Εκείνο ωστόσο που έχει μπει τελείως στο περιθώριο της... επιτοκιο-λογίας είναι ότι τα αποτελέσματα της αύξησης των επιτοκίων δεν πρόκειται να φανούν στις τιμές πριν από το δ’ τρίμηνο του 2022. Η νομισματική πολιτική λειτουργεί με καθυστέρηση και θα πάρει χρόνο οι αλλαγές στα επιτόκια να περάσουν στην οικονομία.
Δηλαδή, θα πάρει καιρό τα υψηλότερα επιτόκια να καταστήσουν λιγότερο προσιτό τον δανεισμό και να οδηγήσουν σε επιβράδυνση των πιστώσεων. Οι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι τα αποτελέσματα θα φανούν μετά από 6-12 μήνες. Με άλλα λόγια, είτε αυξήσει τα επιτόκιά της κατά 0,5% είτε κατά 0,25% τον Μάρτιο, η Fed δεν μπορεί να κάνει άμεσα κάτι για να σταματήσει την άνοδο των τιμών.
Αυτό το γνωρίζει και η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, που διεμήνυσε χθες σε συνέντευξή της στο Redaktionsnetzwerk Deutschland ότι η αύξηση των επιτοκίων ευρώ «δεν θα έλυνε κανένα από τα τρέχοντα προβλήματα. Αντίθετα, είπε, αν ενεργούσαμε πολύ βιαστικά τώρα, η ανάκαμψη των οικονομιών μας θα μπορούσε να είναι σημαντικά πιο αδύναμη και οι θέσεις εργασίας να τεθούν σε κίνδυνο».
Αν όμως δεν μπορεί να δώσει λύση η ΕΚΤ, η Fed και οι άλλες κεντρικές τράπεζες -που έχουν βασική αποστολή τους τη σταθερότητα των τιμών-, τότε ποιος θα κάνει κάτι για τον πληθωρισμό και την ακρίβεια που ροκανίζει διαρκώς τα εισοδήματα των εργαζομένων και εξελίσσεται γοργά σε παγκόσμια κρίση διαβίωσης;
Την απάντηση έδωσε χθες η... κυβέρνηση της Σερβίας. Αφήνοντας στην άκρη το... αόρατο χέρι της αγοράς, αποφάσισε να επιβάλει πλαφόν στην τιμή των καυσίμων προκειμένου να ανακοπεί ο πληθωρισμός. Λύσεις για να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια και η κρίση υπάρχουν, αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση.