Old boy: Σκοτώνοντας από μη έρωτα
Καθώς οι γυναικοκτονίες στην Ελλάδα έφτασαν ήδη τον αριθμό έντεκα για το 2021, θα μπορούσαμε ίσως, χωρίς καθόλου να αναιρέσουμε ή να σχετικοποιήσουμε τα ειδικότερα χαρακτηριστικά του εγκλήματος, να στρέψουμε το βλέμμα μας προς τον ακόμη μεγαλύτερο ελέφαντα στο δωμάτιο. Θα μπορούσαμε δηλαδή να στρέψουμε το βλέμμα μας στη διάκριση ανδρών – γυναικών, όχι εστιάζοντας στο ότι οι άντρες σκοτώνουν σε συντριπτικά μεγαλύτερα ποσοστά τις συντρόφους τους απ’ ό,τι οι γυναίκες, αλλά εστιάζοντας στο ότι οι άντρες σκοτώνουν γενικότερα σε συντριπτικά μεγαλύτερα ποσοστά απ’ ό,τι οι γυναίκες. (...)
Υπάρχει μεγαλύτερο δώρο απ’ το να σκέφτεσαι ότι ο άνθρωπος που ερωτεύτηκες αναπνέει κάπου αυτή τη στιγμή, γελάει κάπου αυτή τη στιγμή, κοιτάει κάπου αυτή τη στιγμή; Μα, υπάρχει και μεγαλύτερος πόνος, θα πεις; Δεν ξέρω. Κι έτσι να είναι, αν δεν τον αντέχεις, αν δεν τον αντέχεις και θες να σκοτώσεις ή να σκοτωθείς, τότε ξεκάθαρα δεν σκοτώνεις από έρωτα, αλλά από μη δυνατότητα να σταθείς στο ύψος του έρωτα, σκοτώνεις επειδή δεν είσαι ικανός για έρωτα, σκοτώνεις επειδή αυτό που ένιωσες για τον άλλο το ένιωσες με τον όρο και την προϋπόθεση ότι είναι κτήμα σου. Στο όνομα της ιδιοκτησίας σου λοιπόν σκοτώνεις και μόνο αυτής. Και της απαλευτοσύνης σου να μπορέσεις να σταθείς στα πόδια σου ξανά, είτε ερωτευόμενος κάποια στιγμή ξανά, είτε παραμένοντας εσαεί ερωτευμένος με τον άνθρωπο που σε άφησε.
Αν λοιπόν σκοτώνεις επειδή είσαι τόσο πάρα πολύ λίγος, τόσο πάρα πολύ αδύναμος και τόσο πάρα πολύ κτηματίας, εκτός από εγκληματίας, είσαι και ο ορισμός αυτού που σκότωσε επειδή δεν μπόρεσε να ερωτευτεί. Είσαι και ο ορισμός αυτού που σκότωσε απ’ ό,τι είναι απέναντι στον έρωτα.