Εφημερίδα Εποχή

28
11

Γρηγόρης Γεροτζιάφας: «Βασικό πρόβλημα των μέτρων, η αποσπασματικότητα και η μη στήριξη του ΕΣΥ»

Επιβάλλοντας κάποιος σκληρό λοκντάουν χωρίς στρατηγική για την επόμενη μέρα, δηλαδή χωρίς ενίσχυση του ΕΣΥ, χωρίς στρατηγικό επικοινωνιακό σχέδιο για την ενίσχυση του εμβολιασμού, χωρίς οργανωμένη ιχνηλάτηση κ.ά., θα καταφέρει μια τρύπα στο νερό και το πρόβλημα θα ξαναβρεθεί μπροστά μας τον Φεβρουάριο, αμέσως μετά τη λήξη του λοκντάουν. Άλλωστε ξέρουμε ήδη ότι το λοκντάουν από μόνο είναι καταστροφικό και για την οικονομία, με την έννοια της ανταλλαγής των υπηρεσιών, και για την υγεία των πολιτών, την ψυχολογική αλλά και την ευρύτερη πέραν της ασθένειας του κορονοϊού. Για να επιλεγεί το εργαλείο του λοκντάουν χρειάζεται να είναι μέρος ενός συνολικού πακέτου μέτρων το οποίο δεν μπορεί να αποφασιστεί, αφενός, χωρίς να υπάρχει σύμπνοια στον σχεδιασμό από το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας, και όχι μόνο από την κυβέρνηση, αφετέρου, χωρίς ειλικρινή συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα, και όχι με συγκυριακή και ευκαιριακή χρησιμοποίηση της γνώσης.
22
11

Χωρίς δεσμεύσεις, είναι πράσινο ξέπλυμα

Σουίνι: Δεν είναι μόνο οι περιπατητές και οι ορειβάτες που δεν θέλουν τις ανεμογεννήτριες. Είναι και οι ιθαγενείς της Οαχάκα στο Νότιο Μεξικό που αντιτάσσονται. Εάν ο κόσμος τροφοδοτηθεί από την ηλιακή και την αιολική ενέργεια, οι διεκδικήσεις γης θα κλιμακωθούν. Θα χρειαστούν νέοι κανόνες για να αλλάξει η πραγματικότητα; Δεν το γνωρίζω. Ωστόσο, είναι σημαντικό να μην χαρακτηρίζουμε την αντίσταση ως αγώνες τύπου «όχι στη δική μου αυλή», έκφραση που χρησιμοποιούν οι προνομιούχοι. Η Αριστερά πρέπει να είναι πολύ προσεκτική με αυτό. Ρωμανού: Συμφωνώ. Η κοινωνική δυσαρέσκεια με τις ΑΠΕ δεν είναι αμελητέα και έχει φυτρώσει παντού, όπου αναπτύσσονται αυτές οι μορφές παραγωγής ενέργειας. Ωστόσο, μικρής κλίμακας ΑΠΕ, που θα τοποθετούνται για να εξυπηρετούν τις δημόσιες ανάγκες και θα λειτουργούν υπό δημόσιο έλεγχο, μπορούν να εξαλείψουν το φόβο της αρπαγής γης, να μειώσουν την όχληση του περιβάλλοντος και του τοπικού πληθυσμού, και ταυτόχρονα να εγγυηθούν ενεργειακή επάρκεια και ανεξαρτησία. Αυτό το πλάνο μπορεί να εξυπηρετηθεί από τις «ενεργειακές κοινότητες», όπως αναπτύχθηκαν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
18
11

Αλέξης Χαρίτσης: Επιχειρούν να πείσουν τους πολίτες ότι δεν ισχύει αυτό που βιώνουν

Και στην οικονομία, νομίζω, βρισκόμαστε μπροστά σε μια συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης, να εξωραΐζει διαρκώς την πραγματικότητα. Επιχειρούν να πείσουν τους πολίτες ότι δεν ισχύει αυτό που βιώνουν, ισχύει κάτι άλλο. Ο πολίτης, πχ, ακούει για δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης (ΤΑ) και τα άλλα χρηματοδοτικά προγράμματα και την ίδια στιγμή βιώνει τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας για τις μεσαίες – μικρές επιχειρήσεις, λόγω πλήρους απουσίας στήριξης από το τραπεζικό σύστημα, τεράστια νέα υπερχρέωση και εκρηκτικές ανατιμήσεις. Όλο αυτό το αφήγημα επιτυχίας καταρρέει από την ίδια την πραγματικότητα. (...) Έχουμε προτείνει εδώ και μήνες ένα πακέτο μέτρων αναχαίτισης της ακρίβειας. Πρώτον, μια σοβαρή προσπάθεια ρύθμισης και ελέγχου των αγορών που λειτουργούν με όρους αισχροκέρδειας, κυρίως στην ενέργεια και το εμπόριο. Υπήρχαν προτάσεις ακόμη και από τη ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) για έλεγχο της χονδρεμπορικής αγοράς ενέργειας. Η Κυβέρνηση τις αγνόησε. Δεύτερον, στοχευμένη ελάφρυνση φορολογικών υποχρεώσεων, όπως ο ειδικός φόρος κατανάλωσης σε ενεργειακά προϊόντα. Τρίτον, να αναπτυχθούν/να εφαρμοστούν ειδικά προγράμματα, όπως προτείνει η ΕΕ, στήριξης αυτών που θίγονται περισσότερο, (ευάλωτα νοικοκυριά, μεσαίες – μικρές επιχειρήσεις, ενεργοβόρες βιομηχανίες). Τέταρτον, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα προστατεύσει τους πιο ευάλωτους και θα ενισχύσει το διαθέσιμο εισόδημά τους.
15
11

Γιάννης Μπασκόζος: «Η κυβερνητική πολιτική “ελευθερίας” ήταν εντελώς λαθεμένη»

Φαίνεται ότι η επέκταση της υποχρεωτικότητας πέρα των υγειονομικών και σε άλλες επαγγελματικές κατηγορίες, στις οποίες οι πολίτες βρίσκονται εκτεθειμένοι σε κοινωνικές επαφές, μπορεί να είναι χρήσιμη. Η πιθανή υποχρεωτικότητα όμως πρέπει πάντα να επιτυγχάνεται με πολιτικές πειθούς και διασφάλιση της συναίνεσης της κοινωνίας. Αναφέρω χαρακτηριστικά ως παραδείγματα την αστυνομία, το στρατό, τους ιερείς, τους εν γένει δημοσίους υπαλλήλους που έρχονται σε επαφή με το κοινό και τους υπαλλήλους των σούπερ μάρκετ. Σε ο,τι αφορά το πιστοποιητικό, αν θεωρήσουμε ότι έχει χρησιμότητα, θα πρέπει να αφορά πραγματική εμβολιαστική κάλυψη. Με βάση τα δεδομένα που παρέθεσα, το πιστοποιητικό δεν έχει καμία αξία αν έχει παρέλθει εννιάμηνο. Αρα οφείλει να ανανεώνεται με βάση την πραγματική εμβολιαστική κάλυψη.
08
11

Βασίλης Τσιάνος: «Η ελληνική κυβέρνηση σύντομα θα περιέλθει σε μία συνθήκη ποινικών επιπτώσεων για τις επαναπροωθήσεις»

