Χαράλαμπος Γεωργούλας

18
03

Συνοροϊοί, κορωνοϊοί και γνωστοί τακτικισμοί

Ένας αναλυτής του Liberal τόνιζε προχθές ότι δεν ήταν οι πολεμικοί τόνοι στον Έβρο που την έβγαλαν από τη δύσκολη θέση, στην οποία είχε βρεθεί λόγω Λέσβου και Χίου. Ήταν ο κορονοϊός, που ανέβασε την αποδοχή της από την κοινή γνώμη στα πρότερα επίπεδα. Ακόμη κι αν δεν αληθεύει η πληροφορία, μας υποδεικνύει τον πυρήνα της κυβερνητικής λογικής: μπορεί να μην πάμε τόσο καλά με τους στρατηγικούς στόχους (ιδίως οικονομικούς, αλλά όχι μόνο), αλλά από τακτικούς ελιγμούς έχουμε επάρκεια.
11
03

Η πραγματικότητα πίσω από τον πολεμικό θόρυβο

Η προθυμία, πάντως, των «θεσμών» να προσφέρουν στη χώρα κάμποσα εκατομμύρια ευρώ για τη δημιουργία περίκλειστων κέντρων και την ενίσχυση της φύλαξης των συνόρων, σε μια τέτοια λογική πρέπει να ενταχθεί. Σε μια λογική που φορτώνει τα βάρη στις χώρες εισόδου, τις οποίες θεωρεί φράγματα προστασίας των κρατών της ευρωπαϊκής ενδοχώρας και τις μετατρέπει σε αποθήκες ψυχών, ενώ θεωρεί την αλληλεγγύη είδος σπάνιο. Η εικόνα αυτή δεν αλλάζει με τη «γαλαντόμα» υπόσχεση μετεγκατάστασης των 5.000 ασυνόδευτων ανηλίκων εν ευθέτω χρόνω – μεγάλη η χάρη τους! Το Μαξίμου, λοιπόν, μπορεί να κερδίζει χρόνο, η χώρα, όμως, χάνει μια ευκαιρία να διεκδικήσει μια δίκαιη και ηθική μεταναστευτική πολιτική στην ΕΕ. Το πρόβλημα της αναθεώρησής της παραμένει. Κατά τούτο είναι ευρωπαϊκό και όχι ελληνικό το ζήτημα, και όχι ως πρόσχημα για την απαλλαγή από τις ευθύνες που μας αναλογούν ως χώρα, τις οποίες δεν γίνεται να απεκδυθούμε, όσο κι αν κάνουμε αδιαπέραστα τα σύνορα, όσο κι αν παραβαίνουμε την υποχρέωση υποδοχής των αιτημάτων χορήγησης ασύλου. Σε όσους λαϊκίζουν ασύστολα, αν και κατ’ όνομα νεοφιλελεύθεροι, να υπενθυμίσουμε ότι η Ισπανία απέφυγε την καταδίκη από διεθνές δικαστήριο ορίζοντας στα σύνορά της συγκεκριμένα σημεία υποδοχής προσφύγων που θέλουν να υποβάλουν αίτημα χορήγησης ασύλου. Το προκατασκευασμένο δίλημμα «κλειστά σύνορα ή ξέφραγο αμπέλι», που προβάλλουν οι δεξιοί λαϊκιστές, ακόμα και στο ξενοφοβικό περιβάλλον μπορεί να αναιρεθεί.
07
03

Σημείο καμπής για την κυβέρνηση

Εφτά μόλις μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων της, η κυβέρνηση της ΝΔ μοιάζει να κουβαλάει τα βάρη εφτά χρόνων διακυβέρνησης. Δύσκολα μπορεί κάποιος να βρει ένα πεδίο, στο οποίο να τα πήγε τόσο καλά, ώστε να είναι και η ίδια ευχαριστημένη, και το τμήμα του εκλογικού σώματος που αφορά η δράση της. Έχει αρχίσει να ανιχνεύεται το πρόβλημα και στις ποιοτικές δημοσκοπικές μετρήσεις, αλλά αυτό είαι το λιγότερο. Το σοβαρότερο είναι ότι, αφενός, ακόμα και τα φιλικά μέσα πολλαπλασιάζουν την κριτική τους και προβάλλουν τις διαφωνίες τους, αφετέρου, η συνολική εικόνα της κυβέρνησης και του κυβερνητικού έργου απέχει πάρα πολύ από την εικόνα με την οποία θέλησε να εισέλθει στο στίβο, δηλαδή ως μια κυβέρνηση τολμηρή, με πρόγραμμα, με άριστους συνεργάτες, με γνώση των κρίσιμων ζητημάτων, με ικανότητες και επιτελικό σχέδιο και, κυρίως, με τη βούληση να εφαρμόσει χωρίς δισταγμούς το πρόγραμμά της· μια βούληση που στηριζόταν στο επιχείρημα ότι δεν έκρυψε τα σχέδιά της προεκλογικά, συνεπώς όποιος αντιδρά, στην ουσία δεν αναγνωρίζει τη λαϊκή εντολή. Αυτό το επιχείρημα, που στην αρχή αντιμετωπιζόταν –και από πολίτες που δεν ψήφισαν ΝΔ – με τη λογική «ας δούμε τι μπορεί να κάνει κι αυτή η κυβέρνηση», σήμερα πια δεν φαίνεται να έχει την ίδια υποδοχή, τουλάχιστον από μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος.
22
02

