Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Η μουσική και η συγκρότηση της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, το παράδειγμα του Μίκη
Οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες έχουν κατά νου πιθανότατα τη θεωρία του λαϊκισμού, σύμφωνα με την οποία η έννοια του λαού κατασκευάζεται μέσω μιας αλυσίδας ισοδυναμίας διαφορετικών δρώντων και μιας διαχωριστικής γραμμής μεταξύ όλων αυτών και των ελίτ. Η επιτυχία της λαϊκιστικής στρατηγικής έγκειται στην ικανότητά της αφενός να αποδυναμώσει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των διαφόρων κομματιών του λαού, αφετέρου να δημιουργεί ή ενισχύει τη διαχωριστική γραμμή τους με τις ελίτ. Ο Μίκης κατανόησε πλέρια ότι η μουσική μπορούσε να παίξει αυτό ακριβώς το ρόλο. Και σε κάθε περίπτωση τον έπαιξε, καθώς η εξωλεκτική γλώσσα της μουσικής αδρανοποίησε τις διαφωνίες μεταξύ των «φυλών» της δημοκρατικής παράταξης και η ποίηση των τραγουδιών του λειτούργησε ως χωνευτήρι των διαφορετικών οπτικών και απόψεων. Έκτοτε, η συγκρότηση του λαού ως μετωνυμία της δημοκρατικής παράταξης έφερε και τη σφραγίδα του Μίκη, η μουσική του οποίου αποτέλεσε τρόπο επικοινωνίας και σημάδι αναγνώρισης μεταξύ όλων των δημοκρατών. (...)
Κανείς δεν περιμένει φυσικά να περιοριστεί ο μουσικός πλουραλισμός ή να συναντηθούν τα μουσικά γούστα μιας όλο και πιο κατακερματισμένης κοινωνίας. Εκείνο που είναι εφικτό και επείγον, όμως, είναι να βρει η διάχυτη αντίθεση στην προϊούσα παρακμή της κοινωνίας μας τη συναισθηματική της έκφραση, ώστε αυτή να μετατραπεί σε ένα κοινό όνειρο. Όταν τα λόγια είναι φτώχια, η μουσική είναι πλούτος. Και το λιγότερο που έχει να κάνει η καθ’ ημάς Αριστερά είναι να κατανοήσει ότι η χρονίζουσα κοινωνική αγωνία αποζητά μια λύτρωση και όχι μια ταυτοτική επιβεβαίωση. Δηλαδή, σε μουσικό επίπεδο, εκείνο που υπηρέτησε η Carmina Burana πριν 40 χρόνια δεν μπορεί να το υπηρετήσει τώρα το Bella Ciao. Η απεύθυνση στο λαό χρειάζεται άλλη μουσική στρατηγική (έστω επένδυση).