Αναδημοσιεύσεις

17
01

Πάνος Σκουρλέτης: Καμιά πατέντα δεν είναι πάνω από το δικαίωμα στη ζωή

Η κάθε εταιρεία, η οποία έχει βγάλει την αντίστοιχη πατέντα, η Pfizer ή οποιαδήποτε άλλη, χρηματοδοτήθηκαν κατά 80 – 90% με δημόσιο χρήμα για να πετύχουν αυτό που πέτυχαν. Σας ρωτώ, ποιος έχει το ηθικό και πολιτικό δικαίωμα να ισχυρίζεται ότι η πατέντα, ως αποτέλεσμα μιας έρευνας που κατέληξε στην παραγωγή του συγκεκριμένου εμβολίου, είναι πάνω  από το δικαίωμα του κόσμου στην ίδια τη ζωή; Ποιος μπορεί να πει ότι αναγνωρίζουμε ιδιοκτησιακά δικαιώματα σε μια εταιρεία που θα αποφασίσει αυτή κάτω από ποιες προϋποθέσεις θα δώσει το ελεύθερο να παράγεται αυτό το εμβόλιο για να σωθούν χιλιάδες ζωές σ’ αυτό τον πλανήτη; Αυτό είναι κομβικό θέμα». «Βγήκε ο πρωθυπουργός να χαριτολογήσει και να πει “μας προτείνετε να κρατικοποιήσουμε την Pfizer;”. Όχι βέβαια! Αλλά σε κάποια τέτοια κορυφαία ζητήματα, οφείλουν οι κυβερνήσεις όλου του κόσμου -και σ’ αυτό έχει ευθύνη η ελληνική κυβέρνηση, που θα έπρεπε να πρωτοστατήσει σε μια τέτοια προσπάθεια- να προσπαθήσουν να άρουν τα εμπόδια και να παραδοθεί η πατέντα σε άλλες ευρωπαϊκές φαρμακοβιομηχανίες για να έχουμε σύντομα μαζικά εμβόλια για όλο τον κόσμο». «Με κατάλληλες συνέργειες, θα μπορούσαν, μία, δύο, τρεις ευρωπαϊκές φαρμακοβιομηχανίες, που τώρα δεν μπορούν να το κάνουν με βάση το υφιστάμενο πλαίσιο, να τους δοθεί η πατέντα και να έχουμε μια μαζική παραγωγή των φαρμάκων. Αυτό δεν είναι ρεαλιστικό; Είναι ρεαλιστικότατο, βαθιά ανθρώπινο και αξιακό. Αλλά όταν πιστεύουμε ότι τα κέρδη θα πρέπει να είναι πάνω από την ανθρώπινη ζωή, τότε θα χαμογελάμε αμήχανα και θα λέμε “τι να κάνουμε”; «θα ήθελα ο Έλληνας πρωθυπουργός, όποιος κι αν ήταν αυτός, να στείλει μια επιστολή στους ομολόγους του, να μιλήσει σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς, να πάει εκπρόσωπός μας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και να βάλει το θέμα, να υπάρξει ένα κίνημα υπέρ της ανθρώπινης ζωής και του εμβολιασμού. Δεν είναι ουτοπία αυτό. Δυστοπία είναι αυτό που ζούμε τώρα».
17
01

Νίκος Φίλης: Η δημοκρατική απάντηση στην ακροδεξιά διεθνή του Τραμπισμού

Σήμερα η χώρα μας αντιμετωπίζει ένα δριμύ κύμα της πανδημίας με μεγάλο αριθμό θυμάτων, από τα μεγαλύτερα στον κόσμο ανά εκατομμύριο κατοίκους. Η ελπίδα όλων μας είναι ότι με τον έγκαιρο εμβολιασμό ο φόβος για τη ζωή θα αποτελέσει παρελθόν. Θα εξακολουθήσουν όμως ο φόβος και η ανασφάλεια για το μέλλον, εν μέσω της οικονομικής κρίσης που διαρκώς επιδεινώνεται. Η ανεργία, το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος έχουν πάρει ξανά την ανηφόρα, το κοινωνικό κράτος, η δημόσια Υγεία και Παιδεία δέχονται πλήγματα από τη δεξιά διακυβέρνηση. Την ίδια στιγμή, διαπιστώνουμε ότι η καθεστηκυία ευρωπαϊκή Δεξιά απαντά στη διάχυση του παράλογου φόβου για κάθε τι «ξένο», με υιοθέτηση του ακροδεξιού λόγου. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον διεθνώς και στη χώρα μας, ο ρόλος που πρέπει να παίξει η ελληνική και ευρωπαϊκή Αριστερά, με πολιτική ενότητα και συνεργασίες, είναι κρίσιμος. Οφείλουμε να επαναφέρουμε στη συζήτηση τις αρχές του ανθρωπισμού, την ανάγκη για παραγωγική ανασυγκρότηση, για κοινή και δίκαιη ανάπτυξη, για ριζική μείωση των ανισοτήτων και επείγουσα αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής – πολιτικές, δηλαδή, που απαιτούν συνεργασία και όχι απομονωτισμό.
17
01