Από το brand name στο DNA του ΣΥΡΙΖΑ

Αυτή η συλλογικότητα, ο εν τη γενέσει του ΣΥΡΙΖΑ, με τις συνιστώσες του ακόμα, ούτε καν με τις τάσεις του, ήταν η μήτρα που απέδειξε ότι μπορεί να κάνει όχι μόνο ορθές  πολιτικές εκτιμήσεις, ενωτικές οργανωτικές επιλογές, συνθετικές προγραμματικές διακηρύξεις, αλλλά και επιτυχείς επιλογές προσώπων. Και αποδείχθηκε, σε πολύ δύσκολες πολιτικές και εσωκομματικές συνθήκες, ότι όχι μόνο μπορούσε να παράγει πολιτική, αλλά και να τη στηρίζει με στελέχη και μέλη που συχνά είχαν πολύ διαφορετικές απόψεις μεταξύ τους. Πώς το κατάφερνε; Εξαντλούσε, έστω και με επίμονες πιέσεις, τις δυνατότητες συλλογικής και δημοκρατικής λειτουργίας, που είναι αλήθεια ότι ποτέ δεν ήταν αγαθό εν επαρκεία. Πάντως, εσωτερικοί εχθροί δεν αναζητήθηκαν ούτε κατασκευάστηκαν ακόμα και την «ώρα της κρίσεως», το καλοκαίρι του 2015. Το ότι ακούγονται απρόσεκτα απαξιωτικές αναφορές στις τάσεις, και μάλιστα από ηγετικά χείλη, δεν έχει βάση στην αντικειμενική πραγματικότητα. Αντίθετα, χωρίς αυτές η ορθοφροσύνη θα ήταν αγαθό εν ανεπαρκεία ελλείψει κριτικής.    Δεν θα πρέπει, λοιπόν, με τίποτα να αφήσουμε να εννοηθεί ότι η διαφωνία, και σε σοβαρά και κρίσιμα ζητήματα, είναι «φυσιολογικό» να οδηγεί σε διασπάσεις, σε χωρισμούς συναινετικούς ή «αιματηρούς», όπως μπορεί να παρεξηγηθεί η σχετική αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στη συνέντευξή του στον Alpha. («Όταν διαφωνούμε, δεν υπονομεύουμε, ο καθένας ακολουθεί το δρόμο του»). Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, από την ίδρυσή του ως σήμερα είναι μια απόδειξη περί του αντιθέτου. Αν δεν φτάνει αυτό, μπορούμε αρκετοί προερχόμενοι από το ΚΚΕ Εσωτερικού να καταθέσουμε την εμπειρία μας. Γιατί κι εμείς «ξανασυναντηθήκαμε» μετά από χρόνια με τους «αντιπάλους» μας, αλλά εν τω  μεταξύ ο Συνασπισμός είχε φτάσει στο σημείο κινδύνου εξαφάνισης. Χωρίς εμείς, που «ακολουθήσαμε το δρόμο μας», να «ωφελούμαστε» από τη φθορά του.    Αυτό που προέκυψε με τη συνθετική μορφή του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ήταν ένα εγκεφαλικό κατασκεύασμα· ήταν απότοκο μιας εμπειρίας, ήταν ένας τύπος κόμματος που προέκυπτε από τις ανάγκες μιας κατακερματισμένης αριστεράς και τη ριζοσπαστικοποίηση μεγάλων τμημάτων, που έκανε ορατή την επικείμενη μετατόπιση, την τεκτονική μετακίνηση μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος από το κέντρο προς τα αριστερά. Το σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να ήταν «όταν διαφωνούμε, χωρίζουμε», αλλά «παρότι διαφωνούμε, συνυπάρχουμε». Αυτό είναι το DNA του ΣΥΡΙΖΑ και σ΄ αυτό το πεδίο αν χρειαστεί πρέπει να δοθεί μάχη, πολύ σοβαρότερη από το παρακολούθημα του τίτλου. Γιατί η καταστροφή του DNA είναι που καταλύει έναν οργανισμό.   Αυτό το ποιοτικό ενοποιητικό χαρακτηριστικό δεν μπορεί να αντικατασταθεί από την αρχή της σιωπηρής ομοφωνίας ή της σιωπηρής πλειοψηφίας. Όταν ο Αλέξης Τσίπρας, από τη θέση του προέδρου του κόμματος, υποστηρίζει πως η καλύτερη και δημοκρατικότερη λύση είναι η προσφυγή στα μέλη του, αγγίζει άλλο ένα ουσιαστικό ζήτημα λειτουργίας του κόμματος. Υπάρχουν αρκετά θέματα εδώ: Ποιος αποφασίζει την προσφυγή σε «δημοψημισματικού» τύπου λύσεις; Ποιος διατυπώνει το ή τα ερωτήματα; Πώς συζητούν τα μέλη τις διαφορετικές απόψεις; Για όσους έχουν θητεύσει σε κόμματα της ανανεωτικής αριστεράς δεν είναι άγνωστος ο τρόπος συζήτησης με βάση διαφορετικές απόψεις, που τίθενται ισότιμα σε συζήτηση, πριν από οποιαδήποτε σημαντική απόφαση, που λαμβάνεται μετά λόγου γνώσεως, μετά από ανταλλαγή επιχειρημάτων και όχι συνθημάτων. Και η απόφαση αυτή μπορεί, τελικά, να είναι μια σύνθεση που προκύπτει από τη συζήτηση, η οποία σύνθεση αποκλείεται, όταν ζητάς από τα μέλη μια απάντηση με «ναι», ή «όχι». Τότε είναι που η όποια συζήτηση καταντάει άγονη, μοιάζει με σπατάλη χρόνου, αν δεν είναι απλώς προσχηματική. (Προδημοσίευση από την εφημερίδα Η Εποχή του φύλλου της 23ης Φλεβάρη)
18
02

