Αυταρχισμός, άλτερ έγκο του νεοφιλελευθερισμού
Αξίζει τον κόπο να μελετήσει κάποιος όλες τις συζητήσεις στη Βουλή αυτής της περιόδου, για να αθροίσει τις αντιθέσεις, τις ενστάσεις και τις αλλεπάλληλες αντιπροτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Η κυβερνητική πλειοψηφία δεν τις αποκρούει μόνο ως απαράδεκτες, απαξιώνει συνήθως να αναφερθεί έστω σ’ αυτές, τις προσπερνάει σαν ανύπαρκτες. Σπανιότερα τις διαστρεβλώνει τόσο, ώστε να μπορεί να φανεί δικαιολογημένη η απόρριψή τους. Και δεν το κάνει μόνο με τον κύριο αντίπαλό της, τον ΣΥΡΙΖΑ. Στο ΚΚΕ απαξιώνει να αναφερθεί φορτώνοντάς του την κατηγορία ότι βρίσκεται σε…άλλο πλανήτη, παρά το γεγονός ότι συχνότατα οι προτάσεις του κατατίθενται με γνώμονα τα συγκεκριμένα προβλήματα λαϊκών τάξεων. Όσο για τις προτάσεις τού Κινήματος Αλλαγής, αδιαφορεί για τον κόπο που καταβάλλουν τα επιτελεία του, για να καταθέτουν διαρκώς καθόλα συζητήσιμες και επεξεργασμένες προτάσεις. Στην τελευταία συνεδρίαση της Βουλής, την περασμένη Τετάρτη, ο κ. Μητσοτάκης απαξίωσε να αναφερθεί στις προτάσεις που κατέθεσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Αλ. Τσίπρας, παρότι προκλήθηκε επανειλημμένα και παρότι αυτές αφορούσαν την αντιμετώπιση της πανδημίας και όχι το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.
Στο επικίνδυνο αυτό έργο της, η κυβέρνηση συνεπικουρείται από τα καλοταϊσμένα μίντια, τα οποία δημιουργούν έναν προστατευτικό κλοιό, που χρειάζονται τεράστιες προσπάθειες, για να μπορέσει να ραγίσει κάπου και να ακουστούν λίγες λέξεις, που να θυμίζουν ότι υπάρχει αντιπολίτευση, ιδίως της αριστεράς, που λέει κάτι διαφορετικό με ένα λόγο συγκροτημένο και κατανοητό και όχι με θραύσματα από ομιλίες ή δελτία του γραφείου τύπου, ή με προκλητούς τηλεκαβγάδες σε τηλεπαράθυρα. Κι αυτό είναι ένα εξίσου σημαντικό πρόβλημα λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Γιατί συμβάλλει στην εξέλιξη της επιχείρησης εξαφάνισης της αντιπολίτευσης, που τόσο έχει ανάγκη ο νεοφιλελευθερισμός, για να επιβληθεί σαν η μόνη έλλογη λύση.