Πρόκειται για έναν εθνικισμό που έχει οριστικά πάρει διαζύγιο από τον «δημοκρατικό πατριωτισμό», από τη δημοκρατία εν γένει, από τον Διαφωτισμό σε οποιαδήποτε από τις παρακαταθήκες του. Ο δρόμος για τον εθνικοσοσιαλισμό είναι ορθάνοιχτος. Και τούτο ισχύει τόσο για τα συλλαλητήρια όσο και για τις μαθητικές καταλήψεις. Αυτό (παριστάνουν ότι) δεν καταλαβαίνουν όσοι θέτουν την (επιφανειακά) αφελέστατη ερώτηση: «Μα είναι δυνατόν να υπονοείτε ότι οι μετέχοντες σε συλλαλητήρια και οι μαθητές που διαμαρτύρονται με καταλήψεις είναι ακροδεξιοί;» Η προφανής απάντηση είναι: «Κι αν δεν είναι ήδη, τρέχουν ολοταχώς προς τα εκεί». Η άρχουσα τάξη τα γνωρίζει όλα αυτά, αλλά διακατέχεται από έναν απύθμενο κυνισμό, που οφείλεται κυρίως στο ότι ποτέ της δεν κατάφερε να αποκτήσει την περιπόθητη ηγεμονία που θα εξασφάλιζε την κυριαρχία της.
(...)
Οι ηγέτιδες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, απέναντι στις κυριαρχούμενες τάξεις, οφείλουν να προσφέρουν (και υλικές δυνατότητες για αξιοπρεπή διαβίωση), να δείχνουν (κατά τρόπο πειστικό) ότι συμπάσχουν, να ελέγχουν και να καθοδηγούν (και όχι μόνο να καταστέλλουν). Αν κάτι χαρακτηρίζει διεθνώς την άρχουσα τάξη στην παρούσα φάση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού είναι ότι τούτη την αρχαία συνταγή την έχει γραμμένη στα αρχαιότερα των υποδημάτων της.
Οφείλουμε να είμαστε υπερήφανοι για τη δική μας άρχουσα τάξη. Σε ανύποπτο χρόνο, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, πριν καλά καλά επικρατήσει πλήρως ο νεοφιλελευθερισμός, με τον «καθωσπρέπει εθνικισμό» της αποκλειστικής ελληνικότητας της Μακεδονίας, επινόησε μια εύκολη λύση στο δύσκολο πρόβλημα της ηγεμονίας. Κι ας πρόκειται για λύση που πιθανότατα οδηγεί στην εύκολη «ηγεμονία» του φασισμού.