Ο ΣΥΡΙΖΑ και τα Rafale

Τα Rafale που αγοράζουμε σήμερα θα είναι αξιοποιήσιμα από την Πολεμική Αεροπορία ύστερα από τρία χρόνια το λιγότερο, έχοντας στο μεταξύ απορροφήσει πόρους και ανθρώπινο δυναμικό απαραίτητους για τον ήδη υπάρχοντα αεροπορικό στόλο. Αυτό σημαίνει ότι στο προβλεπτό μέλλον και στα συγκεκριμένα άμεσα ζητήματα που αντιμετωπίζει η χώρα δεν συμβάλλουν στην αποτρεπτική ικανότητα της Πολεμικής Αεροπορίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση δεν παρασύρθηκε από αυτήν την ύποπτα αρπακολλατζίδικη πρακτική. Προτίμησε, με τα περιορισμένα οικονομικά μέσα που διέθετε, να μειώσει την πολυτυπία και εκσυγχρονίσει τον υπάρχοντα (τεράστιο) στόλο μαχητικών F16 που διαθέτει η χώρα, επιδιώκοντας να τα διατηρήσει αξιόμαχα για τα επόμενα αρκετά χρόνια που θα κρατήσει η διαδικασία αντικατάστασής τους από έναν νέο τύπο μαχητικού. Διότι τα σοβαρά κράτη δεν αγοράζουν πανάκριβα και κρίσιμα οπλικά συστήματα δι’ απλής δηλώσεως του πρωθυπουργού, αλλά μέσα από εξαντλητική αξιολόγηση και διαπραγμάτευση. Ειδικά μάλιστα χώρες που, όπως η Ελλάδα, βρίσκονται σε ασταθές διεθνές περιβάλλον και "ψωνίζουν όπλα χονδρική" δεν παρακαλάνε, αλλά τις παρακαλάνε και σε κάθε περίπτωση επιτυγχάνουν μεγάλο ποσοστό εγχώριας κατασκευής, τεχνογνωσία κ.λπ. Χρησιμοποιούν μια τέτοια μεγάλη αγορά ως σκαλωσιά για να χτίσουν δίπλα της τη δική τους υποδομή στην κατεύθυνση της απεξάρτησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρακτικής είναι η ίδια η γειτονική Τουρκία. Στη Βουλή, στη -σημειωτέον κατεπείγουσα- συζήτηση για τα Rafale, οι ομιλητές από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ απαρίθμησαν και ανέπτυξαν πλήθος λόγους για τους οποίους η αγορά των γαλλικών μαχητικών πάσχει, τόσο επί της ουσίας όσο και στο επίπεδο της σύμβασης. Παρ’ όλα αυτά, η απόφαση ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ να υπερψηφίσει το νομοσχέδιο, επικαλούμενος την πατριωτική ευθύνη και για να μην έχουν να λένε η κυβέρνηση και τα φερέφωνά της. Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους όμως θα έπρεπε να κάνει ακριβώς το αντίθετο.
17
01

Επισημάνσεις

Καλή ιδέα να πάει το πρόστιμο στα 500 ευρώ. Να είναι προσιτό και στους συμπολίτες μας με αναστολή σύμβασης, που παίρνουν 534. Για τους συμπολίτες μας που παίρνουν σύνταξη 450, ίσως προβλέψουν μια μικρή έκπτωση. Αν και το μέτρο στοχεύει κυρίως στους συμπολίτες μας που σκοπεύουν να διαδηλώσουν. Θα μπορούσε το πρόστιμο να ισχύει μόνο για αριστερούς. Τα είχε εισηγηθεί αυτά ο Βορίδης. Θα ήταν και πιο περιορισμένες οι κοινωνικές αντιδράσεις. Πολύ καλά θα τα πάει η αστυνομία στα πανεπιστήμια, αν κρίνουμε από το πώς τα πήγε με την οικογένεια Ινδαρέ. Θα μπορεί μάλιστα να δρα και προληπτικώς, όπως τα ΤΕΑ τη δεκαετία του ’50. Αν πάει να χάσει η ΔΑΠ στις εκλογές, για παράδειγμα, θα παίρνουν την κάλπη και θα φεύγουν πυροβολώντας. Επίσης, αν σας ενοχλεί η βάση του 10, να πάτε σε ιδιωτικό κολέγιο. Γι’ αυτό την βάζουνε άλλωστε. Αν πάλι δεν σας ενοχλεί η βάση του 10, έχουν βάλει κάτι περιορισμούς στα μηχανογραφικά, ώστε να σας κόβουνε από εκεί.
17
01