Ο κ. Μηταράκης θα πρέπει να γνωρίζει ότι το φαινόμενο Σαλβίνι δεν είναι ιταλικό, όλοι οι ευρωπαίοι υπουργοί Μετανάστευσης παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον τη δίκη που υφίσταται ο πρώην υπουργός Μετανάστευσης κ. Σαλβίνι. Με αυτό θέλω να πω πως στην ΕΕ κρατικά εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα που έχουν είτε συστημικό χαρακτήρα, είτε ανοχής, δεν μπορούν και δεν θα γίνουν αντικείμενο αποδοχής της ευρωπαϊκής δικαστικής τάξης. Ο κ. Μηταράκης γνωρίζει πολύ καλά την κατάσταση στα ελληνοτουρκικά σύνορα και σύντομα θα περιέλθει σε μία συνθήκη που θα πρέπει να αντιμετωπίσει σοβαρά το ενδεχόμενο ποινικών επιπτώσεων σε βάρος της ελληνικής κυβέρνησης. Το Ευρωκοινοβούλιο με πρωτοβουλία των Σοσιαλδημοκρατών και στήριξη της Αριστεράς και των Πρασίνων, ουσιαστικά εκκίνησε ζήτημα παραβίασης του ευρωπαϊκού κώδικα συνεργασίας για την Ελλάδα, την Ουγγαρία και την Πολωνία. Αυτό σημαίνει, στην χειρότερη των περιπτώσεων, όπως ισχύει ήδη για την Πολωνία, ένα εκατομμύριο ευρώ πρόστιμο την ημέρα και σε βάθος χρόνου αύξηση των ελέγχων της Κομισιόν σε βάρος του ελληνικού κοινοβουλίου και υπουργείων. Δεν πρέπει, βέβαια, να ξεχνάμε και την ποινική διάσταση που έχουν αυτά τα ζητήματα για όσους-ες χαρακτηριστούν ως υπεύθυνοι παραβίασης του κώδικα ασύλου στην ΕΕ, που απαγορεύει ρητά και τις επαναπροωθήσεις και την ανοχή αυτών. Στον βαθμό που αναγνωριστεί ότι κομμάτια παρακρατικών οργανώσεων, όπως έγινε στην Βουλγαρία και την Βοσνία, συμμετέχουν στις παράνομες επαναπροωθήσεις, θα υπάρξουν και ποινικές ρυθμίσεις για τα αντίστοιχα υπουργεία και σώματα ασφαλείας, που ανέχονται τέτοιες πρακτικές. Υπάρχουν πολλά όπλα στη νομική φαρέτρα για αυτά τα ζητήματα, που πρέπει να σημειωθεί ότι δεν παραγράφονται.
26
10

Μαρία Κανελλοπούλου: «Να μιλήσουμε για την αλληλοστήριξη των γυναικών»

Δυστυχώς, οι τέχνες και ο πολιτισμός δεν ήταν ποτέ στην προτεραιότητα καμιάς κυβέρνησης. Λυπάμαι που το λέω. Ο πολιτισμός εξαντλείται στη φράση: «Ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας μας». Αυτό δεν υποστηρίζεται με κανένα τρόπο. Δεν μπορείς να μιλάς για πολιτισμό όταν έχεις τους ανθρώπους του πεινασμένους στην κυριολεξία και χωρίς καμία αίσθηση φροντίδας από το κράτος. Έχουμε τη χειρότερη υπουργό Πολιτισμού που είχαμε ποτέ. Βλέπετε, είμαι μεγάλη πια και μπορώ να θυμηθώ πολλούς υπουργούς Πολιτισμού. Εξαιρέσεις ήταν μόνο η Μελίνα Μερκούρη και ο Θάνος Μικρούτσικος. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν καλλιτέχνες. Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχουν νομοσχέδια από την εποχή της Μελίνας, που έχουν ισχύ και αντοχή μέχρι σήμερα. Πρέπει να αγαπάς πολύ και επί της ουσίας και τον πολιτισμό και τους καλλιτέχνες. Να μην τους υποτιμάς, να μην τους διασύρεις, να μην τους χρησιμοποιείς, μόνο να τους σέβεσαι.
26
10

Φανή Κουντούρη: «Πάνω στην καθημερινότητα μπορεί να σκοντάψει το επιτελικό κράτος»