Ένας απολογισμός του μέλλοντός μας

Διαβάζοντας το σχέδιο απολογισμού, σίγουρα θα παρατηρήσετε ότι το τμήμα που αφορά τη δράση του κόμματος καθαυτή, είναι σχετικά περιορισμένο. Για δύο λόγους κυρίως: επειδή η δράση των κομματικών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ, κατά κύριο λόγο αναγκαστικά, προσανατολίστηκε στο κυβερνητικό έργο περιορίζοντας τις δυνατότητες αυτοτελούς ανάπτυξης της δράσης του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος· αλλά όχι μόνο γι΄ αυτό: και πριν αναληφθεί το βάρος της κυβέρνησης, προβλήματα αυτοτελούς δράσης των κομματικών οργανώσεων εκεί όπου γίνονται αναπόσπαστο τμήμα της κοινωνίας, ήταν και πριν, είναι και τώρα –με τον ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση– πολύ σοβαρά. Αν δεν επιχειρηθεί η λύση τους τώρα, στην πορεία προς ένα συνέδριο διεύρυνσης, ανάπτυξης οργανωτικής και ανασυγκρότησης, πότε θα λυθούν; Ίσως, για ένα κόμμα που δεν έμαθε, και λόγω αρχικού μεγέθους και λόγω τρόπου λειτουργίας, να αναλαμβάνει δύο παράλληλα καθήκοντα, θα ήταν σκόπιμο αυτού του είδους τα ζητήματα να τεθούν ξανά και να αντιμετωπιστούν, αμέσως μετά το συνέδριο, σε μια οργανωτική συνδιάσκεψη με ευθύνη της κεντρικής επιτροπής, που δεν είναι ανάγκη να είναι πανελλαδική· εδώ και αρκετά χρόνια ζούμε και δρούμε σε 13 περιφέρειες αγνοώντας επιδεικτικά την ύπαρξή τους ως ιδιαίτερου διοικητικού και πολιτικού πεδίου.
11
02

