καλύτερες οι ζωές σας, μην εμπιστεύεστε τη φτωχολογιά, μην εμπιστεύεστε, δηλαδή, τους ρακένδυτους, ακαλλιέργητους εαυτούς σας. Αναθέστε την ευθύνη σε κείνους που, αιώνες τώρα, έχουν το «νόου χάου» να βασιλεύουν -και να εκμεταλλεύονται. Ξέρουν αυτοί. Και η κ. Μάνδρου και ο διπλανός της, ο κ. Τσίμας, ο οποίος, στις 21/5/18, ξεδίπλωνε τους στοχασμούς τους για τη βία ως εξής: «…Δηλαδή, εάν γιαουρτώνουμε τον Πάγκαλο είναι μια χαρά. Αν μαχαιρώνουμε τον Φύσσα είναι κακό. Δεν λέω βέβαια ότι το μαχαίρι και το γιαούρτι είναι το ίδιο πράγμα, αλλά η βία είναι βία…»
01
10

Αναζητώντας τον αριστερό ιδεότυπο

Ο αριστερός άνθρωπος, σε ένα περιβάλλον ιστορικής ασυνέχειας, μετά και την πτώση του τείχους, αδυνατεί να επανευφεύρει τον εαυτό του, φοβούμενος τη μαχητική εκδοχή του, και καταφάσκει σε σοσιαλδημοκρατικά ημίμετρα, πατώντας και στη βάρκα του αστισμού και στην ταπεινότερη του λαού, τούτο δεν είναι λύση. Η πολιτική παρρησία, με την οποία θα επαναπροσεγγιστούν όλα εκείνα τα παλαιά θέσφατα που ριζοσπαστικοποίησαν, σε όχι πολύ μακρινές εποχές, την κοινωνία, είναι, καταρχάς, αναγκαία για την καθεμιά και τον καθένα. Εάν δεν τοποθετηθούμε ξανά πέραν και των ιδεών του (αστικού) Διαφωτισμού, αν δεν μιλήσουμε ξανά, δίχως ηθικολογίες, για τις ιδέες εκείνες που έφερναν, όσες φορές την έφεραν, την αριστερά σε ηγεμονική θέση εντός της κοινωνίας, οι μάχες θα χάνονται. Και της γης οι κολασμένοι θα παραπαίουν, βυθιζόμενοι σε νέα ιδεολογικά σκοτάδια.