Macro

«Πράσινος πρωθυπουργός» με μαύρα λόγια

Μόλις το νομοσχέδιό του για το περιβάλλον έγινε νόμος, ο κ. Χατζηδάκης πήρε σβάρνα τα κανάλια, για να εξηγήσει πόσο σύγχρονο και ωφέλιμο για όλους μας είναι το ανοσιούργημά του. Λόγω της τακτικής φαστ τρακ που ακολουθεί η κυβέρνηση, δεν πρόλαβε, βλέπετε, να κάνει το πλασάρισμα προκαταβολικά με τη βοήθεια των καναλαρχών, που είναι πράσινοι όσο κι ο ίδιος. Χρειάστηκε να το κάνει, όμως, κατόπιν εορτής και για έναν ακόμα λόγο: το νομοσχέδιο αυτό συνάντησε την ομόθυμη αντίθεση όχι μόνο της αντιπολίτευσης, αλλά και όλων εκείνων που κατά οποιοδήποτε τρόπο έχουν έναν έγκυρο λόγο να πουν για το περιβάλλον και την προστασία του. Είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση συναντάει τέτοια γενική αντίθεση στο έργο της – αν και η δεύτερη ήρθε πολύ σύντομα, αμέσως μετά, με τον ξεσηκωμό των εργατών του πολιτισμού μπροστά στην απέραντη αδιαφορία του «επιτελικού κράτους» γι’ αυτούς τους αόρατους.

Το περιβάλλον προσάρτημα της οικονομίας

Την ίδια άοκνη προσπάθεια κατέβαλε ο κ. Χατζηδάκης και στη διάρκεια των συζητήσεων στη Βουλή, στην επιτροπή και στην ολομέλεια. Για να μας πείσει ότι πρόκειται για έναν αναγκαίο εκσυγχρονισμό, που έχουν από καιρό πραγματοποιήσει οι «προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες», χωρίς να πάθουν κανένα κακό. Ένα, μάλιστα, από τα επαναλαμβανόμενα επιχειρήματα, ήταν η ιδιαίτερη ευαισθησία του πρωθυπουργού στα θέματα αυτά, η οποία και τον ανέδειξε ως τον «πιο πράσινο πρωθυπουργό της Ευρώπης». Άδικος ο κόπος του, γιατί ήρθε ο ίδιος ο πρωθυπουργός και μίλησε στην εθνική αντιπροσωπία και του χάλασε τη μαγική εικόνα. Όχι ότι δεν υποστήριξε κι αυτός το σχέδιο νόμου, αλλά, να, θέλει ο νεοφιλελεύθερος να κρυφτεί κι ο νεοφιλελευθερισμός δεν τον αφήνει: ανέδειξε την αντίληψη που καθοδηγεί όλη την αντιπεριβαλλοντική δράση τους, η οποία μόνο σύγχρονη δεν είναι, ανάγεται σε μια εποχή μερικές χιλιάδες χρόνια πίσω.
Δείτε πώς προσδιόρισε την «κεντρική κυβερνητική επιλογή»: «Η κυβέρνηση καλείται να εντάξει αρμονικά το περιβάλλον στην οικονομική ζωή».Η οικονομική ζωή είναι μια βασική ανθρώπινη δραστηριότητα, ο άνθρωπος, συνεπώς και οι δραστηριότητές του, αποτελεί μέρος του περιβάλλοντος, παρ’όλα αυτά καλείται να εντάξει το μείζον, το περιβάλλον, στο έλασσον, την οικονομική δραστηριότητά του. Δεν είναι, λοιπόν, υπερβολή η διαπίστωση ότι μας γυρίζουν χιλιάδες χρόνια πίσω, στη βιβλική εντολή «κατακυριεύσατε της γης». Το περιβάλλον δεν είναι ένα σύνολο στο οποίο εντάσσεται και ο άνθρωπος ως αναπόσπαστο και εξαρτώμενο από αυτό τμήμα του, αλλά σαν κάτι εξωγενές που πρέπει να ενταχθεί «αρμονικά» – αυτό το επίρρημα υποτίθεται ότι σώζει τα προσχήματα – στην οικονομική δραστηριότητα. Μόνο που έτσι το «αρμονικά» απευθύνεται εν τέλει στο περιβάλλον και όχι στον άνθρωπο. Αυτό οφείλει να εναρμονιστεί με την οικονομική δραστηριότητα και όχι το αντίθετο.

Το έκθεμα και το ένθεμα

Αν νομίζετε ότι πρόκειται για δικιά μας υπερβολή, δείτε πώς σας απαντάει, με τα δικά του λόγια, ο πρωθυπουργός: «Η σύγχρονη οπτική», που υποτίθεται ότι είναι η κυβερνητική, «δεν αντιμετωπίζει το περιβάλλον σαν έκθεμα που λειτουργεί ανεξάρτητα από τον άνθρωπο, μετατρέπει το περιβάλλον σε γόνιμο παράγοντα της οικονομίας». Το βασικό χαρακτηριστικό του περιβάλλοντος, λοιπόν, είναι ότι υποχρεώνεται να μετατραπεί από τον άνθρωπο και να μεταβάλλεται σε παράγοντα της οικονομίας. Αντί για έκθεμα, να γίνεται ένθετο στην οικονομία. Έχει οποιαδήποτε σχέση αυτός ο παρωχημένος και αγοραίος ανθρωποκεντρισμός με την πραγματικά σύγχρονη αντίληψη για τη σχέση ανθρώπου και περιβάλλοντος που οφείλουμε να οικοδομήσουμε; Ή με τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουμε, την τεράστια καταστροφή που προξενούν αλόγιστες ανθρώπινες δραστηριότητες στο περιβάλλον, υποβαθμίζοντας ταυτόχρονα και τη θέση του ανθρώπου μέσα σ’ αυτό; Ο πρωθυπουργός μας δεν έχει ακόμα αντιληφθεί ότι αποτελούμε ένα μέρος μόνο του πλανήτη, δεν είμαστε ο περιούσιος αφέντης του, και οφείλουμε να διατηρούμε, για την ακρίβεια – μετά τα σοβαρά πλήγματα που έχει επιφέρει η κεφαλαιοκρατική εποχή – να επαναφέρουμε πια την ισορροπία στη ζωή του, αν θέλουμε να έχουμε κι εμείς αξιοβίωτη ζωή.
Μετά από αυτές τις τόσο σύγχρονες δηλώσεις του, ο πρωθυπουργός δεν είχε πρόβλημα να μας προσδιορίσει χωρίς περιστροφές τον πρώτο και κύριο στόχο του νομοσχέδιου: «Μεταρρύθμιση του πλαισίου αδειοδότησης, ώστε να υπάρξει διευκόλυνση των επενδύσεων». Αυτά, για όποιον δεν είχε καταλάβει και νόμιζε ότι στόχος ήταν η διευκόλυνση της προστασίας του περιβάλλοντος.

Η συνέχεια μιας αυτοκριτικής

Αυτή η συζήτηση στη Βουλή είχε και κάτι άλλο ενδιαφέρον. Έδωσε την ευκαιρία στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλ.Τσίπρα, να αντιτάξει στην κυβερνητική λογική όχι μόνο «μια άλλη στρατηγική για τη χώρα , που δεν θα διακινδυνεύει την ασφάλεια του περιβάλλοντος», αλλά να προχωρήσει σε μια δημόσια αυτοκριτική του ΣΥΡΙΖΑ για τα πεπραγμένα του ως κυβέρνηση στο συγκεκριμένο τομέα. «Δεν τα κάναμε όλα άρτια, κάναμε λάθη», είπε. Και αφού ανέφερε συνοπτικά τα θετικά στοιχεία της κυβερνητικής θητείας (προστασία των περιοχών Νατούρα, προχώρημα των παγωμένων για δεκαετίες δασικών χαρτών, αλλά και του Κτηματολόγιου, χωρικός σχεδιασμός, ενεργειακές κοινότητες…), μίλησε για μια «έντονη συζήτηση και αυτοκριτική στο εσωτερικό του κόμματός μας για τις εξορύξεις» και για δύο αντιθετικά «διαφορετικά υποδείγματα», που οδηγούν σε διαφορετικές απαντήσεις στο ερώτημα «σεβασμός ή υπερεκμετάλλευση για το περιβάλλον;». Τελειώνοντας, δεσμεύτηκε αναφερόμενος με ενωτικό τρόπο σε όλες τις φιλοπεριβαλλοντικές πολιτικές δυνάμεις της αριστεράς και των Πράσινων, σε ένα σχέδιο «μετάβασης σε ένα πιο πράσινο μέλλον, που δεν μπορεί να αφεθεί στην αγορά» – και απλώς στη «διευκόλυνση» των επενδύσεων.

Δεν είναι σαφές κατά πόσο πρόκειται για μια παρορμητική διάθεση αντιπολιτευτικής αντιπαράθεσης της στιγμής με τη ΝΔ ή για μια βαθύτερη διάθεση για εξέταση και αναστοχασμό πάνω σε μια εφαρμοσμένη κυβερνητική πολιτική και σε έναν αναγκαίο επαναπροσανατολισμό της περιβαλλοντικής πολιτικής, σε μια αναγκαία νέα ιεράρχηση προτεραιοτήτων, που τόσο έχει ανάγκη σήμερα, ιδίως μπροστά στην εξελισσόμενη κλιματική κρίση, η καθ’ ημάς αριστερά. Όχι σαν παράπλευρο ζήτημα, αλλά σαν ισότιμο δίπλα στις ταξικές συντεταγμένες που πρέπει εξ ορισμού να την ορίζουν. Ευχή όλων, προφανώς, είναι να συμβαίνει το δεύτερο. Στην περίπτωση αυτή, είναι σίγουρο ότι κανείς δεν θα το μετανιώσει.

Χαράλαμπος Γεωργούλας

Πηγή: Η Εποχή