Για τα λεφτά ενός κατώτατου μισθού

Βρισκόμαστε μπροστά στην εξέλιξη μιας επίθεσης κατά του εισοδήματος της μισθωτής εργασίας, η οποία έχει ήδη αποτελέσματα, που καταγράφηκαν με τη μειωμένη κίνηση της αγοράς καταναλωτικών αγαθών στα τέλη του 2019 και προαναγγέλλονται και για το 2020, για το οποίο προβλέπεται μειωμένη συμμετοχή της κατανάλωσης στο ΑΕΠ, πράγμα ανησυχητικό για την προοπτική της αύξησής του. Η επίθεση αυτή δεν στρέφεται μόνο εναντίον των μισθωτών, στρέφεται εναντίον της αναπτυξιακής προοπτικής, στην ενίσχυση της οποίας σημαντικό ρόλο παίζει η τόνωση της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών, από την οποία περιμένουν να έχουν θετικά αποτελέσματα τόσο οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, όσο και τα δημόσια έσοδα. Η κατάθεση, λοιπόν, της πρότασης νόμου για την κατώτατη αμοιβή από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης μόνο «παιχνίδι εντυπώσεων» δεν είναι. Μαζί με την κατάθεση ερώτησης στη Βουλή για την «ώρα του πρωθυπουργού» με θέμα τα εργασιακά (την οποία ο κ. Μητσοτάκης αναγκάζεται να τη μετατρέψει σε συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών) αποτελεί μια σημαντική πολιτική πρωτοβουλία, με στόχο να ανακοπεί αυτή η επίθεση της κυβέρνησης και να υποχρεωθεί η τελευταία να ανακρούσει πρύμνα. Δεν αποσκοπεί, δηλαδή, μόνο στο να αποκομίσει πολιτικά οφέλη από την άσκηση σκληρής αντιπολίτευσης. Προσδοκά βάσιμα να έχει και άμεσα θετικά αποτελέσματα για τις λαϊκές τάξεις, αναγκάζοντας την κυβέρνηση σε οπισθοχώρηση. Επιχειρεί, με άλλα λόγια, να παράγει άμεσα πολιτικά αποτελέσματα, αισθητά από τις λαϊκές τάξεις, αν και δεν ασκεί κυβερνητική εξουσία.
04
02

Με τη μπάλα στο γήπεδο

Δεν ήταν, λοιπόν, μια άτυχη στιγμή της κυβερνητικής πολιτικής ή μια επικερδής πολιτική εκμετάλλευσή της από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ανέδειξαν αυτό το δευτερεύον ζήτημα σε πολιτικά πρωτεύον στη χρονική αυτή συγκυρία. Ήταν το γεγονός ότι, σε ένα ζήτημα που άγγιζε κατά διάφορους και πρόσφορους τρόπους μεγάλο αριθμό πολιτών, συμπυκνωνόταν μερικά βασικά αρνητικά χαρακτηριστικά της κυβερνητικής πολιτικής, που την καθιστούν προβληματική στα μάτια ακόμη και εκείνων που δεν βρίσκονται εκ των προτέρων σε αντίθεση μ’ αυτή. Η σωστή αποτίμηση του επεισοδίου θα ήταν λάθος να τιτλοφορηθεί με το γνωστό «πολύ κακό για το τίποτα». Το αρχαίο «εξ όνυχος τον λέοντα» ταιριάζει πιο πολύ για την περίπτωση.
28
01

Πόσο επικίνδυνη είναι η απλή αναλογική;

Αφού τη χαρακτήρισε «θεωρητικό απολίθωμα» και αφού αντέστρεψε την απλή αλήθεια της απλής αναλογικής, την αντιστοιχία ποσοστού ψήφων στις εκλογές με το ποσοστό εδρών στο κοινοβούλιο θεωρώντας τη αδιανόητη προϋπόθεση (δεν είναι δυνατόν, είπε, το εκλογικό ποσοστό να καθορίζει τον αριθμό των εδρών!), τόλμησε να της φορτώσει ακόμα και την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, λες και το εκλογικό σύστημα έφερε τον φασισμό… Αναφερόμενος δε στα εγχώρια πολιτικά πράγματα, απέδωσε και τον εμφύλιο πόλεμο στο…καταραμένο εκλογικό σύστημα. Γιατί, άραγε, δίνει τόσο μεγάλη σημασία στην κατασυκοφάντηση της απλής αναλογικής η ΝΔ για χάρη ενός από τα πιο άδικα και πιο καλπονοθευτικά συστήματα; Για δύο τουλάχιστον λόγους. Ο ένας είναι διαχρονικός, αφορά τον έρωτα της δεξιάς για τα συστήματα που δίνουν απόλυτη πλειοψηφία εδρών χωρίς πλειοψηφία ψήφων στις εκλογές. Είναι τα συστήματα που ιστορικά την εγκαθιστούν στην κυβέρνηση στο διηνεκές, επιτρέποντας το πολύ πολύ την εμφάνιση ενός ακίνδυνου αντιπάλου σε ένα δικομματικό παιχνίδι ανώδυνης εναλλαγής στην κυβέρνηση. Το σύστημα αυτό ευνοεί το σχηματισμό δύο ισχυρών διεκδικητών της κυβέρνησης δυσκολεύοντας στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την ανάδειξη άλλων σε ισότιμη βάση, όπως θα μπορούσε να γίνει με την απλή αναλογική, και αποκλείοντας τις προγραμματικές συγκλίσεις και συμφωνίες, αφού το ζήτημα είναι το κυνήγι της πρωτιάς.
23
01

