Macro

Θα πεθάνουμε δουλεύοντας

Έκαστος ημών ασχολούμενος αποθνῄσκει ή πώς θα πεθάνουμε δουλεύοντας

«…Γεγόναμεν απαξ, δις δε ουκ έστι γένεσθαι• δει δε τον αιώνα μηκέτι είναι, συ δε ουκ ων της αύριον κύριος αναβάλλῃ το χαίρον• ο δε βίος μελλησμώ παραπόλλυται και εις έκαστος ημών ασχολούμενος αποθνῄσκει…» Επικούρου Προσφώνησις, XIV

Η ανθρώπινη ευτυχία: αν υποθέσουμε πως τούτη είναι ο υψηλότερος στόχος των έλλογων όντων και των κοινωνιών τους κι αν, επίσης υποθέσουμε, πως τούτος ο στόχος νοηματοδοτεί την οργάνωση του ανθρώπου σε κοινότητες, τότε οφείλουμε να αποδεχτούμε πως στόχος της πολιτικής δεν είναι παρά “το χαίρον” της ύπαρξης όλων μας. Και η δουλειά των πολιτικών είναι να το εξασφαλίζουν.

Αλλά στην ιστορία του ανθρώπου, που δεν είναι παρά η ιστορία της ανθρώπινης νόησης, τούτο το κομμάτι διαφεύγει του νου. Στην εποχή μας, όπως και σε κάθε εποχή, ευκολότερη ή δυσκολότερη, το πεπερασμένου του βίου δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν. Απεναντίας: το παρόν μοιάζει να εκτείνεται στο άπειρο τόσο, ώστε οι παρούσες γενιές να μη στέκουν να στοχαστούν αλλά να δουλεύουν διαρκώς, σε καθεστώς κυριολεκτικής δουλείας, για ένα απροσδιόριστο μέλλον, στο οποίο δήθεν “θα φτιάξουν τα πράγματα”.

Η καπιταλιστική συνθήκη αγνοεί το γεγονός του θανάτου ή, ηθελημένα, εθελοτυφλεί μπροστά του. Η αέναη μεγέθυνση του κέρδους, με τη διπλή θυσία φύσης και ανθρώπων, λογαριάζεται ως “πολιτισμός”. Αδιαφορώντας απολύτως, α-ηθικά, αμοραλιστικά, ή, το χειρότερο, ατενίζοντας ηδονικά, ως ευκαιρίες, πολλές μικρές και μεγάλες ανθρώπινες τραγωδίες, το μόνο υπαρκτό πολιτικό σύστημα εκλαμβάνει τις ελίτ ως κάστα αθανάτων, που πλουτίζει και απολαμβάνει αέναα, και τις υποτελείς τάξεις ως πρόβατα επί σφαγή. Το ίδιο και λαούς ολόκληρους, οι οποίοι γίνονται κατά το δοκούν “λαθραίοι”, “παράτυποι” κ.ο.κ.

Το ζην ως βασίλειο της ανάγκης: η γνωστότερη διατύπωση ανήκει στον Κάρολο Μάρξ. Για να ελευθερωθεί ο άνθρωπος απ’ αυτό, “ο βασικός όρος είναι η συντόμευση της εργάσιμης ημέρας”, λέει. Αλλά η πεμπτουσία του καπιταλισμού εδώ ακριβώς βρίσκεται. Στο σημείο, δηλαδή, όπου η δεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως και κάθε δεξιά διακυβέρνηση όπου γης, επενδύει: στην επιμήκυνση του ωραρίου, δωράκι στους εργοδότες.

Κι αν ο Μαρξ λογίζεται επαναστάτης, μαζί του συμφωνεί και ο Επίκουρος που δεν επιθύμησε ν’ αλλάξει τον κόσμο. H επικούρειος λογική ομοιοτρόπως στοχάζεται: “κακὸν ανάγκη, αλλ’ ουδεμιά ανάγκῃ ζην μετὰ ανάγκης”. Κακό πράγμα η ανάγκη, λέει ο Επίκουρος, και δεν έχουμε καμιάν ανάγκη να ζούμε κάτω από την εξουσία της. Η υλιστική εσχατολογία του απορρίπτει τη μεταθανάτια ζωή και βάζει τα πράγματα στη θέση τους: μια φορά γεννιόμαστε, δεν έχει δεύτερη. Γι’ αυτό, μην αναβάλλεις τη χαρά, δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει. Η ζωή περνά και χάνεται, μην την καταστρέφεις με πολλά και μην καταστρέφεσαι κι εσύ δουλεύοντας.

Από την “καταστηματική ηδονή” του Επίκουρου, αυτή που απαλλάσσει το σώμα από τον πόνο και τον κάματο, οδηγώντας στο “ηδέως και μακαρίως ζην”, ως την μαρξική απαλλαγή του εργάτη από τις αλυσίδες του και την κατάργηση της αλλοτρίωσης, η φιλοσοφική απόσταση είναι μικρή. Αν ο ανθρωπισμός του Κήπου δεν παρέπεμπε σε στάσεις, πολιτικές αλλαγές ή μεταρρυθμίσεις, προτεραιότητα του αριστερού ανθρωπισμού είναι ν’ αλλάξει τον κόσμο. Και να προτάσσει τα αυτονόητα: 6ωρο αντί 8ώρου, επιμήκυνση των ημερών για διακοπές, αύξηση του μεροκάματου.

Αλλά στον δυτικό υπερανεπτυγμένο κόσμο ο μεν Επίκουρος έχει μάλλον ξεχαστεί, ο δε Μαρξ κατασυκοφαντηθεί. Η υλιστική, αλλά βαθιά ανθρωπιστική, οπτική για τη μία και μοναδική ζωή, επικαλύφθηκε από τη θεολογία των μεταφυσικών επουράνιων παραδείσων, τόσο βολικών για την καπιταλιστικού τύπου ανάπτυξη, τόσο εχθρικών για τον κόσμο της εργασίας.

Δυστυχέστατα, εκτός απροόπτου, μια ακόμα γενιά εργατριών/των αποθνήσκει δουλεύοντας, αφού, ανάμεσα στα άλλα, αυξάνονται και τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.

(Για την ιστορία, η διατριβή του Καρλ Μαρξ ήταν για τη διαφορά δημοκρίτειας και επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας)

Κατέ Καζάντη

Πηγή: Arti News