Προφανώς δεν μπορεί να είναι μοναδικός στόχος μιας αξιωματικής αντιπολίτευσης τα ζητήματα της καθημερινότητας. Χρειάζεται συνολικότερος και ισχυρότερος προγραμματικός στόχος. Η καθημερινότητα δεν είναι μια κατηγορία νέα στον πολιτικό ανταγωνισμό. Στις εκλογές του 2004, ο Κ. Καραμανλής ανέδειξε την καθημερινότητα του πολίτη σε μείζον διακύβευμα μαζί με την Επανίδρυση του Κράτους. Στη διάρκεια του 2000 η κύρια αντιπολιτευτική γραμμή της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ήταν τα ζητήματα διαφθοράς και καθημερινότητας μέσα στο πλαίσιο ενός συγκλίνοντος δικομματισμού όπου υπήρχε συναίνεση των κομμάτων εξουσίας ως προς τα μείζονα πολιτικά διακυβεύματα. Η ανάδειξη της κατηγορίας «Καθημερινότητα του πολίτη» σε βασικό διακύβευμα του πολιτικού ανταγωνισμού έγινε σε ένα πλαίσιο ενός μοντέλου διακυβέρνησης που πρότασσε την αποτελεσματική διαχείριση όχι μόνο των μεγάλων και κρίσιμων αλλά και των μικρών και καθημερινών προβλημάτων. Πρόκειται για μια κατηγορία που, πρώτον, επιβάλλεται αυτόνομα, δεύτερον, προβάλλεται πολύ από τα μίντια και, τρίτον, αναδεικνύει –μαζί με τα ζητήματα ηθικής και διαφθοράς– τις συγκλίσεις του πολιτικού ανταγωνισμού και των μίντια. Τη δεκαετία του 1990 και του 2000 αναπτύχθηκε η ιδέα της «διαιρεμένης δημοκρατίας» ή της «δημοκρατίας διπλής ταχύτητας». Αναπτύχθηκε η ιδέα ότι σε μία δημοκρατία έχουμε μια κατεύθυνση ζητημάτων προσωπικών, που αφορούν την ηθική και τις καθημερινές συνθήκες ζωής, τα οποία μπορούν να κινητοποιήσουν τους πολίτες, και από την άλλη έχουμε τα μεγάλα ζητήματα, π.χ. εξωτερικής πολιτικής, που πολλές φορές φαίνονται θολά και πάνω στα οποία δύσκολα υπάρχουν κινητοποιήσεις. Τονιζόταν ότι τα μικρά και καθημερινά είναι τελικά ζητήματα τα οποία μπορούν να επικρατήσουν στη δημόσια ατζέντα και να δημιουργήσουν ρήγματα. Αν, λοιπόν, πάμε σε μια λογική κανονικοποίησης και δεν έχουμε εκρηκτικά μείγματα γεγονότων όπως συμβαίνει τα τελευταία δώδεκα χρόνια που ζούμε σε ένα ηφαίστειο γεγονότων, μπορεί να δούμε την επάνοδο τέτοιων ζητημάτων. Ωστόσο, παραμένει ανοιχτό το ζήτημα και έχει πολύ ενδιαφέρον πώς θα πλαισιωθούν αυτά τα ζητήματα σήμερα: για παράδειγμα οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες και τα προβλήματα που αυτές δημιουργούν μπορεί να εγγραφούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κλιματικής κρίσης ή η ακρίβεια να εγγραφεί σε ένα πλαίσιο ενεργειακής κρίσης. Υπάρχει θέλω να πω σήμερα η μεγάλη εικόνα, της διεθνοποίησης των προβλημάτων, που επιβάλλει νέους όρους συζήτησης στον πολιτικό ανταγωνισμό, σε σχέση με τη δεκαετία του 2000.
23
10

Αλέξης Ηρακλείδης: «Η θέση περί “απειλητικής Τουρκίας” είναι μια κατασκευή με διάφορες σκοπιμότητες»

Η ουσία βρίσκεται όχι στο ότι η Τουρκία είναι προκλητική -που είναι και θα συνεχίσει να είναι- αλλά στο ότι η θέση περί «απειλητικής Τουρκίας» είναι μια κατασκευή, ένα ελληνικό αφήγημα με διάφορες σκοπιμότητες. Το ερώτημα είναι όταν η ελληνική εξωτερική πολιτική ακολουθεί το δόγμα «σέρνουμε τα πόδια και δεν θέλουμε λύση» του Α. Παπανδρέου (πλην της εποχής Νταβός) και του Π. Μολυβιάτη (λύση στις ελληνικές καλένδες), προκειμένου να μείνει η κατάσταση ως έχει, γιατί το κάνει, τι φοβάται; Φοβάται ότι για να επιλυθεί η διένεξη του Αιγαίου, η Ελλάδα θα πρέπει να υποχωρήσει εκεί που είναι λάθος, όπως σε σχέση με τον εθνικό εναέριο χώρο (10 μίλια αντί 6 που έπρεπε να είναι). Καμία κυβέρνηση -και πάντως όχι μια κυβέρνηση της ΝΔ- δεν μπορεί (αυτό είναι το σκεπτικό Μολυβιάτη) να έχει το πολιτικό κόστος να αναγκαστεί να κάνει υποχωρήσεις στο Αιγαίο και ας κάνει υποχωρήσεις και η Τουρκία. Υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος που πολλοί Έλληνες δεν θέλουν την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών: πρόκειται για τη ανάγκη οι Τούρκοι να είναι απροσάρμοστοι, «βάρβαροι». Αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος που δεν επιλύονται οι διαφορές, η ανάγκη των περισσότερων Ελλήνων να αντιπαθούν ή να μισούν τους Τούρκους ως «βάρβαρους», ανάγκη σχεδόν υπαρξιακή που έχει σχέση και με την κύρια αιτιολογία της Ελληνικής Επανάστασης.
22
10