Προσφυγικό: Η κοινωνία αντιμέτωπη με το τέρας που θωπεύει η ΝΔ

Η ΝΔ ως κυβέρνηση δεν θερίζει μόνο ό,τι έσπειρε ως αντιπολίτευση. Αδυνατεί και τώρα, που ο μικροκομματικός σκοπός επετεύχθη,να απεμπλακεί από τον αντι-ΣΥΡΙΖΑ ακροδεξιό λαϊκισμό και να αναγνωρίσει τις πολιτικές ευθύνες για τη συντήρηση και την ενδυνάμωση ξενοφοβικών, ρατσιστικών και ακροδεξιών αντιλήψεων. Εδώ βρίσκεται και ο μεγάλος κίνδυνος: η αντιπαράθεση κυβέρνησης αντιπολίτευσης να σταθεί στα επιφαινόμενα, δηλαδή στην κατάργηση και την ανασύσταση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, και να μην αναδειχθεί η καρδιά του προβλήματος. Η σύγκρουση της κυβέρνησης της ΝΔ με τους πολίτες που η ίδια η αντιπολιτευτική πολιτική της ντοπάρισε, μπορεί να ξυπνήσει το τέρας του εγχώριου ναζισμού. Η ενίσχυσή του είναι πολύ πιθανό να προκύψει από τη διάψευση των μεγάλων προσδοκιών, που η ίδια η ΝΔ εξέθρεψε με την τυφλή αντιπολιτευτική πολεμική της κατά του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησής του. Την απόκρουση ενός τέτοιου κινδύνου μόνο η κινητοποίηση της αριστεράς και του δημοκρατικού κόσμου μπορεί να εγγυηθεί.
14
01

Νέα στρατηγική στην εξωτερική πολιτική

Μήπως είναι προτιμότερο, αντί να περιμένουμε τη μεσολάβηση του Τραμπ, να προτείνουμε στην Άγκυρα, στο πλαίσιο των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, την απαγόρευση των εξορύξεων στο Αιγαίο, όπου ο «γαλάζιος χρυσός» του τουρισμού είναι άπειρα πιο πολύτιμος από το «μαύρο χρυσό»; Μήπως ήρθε η ώρα τώρα να δοκιμάσουμε τις διαθέσεις της Άγκυρας απέναντι σε μια τέτοια πρόσκληση επιταχύνοντας και ξεκινώντας άμεσα έναν νέο και τελικό κύκλο διαπραγματεύσεων για την επίλυση του κυπριακού και την απαλλαγή τού νησιού από τον κίνδυνο της ντε φάκτο διχοτόμησης; Μήπως ήρθε η ώρα, αντί της μονομερώς προσανατολισμένης στην αναζήτηση στήριξης από τον Τραμπ πολιτικής, να γίνει ξανά πράξη η αναζήτηση συμμάχων και συμπαικτών σε πρωτεύουσες που έχουν παραμεληθεί, όπως η Μόσχα, ή οι πρωτεύουσες του (πρώην και νυν) Τρίτου Κόσμου; Μήπως ήρθε η ώρα να πιέσει η Ελλάδα, όχι μόνο σαν κυβέρνηση αλλά στο πλαίσιο μιας πανευρωπαϊκής διακομματικής (της ευρύτερης δυνατής) συνεργασίας, ώστε να αφυπνιστεί η ΕΕ, να αναλάβει το ρόλο που της αναλογεί όχι μόνο στη ΝΑ, αλλά σε ολόκληρη τη Μεσόγειο; Αυτά τα στοιχεία, με τον αναγκαίο εμπλουτισμό από τους ειδικούς, μπορούν να αποτελέσουν όχι μόνο ένα σύνολο ad hoc προτάσεων, συμπληρωματικών σε μια τρέχουσα αντιπολιτευτική πρακτική, αλλά και την απαρχή μιας συνολικής αντιπρότασης, μιας νέας στρατηγικής που θα εμπνέει την ελληνική εξωτερική πολιτική.