Ελληνοτουρκικά: διάλογος ουσίας ή για το θεαθήναι;

Στις παλιότερες συνομιλίες είχαν συμφωνηθεί κατευθύνσεις, που μπορούν να είναι η βάση μιας οριστικής συμφωνίας. Αυτές ήταν: Επίλυση του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας με διαπραγμάτευση ή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης Η τουρκική υφαλοκρηπίδα να μην εγκλωβίζει τα ελληνικά νησιά του Αν. Αιγαίου Η ελληνική υφαλοκρηπίδα να μην κλείνει τις εξόδους της Τουρκίας στην ανοιχτή θάλασσα του Αιγαίου Η Ελλάδα να μην επεκτείνει μονομερώς την αιγιαλίτιδα ζώνη (χωρικά ύδατα) της Η Ελλάδα να προσαρμόσει τον εναέριο χώρο της στην αιγιαλίτιδα ζώνη (χωρικά ύδατα) της Να μην εγερθεί ζήτημα ΑΟΖ από τις δύο πλευρές (την εποχή εκείνη δεν είχε προκύψει) Η επίλυση των διαφορών να λαμβάνει υπόψη ανάγκες και φόβους, και των δύο χωρών. Πρέπει να σπεύσουμε να ορίσουμε ημερομηνία έναρξης διερευνητικών συνομιλιών με την Τουρκία. Το είχε πει επισήμως η Ελλάδα: θα υπάρξει διάλογος, αν αποσυρθεί το «Ορούτς Ρέϊς». Το να ονομάζουμε την απόσυρση «προσχηματική», προκαλεί καχυποψία στο διεθνή περίγυρο για την πραγματική βούληση μας για διάλογο.  Ακούμε ότι περιμένουμε τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ τον Μάρτιο για …κυρώσεις στην Τουρκία! Μόνο οι συνομιλίες θα μας απαλλάξουν από την ένταση στην περιοχή μας. Όχι οι κυρώσεις. Όχι οι υπέρογκοι εξοπλισμοί. Ούτε οι «άξονες» που δημιουργούν «αντι-άξονες». Αν νομίζουμε ότι με συμμαχίες -είτε με τον Μακρόν που ανταγωνίζεται την Τουρκία για σφαίρες επιρροής στη Μεσόγειο, είτε με Ισραήλ, Αίγυπτο κλπ- θα έχουμε αποτελέσματα στα ελληνοτουρκικά, είμαστε γελασμένοι. Οι μόνοι τρόποι που υπάρχουν για τη διευθέτηση τους, είναι ο διάλογος, η διαπραγμάτευση και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Χωρίς το μύθο της «μίας και μοναδικής διαφοράς» με την Τουρκία. Με έμπρακτη βούληση για συνολική συμφωνία και εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων.
17
01

Leo Panitch-Sam Gindin: Τάξη, κόμμα και η πρόκληση του μετασχηματισμού του κράτους

Την περίοδο του νεοφιλελευθερισμού οι κρατικοί μηχανισμοί είναι στενά συνδεδεμένοι με διεθνείς οργανισμούς, συνθήκες και ρυθμίσεις που έχουν στόχο τη διαχείριση και την αναπαραγωγή του παγκόσμιου καπιταλισμού. Αυτό δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την άποψη ότι το κεφάλαιο [μπορεί να] παρακάμπτει το εθνικό κράτος και ότι εν τέλει εξαρτάται από κάποιο διεθνικό κράτος. Τόσο η φύση της παρούσας κρίσης όσο και οι αντιδράσεις απέναντι σ’ αυτήν έχουν αποδείξει, για άλλη μια φορά, πόσο μεγάλη σημασία εξακολουθούν να έχουν τα κράτη. Ακόμα και στον πιο εκλεπτυσμένο διεθνικό θεσμικό σχηματισμό, την Ευρωπαϊκή Ένωση, το κέντρο της πολιτικής βαρύτητας δεν βρίσκεται στον υπερεθνικό κρατικό μηχανισμό που εδρεύει στις Βρυξέλλες. Αυτές που πραγματικά καθορίζουν τι είναι και τι κάνει η ΕΕ είναι, αντίθετα, οι ασυμμετρικές οικονομικές και πολιτικές σχέσεις εξουσίας [που υπάρχουν] μεταξύ των χωρών της Ευρώπης. Κάθε σχέδιο για εκδημοκρατισμό σε διεθνή κλίμακα, όπως αυτά που προτείνει η Αριστερά για την Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, εξακολουθεί να εξαρτάται από την ισορροπία των ταξικών δυνάμεων και τις επιμέρους δομές μέσα σε κάθε έθνος κράτος. Συνεπώς, οι αλλαγές στους διεθνείς θεσμούς εξαρτώνται από τους μετασχηματισμούς στο επίπεδο των εθνικών κρατών. Και οι αλλαγές στους διεθνείς κρατικούς μηχανισμούς που πρέπει να επιδιώκουν οι σοσιαλιστές είναι αυτές που θα αυξάνουν τις δυνατότητες ελιγμών μέσα σε κάθε επιμέρους κράτος. Αυτό που πρέπει να εννοούμε σήμερα όταν μιλάμε για σοσιαλιστικό διεθνισμό είναι ένας προσανατολισμός που θα έχει στόχο την αλλαγή της ισορροπίας δυνάμεων στις άλλες χώρες και στους διεθνείς οργανισμούς, έτσι ώστε να δημιουργηθεί περισσότερος χώρος για τις δυνάμεις του μετασχηματισμού σε κάθε χώρα.
16
01

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Προαπαιτούμενα

Στον Απολογισμό της πολιτικής μας διαδρομής και της κυβερνητικής μας θητείας, που συνομολογήσαμε στον ΣΥΡΙΖΑ, χρησιμοποιήσαμε 2 εκφράσεις κλειδιά, που κωδικοποιούν την ταυτότητα μας, τα οποία είναι και ερμηνευτικά εργαλεία για το κείμενο της Ομπρέλας. Το πρώτο: «εντός και εναντίον», το οποίο το ερμηνεύσαμε με ποιο τρόπο λειτουργείς στρατηγικά σε ένα καπιταλιστικό περιβάλλον, χωρίς να παραιτείσαι, να συμφιλιώνεσαι με τις ανισότητες και την αδικία, χωρίς να γίνεσαι όμοιος με τον αντίπαλο σου. Χωρίς να συμφιλιώνεσαι δηλαδή με τον καπιταλισμό, ο δικός μας ορίζοντας είναι ο σοσιαλισμός και οι πολλαπλοί δρόμοι πραγμάτωσης του κοινωνικού μετασχηματισμού. Το δεύτερο ερμηνευτικό κλειδί: «διευρύνοντας τα όρια του εφικτού», με την έννοια ότι παράγουμε πολιτική σε ένα δυσμενές περιβάλλον, σε ένα πλαίσιο εκβιασμών, καταναγκασμών και νεοφιλελεύθερης επιβολής. Η στάση μας όλα αυτά τα χρόνια της κυβερνητικής μας διαδρομής ήταν να δημιουργούμε ρήγματα στο πλαίσιο των καταναγκασμών. Σε εποχές σκληρών Μνημονίων να δημιουργούμε ένα παράλληλο Πρόγραμμα, στοιχεία του οποίου ήταν η αναδιανομή και η μείωση των ανισοτήτων, η αξιοπρέπεια της εργασίας και η προστασία των διεκδικήσεων των εργαζομένων, η επαναθεμελίωση του κοινωνικού κράτους και η καθολικότητα των δικαιωμάτων, με εμβληματική μεταρρύθμιση το δικαίωμα στην Υγεία των ανασφάλιστων, των μεταναστών συμπεριλαμβανομένων. Έχω την πεποίθηση ότι για τους παραπάνω λόγους μας εμπιστεύτηκε, σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, το 31,5% της ελληνικής κοινωνίας, με τους νέους πρώτους απ’ όλους. Αυτή είναι η αφετηρία μας και δεν πρέπει να τη διαψεύσουμε. Δεν είναι,όμως, στις νέες συνθήκες επαρκές, αν θέλετε δεν ήταν αρκετό ούτε το τελευταίο διάστημα της κυβερνητικής μας θητείας, με την έννοια ότι υποτιμήσαμε τις προσδοκίες των μεσαίων στρωμάτων για άμεση αποκατάσταση, προσδοκία που πυροδοτούσε συστηματικά η ΝΔ –και η οποία σε ένα χρόνο διαψεύστηκε με κρότο. Αγνοήσαμε τον διαβρωτικό ρόλο της αντι ΣΥΡΙΖΑ συμμαχίας, δεν διορθώσαμε εγκαίρως τα στραβά της διακυβέρνησης, την έπαρση και την αυτάρκεια. Δεν κατανοήσαμε επαρκώς το νεοσυντηρητικό κύμα που καβάλησε η ΝΔ, το οποίο οργανώνεται με βάση τον εθνικισμό, το ρατσισμό, την ομοφοβία, τις θεωρίες συνομωσίας, τα fakenews. Στην πραγματικότητα η συντηρητική ηγεμονία υποδαυλίζει το φόβο της απώλειας της ταυτότητας, της κοινωνικής και της φαντασιακής ταυτότητας. Η ακροδεξιά βιοπορίζεται παντού με αυτό το φόβο, είτε μιλάμε για την ακροδεξιά στην Ελλάδα, είτε μιλάμε για τον Τραμπ, τον Μπολσονάρου ή τον Όρμπαν.
16
01