ΠΑΣΟΚ και αριστερά: Μια συζήτηση σαράντα χρόνια μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 1981

Γολέμης: Ισχυρίζομαι ότι στη γιγάντωση του ΠΑΣΟΚ συνέβαλε και η Αριστερά. Ειδικότερα ως προς το ΚΚΕ εσωτερικού, η αδικαιολόγητη μεγάλη χρονική παράταση μετά τη μεταπολίτευση της, σωστής στη δικτατορία, γραμμής της εθνικής, αντιδικτατορικής ενότητας (ΕΑΔΕ), το απομάκρυνε από τον λαϊκό, αντιδεξιό ριζοσπαστισμό, τον οποίο καρπώθηκε το ΠΑΣΟΚ και εν μέρει το ΚΚΕ. Γενικά η Αριστερά ήταν αμήχανη απέναντι σ’ αυτό το νέο δυναμικό κόμμα που εμφανιζόταν ως ένα πατριωτικό, αντιδεξιό, και αντιιμπεριαλιστικό «σοσιαλιστικό κίνημα», επιδίωκε την απαλλαγή της χώρας από την «εξάρτηση», και μια ριζική αλλαγή της ελληνικής κοινωνίας προς όφελος των «μη προνομιούχων» (μιας διαταξικής κατηγορίας στην οποία κυρίαρχο ρόλο είχαν τα μεσαία στρώματα). Πάντως, τουλάχιστον μέχρι το 1981, τόσο το ΚΚΕ εσωτερικού όσο και το ΚΚΕ δεν επιθυμούσαν τη σύγκρουση με το ΠΑΣΟΚ. Στο ΚΚΕ εσωτερικού ένας μέρος της ηγεσίας φλέρταρε με την ιδέα ότι αυτό ως ένα «ιδιότυπο» σοσιαλιστικό κόμμα θα μπορούσε να είναι μια συμμαχική δύναμη στο πλαίσιο του «δημοκρατικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό», σε αντίθεση με τις κλαδικές οργανώσεις του κόμματος ΚΚΕ, κυρίως στο δημόσιο και τις τράπεζες, που είχαν μεγάλη αντιπαλότητα με το συνδικαλιστικό ΠΑΣΟΚ, την ΠΑΣΚΕ, ιδιαίτερα μετά το 1981. Σχετικά θετική ήταν και στάση του ΚΚΕ απέναντι σ’ αυτό το «μικροαστικό» κόμμα με το οποίο επιδίωκε μια λαϊκομετωπική συμμαχία κατά της Δεξιάς, δεδομένης και της κοινής τους θέσης κατά της ΕΟΚ και του ΝΑΤΟ. Σ’ αυτό το γενικό κλίμα, εξαίρεση στον χώρο της ανανεωτικής κομμουνιστικής και ευρύτερης Αριστεράς αποτέλεσε η θέση του Άγγελου Ελεφάντη και της ομάδας του περιοδικού Ο Πολίτης, που θεωρούσαν το ΠΑΣΟΚ προσωποπαγές λαϊκιστικό κόμμα το οποίο δεν είχε καμιά σχέση με τον σοσιαλισμό, και πρότειναν την ιδεολογική και πολιτική σύγκρουση μαζί του. Αντιπαλότητα προς το ΠΑΣΟΚ εκείνη την περίοδο, προ του 1981, είχε μια ενδογενή δυσκολία άρα και περιορισμούς. Το γενικό φρόνημα ήταν να φύγει η Δεξιά και επομένως το μέχρι πού θα πας την κριτική σου ήταν δύσκολο. Όταν, μάλιστα, ντε φάκτο αυτό έπειθε ότι το μπορεί και όχι η Αριστερά.