Δώρα Κοτσακά: Η έλευση της «οικονομίας της καλοσύνης»;
Σύμφωνα με την Portas, ‘Κάθε ευρώ που ξοδεύουμε μετά το lock down, είναι μία ψήφος για το πώς θέλουμε να ζήσουμε’. Τα τελευταία 20 χρόνια το λιανεμπόριο λειτουργεί με κριτήριο το πόσο γρήγορα και πόσο φτηνά μπορεί να βρεθεί ένα προϊόν στην αγορά. Ωστόσο, η εμπειρία της πανδημίας φαίνεται να αλλάζει τα δεδομένα και νέα καταναλωτικά ήθη ισχυροποιούνται.
Οι εταιρείες που κατέγραψαν κοινωνικά αλληλέγγυες πρακτικές εν μέσω πανδημίας είναι πιθανό να δουν την προτίμηση των καταναλωτών προς τις φίρμες τους να διαρκεί. Το συμβουλευτικό πρακτορείο της Portas, για παράδειγμα, διατηρεί μία λίστα
‘λιανεμπόριο vrs πανδημία’ (retail vrs corona), όπου καταγράφεται ποιες εταιρείες προέβησαν σε κοινωνικά ωφέλιμες πρακτικές και ποιες όχι.
Από τα social media προκύπτει με σαφήνεια ότι συγκεκριμένες εταιρείες αμαύρωσαν τη φήμη τους εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο αντιμετώπισαν το προσωπικό τους την ίδια περίοδο, ενώ άλλες εντυπωσίασαν τους καταναλωτές με την ευαισθησία που επέδειξαν.
Τον πρώτο καιρό της πανδημίας, μεγάλες αλυσίδες όπως τα JD Wetherspoon ή τα Waterstones είδαν τις φίρμες τους να προηγούνται σε #boycott στο Twitter, μετά από διαμαρτυρίες των εργαζομένων για τις συνθήκες στις οποίες υποχρεώνονταν. Αντίθετα τα επισκευαστικά καταστήματα Timpson επαινέθηκαν για την κίνησή τους να καλύψουν μισθολογικά το προσωπικό που είχε τεθεί σε προσωρινή αργία προκειμένου να μην μειωθεί το εισόδημά τους.
Οι εκπτώσεις για το υγειονομικό προσωπικό του NHS στις οποίες προχώρησαν κάποιες φίρμες είναι ένα άλλο παράδειγμα. Για την γκουρού του λιανεμπορίου η βασική ιδέα συνοψίζεται σε αυτό που ονομάζει ‘kindness economy’ (οικονομία της καλοσύνης).
Υποστηρίζει ότι οι αγοραστές πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση σχετικά με το πως μεταχειρίζονται οι επιχειρήσεις τους ίδιους, τους εργαζόμενούς τους και τον πλανήτη. Την ίδια στιγμή ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, M. Carney σε άρθρο του στον Economist σημειώνει[6]: ‘Οι παραδοσιακές οικονομικές αξίες διαταράχτηκαν εκ θεμελίων εξαιτίας της πανδημίας. Νέες αξίες πρόκειται να αναδειχθούν και είναι πιθανό το χάσμα ανάμεσα στο τί αξιολογούν ως σημαντικό οι αγορές και τί οι πολίτες, να κλείσει’.
Ο Covid-19 ήρθε να αποκρυσταλλώσει μία κοινωνική και οικονομική τάση που διαρκώς ενισχύονταν την τελευταία δεκαετία. Το 77% των καταναλωτών υποστηρίζει ότι αξιολογεί την αξιοπρέπεια των επιχειρήσεων, όσο και τις καλές τιμές και την ευκολία στις αγορές[7].
Τα ευρήματα των ερευνών αγοράς καταδεικνύουν με συνέπεια ότι η αειφορία, η καινοτομία και σύνδεση μίας φίρμας με συγκεκριμένες αξίες δεν είναι απλά διαφημιστικά σλόγκαν, αλλά το κλειδί για τη δημιουργία καταναλωτικής αφοσίωσης από την πλευρά των νεότερων αγοραστών. Ωστόσο, η μετάβαση στη νέα εποχή δεν έχει να κάνει μόνο με την οικονομία του λιανεμπορίου, αλλά και με την οργανωτική δομή της επιχείρησης.
Σύμφωνα με τους ειδικούς είναι μεγάλης σημασίας και συνδέεται με την παραδοσιακή ιεραρχική δομή που επιβάλει η κουλτούρα του κυρίαρχου αρσενικού αφεντικού (alfa male) εντός των χώρων εργασίας, η οποία εμποδίζει το προσωπικό να είναι ο εαυτός του και να εκπληρώσει το σύνολο των δυνατοτήτων του στον τομέα του. Αυτή η οργανωτική δομή σύμφωνα με την Portas πρόκειται να ξεπεραστεί και οι φίρμες που θα ευδοκιμήσουν θα είναι αυτές που θα εισάγουν σε ισχυρές δόσεις αξίες όπως ‘συνεργασία, συσχέτιση, ανοιχτότητα, ευαισθησία’ συγκροτώντας μία νέα επιχειρηματική κουλτούρα. Η πρόβλεψή της είναι ότι τοξικότητα του παλαιότερου μοντέλου επιχειρήσεων θα αντικαθίσταται καθώς οι millennials και η generation Z μπαίνουν στο παιχνίδι με νέες αξίες