Τρία προβλήματα σχετικά με τον Μάκη Βορίδη

Το προηγούμενο Σάββατο αναπαρήγαγα μια ανάρτηση σχετικά με την συμμετοχή του Μάκη Βορίδη στην πορεία του Λεπέν πριν τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία, όπου αντιμετώπιζε τον Σιράκ. Ο Βορίδης όχι απλά υποστήριζε τον Λεπέν, αλλά σηκώθηκε και ταξίδεψε από την Ελλάδα στη Γαλλία για να πορευτεί ανάμεσα σε κέλτικους σταυρούς και ακροδεξιούς με ξυρισμένα κεφάλια ενάντια στον υποψήφιο της mainstream Γαλλικής Δεξιάς. Αυτά το 2002. Κατά ειρωνεία της τύχης, την ίδια μέρα, η πιο φιλοκυβερνητική εφημερίδα, ΤΑ ΝΕΑ, φιλοξενούσαν συνέντευξη του Βορίδη όπου δήλωνε ότι "η Αριστερά το μόνο που έχει να μου καταμαρτυρήσει, είναι που ήμουν πριν 35 χρόνια", εννοώντας την ένταξή του στην ΕΠΕΝ. Μέσα στην εβδομάδα, παρακολούθησα την συζήτηση στη Βουλή σχετικά με τις αλλαγές που εισηγείται ο Βορίδης στην διαδικασία προσλήψεων στο Δημόσιο και την επιδιωκόμενη συστηματική παράκαμψη των διαγωνισμών του ΑΣΕΠ μέσω της - ιδιαίτερα αδιάβλητης, ως γνωστόν - προσωπικής συνέντευξης. Ο Βορίδης είπε ότι οι αλλαγές που προωθούνται αποτελούν έκφραση της εγελιανής αντίληψης περί ουδετερότητας του κράτους σε αντίθεση με την μαρξιστική αντίληψη σύμφωνα με την οποία το κράτος είναι αποτύπωση συσχετισμού κοινωνικών δυνάμεων, άρα μη αντικειμενικό. Τέλος, συζητώντας με φίλο που εμπιστεύομαι την γνώμη του, μου μετέφερε γνώμη σημαντικών ανθρώπων, αλλά και του ίδιου, ότι ο Βορίδης είναι ένας χαρισματικός ρήτορας και αξιόλογος πολιτικός αντίπαλος. Από τον συνδυασμό όλων των παραπάνω, κατά την ταπεινή μου γνώμη, προκύπτουν τρία προβλήματα. Το πρώτο έχει να κάνει με τον τρόπο που ο Βορίδης αντιμετωπίζει το παρελθόν του και την σχέση του με την ΝΔ. Το δεύτερο σχετίζεται με τον θεσμικό του ρόλο ως Υπουργού Εσωτερικών. Και το τρίτο έχει να κάνει με τον τρόπο που οι αντίπαλοι της ΝΔ βλέπουν τον Βορίδη. Σχετικά με το πρώτο ζήτημα: αν κανείς επισκεφτεί την ιστοσελίδα του Μάκη Βορίδη, θα διαβάσει ότι η πολιτική του δράση ξεκινά το 2007 με την εκλογή του ως βουλευτή του ακροδεξιού ΛΑΟΣ. Όπως ξέρουμε όλοι, αυτό δεν ισχύει. Ο Βορίδης προφανώς θέλει να ξεχαστεί όχι μόνο η ΕΠΕΝ, αλλά και το Ελληνικό Μέτωπο το προσωπικό του κόμμα, στο οποίο ήταν Πρόεδρος. Το σημαντικότερο όμως ζήτημα, κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι ότι ο Βορίδης παραδίδοντας στη λήθη το (όχι τόσο μακρινό) παρελθόν του, αποφεύγει συστηματικά - όλα αυτά τα χρόνια - να πει έστω μια λέξη αυτοκριτικής για αυτό. Για παράδειγμα, δεν έχει ποτέ ανασκευάσει όσα έχει πει για τον ιδρυτή του κόμματος στο οποίο ανήκει, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον οποίο (ως Πρόεδρος του Ελληνικού Μετώπου) αποκαλούσε "ξεπουλημένο" και "προσκυνημένο". Είναι εύκολο να λες αορίστως ότι όλα αυτά έγιναν πριν 35 χρόνια, αλλά μια έντιμη στάση - αν έχεις πραγματικά αλλάξει απόψεις - είναι να επανατοποθετηθείς κριτικά απέναντι στο παρελθόν σου. Αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ. Το μόνο για το οποίο έχει ζητήσει συγγνώμη ο Βορίδης είναι για την στάση του απέναντι στο Ισραήλ. Ο καθένας καταλαβαίνει γιατί. Το ζήτημα θα έπρεπε να αφορά πρωτίστως τους δημοκρατικούς ανθρώπους στην Νέα Δημοκρατία. Δεν είναι λίγο η παράταξή σου να υποδέχεται μετά βαίων και κλάδων κάποιον που - ως πρόεδρος κόμματος - εξύβριζε επί χρόνια με τον χειρότερο τρόπο τον ιδρυτή του κόμματός σου, χωρίς να αξιώνεις έστω μια λέξη αυτοκριτικής και συγγνώμης. Αυτό αφορά τόσο τον υποδοχέα του στην ΝΔ, τον Αντώνη Σαμαρά (που δεν κουβαλάει και πολύ διαφορετικά μυαλά) όσο και τον τωρινό πρωθυπουργό, πάγιο σύμμαχο των πάσης φύσεως ακροδεξιών κατά την πατρική παράδοση, που τον αναβάθμισε. Το πρόβλημα λοιπόν με τον Βορίδη δεν είναι ότι πριν 35 χρόνια υπήρξε τσεκουροφόρος επενίτης και πριν 18 χρόνια συνοδοιπόρος του Λεπέν, αλλά ότι ακόμα και σήμερα δεν αποκηρύσσει τις απόψεις εκείνου του καιρού. Ο λόγος είναι κατά την γνώμη μου προφανής. Ο άνθρωπος άλλαξε κόμμα, δεν άλλαξε απόψεις. Με την στήριξη του Μητσοτάκη αξιοποιεί την έλλειψη δημοκρατικών αντανακλαστικών και ευαισθησίας στο κόμμα προκειμένου να ανελιχτεί προσωπικά. Οι δε φιλοδοξίες του, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι πολύ ψηλές. Είναι ευθύνη των δημοκρατικών ανθρώπων στη ΝΔ, που προφανώς υπάρχουν, να μην επιτρέψουν αυτό το πράγμα να συμβεί. Το δεύτερο πρόβλημα είναι συναφές με την ιδιότητά του ως Υπουργού Εσωτερικών. Εδώ και λίγες ημέρες η χώρα μας έχει έναν Υπουργό Εσωτερικών που έχει δηλώσει (το 2018, όχι το 1985) ότι "ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να κάνει παρεμβάσεις στο κράτος και στους θεσμούς για να μην ξαναέρθει η Αριστερά στην εξουσία" Και μόνο το γεγονός αυτό είναι αδιανόητο, δηλαδή ο άνθρωπος που έχει την ευθύνη της εκλογικής διαδικασίας, να έχει την άποψη ότι θα πρέπει με θεσμικούς τρόπους να αποτραπεί η άνοδος της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην εξουσία. Αυτό είναι νομίζω επαρκές για να τελειώσει η συζήτηση περί του δήθεν φιλελεύθερου πρωθυπουργού. Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα κάτι τέτοιο δεν θα ήταν καν νοητό. Ο Πρωθυπουργός προφανώς όχι απλά δεν έχει τέτοιες ευαισθησίες, αλλά προδήλως συμμερίζεται αυτές τις βαθιά αντιδημοκρατικές σκέψεις, γι'αυτό και κάνει την συγκεκριμένη επιλογή. Κάθε δημοκρατικός πολίτης οφείλει να αντιδράσει σε αυτή την πραγματικά προκλητική επιλογή. Το τρίτο πρόβλημα τέλος, έχει να κάνει με την αντιμετώπιση του Βορίδη από τους πολίτες που δεν είναι οπαδοί της ΝΔ. Όταν ο Βορίδης επικαλείται τον Χέγκελ για να πει ότι η παράκαμψη του ΑΣΕΠ δικαιολογείται λόγω της ουδετερότητας του κράτους, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ("η Αριστερά", όπως ορίζει πάντα ο ίδιος τον αντίπαλο καταδεικνύοντας ότι εχθρός του είναι οι ιδέες της κοινωνικής ισότητας και δικαιοσύνης και όχι το συγκεκριμένο κόμμα) είναι δέσμιος της μαρξιστικής θεωρίας του κράτους που ανέχεται την μεροληψία, δεν νομίζω ότι βρισκόμαστε στην επικράτεια μιας σοβαρής συζήτησης. Γιατί ούτε ο Χέγκελ (που πράγματι διατύπωσε σημαντικές σκέψεις για το κράτος) ούτε ο Μαρξ σκεφτόντουσαν ακριβώς γύρω από τις διαδικασίες επιλογής στο Δημόσιο, αλλά διατύπωναν σκέψεις γύρω από το ρόλο του κράτους σε σχέση με τον κοινωνικό ανταγωνισμό και τις κοινωνικές τάξεις. Ο Βορίδης υποβιβάζει μια φιλοσοφική συζήτηση σε μια άσκηση μικροπολιτικής. Κατά την γνώμη μου, δεν το κάνει τυχαία. Νομίζω ότι ο σκοπός του είναι απλά και μόνο να προκαλέσει εντύπωση. Να δημιουργήσει δηλαδή στους αντιπάλους του την εντύπωση ότι μπορεί να συζητά για υψηλές έννοιες, την ώρα που απλά προσπαθεί να βολέψει τα γαλάζια παιδιά. Και να αποσπάσει την εκτίμηση ότι "έχει επίπεδο και συγκρότηση" και ότι είναι ένας αξιόλογος πολιτικός αντίπαλος. Παιδιά, μην τσιμπάτε. Είναι άλλο πράγμα ο διανοητής και άλλο ο φιγουρατζής. Ο Βορίδης-Πονηρίδης ξέρει ότι η έκφραση θαυμασμού από τους πολιτικούς αντιπάλους μεταφράζεται σε πολιτικό κεφάλαιο (είπαμε ότι ο άνθρωπος έχει φιλοδοξίες) στο εσωτερικό του δικού του κόμματος. Ωστόσο, τα πασαλείματα του Χέγκελ, δεν σε κάνουν ούτε σοβαρό ούτε φιλόσοφο. Ο Βορίδης δεν είναι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αλλά μάλλον ο Σπύρος Θεοτόκης του 21ου αιώνα. Κανένα δέος λοιπόν για αυτόν τον λύκο που φοράει συγκυριακά την προβιά του πρόβατου. Οι δημοκρατικοί άνθρωποι, σε όλους τους πολιτικούς χώρους, ας σκεφτούν και ας πράξουν αναλόγως.
16
01

