Εφημερίδα των Συντακτών

23
02

«Η ΛΑΡΚΟ αποτελεί εθνικό κεφάλαιο με μεγάλες προσδοκίες κερδών»

Η ΛΑΡΚΟ είναι εμβληματική εταιρεία, γνωστή σε όλο τον κόσμο για τις πρωτοπόρες μεθόδους που εφάρμοσε, την άριστη ποιότητα του προϊόντος της. Είναι στρατηγικής σημασίας βιομηχανία της χώρας, με μεγάλες παραγωγικές δυνατότητες, εκμεταλλευόμενη μόνο εγχώριες πρώτες ύλες με καθαρά εξαγωγικό προσανατολισμό. Αποτελεί εθνικό κεφάλαιο. Σε αυτά προστίθεται και η ιστορικότητά της που μια σειρά γεγονότων σε σημεία καμπής της ιστορίας της την έφεραν στο προσκήνιο. Τον τελευταίο καιρό, η ΛΑΡΚΟ ήρθε με έναν άδικο για αυτήν και για τους εργαζόμενούς της τρόπο στο προσκήνιο. Ενας συνδυασμός από δυσμενείς τεχνικούς και οικονομικούς παράγοντες με κακούς επιχειρηματικούς χειρισμούς την οδήγησε για μία ακόμα φορά στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα, όπου η αλλαγή του ιδιοκτησιακού της καθεστώτος αποτελεί πλέον μονόδρομο. Ομως η ΛΑΡΚΟ μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει και στο μέλλον. Πρόκειται για μια πολύ μεγάλη εταιρεία. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών της μπορεί να φτάσει με τα σημερινά δεδομένα στα 400 εκατομμύρια δολάρια. Το ποσό αυτό μπορεί να γίνει πολύ μεγαλύτερο αν εισαχθούν πιο πλούσια μεταλλεύματα, αν αυξηθεί περαιτέρω η τιμή νικελίου, αν βελτιωθεί η διαθεσιμότητα των εγκαταστάσεων ή αξιοποιήσει καλύτερα τα παραπροϊόντα της. Το νικέλιο και το κοβάλτιο είναι στρατηγικής σημασίας και έχουν χαρακτηριστεί κρίσιμες πρώτες ύλες λόγω κυρίως της αναγκαιότητάς τους για την παραγωγή μπαταριών λιθίου. Παρά το γεγονός ότι η ΛΑΡΚΟ δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί το περιεχόμενο κοβάλτιο, η προσδοκώμενη, εκρηκτική κατά πολλούς, αύξηση της χρήσης αυτών των δύο μετάλλων για την παραγωγή μπαταριών, σε συνδυασμό με τη σταθερή αύξηση της ετήσιας κατανάλωσης ανοξείδωτου χάλυβα, αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη αφετηρία για υψηλές προσδοκίες αύξησης των κερδών.
20
02

Μπομπ Γουίλσον: Ακούει κανείς και με τα μάτια του

Τετράπρακτο ήθελε τον «Οθέλλο» ο Τζουζέπε Βέρντι (προτελευταία όπερά του) ο οποίος ακολούθησε την αφήγηση του ομώνυμου σεξπιρικού αριστουργήματος, αποδίδοντας την ιστορία με μουσική εκρηκτικής δύναμης και υποδειγματική οικονομία εκφραστικών μέσων. Ο ηρωισμός του ομώνυμου ήρωα, το άσβεστο μίσος του Ιάγου, η αγνότητα της Δυσδαιμόνας σκιαγραφούνται μοναδικά μέσα από τη θυελλώδη σύνθεση του Βέρντι. Η μοναδικής ακρίβειας μουσική αποδίδει θεαματικά την καταιγίδα που μαίνεται στη θάλασσα, αλλά και –αν όχι κυρίως– το ψυχικό τοπίο του κεντρικού ήρωα, που θα καταποντιστεί από το βάθρο της δόξας του, παραδομένος στο ένστικτο της ζήλιας του. Η υπόθεση αφορά την εκδίκηση του Ιάγου, ο οποίος είναι σημαιοφόρος στην υπηρεσία του Οθέλλου. Ο Ιάγος μισεί τον Οθέλλο, τον μαύρο κυβερνήτη της Κύπρου και στρατηγό της Δημοκρατίας της Βενετίας, επειδή τον παρέκαμψε και έδωσε προαγωγή στον Κάσσιο. Ο Ιάγος δολοπλοκεί προκειμένου να πείσει τον Οθέλλο ότι η σύζυγός του Δυσδαιμόνα τον απατά με τον Κάσσιο. Ο Οθέλλος πέφτει στην παγίδα και θολωμένος απ’ τη ζήλια στραγγαλίζει τη Δυσδαιμόνα. Οταν η πλεκτάνη αποκαλύπτεται, ο Οθέλλος αυτοκτονεί. «Καμιά φορά σκέφτομαι ότι κατά κάποιο τρόπο η όπερα είναι περισσότερο για τον Ιάγο. Νομίζω ότι μπορεί να είναι την ίδια στιγμή από κακός μέχρι αστείος. Αν έπρεπε ποτέ να υποδυθώ έναν από τους ρόλους, αυτόν νομίζω θα ήθελα περισσότερο να ερμηνεύσω».
18
02

Οι ανισότητες ως πολιτική επιλογή

Ο Ρέιγκαν υποστήριζε πράγματι ότι η μείωση της φορολόγησης των πλουσιότερων θα ενθάρρυνε την ανανέωση και θα ενίσχυε δυναμικά την ανάπτυξη. Υποσχέθηκε στους Αμερικανούς ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα γίνονταν πλούσιοι και ότι οι μισθοί όλων θα αυξάνονταν, πράγματα που ποτέ δεν έγιναν. Μείωσε επομένως τους φόρους στους πλουσιότερους. Ο φορολογικός συντελεστής για τα υψηλότερα εισοδήματα μειώθηκε περίπου κατά 40% στις δεκαετίες 1980-1990. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ακολούθησαν μια παρόμοια ιδεολογική και φορολογική διαδρομή. Στη Γαλλία, έπειτα από ένα κορυφαίο 70% στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο φορολογικός συντελεστής για τα ανώτερα εισοδήματα μειώθηκε για να φτάσει στο 50%. Ακόμα και αν αυτός ο νέος λόγος υπέρ της ιδιοκτησίας α λα Ρέιγκαν έχει κάποια συνοχή από θεωρητική άποψη, η Ιστορία τον διαψεύδει. Τριάντα χρόνια αργότερα, διαπιστώνουμε αναδρομικά ότι η ανάπτυξη στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι δύο φορές πιο ισχνή μετά τον Ρέιγκαν από όσο ήταν πριν από αυτόν. Μεταξύ 1950 και 1990 αυτή ήταν 2,2% κατά μέσο όρο, ενώ μεταξύ 1990 και 2020 ήταν 1,1%. Οι υπερβολικές περιουσίες των πλουσίων δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη. (...) Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν παρουσίαζε τους δισεκατομμυριούχους σαν ανώτερα όντα, τα οποία υποτίθεται ότι πλούτισαν με την αξία τους, χάρη στην επίμονη εργασία τους και τις λαμπρές ιδέες τους. Πρόκειται για μια σχεδόν μοναρχική αντίληψη της οικονομίας. Ο Μπιλ Γκέιτς όμως δεν εφηύρε τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές μόνος του, στο γραφείο του. Η ιδιοκτησία είναι πάντοτε κοινωνική. Αυτή εξαρτάται από ένα δημόσιο σύστημα το οποίο επέτρεψε συσσωρεύσεις γνώσεων και ειδημοσύνης εδώ και αιώνες.
28
01

Αρχαία και νεότερη δημοκρατία

Ας αρχίσουμε λέγοντας ότι η δική μας λιγότερο ή περισσότερο ταλαιπωρημένη ιδέα για τις εκλογικές διαδικασίες δεν έχει καμία σχέση με την αρχαιοελληνική πραγματικότητα. Στην αρχαία Αθήνα υπήρχαν περίπου 30.000 πολίτες με πλήρη δικαιώματα και στη συνέλευση που αποφάσιζε για τη διακυβέρνηση της πόλης μετείχαν το πολύ 5.000. Μετείχε δηλαδή στην πράξη μια πολιτικοποιημένη μειοψηφία, αποτελούμενη από άπορους, που είχε το δικαίωμα να διοικεί. Αυτό ήταν η αρχαία δημοκρατία. Το 1920, ένας Γερμανός ιστορικός, ο Αρθουρ Ρόζενμπεργκ, όρισε το αθηναϊκό μοντέλο ως «δικτατορία του προλεταριάτου».
25
01

Φαίδων Παπαμιχαήλ: «Η τέχνη έχει τη χάρη να προσδίδει υπεροχή στον πολιτισμό που τη γεννά»

Μου αρέσει να εναλλάσσομαι μεταξύ ανεξάρτητων και μεγάλων, δομημένων παραγωγών. Πρόκειται για μια πολυτέλεια που μου δίνεται αυτή τη στιγμή στη ζωή μου, το να εισχωρώ στους δύο αυτούς κόσμους. Και ελπίζω να συνεχίσω. Πολύ θα μου άρεσε να κάνω πάλι μια ταινία με τον Λέβαν ή έναν νέο Ελληνα σκηνοθέτη, όπως και να συνεχίσω να σκηνοθετώ τις δικές μου ταινίες στην Ελλάδα. Από την άλλη μεριά, οι επιλογές στενεύουν καθώς οι μεγάλες παραγωγές έχουν περιοριστεί στα μπλοκμπάστερ της «Μάρβελ» και της «Ντίσνεϊ». Το γεγονός αυτό με ανησυχεί γιατί η δική μου δουλειά συνήθως κυμαίνεται στα μεσαία μεγέθη του προϋπολογισμού και ιστορίες για ενήλικες. Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρώ ότι πρέπει να διατηρήσω την επαφή με τον ανεξάρτητο κινηματογράφο που λάτρεψα και με διαμόρφωσε.