Θα έλεγα πως το «Κεφάλαιο» είναι μια διπλή έλικα. Υπάρχει ένα νήμα που ξεκινά από την ανάλυση της αξίας, για να φτάσει στους νόμους της συσσώρευσης, από τη στιγμή που γίνεται κατανοητό πως η αφηρημένη έννοια της εργασίας αποτελεί την ουσία όλων των μορφών κεφαλαίου. Υπάρχει και μια δεύτερη έλικα, που μπερδεύεται διαρκώς με την πρώτη, όπου βρίσκουμε τις μορφές ανταγωνισμού, τις συγκρουσιακές μορφές της κοινωνικής σχέσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, που εξαρτάται απ’ αυτές τις κατηγορίες και που, αντίστροφα, μας επιτρέπει να ερμηνεύσουμε πώς ο καπιταλισμός εξελίσσεται προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Αν αφαιρέσουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Μαρξ περιγράφει τις συγκρούσεις και την πάλη των τάξεων, είναι αδύνατον να κατανοήσουμε τι εννοεί με τον όρο ιστορική τάση και είναι πολύ εύκολο να μας δημιουργηθεί η εντύπωση ότι, κατά βάθος, υπάρχει για τον Μαρξ ένα είδος τάσης εξέλιξης του κεφαλαίου ως απλό και ξεκάθαρο αποτέλεσμα των νόμων που διέπουν την οικονομία. Αυτό, όμως, δεν ανταποκρίνεται σε όσα γράφει. Αυτή η εξέλιξη δεν είναι αποτέλεσμα των νόμων της οικονομίας, αλλά της αλληλεπίδρασης μεταξύ ορισμένων μορφών οργάνωσης της παραγωγής και, από την άλλη, των κοινωνικών αγώνων ή των κοινωνικών συγκρούσεων που είναι αλληλένδετοι μ’ αυτές.