Κωστής Παπαϊωάννου: Ας περιμένουν οι γυναίκες

Τι άγρια χαρά στα κοινωνικά δίκτυα κατά της Σοφίας Μπεκατόρου που βγήκε μπροστά, στο φως, και μίλησε για τον βιασμό της! Πόση μανία να αποδομηθεί αμέσως η αφήγηση, να μην στηριχτεί πάνω της ίχνος ταύτισης, να μην προλάβει κανείς να νιώσει αλληλεγγύη ή συμπάθεια ή θυμό. Η εξομολόγηση στη σέντρα, να βρεθούν κενά, ανακολουθίες. Να στηλιτευτεί η αφήγηση, να γίνει η ίδια η αποκάλυψη του βιασμού ως πράξη αυτοτελές έγκλημα, τεκμήριο ενοχής. Να σπάσει το αφηγηματικό περιεχόμενο από την αφήγηση, να μην τα συνδέει τίποτα, να είναι άλλο ο βιασμός κι άλλο η αποκάλυψή του. Κι αν το πρώτο κάποτε παραγράφεται, το δεύτερο δεν θα βρίσκει ποτέ θέση μέσα στον χρόνο. Γιατί δεν το έκανε τότε (που δεν μπορούσε) 22χρονη απέναντι στον μεγάλο παράγοντα; Κι αφού δεν το έκανε τότε, γιατί το κάνει τώρα που μπορεί; Πόση μανία να γίνει το θύμα θύτης. Ύποπτη και τότε, ύποπτη και σήμερα. Ας πρόσεχε, χαζές είναι όσες δε μιλάνε; Κι αφού μίλησε, ας γίνει παράδειγμα προς αποφυγή για τις άλλες. Πολλά σχόλια τα αντρικά, τα «δεν θα τολμάμε ούτε να μιλήσουμε σε μια κοπέλα». Πόσο θλιβερή κι ανάξια, κυρίως όμως προβλέψιμη η κλασική αντίδραση στο Me too. Κι από δίπλα, «τώρα το θυμήθηκε;» και «γιατί μπήκε στο δωμάτιο;» σε σχόλια γυναικών. Τι αυτοχειριαστική επιμονή να επιβεβαιωθούν τα κλασικά μοτίβα , η αντρική κυριαρχία, η υποτίμηση των γυναικών. Το μήνυμα είναι ένα: καλύτερη η σιωπή, η αυτοενοχοποίηση, η καταστολή των συναισθημάτων. Τι μένει; Ένα μόνο: πιο πολύ από την επισήμανση της έμφυλης βίας και της τοξικής αρρενωπότητας, πιο πολύ από τη διαπόμπευση του ισχυρού άντρα που «παίρνει» με το ζόρι τη γυναίκα, αυτό που προκαλεί φόβο και ταραχή είναι η απελευθέρωση του λόγου των γυναικών. Μπροστά στον φόβο αυτόν, ποτάμια χολής θα χυθούν ακόμα. Υγ. Όσοι έχετε κορίτσια μη χάνετε στιγμή. Κι όσοι έχετε αγόρια το ίδιο.
15
01

Ιβάν Σεπέδα-Κάστρο: «Η ειρηνευτική διαδικασία, κλειδί για το αύριο της Κολομβίας»

Θεωρώ ότι στην Κολομβία –όπως συνέβη και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής– έχουν αρχίσει και δημιουργούνται οι συνθήκες να νικήσει μια κυβέρνηση, και προπαντός μια πρόταση, δημοκρατικού και προοδευτικού χαρακτήρα. Το ζήτημα της ειρήνης είναι ζήτημα-κλειδί. Όπως σας είπα και παραπάνω, είναι ένα κεντρικό θέμα, υπάρχουν ωστόσο και άλλα πάνω στα οποία μπορεί να υπάρξει προγραμματική συμφωνία. Για παράδειγμα: - Η αλλαγή του ενεργειακού προτύπου για την οικονομική παραγωγικότητα, σύμφωνα με τις σημερινές επιταγές της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της. - Η προστασία του πλούτου της χλωρίδας και της πανίδας, της βιοποικιλότητας. - Η απόλυτη ανάγκη ολοκληρωτικής αγροτικής μεταρρύθμισης, όπως αυτή που προτείνει η συμφωνία ειρήνης. - Η ανάγκη πολιτικής μεταρρύθμισης που θα μας μεταμορφώσει αληθινά σε μια δημοκρατική χώρα, και όχι απλά μια τυπική δημοκρατία – στρατιωτικοποιημένη μάλιστα, όπως επιβάλλεται σήμερα στην Κολομβία. - Η διαμόρφωση σήμερα στην ήπειρο κάποιων σχέσεων που να έχουν ταυτόχρονα ως αίτημα την εθνική κυριαρχία και το σεβασμό της, την οικοδόμηση θεσμών και την ολοκλήρωσή τους, τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων, την κοινωνική ισότητα. Υπάρχουν, κατά συνέπεια, κάποια βασικά προγραμματικά σημεία πάνω στα οποία μπορούμε να χτίσουμε μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας, όχι μόνο η Αριστερά και οι αριστερές δυνάμεις αλλά όλες οι δημοκρατικές δυνάμεις, προκειμένου να οδηγηθούμε σε μια Κολομβία, που θα ήταν το αποτέλεσμα μιας τέτοιας διαδικασίας μετασχηματισμού.